με τον ηλεκτρικο πηγαινοερχοντουσαν τοτε αθηνα πειραια και φυσικα ειχαν και τα πειρατικα!!!ευχαριστω πολυ για την φιλοξενια!!!
Ναι, δεν τον φοβούνταν τον ποδαρόδρομο και μάλιστα, έχουμε και τη μαρτυρία του Σταύρου Παντελίδη, που από την συνοικία του Υμηττού πήγαινε στην Κοκκινιά να δει το φίλο του Βαγγέλη Παπάζογλου, αλλάζοντας τρεις συγκοινωνίες και πάλι πίσω. Αλλά αυτά, με το φώς της ημέρας. Ο Ηλεκτρικός σταματούσε στις 12 το βράδυ, άρα ακατάλληλος για ταβερνόβιους, ιδιαίτερα για βιομηχανικούς εργάτες, έστω αρχιεργάτες, που σχολάνε αργά και πιάνουν δουλειά νωρίς. Απ’ το Θησείο ή το Μοναστηράκι για Βατραχονήσι δεν έβρισκες πειρατικό (αυτά δούλευαν στη «γραμμή» Αμαλίας – παραλία (Έδεμ, λουτρά Μπάτη κλπ, «ακόμα ένας και, φύγαμε!» ). Η προτροπή για Φάληρο και μετά γι΄ αλλού προϋποθέτει ρομάντσα και άλλα «πονηρά», όχι όμως να ξοδέψουμε τις πολύτιμες ώρες μας στον ποδαρόδρομο, που δεν είναι βαρκούλα…. Αλλά και ο στιχογράφος του τραγουδιού, φως φανάρι πως ψάχνει για εντυπωσιασμό συσσωρεύοντας παράξενα και ευτράπελου ύφους ονόματα, στην συντριπτική τους πλειοψηφία πλαστά, όχι καθημερινά.
Σε τελική ανάλυση ναι, όλα είναι πιθανά, μα όλα! Αλλά τις πιθανότητες τις βλέπω λίγες, και ο ίδιος ο Αντρέας για Πειραιά και (το πολύ πολύ) Πετράλωνα μιλάει.
Έτσι δείχνει, αλλά δεν έχουμε εξετάσει αν όντως έτσι είναι. Δεν είναι λογικό να πούμε «εκείνος ο Βαρέλας κι ο Παπαρούνας δεν μπορεί να είναι οι ίδιοι με του τραγουδιού απλώς επειδή τα πρόσωπα του τραγουδιού δείχνουν να είναι φανταστικά» (αν και κατάλαβα βέβαια, Νίκο, ότι δεν είπες «απλώς», έφερες κι άλλα επιχειρήματα. Στέκομαι όμως σ’ αυτό επί του παρόντος.)
Πάντως πρέπει να πω ότι, αν αποδειχτεί ότι πρόκειται για παρατσούκλια πραγματικών προσώπων, η στιχουργία του τραγουδιού θα ανέβει πολύ στην εκτίμησή μου. Για αστεία και φτιαχτά, δεν τα βρίσκω και πολύ εμπνευσμένα. Αν π.χ. δεν υπήρχαν ο Παπαρούνας κι ο Μουρούνας (δυο τυχαίες λέξεις που απλώς ριμάρουν), ή οι διάφοροι με ονόματα ζαρζαβατικών και φαγώσιμων, τότε κάποιος σκέφτηκε μόνο το ένα από την κάθε ομάδα παρεμφερών παρατσουκλιών, και τα υπόλοιπα ήρθαν από την ίδια ιδέα χωρίς να στύψει και πολύ το μυαλό του. Ε, παιδαριώδες!
Οπότε είναι και λίγο συναισθηματική η προτίμησή μου προς την εκδοχή να ήταν αληθινά πρόσωπα!
