Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

“Μπαγιόκος” σημαίνει λεφτά.

Στον “γρουσουζη” αναφερεται το ρημα κουλιάζεις (;), προφανως σημαινει ηρεμω και αραζω, ετσι;

Επιπλεον ακουω συνεχως τις λεξεις “ντουζένι” και “καραντουζένι”, οι οποιες αναφερονται κ μεσα σε τραγουδια. Εχω την εντυπωση οτι εκτος απο τροπο κουρδισματος σημαινουν ετσι και αλλιως κατι. Θα με ενδιεφερε να μαθω και το ειδος κουρδισματος αλλα και τι σημαινουν.

Στον “Γρουσούζη” έχω την εντύπωση πως λέει: “… πού γυρνάς και μπεκρουλιάζεις…”.

“Ντουζένι” είναι τουρκική λέξη, σημαίνει “τάξη, αρμονία”.
Σαν φράση, “είμαι στα ντουζένια” σημαίνει “έχω κέφια”.
Για το μπουζούκι π.χ. η φράση “είναι στο ντουζένι”, έχει την έννοια “είναι καλά κουρδισμένο”.

(Ντουζένι, βέβαια, έλεγε ο Μάρκος το κούρδισμα ΡΕ-ΛΑ-Ρε, το έλεγε και “ευρωπαϊκό” και μ΄αυτό το κούρδισμα παίζονται όλοι οι δρόμοι. ενώ “Καραντουζένι” έλεγε το ΣΟΛ-ΛΑ-ΡΕ).

“Καραντουζένι” έλεγαν παλιότερα και ένα είδος ταμπουρά.
“Για φέρτε μου τον ταμπουρά και το καραντουζένι” λέει ένα δημοτικό μας τραγούδι.

1 «Μου αρέσει»

Άκη, κατ’ αρχήν ψάξε στο φόρουμ, υπάρχουν πολλές συζητήσεις πάνω στο θέμα ντουζένια κλπ. Δυστυχώς όμως δεν είναι ξεκαθαρισμένο (και μάλλον δεν θα ξεκαθαρίσει ποτέ) το από ποιους τρείς φθόγγους συντίθεται κάθε συγκεκριμένο κούρδισμα. Δες επίσης και στην Κλίκα.

Συμπληρωματικά σε όσα αναφέρει η Ελένη:

Με την έννοια ντουζένι αναφερόμαστε σε όλα τα πιθανά κουρδίσματα των χορδόφωνων με τρείς χορδές (δηλαδή το κανονάκι π…χ.δεν έχει κούρδισμα σε ντουζένι). Έτσι, το καραντουζένι είναι ένας από πολλούς τρόπους κουρδίσματος σαζοειδών οργάνων. Συνήθως οι δύο πρίμες νότες είναι σε απόσταση τέταρτης και η τρίτη (η μπουργκάνα) μπορεί να είναι οποιοσδήποτε σχεδόν φθόγγος της οκτάβας. Ήταν συνηθισμένο κατά τη διάρκεια του παιξίματος και ανάλογα με το κομμάτι που θα ακολουθούσε, να αλλάζει συχνά το κούρδισμα της μπουργκάνας, άρα και το ντουζένι.

Μία άλλη, συγγενική έννοια είναι η κάθετη συνοδεία της μελωδίας, όπου εκτός από τη χορδή όπου παίζεται ο φθόγγος της μελωδίας συνηχούν και η μία ή και οι δύο υπόλοιπες. Έτσι έχουμε συνοδεία «με ντουζένια».

1 «Μου αρέσει»

Ρίχτε μια ματιά κι εδώ, δεν χρειάζεται να ξέρεις τουρκικά για να καταλάβεις…


στο σημείο που λέει
Bağlama düzenleri (Akortlar) [değiştir]

Φίλε Νίκο γιατί το λες αυτό ?

