Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

Καλέ, ποιο κείμενο χρειάζεται να δούμε;
Αφού τα είπαμε, τα συμφωνήσαμε: “πιθανότατα ​να πρόκειται για παρερμηνεία του δημοσιογράφου”

Μα όχι, κανένα κείμενο δεν χρειάζεται να δούμε.

Αφού το είπε ο δημοσιογράφος, έτσι θα είναι!

Γεια στο στόμα σου, Ελένη!

*Με την ευκαιρία, ρίξε και κάνα μάτι στο #1762 να πεις καμμιά γνώμη

Φαίνεται πως έγραφα ταυτόχρονα με τον Νίκο, γιατί μόνο τώρα βλέπω το μήνυμά του.

Να εξηγήσω λοιπόν λίγο περισσότερο το δικό μου:

Πρώτον, η κυριολεκτική σημασία της λέξης ντουζένι (κούρδισμα) είναι η ίδια όπως στη γλώσσα προέλευσης, τα τούρκικα. Ή τουλάχιστον, στα τούρκικα υπάρχει (και;) αυτή η έννοια. Στα ελληνικά, όλες οι άλλες σημασίες που έχω υπόψη μου (π.χ. είμαι στα ντουζένια μου) προκύπτουν από συνεκδοχές που είναι πού εύκολο να τις παρακολουθήσει κανείς, είναι προφανούς λογικής. Η μετάβαση στη σημασία “είδος τραγουδιού” δεν είναι προφανούς λογικής. Αυτό με υποψιάζει.

Δεύτερον, το τραγούδι μικρών κρυφών ομάδων της κοινωνίας, π.χ. των φυλακόβιων, ανέκαθεν ασκούσε μια εξωτική έλξη σε μερικούς από τα κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα, τους αστούς, τους λογίους. Η έλξη και ο εξωτισμός επεκτείνονται και στη γλώσσα αυτών των ανθρώπων, και γενικότερα στα φερσίματά τους και τους κώδικές τους. Για παράδειγμα, ανέκαθεν υπήρχε λογοτεχνία για τους πειρατές, γραμμένη από ανθρώπους που δεν ήξεραν μεν κατ’ ανάγκη από πρώτο χέρι πώς τη βγάζει ένας πειρατής στην καθημερινότητά του, που δημιούργησαν ουχ ήττον μια μυθολογία για τους τύπους με το κάλυμμα στο μάτι, το γάντζο στο χέρι, το ξύλινο πόδι (αυτό τουλάχιστον έχει συγκεκριμένη προέλευση), το τρικαντό, το εξεζητημένο ντύσιμο με τις δαντέλες, τη σημαία με τον Εύθυμο Ρότζερ κλπ…

Λοιπόν, για να επανέλθω στους ρεμπέτες: αυτή την εξωτική έλξη, συνδυασμένη με άγνοια του πλαισίου, την είδαμε κατά κόρον γύρω στο '80, όταν έβλεπες ένα σωρό ρεμπετολογικά κείμενα που προσπαθούσαν να εξηγήσουν, μυρίζοντας τα νύχια τους, τι να σημαίνουν διάφορες περίεργες ρεμπέτικες λέξεις όπως ντουζένι, μακάμι, ταξίμι. Ο καθείς έγραφε ό,τι του φανεί.

Θα μπορούσε κάτι τέτοιο να συμβεί και την εποχή των ίδιων των ρεμπέτηδων;

Ασφαλώς. Δεν έχω πρόχειρα παραδείγματα κειμένων (γράφω από καφενείο γιατί στο σπίτι μου ‘χει χαλάσει το ίντερνετ), θυμάμαι όμως ένα σωρό τραγούδια είτε ρεμπετοφανή είτε επιθεωρησιακά, γραμμένα σε μια γλώσσα και μια μουσική που είναι εμφανές ότι προσπαθεί όπως όπως να μιμηθεί τη γλώσσα και τη μουσική των ρεμπέτηδων αλλά μόνο εξωτερικά, με τον κώδικα που συνέχει τα διάφορα εξωτερικά στοιχεία να διαφεύγει. Και τι πιο λογικό από το να διαφεύγει ο κώδικας από ανθρώπους που δεν έχουν την ευκαιρία να τον μάθουν, αφού ανήκουν σ’ έναν άλλο κόσμο που δε συγκοινωνεί μ’ εκείνον των ρεμπέτηδων;