Εξάλλου, η έννοια «σπάνια, όχι καθημερινά παρατσούκλια» είναι αρκετά υποκειμενική. Παρατσούκλια είναι, όχι επώνυμα για να τα λέμε κοινά ή σπάνια.
Πάντως, ξέρουμε πολύ καλά ότι άνθρωπος με το παρατσούκλι Παστουρμάς έχει υπάρξει, στον χώρο του ρεμπέτικου μάλιστα, όπως άλλωστε και κυρά Πιπίνα.
Για την αποκατάσταση της αλήθειας “του Λινάρδου η ταβέρνα” δεν έχει καμμία απολύτως καμμία σχέση με την ιστορικότατη και εξαιρετική ταβέρνα “ΚΑΡΑΒΙΤΗΣ” του Παγκρατίου για τους παρακάτω λόγους:
Ο αείμνηστος Καραβίτης απο τον Αγιο Πέτρο Κυνουρίας , συνεχίζοντας και ακολουθώντας την παράδοση των Αγιοπετριτών, δημιούργησε την συγκεκριμένη ταβέρνα, πουλώντας όπως κι όλες οι Αγιοπετρίτικες ταβέρνες και κάρβουνο.
Ο Καραβίτης νυμφεύθηκε την Αγιοπετρίτισσα Ισμήνη Λινάρδου (το γένος Μαχαίρα) , αλλά ο θάνατος χτύπησε νωρίς την πόρτα του νέου ζευγαριού με αποτέλεσμα η διαχείρηση της ταβέρνας να περάσει στα χέρια της νεαρής Ισμήνης συνεπικουρούμενη απο τον αδερφό της Θόδωρο Λινάρδο. Αυτά συνεβησαν περιπου την δεκαετία του 40 , σίγουρα πάντως πολύ μετα αφότου γράφτηκε το συγκεκριμένο τραγούδι !
Η ταβέρνα συνεχίζει με πολυ μεγαλη επιτυχία να προσφέρει τις υπηρεσίες της, διοικούμενη απο τα παιδιά του Θόδωρου Λινάρδου , διατηρώντας με πολύ σεβασμό την παράδοση και έχοντας πάντα την επωνυμία “ΚΑΡΑΒΙΤΗΣ” τιμώντας τον ιδρυτή της και την ιστορία της !!!
καμμια σχεση με την πραγματικότητα, ανακριβέστατα…!
Τι να πω, πιθανόν. Ο ίδιος ο ταβερνιάρης μου είπε την ιστορία της οικογένειάς του και του μαγαζιού. Δεν έκανα ληξιαρχική έρευνα για να διασταυρώσω την αξιοπιστία του (εσύ έκανες;), εκτός αν αλλοίωσα εγώ καμιά λεπτομέρεια κατά τη μεταφορά, γιατί βέβαια δεν κρατούσα και σημειώσεις όταν κουβεντιάζαμε.
Ε, όχι και καμμία, απολύτως καμμία! Λινάρδοι φέρονται, από τα γραφόμενά σου, να υπήρξαν και μάλιστα, πριν τον γάμο του Καραβίτη και το άνοιγμα της ομώνυμης ταβέρνας. Περιμένω κι εγώ, όπως και ο Pepe, την τεκμηρίωση που θα αποδείξει τα παραπάνω (# 24 και 25) γραφόμενα.
Από διασταύρωση στοιχείων που συγκεντρώνονται - τόσο από αφιερώματα στον Τύπο όσο και από μελέτη σχετική γενικά με την Ιστορία της Ταβέρνας στην Αθήνα - αλλά και για να διορθωθούν κάποιες ανακρίβειες που ειπώθηκαν, έχουμε τα εξής:
- Ο αρχικός ταβερνιάρης δεν ήταν Λινάρδος στο επώνυμο, αλλά Παναγιώτης Καραβίτης, από τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας. Αυτός άνοιξε, το 1920, μαγαζί που πουλούσε κάρβουνο και λειτουργούσε και σαν ταβέρνα, συνεπικουρούμενος από τη γυναίκα του Ισμήνη, το γένος Λινάρδου.
