Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

Επίσης έχω δυο απορίες ακόμα.

  1. Αν δεν ανθίζεσαι τα σέα και τα μέα,γίνε λαγός και μπούλευε.Από πού βγήκε αυτή η λέξη?

  2. Σε δύο τραγούδια μέχρι τώρα έχω ακούσει να λέει: αγάπε με πουλάκι μου πιστά και bπιστεμένα[/b].Τι σημαίνει αυτό?

  1. “Την πούλεψε κι ο Δεμερτζής” , “την (μ)πουλεύω”: έφυγε, φεύγω ( μάλλον από την γνωστή φράση της αργκό “πήρε …”)
  2. με εμπιστοσύνη

Βρήκα ενδιαφέρον και αυτό το λινκ Κείμενο 17: Tριανταφυλλίδης, M

[i]Αυτό ανακάλυψα , αλλά , δεν με ικανοποίησε η ερμηνεία, παρόλο ότι ξέρω πως αυτό σημαίνει, δεν στέκει πουθενά ετυμολογικά η λέξη "πούλος" ... Εκτός κι αν είναι έτσι στα τυφλά, ναχαμε
να λέγαμε …

“Παίρνω τον πούλο[/i] ή Παίρνω (το) μπούλο (για τη Βόρεια Ελλάδα) ή σκέτο: i Μπούλο[/i]: την κάνω, με διώχνουν ή διώχνω. Πάρε μπούλο: φεύγα, καν’ την. Παράγωγο ρήμα: i μπουλεύω[/i], Αόριστος: i μπούλεψα”.

Και για το δεύτερο που φέρνει στην λέξη εμπιστοσύνη, άρα λογικά “μπιστικός” είναι ο έμπιστος
βρήκα το παρακάτω και με ξένισε ομολογώ …[/i]

"Έμμισθος τσοπάνης (πβ. να ήμουν το Μάη μπιστικός, τον Αύγουστο δραγάτης).

Από το μεταγενέστερο πιστικός (και συγκεκριμένα από την αιτιατική, με απόσπαση του τελικού ν του άρθρου: τον πιστικό ο μπιστικός)

Η σημερινή σημασία είναι μεσαιωνική".

Όπως τα λένε τα δύο συνονόματα κορίτσια είναι. Πουλεύω = την κάνω. Ενδιαφέρουσα και η μαρτυρία της Πελαγίας, για το ουσιαστικό “ο (μ)πούλος”. Η ετυμολόγηση δύσκολη και παρακινδυνευμένη.

Για τη “μπιστεμένη” αγάπη τα πράγματα είναι πιο σίγουρα: λέξη παράγωγη του εμπιστεύομαι, εμπεπιστευμένος > μπιστεμένος, διαπιστευτήρια διπλωματικών υπαλλήλων κλπ. Παράγωγο και ο μπιστικός, έμπιστος δουλευτής του ιδιοκτήτη του κοπαδιού.

δεν ξέρω αν είναι παρακινδυνευμένη ή ετυμολόγηση από το πουλί (με την έννοια του “έμεινα με το πουλί στο χέρι”). μου φαίνεται λογικό γιατί όταν παίρνεις τον πούλο δεν φεύγεις απλά -φεύγεις ηττημένος, με την ουρά στα σκέλια. ώς γνωστόν θεωρείται πάντα υποτιμητικό να είναι κανείς παθητικός, ενώ ο ενεργητικός μπορεί να θεωρείται από …ούστης μέχρι άντρακλας βαρβάτος (που επικρατεί επί αυτού που “πήρε τον πούλο” του), αναλόγως την περίπτωση. it’s a man’s man’s man’s world, που έλεγε κι ο james brown!

Και μια που ποτέ δεν είχα πρόβλημα με τις λέξεις και το νόημα τους,
περνώ στην κουρτίνα 2 και λέω ό,τι χρόνια τώρα καταλαβαίνω …
πούλος = ανδρικό γεννητικό μόριο (παίζει μπάλα πάντα κέντρο) …

Η προσφιλέστατη χειρονομία του ανδρικού, ενίοτε και του γυναικείου
πληθυσμού, με κάθετη επί της “οικογενείας” κίνηση και την φράση
“πάρε τον πούλο μου”, όταν θέλουν να ξεχωρίσουν τα παιδιά του …
Διότι υπάρχει και έκφραση, με την οποία τιμούν μόνο τα παιδιά …

σημ. οι γυναίκες πάντα κάποιο ανδρικό δανείζονται (νοερά) …

Oπως τα λέει η Πελαγία είναι, τουλάχιστον όπως το ξέρω εγώ και όπως το χρησιμοποιούσα στη Θεσσαλονίκη με φίλους και κολλητούς.
Με ιντριγκάριζε πάντα αυτή η φράση του Μάρκου, την εύρισκα πολύ “τολμηρή” για ένα τραγούδι που πάει για ηχογράφηση.
Γι’ αυτό και πιστεύω ότι εκείνη την περίοδο η έκφραση αυτή είχε ένα πιο λάιτ ή απλά ένα διαφορετικό περιεχόμενο, όπως αναφέρει ο Νίκος και η Πέλη.