Άν, Μπάμπη μου, έχεις ασχοληθεί αρκετά (όπως π.χ.εγώ) με τα ντουζένια θα είχες μαζέψει και εσύ τόσες αντιφατικές μεταξύ τους πληροφορίες που σίγουρα θα τα είχες και εσύ παρατήσει. Οι άνθρωποι που θα μας έδιναν τις πληροφορίες που χρειαζόμαστε έχουν φύγει από το μάταιο τούτο κόσμο δεκαετίες πρίν, χωρίς να παραδόσουν την κληρονομιά τους σε κανένα (εκτός ίσως από τα παιδιά του Μάρκου που όμως δεν την αξιοποίησαν και ούτε έχει δημοσιευτεί τίποτα σχετικά). Υπάρχει βέβαια και η Τουρκία, αλλά όσο στενά συγγενικές και να είναι οι μουσικές μας δεν παύει να είναι, σήμερα πιά, διαφορετική μουσική παράδοση.

Νικο συμφωνω μαζι σου απολυτα.

Το κουλιαζεις ομως που ειχα αναφερει πιο πανω ειμαι σιγουρος οτι το λεει στην δευτερη στροφη του δευτερου στοιχου ο Μαρκος. Όποιος ξέρει τι μπορει να σημαίνει…

Επιπλεον ακουγοντας ενα πολυ ωραιο κοματι απο το Αρωμα πολης (δισκος 1, Νο11) Θα ήθελα να ρωτησω και τι σημαινει, η καλύτερα ποιος είναι ο “τζόγιας” που μάλλον αναφέρεται κ σε άλλα παραδοσιακά και δημοτικά τραγούδια.

Στον “Γρουσούζη” στο συγκεκριμένο στίχο νομίζω πως λέει: “…πού γυρνάς και μπεκρουλιάζεις…”.(*)

Στο cd “Άρωμα πόλης” το τραγούδι στο οποίο αναφέρεσαι είναι το “Ένα τρεχαντηράκι”.
Η φράση “τζόγια μου” απαντά σε πολλά παραδοσιακά τραγούδια νησιωτικά, της Σκύρου π.χ. και όχι μόνο. Είναι και φράση δημοφιλής στην Κέρκυρα, όπως και στον Καραγκιόζη.
Στην Κέρκυρα, συγκεκριμένα, σημαίνει “χαρά μου”, σε άλλες περιοχές “ψυχή μου”, “καμάρι μου”, “χρυσέ μου”.

(* Κάποιος άλλος καμιά άποψη;)

Το “τζόγια μου”, οπως λές Ελένη, μάλλον απο τα Ιταλικά “gioia” ¨(χαρά), το οποίο ταιρειάζει και με τήν Κερκυρέικη συσχέτιση στήν Ελλάδα.

Παιδία η λέξη «κουλιάζω» χρησιμοποιείται πολύ συχνά στη Κύπρο
Και πάει να πει… σουρώνω… από το σουρωτήρι…

Τώρα….τι νόημα βγαίνει….ιδέαν δεν έχω.

Για το «τζόγια» συμφωνώ με την Ελένη και τον Ανατολίτη. Στο «γρουσούζη» και εγώ ακούω «πού γυρνάς και μπεκουλιάζεις» αλλά και στον πρώτο στίχο ακούω «κάθεσαι και μπεκοπίνεις». Στον τελευταίο στίχο πάλι, αναφέρεται στο πιοτί: «δεν μπορώ πιά να σ’ αντέξω, να ΄σαι μπέκρας και γκρινιάρης». Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι εννοεί μπεκρουλιάζεις και μπεκροπίνεις και για λόγους τεχνικούς (;; !!) το ρό μετά το κάπα και πριν το όμικρον ή το ου δεν ακούγεται. Πάντως τώρα που άκουσα για νιοστή φορά το δεύτερο στίχο, νομίζω πως έχει κάποια υποψία ρο μετά το κάπα.

Νικόλα, χρήσιμη βέβαια η πληροφορία για Κύπρο αλλά κάποιοι αδιόρθωτοι «ετυμολόγοι» μπορεί να το συσχετίσουν με αυτό που θέλουν να ακούσουν ή να φανταστούν, χωρίς όμως να εξηγήσουν που κολλάει το καθαρό μπε πριν από αυτό. Δεν υπάρχει καμμία πληροφορία για σχέσεις Μάρκου με Κύπρο, πάντως.