- Αναφορές στο στέκι αυτό, Αρκτίνου και Παυσανίου [στο τότε Βατραχονήσι και νυν Παγκράτι] ως ταβέρνα πια καθαρά, υπάρχουν από το 1926.
- Το ζεύγος Παν. Καραβίτη – Ισμ. Λινάρδου δεν απέκτησε παιδιά Η ταβέρνα αυτή φέρεται να είχε πολλή πελατεία οπότε, τι πιο λογικό να χρειάζονταν χέρια περισσότερα και επιπλέον έμπιστα, μέσα από την οικογένεια, γι αυτό και συνεταιρίστηκαν με τον αδελφό της Ισμήνης και κουνιάδο του Καραβίτη, Θεόδωρο Λινάρδο. Κατά μια πληροφορία, η οικογένεια Θ. Λινάρδου έμενε στον πίσω χώρο της ταβέρνας, μάλιστα.
- Από το 1935, η ταβέρνα ήταν γνωστή - όπως ακριβώς και σήμερα - και με τα δυο ονόματα: Καραβίτης, του αρχικού ιδρυτή και Λινάρδος, του μετέπειτα, στον οποίο πέρασε και η επιχείρηση και στη συνέχεια, στα παιδιά του.
- Αληθεύει πως ο τωρινός ιδιοκτήτης άλλαξε το επώνυμό του από “Λινάρδος” σε “Καραβίτης”, προς τιμή του θείου του και ιδρυτή και – σύμφωνα με τα λεγόμενά του – «γιατί και έτσι τον ήξεραν» και ως “Καραβίτη”, δηλαδή.
- Οι μαρτυρίες συγκλίνουν ως προς το γεγονός ότι το τραγούδι «Στου Λινάρδου την ταβέρνα» του 1936, αναφέρεται στη συγκεκριμένη ταβέρνα, στέκι πολύ αγαπητό σε επώνυμους και ανώνυμους, έτσι που να ενέπνευσε τον Τούντα στη δημιουργία του αυτή.
Μάλιστα, η χρονολογία αυτή δεν αποτελεί αντένδειξη, μια και ο συνεταιρισμός των δυο ιδιοκτητών στην ταβέρνα είχε γίνει πολύ πιο πριν από αυτή τη χρονολόγία και έπειτα ήταν τόσο γνωστή η ταβέρνα - και λόγω της διάδοσης του τραγουδιού – που θα υπήρχε κάποια έστω μνεία για άλλη, διαφορετική, τοποθεσία, πράγμα που δεν υπάρχει πουθενά έως τώρα.
Υπάρχει και άρθρο της Καθημερινής (του 2016) για την ταβέρνα αυτή:
Μάλιστα. Τώρα βγάζω νόημα:
Αυτή τη λεπτομέρεια δεν μου την είχε πει ο Καραβίτης. Ή δεν τη συγκράτησα. Ξέροντας ότι τώρα το μαγαζί λέγεται Καραβίτης και παλιότερα Λινάρδος (ή του Λινάρδου), δεν πήγε ο νους μου ότι ακόμη παλιότερα ξαναλεγόταν Καραβίτης!
Κατόπιν τούτου, παρανόησα και το παρακάτω:
Αυτό το είχα καταλάβει με τα ονόματα αντίστροφα: ότι δηλαδή μετά τους αρχικούς Λινάρδους ακολούθησαν οι Καραβίτηδες, που είχαν το επώνυμο κάποιου γαμπρού.
Τέλος:
Αυτό δεν το γνώριζα καθόλου. Το τραγούδι λέει «στου Λινάρδου την ταβέρνα», και δεν πήγε ο νους μου ότι ήταν παράλληλα γνωστή και αλλιώς. Υποθέτω ότι ο άνθρωπος θα μου το έλεγε αν τον ρωτούσα, δεν είναι κανένα μυστικό, αλλά γιατί να τον ρωτήσω; Δεν είχα καμία τέτοια υπόνοια.
