Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

Να πω δύο κουβέντες;

Βρε σεις μυαλό δεν θα βάλετε επιτέλους; Νʼ αρχίσει μία αξιοπρεπής συζήτηση και να τελειώσει καθωσπρέπει δεν θα το καταφέρουμε ποτέ; :mad::112::112::112:

Έχουμε ξεκινήσει μία καταγραφή. Αυτή η καταγραφή πρέπει να συνεχιστεί και τα λάθη (ανθρώπινα) που μπορεί να γίνουν είναι δεδομένα. Η καταγραφή όμως αυτή είναι σημαντική διότι για το λαϊκό μας τραγούδι δεν έχει ξαναγίνει. Δεν πάμε να φτιάξουμε ένα λεξικό της λαϊκής γλώσσας. Πάμε να φτιάξουμε μία ερμηνευτική καταγραφή φρασεολογίας που τη συναντούμε στα λαϊκά μας τραγούδια και εμείς οι νεώτεροι δεν την καταλαβαίνουμε. Μέσα λοιπόν από τις συζητήσεις γράφουμε πράγματα που κάποιοι μπορούν να διαφωνούν. Στη συζήτηση είναι και αυτό.
Προτείνω:
α) Όταν υπάρχουν διαφωνίες, θα μπαίνει η συγκεκριμένη λέξη σε ψηφοφορία. Όποια ερμηνεία έρχεται πρώτη θα μπαίνει πρώτη και στη συνέχεια θα αναφέρεται και η δεύτερη. Στις περιπτώσεις αυτές θα υπάρχει και αναφορά (link) των συζητήσεων που έχουν γίνει στο φόρουμ.
β) Κάθε χρήστης, σε κάθε μήνυμα να μην γράφει πολλές λέξεις (έως τρεις), ώστε να μπορεί να απαντάει κάθε άλλος που έχει διαφωνία. Έτσι θα γίνεται γόνιμη συζήτηση. Η καταγραφή θα πάρει καιρό, αλλά θα είναι πιο ακριβής.

Γιώργος

Και μια πρόσβαση σε ελληνο-τουρκικό λεξικό on-line: ε. δ. ώ.

Απλά βάζουμε το λήμμα της λέξης επιλέγοντας γλώσσα, ελληνικά ή τουρκικά.
Μπορεί κάπως να εξυπηρετήσει στο σχετικό ψάξιμο.

Ας προσθέσουμε μερικές λέξεις για διορθώσεις ή συμπλήρωση.

μαχμουρλής : αυτός που είναι νωθρός ή γενικά βαρύθυμος, συνήθως ύστερα από πολλές ώρες ύπνου.
[τουρκ. Mahmur, νυσταγμένος]

μπουλασιλίκι: οργή, τσαντίλα.

Τζούρας: στερημένος από ναρκωτικές ή μεθυστικές ουσίες.

Εσμέρ σεκερίμ: μελαχρινή μου γλύκα.

Καραπιπερίμ: μαύρο πιπέρι.

φιρμάνι : 1. σουλτανικό διάταγμα.
2. έγγραφο που κοινοποιεί στον παραλήπτη απόφαση ή εντολή που πρέπει να εκτελεστεί υποχρεωτικά.
[ τουρκ. ferman]

μπαξίσι : φιλοδώρημα που δίνει κάποιος για εξυπηρέτηση.
[τουρκ. bahşiş ]

βέρος : για πρόσωπο γνήσιας, αμιγούς καταγωγής
[ιταλ. vero]

χότζας : μουσουλμάνος ιεροδιδάσκαλος· (πρβ. ιμάμης).
(Επίσης, ο Xότζας ήταν πρόσωπο της λαϊκής παράδοσης. (έκφρ.) σαν το φούρνο* του Xότζα.)
[τουρκ. hoca (από τα περσ., αρχική σημ.: `δάσκαλος΄)]

γιαβάσης: ήρεμος, ψύχραιμος, αυτός που αποφεύγει τους καυγάδες.

μπακίρι : 1. ο χαλκός. 2. (συνήθ. πληθ.) σκεύη, ιδίως μαγειρικά, κατασκευασμένα από χαλκό. [τουρκ. bakιr -ι]

σαλβάρι : είδος φαρδιού παντελονιού, που σουρώνει στον αστράγαλο και στη μέση, παραδοσιακό ρούχο, κυρίως στην Aνατολή, από τα πολύ παλιά χρόνια. [τουρκ. şalvar (από τα περσ.)]