Είναι μεγάλο το πρόβλημα με την αναγνώριση λέξεων κλπ. από φθαρμένους 78ρηδες. Μπορεί να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα σε ερευνητές αλλά εδώ, στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν χάθηκε ο κόσμος αν δεχτούμε αυτό που προσεγγίζει καλύτερα το γενικό νόημα των στίχων.

Όπως και να ‘χει… χωρίς να έχω ακούσει το τραγούδι… μάλλον μπεκρουλιάζει ο Μάρκος…γιατί να κουλιάζει τώρα…λίγο…χωρίς νόημα μου ακούγεται

Και το “μπεκροπίνεις”, και το μπεκρουλιάζεις" ακούγονται ξεκάθαρα.
Βρείτε τις εκδόσεις του Τσάρλι. Οι περισσότερες άλλες εκδόσεις των ρεμπέτικων έχουν …υποστεί ψηφιακή επεξεργασία (από ερασιτέχνες), με αποτέλεσμα να τους λείπουν συχνότητες, οι οποίες συχνά οδηγούν στην αφαίρεση ολόκληρων “ήχων”.
Από τις εκτός Τσάρλι εκδόσεις προτιμήστε αυτές που δεν έχουν καμία επεξεργασία. Χίλιες φορές ο βόμβος και το “ξύσιμο” του 78άρη, παρά ένα μπουζούκι που ακούγεται -στην καλύτερη περίπτωση- σαν χαλασμένο μαντολίνο.
Θυμάμαι, στα πρώτα χρόνια ζωής του Φόρουμ, μία ανάλογη συζήτηση για τους στίχους του “Θερμαστή”. Ολοι σχεδόν τον τραγουδούσαν ως “…με τσι φωτιές μαλώνει…”. Μόλις βγήκαν καθαρότερες εκδόσεις, αποκαλύφθηκε το “…μ’ έξι φωτιές μαλώνει…”.

Κι αλλες άγνωστες λέξεις:
“εϊ γκιουλε οσουν”

Απο τραγούδι του Τσιτσάνη.

«Εϊ γκιουλέ – ολσούν» σημαίνει «σε καλό να βγει».

Από τη «Σεράχ» του Τσιτσάνη, 1952.
Φρασή που λένε οι σκλάβες στον ελευθερωτή που φτάνει καβάλα στο άλογο για να απελευθερώσει τη σκλαβωμένη στο χαρέμι – φυλακή Σεράχ.
Μια Σεράχ που μπορεί να συμβολίζει την ίδια τη ρωμιοσύνη, σκλαβωμένη πότε στον ένα κατακτητή πότε στον άλλο, να ονειρεύεται τη λευτεριά.

Άχ, όχι, Ελένη, αμάν πιά με αυτούς τους συμβολισμούς! Το αν συμβολίζει κάτι αυτό το «σε καλό να βγή» είναι δική σου ερμηνεία, τον Τσιτσάνη δεν τον ρώτησες για επιβεβαίωση. Αρπάζομαι γιατί και παλαιότερα ο Κουνάδης, «ερμηνεύοντας» το αλλέγκρο κομμάτι στο τέλος πολλών αμανέδων έλεγε ότι συμβολίζει την επερχόμενη Ανάσταση του Γένους (τελευταία δεν το λέει πιά). Μην ξεχνάμε ότι πολλά νέα παιδιά μας διαβάζουν και μας θεωρούν αυθεντίες (έτσι είναι, όταν δεν ξέρεις) και αυτό το συμβολισμό (ή και την Ανάσταση του Κουνάδη) μπορεί να τον δεί στο μέλλον κάποιος δάσκαλος σε έκθεση και όταν ρωτήσει για τις πηγές, να πάρει την απάντηση «μα το είδα γραμμένο στο ρεμπέτικο φόρουμ!» (ή σε άρθρο του Κουνάδη).