Εντωμεταξύ, υποθέτω ότι το 1926 ή το 1935 οι επωνυμίες επιχειρήσεων θα ήταν τελείως άτυπες. Σήμερα γράφει απέξω Καραβίτης, αλλά τότε μόνο προφορικά μάλλον θα το έλεγαν.
Για το Βατραχονήσι και τις ταβέρνες του έγραψε κείμενο το 1935, έναν χρόνο πριν ο Τούντας κυκλοφορήσει το τραγούδι του στις δύο εκτελέσεις, ο Φ.Γιοφύλλης στην εφημερίδα “ΝΕΟΝ ΦΩΣ”.
Δυστυχώς δεν αναφέρει την ταβέρνα του Λινάρδου.
ΝΕΟΝ ΦΩΣ 28-9-1935.pdf (533,1 KB)
Αναφέρει όμως το τραγούδι “Αντριάνα” για το οποίο ο @pepe, το 2012 είχε ανοίξει σχετικό θέμα.
Ο Γιοφύλλης σημειώνει το παρακάτω εξάστιχο:
Πάρε με Αντριάνα μου
να σε βοηθώ στην πλύση
και να σου κουβαλώ νερό
αφ΄το Βατραχονήσι
Αντριάνα μου γλυκειά
πουσαι άσπρη και παχειά
Το τραγούδι “Αντριάνα” ηχογραφήθηκε το 1906 στην Κωνσταντινούπολη από την Ελληνική Εστουαντίνα, σύμφωνα με το sealabs.
Κυκλοφόρησε στις εταιρείες Zonophone, Gramophone και Victor.
Ο δίσκος στην Victor είναι αυτός.
Το τραγούδι μπορείτε να το ακούσετε κάνοντας κλικ στο νήμα του @pepe.
Και οι τρεις εταιρίες, την ίδια μήτρα χρησιμοποίησαν; Ρωτάω γιατί ο Μανιάτης έχει τις μεν Grammophone και Victor, με ημερομηνία κυκλοφορίας 01 / 01 / 10, με μήτρα 1579 r, τη δε Zonophone (που είναι η «Πολίτικη») χωρίς μήτρα, κυκλοφορία 10 / 01 / 06. Δεν έχω ακούσει άλλη ηχογράφηση.
Και κάτι ακόμα για τον Μανιάτη, που έχω από καιρό εντοπίσει: όποτε σημειώνεται ημερομηνία (χοντρικά σε 2 στις 3 ηχογραφήσεις), η 1η του μήνα («01») εμφανίζεται πολύ συχνότερα από τις υπόλοιπες 29 ή 30 μέρες. Πώς το σχολιάζουμε αυτό;
υποθέτω αν υπολόγιζε κατά προσέγγιση μήνα χωρίς να ξέρει ακριβή ημερομηνία, έβαζε την πρώτη του μηνός.
Ε, αυτό όμως, είναι δεοντολογικά απαράδεκτο, ας έβρισκε κάτι άλλο! (π.χ. Ιαν. 1910 ή, π.χ. πιθ. Μαρ. 1909)
Νίκο την πληροφορία για τις τρεις κυκλοφορίες την πήρα από το sealabs το οποίο δεν έχει άλλη ηχογράφηση του τραγουδιού. Η ετικέτα από την Victor δεν έχει αριθμό μήτρας.
rebetiko.sealabs.net - Αρχική Συζητήσεων ΑΝΔΡΙΑΝΑ
Όντως ο Μανιάτης δίνει μήτρες για τις 2 από τις 3 ετικέτες.
Γι΄αυτό δεν έχω άποψη. Και άλλες φορές βρίσκουμε τον Μανιάτη να ορίζει ημερομηνίες την πρώτη κάθε μήνα.