Γιατί αν θέλουμε να κάνουμε μια σύγχρονη ερμηνεία με βάση αυτό που ξέρουμε σήμερα, η φράση: “την πούλεψε ο Δεμερτζής” γίνεται πολύ άνετα: “πήρε τον πούλο ο Δεμερτζής” ή ακόμα πιο ελεύθερα: “πήρε τ’αρxίδια του ο Δεμερτζής”. Κάτι που δε πιστεύω ότι θα έβαζε ο Μάρκος σε ηχογραφημένο τραγούδι του. (Εκτός πια, αν τον είχε τόσο άχτι :slight_smile: )

Ο στίχος για τους τρεις πρωθυπουργούς δεν υπάρχει στο δίσκο, που χτυπήθηκε το 1936 (κατά Μανιάτη) ή τέλη 1935 - αρχές 1936 (κατά Κουνάδη). Οι θάνατοι:
Κονδύλης 1/2/36
Βενιζέλος 18/3/36
Δεμερτζής 13/4/36.

Όποιος έχει όρεξη, ας ψάξει με βάση τη μήτρα (Parlophone GO 2506) μήπως βρει πότε ακριβώς χτυπήθηκε ο δίσκος.

Σωστός Νίκο! Μου διέφυγε. Ακυρα λοιπόν αυτά που έγραψα περι ηχογράφησης.

Έχω την εντύπωση πως ο Μάρκος χρησιμοποιεί τη φράση “την πούλεψε” με την αρχική της σημασία: "έφυγε", “την έκανε” .
Αρχικά, το πουλεύω αυτή τη σημασία είχε: “γίνομαι πουλί”, δηλαδή, “φεύγω ξαφνικά και γρήγορα”, ενώ μετέπειτα πήρε τη σημασία “φεύγω μπροστά στον κίνδυνο”, “την κοπανάω”.

Από το πουλεύω προέκυψε, αργότερα, το “γίνομαι πούλος” ή “παίρνω τον πούλο”, με την υβριστική σημασία.
Αν κρίνουμε και από άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, η αργκό - μια εξελικτική σημασία των λέξεων, δηλαδή - ακολουθεί της πρώτης, της καθιερωμένης.

Είχα την εντύπωση πως η στροφή αυτή, με τους πρωθυπουργούς, που αναφέρει ο Νίκος, υπήρχε στην ηχογράφηση, ενώ η τελευταία, με την αναφορά στο Σκλάβαινα, προστέθηκε αργότερα και τραγουδιόταν στα πάλκα της εποχής.

Στο ‘‘πουλευω’’ θα προτεινα και την απλη εξηγηση οτι φευγω αμεσα-πεταω σαν το πουλι…που μολις αντιληφθει κινδυνο αμεσως φευγει πετωντας…κατα το ‘‘εγινα λαγος’’…

και άραγε όπου “πουλί” = κότα? …

Σωστό κι αυτό το είπε και η Ελένη παραπάνω και του φίλου μας colectorgram …

Ακούστε άλλη εκδοχή , στα μικρά παιδάκια , λέμε δείχνοντας στο μόριο τους …
Τι είναι αυτό; Πουλάκιιιιι … κι έτσι επεκτάθηκε και σαν κίνηση μόστρας = πάρε τον (μ)πούλο μου,
με την κάθετη κίνηση που προανέφερα …

Η μητέρα μου έλεγε μια φράση , που τυχαία που ήρθε στο μυαλό , όταν εννοούσε πως κάποιος
πήρε από κάπου πόδι κακήν κακώς … “του `δωσαν τον πούλο του και το μπαλαούρο του” …

                 [b]Από την Live-Pedia.gr[/b]

                                                                       "μπαλαούρο το (ουσιαστικό)  (ναυτ.) α) η αποθήκη του πλοίου που  βρίσκεται κάτω από το πυροβολείο, β) η αποθήκη του ναύκληρου, που  βρίσκεται στο αμπάρι του πλοίου και χρησιμοποιείται και για τον  περιορισμό όσων τιμωρούνται, γ) (συνεκδ.) η ποινή του περιορισμού στο  αμπάρι του πλοίου" ...