Κάθε καλλιτεχνική δημιουργία και πιο πολύ το τραγούδι αναπόφευκτα δέχεται πολλές «αναγνώσεις» και «ερμηνείες», οι οποίες μπορεί και να ξεφεύγουν από τις πραγματικές προθέσεις των δημιουργών.
Καλώς ή κακώς, δεν ρωτάμε το δημιουργό τι ακριβώς είχε στο νου του όταν π.χ. έγραφε τη «Συννεφιασμένη Κυριακή» ή το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι».
Έστω κι αν γι΄αυτόν ήταν σκοτεινιασμένη μόνο και μόνο επειδή έχασε η αγαπημένη του ομάδα, το τραγούδι του θα πάρει άλλες διαστάσεις και νοήματα με το πέρασμα του χρόνου, θα προσαρμοστεί στις περιστάσεις και θα καλύψει από τον ερωτικό σεβντά μέχρι και το παράπονο του φυλακισμένου.
Και αυτό αφορά στα περισσότερα τραγούδια.

Δεν νομίζω ότι οι «αναγνώσεις» αυτές είναι πάντα βλαβερές.
Θα συμφωνήσω, βέβαια, πως δεν πρέπει να φτάνουμε στην υπερβολή.

Μια Σεράχ που μπορεί να συμβολίζει την ίδια τη ρωμιοσύνη, σκλαβωμένη πότε στον ένα κατακτητή πότε στον άλλο, να ονειρεύεται τη λευτεριά

Ελπίζω με το προηγούμενο μήνυμά μου να μην μπέρδεψα κανένα αναγνώστη μας, επειδή τόνισα και το «μπορεί…» και να φάνηκε πως πρόκειται απλά για μια «δεύτερη ανάγνωση».

Ελένη, δεν είπα με τίποτα ότι οι διάφορες αναγνώσεις είναι πάντα βλαβερές, με την προϋπόθεση βέβαια να έχουν δική τους υπογραφή και να μην βγαίνουν προς τα έξω ως θέσφατα. Βέβαια, μου ξέφυγε το «μπορεί», μάλλον θα το είδα, στα βιαστικά, σαν τη φόρμα «μπορεί μεν να…, αλλά….», όπου το «μπορεί» έχει την έννοια «ναι μέν έτσι είναι, αλλά όμως…». Δεν το έγραψες εσύ έτσι και αν το είχα προσέξει, μάλλον δεν θα είχα πιαστεί. Ζητώ λοιπόν ταπεινά συγγνώμη.

Είναι, συμφωνώ, θετικό το ότι κάποιο τραγούδι, κάποιο σύμβολο κλπ. με την πάροδο του χρόνου και υπό δεδομένες συνθήκες παίρνει διαφορετικές διαστάσεις και το έχουμε δή αυτό σε πάμπολα ρεμπέτικα. Φυσικά και δεν χρειάζεται, σε τέτοιες περιπτώσεις, η συγκατάθεση του δημιουργού. Ας μην ξεχάσουμε τα χειροκροτήματά μας στο Κύτταρο, όταν ο Σαββόπουλος μετά το στίχο «τα μάτια μου τα κλείνω κιʼ αφήνω μια πορδή», ατάκα κόλλαγε με σημασία την πρώτη λέξη του ρεφραίν: -Σημαία!!! Μας είχε φέρει η δικτατορία στο σημείο να μην αναγνωρίζουμε τη Σημαία ως σύμβολο του Έθνους…. Και εμείς οι ίδιοι, τον Ιούλιο του 74, σηκώσαμε τη σημαία στο μπαλκόνι μας, με τον πατέρα μου να σημειώνει τρέμοντας από συγκίνηση «…και αμόλυντη» εννοόντας ότι μόλις τώρα την ξαναέβγαλε από το συρτάρι, δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στη διάρκεια της δικτατορίας.

Νίκο, κανένα θέμα.
Έχεις δίκιο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στη διατύπωση για να μη δημιουργούνται παρανοήσεις στους αναγνώστες μας.
Και όπως βλέπω ειδικά το θέμα «ρεμπέτικη φρασεολογία» έχει τους πιο πολλούς !