Ίσως είναι αυτό που λέει ο @liga_rosa.
Το τσάκισμα δεν το 'χω ακούσει έτσι. Ή μάλλον, δεν το ‘χω καν ακούσει ως δίστιχο, παρά μόνο ως «Αντριάνα μου γλυκειά» (σκέτο) στο τέλος κάθε 15σύλλαβου, πριν την επανάληψη του β’ ημιστιχίου.
Όμως, στην αρχαία ηχογράφηση, μερικές φορές αντί για «γλυκειά» λένε «παχειά», κι άλλες -αν θυμάμαι καλά- πάνε να πούνε «παχειά» και τελικά το διορθώνουν σε «γλυκειά». Άρα, στιχουργικά έπαιζαν όλες αυτές οι παραλλαγές.
Μελώδικά όμως, δεν μπορώ να φανταστώ πώς και πού έμπαινε το δίστιχο τσάκισμα. Αν η καταγραφή του Φώτου Γιοφύλλη είναι ακριβής, πρέπει και η μελωδία να είχε παραλλαγές εκτός από αυτήν που ξέρουμε.
Μισό λεπτό. Ο Μανιάτης κυκλοφόρησε το βιβλίο του το 2006. Στην έντυπη έκδοση δεν υπάρχουν ημερομηνίες ηχογραφήσεων, μόνο το έτος. Το 2007 κυκλοφόρησε η ψηφιακή έκδοση με πρωτοβουλία του Στέλιου Λαμπρόπουλου από το rebetiko.gr. Δεν την έχω κατεβάσει αυτή την εκδοχή αλλά από τα φωτογραφικά παραδείγματα στο σάιτ αλλά και από την αναζήτηση εκεί δεν βλέπω να έχει προστεθεί ημέρα και μήνας στις ηχογραφήσεις.
Ξέρω επίσης ότι κυκλοφορεί ένα excel με πλήρεις χρονολογίες (ημέρα/μήνας/έτος) το οποίο κάποτε κι εγώ είχα νομίσει ότι ήταν το βιβλίο του Μανιάτη σε excel αλλά αυτό δεν διασταυρώνεται από πουθενά. Και μάλιστα κάποτε μου είχαν πει ποιοι μπορεί να το φτιάξανε αυτό το excel χωρίς όμως να μπορώ να το επιβεβαιώσω και χωρίς να ξέρω ποιες πηγές χρησιμοποίησαν. Αν είναι έτσι όπως τα λέω, τότε κακώς αποδίδεται στον Μανιάτη η λανθασμένη πρακτική με τις χρονολογίες τύπου 01/01/19–. Και φυσικά τα τραγούδια δεν ηχογραφήθηκαν κατά κύριο λόγο την 1η του μήνα, ούτε την 1η του Γενάρη (αυτό κι αν είναι κουλό). Σιγά μην ταξίδευε συνεργείο και σιγά μην πήγαιναν μουσικοί για ηχογραφήσεις πρωτοχρονιάτικα. Κάποια τραγούδια, ναι, μπορεί να έτυχε να ηχογραφήθηκαν την 1η κάποιων μηνών αλλά όχι τόσα πολλά! Το πρόβλημα φαίνεται να προέκυψε από άγνοια/κακό χειρισμό του excel. Αν μορφοποιήσεις μια στήλη για να δέχεται χρονολογία και γράψεις απλά 03/35 (δηλαδή Μάρτιος του 1935), το πρόγραμμα αυτόματα θα διορθώσει σε 1/3/1935 (μπορεί από έκδοση σε έκδοση να έχει μικροδιαφορές αλλά έτσι λειτουργεί βασικά). Όπως επίσης είναι πιθανό να έχεις επιλέξει μια μορφοποίηση χρονολογίας (έχει παραπάνω από μία) η οποία όταν γράφεις απλά 1937 να στο μετατρέπει αυτόματα σε 1/1/1937. Δυστυχώς, με αυτή την πρακτική παρασέρνονται και οι σωστές χρονολογίες, π.χ. 14/5/1936, η οποία για να έχει μπει, ε, μάλλον κάποιος κάτι ήξερε. Θέλει πολλή προσοχή αυτό το excel, αν μιλάμε για το ίδιο. Εκτός των άλλων, φαίνεται να έχουν αντιγραφεί στοιχεία αμερικάνικης ή αγγλικής προέλευσης όπου ο μήνας εμφανίζεται πριν τη μέρα. Έτσι, το 02/03/1934 που για τους Αμερικάνους σημαίνει February 3rd, 1934, εκλήφθηκε ως 02 Μαρτίου 1934 (όλες οι χρονολογίες στα παραδείγματα είναι τυχαίες, το πρόβλημα όμως είναι υπαρκτό).