Ανέκαθεν υπήρχαν άνθρωποι που πίστευαν ότι μ’ ένα κομπολόι γίνεσαι ρεμπέτης, μ’ ένα φτερό Ινδιάνος, μ’ ένα αμπαζούρ Κινέζος. Φυσικά, ανάμεσα σ’ αυτούς υπάρχουν και κάποιοι που ξέρουν στ’ αλήθεια ποιο είναι το σωστό είδος αμπαζούρ που όντως φοράνε για καπέλο οι πραγματικοί Κινέζοι. Όταν όμως κάποιος (για τον οποίο δεν ξέρουμε απολύτως τίποτε, ούτε ποιος είναι ούτε τι έγραφε) αναφέρει ένα είδος αμπαζούρ που δεν είναι -καθώς έλεγα στην αρχή- προφανούς λογικής, γιατί να μην απορήσω και να μη ζητήσω περισσότερα στοιχεία πριν το δεχτώ;

Κοίταξε, φίλε, εντολές δεν δέχομαι!


Επί του θέματος, φέρνεις προς συζήτηση μια πληροφορία, χωρίς να αναφέρεις ακριβώς την πηγή, μια πληροφορία που δεν μπορεί να διασταυρωθεί με τίποτε από όσα μέχρι τώρα γνωρίζουμε για τα ντουζένια.

Σε παραξενεύουν οι απαντήσεις που λαμβάνεις;
Περίεργο μου φαίνεται.

Περικλή μου, προς τι όλος ο κόπος (και απ’ το καφενείο μάλιστα!) να γραφτεί συγκροτημένα κα λογικά ένα κείμενο 500 λέξεων, για να μας πείσει ότι (άκουσον, άκουσον!) χρειάζονται και τεκμήρια, πότε πότε; Αφου τα είπαμε και τα συμφωνήσαμε! Ειπέτε, συμφωνείστε, τελειώσατε. Ε, εμείς αντί να ψεκάσουμε, “συμφωνήσαμε” (δηλαδή συμφώνησε ένας απ’ όλους…). Απολείπεται τώρα μόνο το σκούπισμα.

Εγώ πάλι δεν δέχομαι αυτά τα bold με θαυμαστικό.
Ας είναι: συγγνώμη αν το πήρες για εντολή και παρακαλώ κάποιος από σας (μια και είστε όλοι συντονιστές) ας τη σβήσει.

Μʼ αυτά και μʼ αυτά ξεχαστήκαμε: το παράθεμα (αναφέρεται σε νεοεισαχθέντα κατάδικο που τραγουδάει)

«Αν είσαι μάννα και πονής
έλα στʼ Ανάπλι να με δής!

Το δίστιχον αυτό είνε η επωδός κάθε ντουζενιού (βλάμικου τραγουδιού) και το χρωματίζουν με πόνον, ωσάν να διαισθάνωνται ότι αργά ή γρήγορα εις το Παλαμήδι θα καταλήξουν […]»
(1923)

Ό. έ. δ.* Εκτός κι αν υπάρχει κάτι ακόμα ενδιαφέρον, πριν ή μετά το κείμενο που παρατέθηκε. Αν όχι, να ενημερώσουμε το γλωσσάρι ότι η λέξη “ντουζένι”** είναι και συνώνυμο των Μουρμούρικο, Κουτσαβάκικο, Αντάμικο κ. ά, όπως καταδεικνύει κείμενο στον τύπο, του έτους 1923.

*(Όπερ έδει δείξαι. Αρχικά που ήταν σε χρήση παλαιότερα, σε βιβλία μαθηματικών κυρίως. Με αυτά τελείωνε μία σειρά υπολογισμών, η οποία κατέληγε σε κάποια εξίσωση, αποδεικνύοντας την ορθότητά της).

**΄(τουρκικά) dόzen = τάξις, καθεστώς, κατεστημένο, διάταξη

Ευπρόσδεκτες οι προσθήκες και διορθώσεις στο «Ρεμπέτικο Γλωσσάρι» (αν και ο τίτλος δεν ακριβολογεί, κατά τη γνώμη μου, σε σχέση με το συμπεριλαμβανόμενο λημματολόγιο)