Τώρα την απορία του φίλου rinokeros, αν πρόκειται για κότα, τι να πω …
'Οσο πετάει ο ρινόκερος πετά κι η κότα , αλλά υπάγεται στα πτηνά (η κότα) …

Καλή μου Πελαγία, η κότα όντως πετά… όχι πολύ ψηλά, ούτε και πολύ μακριά, αλλά πετά… κάτι σαν τεράστιο άλμα κατ΄ακρίβεια. Τώρα εμείς εδώ στην Κύπρο, όχι τώρα αλλά οι παλαιότεροι, παππούδες και προηγουμένως, έλεγαν έχουμε μακαρόνια και πουλί, ή σούπα και πουλί και όπου πουλί εννοούσαν την κότα. Γι΄αυτό και η σκέψη μου, μήπως υπάρχει κάποια σχέση…

Στον Τσελεμεντέ (έκδοση δεκαετίας ΄30) το τμήμα όπου σήμερα αναφέρονται οι συνταγές για κοτόπουλο, η ονομασία είναι “πουλιά” και εννοείται κοτόπουλο.

Ευχαριστώ κύριε Πολίτη. Άρα λέγοντας “την πούλεψε” ίσως να εννοούσε ότι την έκανε σαν κότα…

Πιθανότατα,όμως, η φράση ‘‘την πουλεύω’’ να μη σχετίζεται με το πουλί,όπως φαίνεται λογικό,αλλά με το ρήμα πουλάω. Όπως αναφέρει ο λαογράφος Μ. Μερακλής στο σύγγραμμά του Ελληνική λαογραφία τα ονόματα Πούλος και Πούλω(για τα κορίτσια) παραπέμπουν σε τρόπο αντιμετώπισης των βρεφικών θανάτων. Ένα άρρωστο δηλαδή παιδί το πουλούσαν εικονικά, έβγαινε η μάνα του στο δρόμο και το πουλούσε φωνάζοντας "πουλάω ένα παιδάκι’’.Έτσι θα γλίτωνε πίστευαν από την οργή του κακού δαίμονα που χτυπούσε την οικογένεια.Πούλος συνεπώς είναι ο πουλημένος και κατ’ επέκταση αυτός που έχει φύγει,εκδιωχθεί.

Τονίζω με νόημα το “ίσως να εννοούσε”.

Την πουλεύω ή τη μπουλεύω ή παίρνω το πούλο νομίζω ότι ανέκαθεν σήμαινε και σημαίνει ότι φεύγω, για να μην αντιμετωπίσω ενδεχόμενο κίνδυνο ή μη επιθυμητή κατάσταση, υποτιμώντας τον εαυτό μου. Τη πουλέψανε (φύγανε γιατί δεν είχαν τα κότσια να μείνουν, παρ’ ότι θα θέλανε). Με αυτή την έννοια το ξέρω και δε νομίζω ότι κάτι έχει αλλάξει ή ότι μπορεί να δοθεί άλλη ερμηνεία. Το από που προέρχεται, μάλλον ταιριάζει στο πουλί (κότα), με την έννοια ότι φύγανε σα κότες.
Κάποιοι νεώτεροι, προφανώς μπερδεύοντας το πουλί (κότα) με την οικογένεια, κάνουν και τη χαρακτηριστική κίνηση βεβαίως.
Θα μου πεις πουλί το ένα πουλί και το άλλο, δικαιολογημένη η παρερμηνεία.
Και με εικόνες η νέα ερμηνεία
http://www.slang.gr/media/img/200808/3dc6dd965f4c950c1d03ba686709bc6c.jpg

Τα παρακάτω για το απο το που προέρχεται το “πάιρνω τον πούλο” ή τον “πουλόπουλο”, τα είχα διαβάσει σε μια εφημεριδα,κάποτε κάποια μέρα…
Ηταν ενας τύπος ο που λεγόταν Πουλόπουλος και άνοιξε ένα μαγαζί με καπέλα κάπου στην 3ης Σεπτεμβρίου(:wink: κοντά στην Ομόνοια.
Το μαγαζί του το ονόμασε “poulos-puls” που ήταν ένα λογοπαίγνιο του ονοματός του και μάλλον καποιας αργκό λεξης της αγγλικής,που εννοούσε το καπέλο…
Ο εν λόγω κύριος πήγαινε αρκετά καλά στην αρχή και είπε να ανοίξει την επιχείρηση…Το άνοιγμα δεν του έκατσε, και ο Πουλόπουλος εξαφανίστηκε αφήνοντας χρέη σε προμηθευτές και ανθρώπους που του είχαν δανείσει χρήματα…
Και οταν κάποιος εκτοτε εξαφανιζόταν,λέγαν “έγινε Πούλόπουλος” ή “Πήρε Poulo” οτι δηλαδή πηρε τον δρόμο που πήρε και ο Poulos…