Θέλω μόνο να μου διευκρινίσετε κάτι, όποιος ξέρει. Η έντυπη έκδοση του Μανιάτη (2006), την όποια έχω φυλλομετρήσει πολλές φορές, έχει επανεκδοθεί ξανά; Και αν ναι, είχαν προστεθεί ημερομηνίες πέρα από το έτος;
Αυτό και μόνο, απαντάει ικανοποιητικότατα στο ερώτημά μου περί «υπεροχής» της 1ης κάθε μηνός. Σε ό,τι, τώρα αφορά τη δική μου πρόσβαση στο υλικό του Μανιάτη:
Το βιβλίο της αρχικής έκδοσης, το εσφετερίσθη φίλος από τον οποίο είναι αδύνατο να επανακτηθεί. Ως γνωστόν, είναι απίστευτα δύσχρηστο και, ουσιαστικά, ποτέ δεν ανέτρεξα σ’ αυτό για πληροφορίες. Προμηθεύτηκα, αμέσως μετά την έκδοσή της και έναντι ιδιαίτερα αλμυρού τιμήματος, την ηλεκτρονική έκδοση. Την έχω ακόμα, αλλά δυστυχώς η εταιρία δεν ενδιαφέρθηκε να την κάνει συνεργάσιμη με νεώτερες εκδόσεις του λειτουργικού της Microsoft και είναι πλέον παντελώς άχρηστη. Δουλεύω κι εγώ με ένα excel που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο και που λανθασμένα πίστευα ότι ήταν το ορίτζιναλ του Λαμπρόπουλου, που απ’ όσα λέει ο Κώστας παραπάνω δεν είναι. Ούτε εγώ ξέρω τις πηγές απ’ τις οποίες διαμορφώθηκε το εξέλ που σήμερα κυκλοφορεί, αλλά θα πάψω πλέον να αναφέρομαι σε αυτό ως «ο Μανιάτης».
Έχω ισχυρότατες ενδείξεις να πιστεύω ότι το αρχικό βιβλίο δεν επανεκδόθηκε: Αν θυμάμαι ακόμα καλά, ο Διονύσης μου έλεγε ότι η έκδοση χρηματοδοτήθηκε απ’ το υπουργείο Παιδείας, το οποίο και έστειλε από ένα αντίγραφο του βιβλίου σε κάθε σχολική βιβλιοθήκη και ξέχασε, αμέσως μετά, και το βιβλίο και τον κύριο Μανιάτη, με τις αιτήσεις του για παράλληλη ηλεκτρονική έκδοση, αφού το excel ήδη υπήρχε.
Και μία τέταρτη κυκλοφορία του τραγουδιού του Π.Τούντα, από την Τουρκική Κολούμπια.
Στην ετικέτα μεταφέρονται και οι αριθμοί κυκλοφορίας/μήτρας (πάνω δεξιά) της Ελληνικής εκδοχής με τον Στελλάκη Περπινιάδη.
Από κείμενο του Κώστα Αθάνατου στο “Ελεύθερον Βήμα” τον Φεβρουάριο του 1928.