Κάποιες λίγες παρατηρήσεις:
· Όχι «Έναντι» Προλόγου, αλλά «Αντί» Προλόγου είναι το ορθό.
· Συνδράμουν: δεν υπάρχει τέτοιος ενεστωτικός τύπος. Μπορεί να επιλεγεί: συντρέχουν ή συμβάλλουν ή κάτι ανάλογο
· Στο λήμμα «δεφτέρι» εξακολουθεί η σύγχυση στίχου και συντελεστών
· Στο λήμμα «λιμά», στο παράδειγμα στίχου είναι «πασσέτα» και όχι «πασιέντα»
· Στο λήμα «τζαρές» η τουρκική λέξη δεν είναι yare αλλά με το c το περίεργο που μάλλον δεν βγαίνει στη γραμματοσειρά (ηare)

Και κάτι τελευταίο: να πω ότι δεν χάρηκα που «βγήκε εκτός» το Κουνελάκη, θα έλεγα ψέματα…

“Έναντι προλόγου” , δηλ. σχετικώς με πρόλογο, σε σχέση με πρόλογο
(και όχι με τις έννοιες που περικλείει το “αντί”).

Να προσθέσω και άλλη μια λέξη από την “Αντελικιώτισσα” του Ζ. Κασιμάτη.

“…είχε το χείλι κόκκινο
με το βαρσί βαμμένο…”

Τα λεξικά της πιάτσας (τα μόνα που την αναφέρουν) δεν διαφωτίζουν και πολύ.

Άκρη βρέθηκε στα γραπτά του Ν. Πολίτη, όπου αναφέρεται ένα δημοτικό, το “Τραγούδι του Μαγιού”, όπου και απαντά ο στίχος:

“…έχει τʼ αχείλι κόκκινο με το βερζί βαμμένο…”

“βαρζί”, “βαρσί” και “βερζί” είναι το φυτό ριζάρι, από την ρίζα του οποίου παραγόταν μία κόκκινη χρωστική ουσία, με την οποία απ’ ό,τι διασώζεται στα δυο αυτά τραγούδια παρήγαγαν και κόκκινη βαφή χειλιών.

Παραξενεύομαι…
Το τραγούδι είναι δημοτικό με τα κλαρίνα και τα όλα του. Ποια λεξικά της πιάτσας έχουν τη λέξη αυτή ή τόσο αποστραβώθηκα και δεν τη βλέπω σε κανένα λεξικό της πιάτσας;

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 20:37 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 20:28 —

Ή μάλλον είναι αυτό το διαδικτυακό;

Περί του Τσαούσιου Πάνʼ εκεί στο βουνελάκι ο λόγος

Διαβάζοντας μια πρόσφατη δημοσίευση του εξαίρετου Πειραιολόγου Δ. Κρασονικολάκη, έπεσα στο παρακάτω απόσπασμα:
“Οι σχολικές εκδρομές ήταν δύο διαδρομών, η πρώτη «στο βουναλάκι», απομεινάρι τμήματος των λόφων με την κοινή ονομασία Καραβάς στο τέρμα της Αγίου Δημητρίου προς την Πέτρου Ράλλη, περιφραγμένο άλσος σήμερα που τότε φύτρωναν αγριολούλουδα και θυμάρια”

Μούρθε λοιπόν η φλασιά, την οποία και καταθέτω στο κοινό ταμείο του σχετικού προβληματισμού: αν, λοιπόν, «βουναλάκι» το έλεγαν το σημείο αυτό, μήπως σε συσχετισμό με το δημοσιογραφικό κείμενο του 1930 που αναφέρεται στο #1707 («Το βουνελάκι του Καραβά μεταβάλλεται κάθε βράδυ σε ζαρντέν ντε ραντεβού κλπ κλπ», Νέοι Καιροί 28-6-1930) μπορεί να θέσει εύλογη υποψηφιότητα ο συνοικισμός του Καραβά, δεδομένου ότι τόσο ο τεκές όσο και πάν’ εκεί όπου καταφεύγουν οι μάγκες μετά το “χουνέρι” τους, μπορεί να είναι οπουδήποτε στον Πειραιά… Δηλ. η υπόθεση εργασίας είναι: μήπως, πέρα από το να είναι οποιοδήποτε βουνελάκι, είναι το συγκεκριμένο του Καραβά.

Λογικό φαίνεται. Σίγουρα θα άξιζε να βρεί κανείς τον κύριο Ελευσινιώτη και να του θέσει κάποιες επιπλέον ερωτήσεις, στοχευμένες απευθείας στο θέμα μας. Πάντως, ήδη έχουμε δύο μαρτυρίες, μία εποχής και μία σύγχρονη.

Αν, βέβαια, λέει “βουνα(ε)λάκι”, γιατί με ηχητική επεξεργασία ακούγεται ολοκάθαρα “Κουνελάκη”.

Έχουμε ξανασυζητήσει το θέμα και νομίζω πως τουλάχιστον όσον αφορά σ’ αυτό, έχουμε καταλήξει.

Εγώ θεωρώ ότι το μόνο βέβαιο ακουστικώς είναι: « - ουνελάκι».

Η ηχητική επεξεργασία για την οποία γίνεται λόγος (#1729) αφορά Live εκτέλεση του τραγουδιού από τον Τσιτσάνη, που, όποιο «ολοκάθαρο» αποτέλεσμα κι αν έχει, είναι παντελώς άσχετο ως επιχείρημα με το συζητούμενο θέμα (διότι με τη λογική αυτή ο καθένας θα διάλεγε μια μεταγενέστερη εκτέλεση, της οποίας το ηχητικό αποτέλεσμα θα συνηγορούσε στη δική του εκδοχή. Ούτε μπορεί να αποτελέσει επιχείρημα ότι είναι ο Τσιτσάνης αυτός που το λέει, άρα θα το θυμάται από την παλαιά εποχή κλπ κλπ, διότι είναι επισφαλής η επίκληση της μνήμης ενός τρίτου σε αυτή την περίπτωση).

Η ορθότερη αντιμετώπιση για μένα είναι να μείνουμε προσηλωμένοι ευλαβικά στην καθαρότερη μέχρι τώρα εκδοχή του αυθεντικού τραγουδιού που έχουμε (δηλ. την έκδοση Charles Howard, Rembetika Greek music from the underground, CD B, JSP RECORDS 2006). Εδώ είναι το πεδίο δόξης λαμπρό για περαιτέρω ηχητική επεξεργασία, για όσους έχουν τις τεχνικές δυνατότητες.

Μέχρι να συμβεί κάτι τέτοιο, και να τεθεί σε διαβούλευση το ηχητικό αποτέλεσμα, συμπαθάτε με, αλλά εγώ δεν θα έχω καταλήξει… (πόσω μάλλον που προσωπικά έχω καταλήξει στο βουνελάκι…)

Αυτήν, βεβαίως, εννοούσα - για τους λόγους που ήδη αναφέρθηκαν - και με ηχητική επεξεργασία, Κουνελάκη ακούγεται.

Δεν βρήκα άλλη ανεβασμένη, ηχητικά επεξεργασμένη, παρά μόνο τη Live εκτέλεση Τσιτσάνη…

Μπορείς, λοιπόν, να “ανεβάσεις” (ή όποιος άλλος) την ηχητικά επεξεργασμένη έκδοση Howard;
(ευχής έργον θα ήταν να είχε ανέβει από τότε στην κουβέντα που έγινε, διότι θα είχε διευκολύνει πολύ την εξέλιξή της)

Την είχε ανεβάσει ο PeVen. Πεντακάθαρα ακούγονταν “κουνελάκη” οπότε δεν έχουμε λόγο να επιμείνουμε άλλο. Δέξου το ως δεδομένο από μας που το ακούσαμε και δεν είμαστε λίγοι.

Ωπ, νόμιζα πως ό,τι ανέβηκε στο μήνυμα εκείνο αφορούσε τον Τσιτσάνη και δεν έκανα κλικ παρακάτω…

Ωραία, με καλύπτει το ηχογράφημα αυτό (και εξακολουθώ να ακούω ό,τι ακούω).

Τώρα για τον πληθυντικό που χρησιμοποιείς (“δέξου το ως δεδομένο από μας που το ακούσαμε κλπ”) έχω μια επιφύλαξη: πρώτα πρώτα, δεν βλέπω να είσαστε και πολλοί, μετά βλέπω ότι ο Ν. Πολίτης ακούει βουνελάκι (#1705), άρα υπάρχει “μία μερίς η οποία αντιτίθεται” που έλεγε και η παλιά καλή ατάκα.

Αλλά το θέμα δεν είναι καν αυτό. Το θέμα είναι να προστεθεί στον προβληματισμό και η εκδοχή η δική μου με τον Καραβά. Διότι εδώ τουλάχιστον έχουμε αντίκρισμα στην πραγματικότητα, ενώ το “ύψωμα κουνελάκη” δεν φαίνεται να είχε την πραγματικότητα με το μέρος του.