κουσούρι : 1. ελάττωμα στην κατασκευή, μειονέκτημα, μικρή σωματική αναπηρία.
2. κακή συνήθεια, ελάττωμα.
. [τουρκ. kusur (από τα αραβ.) -ι]

τέλι : α. λεπτό σύρμα. β. μεταλλική χορδή: Tα τέλια του μπουζουκιού.
[τουρκ. tel -ι]

κάπελας: ταβερνιάρης

Ιωάννα, ποιανού δηλαδή είναι τα συμπεράσματα; της κοινωνίας; του λαού; του φόρουμ; Θεωρείς απλά ότι η δική σου άποψη είναι η σωστή. Λοιπόν, ας βάλουμε μερικά πράγματα στη θέση τους:

Τα λεξικά δεν είναι γλωσσάρια ερμηνείας «ρεμπέτικων» εκφράσεων. Η ερμηνεία «πολιορκώ» σημειώνεται, μαζί όμως με την ερμηνεία «περιτυλίγω» και με άλλες.

Έχω ήδη αναφέρει ότι τη λέξη σαρμάκο σε ρεμπέτικο τραγούδι την έχω απαντήσει μόνο στο «ο Μάρκος κάνει σαρμάκο» και μας ενδιαφέρει να καταλήξουμε στο τι ακριβώς εννοεί ο Μάρκος.

Μεγάλη μερίδα του λαού δίνει στη λέξη έννοια παρεμφερή με το «κάνω τουμπεκί». Το τουμπεκί ως γνωστόν, μετά το πλύσιμο και το ψιλοκόψιμο τυλιγόταν. Πως ακριβώς χρησιμοποιούσαν οι μάγκες του Πειραιά τη λέξη δεν μπορώ να ξέρω, δεν τους έζησα. Αν κάποιος άλλος (Άρη, που κάτι ανέφερες;) έχει στοιχεία, ας τα παραθέσει. Την έννοια «πολιορκία» δεν την έχω ούτε αυτήν απαντήσει σε ελληνική χρήση της λέξης. Ανέφερα όμως ήδη ότι η υιοθέτηση της ερμηνείας «πολιορκώ» (φυσικά με την έννοια της πολιορκίας μιάς γκόμενας και όχι μιάς πόλεως) από τον Μάρκο θα με βόλευε και εμένα, αλλά δεν μπορώ να ξέρω αν έτσι είναι. Γιαυτό και καταλήγω και στις δύο ΠΙΘΑΝΕΣ ερμηνείες, γνωρίζοντας και εγώ τον βίο και την πολιτεία του ανδρός και βλέποντας το αταίριαστο. Εγώ, είμαι εγώ. Οι αναγνώστες, ο καθένας για τον εαυτό του, θα υιοθετήσουν μία από τις ερμηνείες (ή και καμμία).

Οι ερμηνείες αυτές και βέβαια είναι ελληνικές και όχι τουρκικές, και ας είναι η λέξη τουρκική. Είναι πολύ κοινό το φαινόμενο μία λέξη μιάς γλώσσας να αποκτά σε άλλη γλώσσα άλλη, παρεμφερή ή όχι, σημασία. Άλλο una volta και άλλο μία βόλτα. Απρόβλεπτο πράγμα η γλώσσα, σύμφωνοι! Αλλά: Η χρήση μιάς λέξης στα ελληνικά μας ενδιαφέρει εδώ, και όχι στον τουρκικό στρατό. Και όχι για όλες τις μικρές ομάδες, Αγιορείτες κλπ. παρά για τους μάγκες και μόνο. Αν δεν μπούμε σε «ξένα» χωράφια, δουλειά δεν γίνεται. Αλλά την ξέρουμε όλοι μας τη «σφαιρική» αντίληψη των «νοικοκυραίων» των χωραφιών, τρομάρα τους, και το μπάχαλο που έχουν δημιουργήσει γενικώς με τις δημοσιευμένες παρετυμολογήσεις τους.

Σταματάω και εγώ πιά.

Υ.Γ. Τεχνητές οδοντοστοιχίες επί Ομήρου δεν υπήρχαν.

Τονίζω ότι πρέπει να μπαίνουν για συζήτηση άγνωστες λέξεις που συναντώνται σε λαικά τραγούδια. Αν δεν τις έχουμε συναντήσει σε κάποιο λαικό τραγούδι δεν τις βάζουμε για συζήτηση επειδή πιθανά είναι στην ελληνική μάγκικη αργκό.

Ελένη, εγώ δεν βλέπω καμμία παρεξήγηση των λεγομένων σου, ούτε και αντιδικία με Άρη ή άλλον /ην.

Αν όμως η προσθήκη της ερμηνείας «γουστάρω, ζυγίζω με το μάτι» στη λέξη «κουσουμάρω» αντλήθηκε αποκλειστικά από το λογοτεχνικό κείμενο που παραθέτεις, θα παρατηρήσω πως, στη δική μου τουλάχιστον εμπειρία, τέτοια έννοια δεν έχω απαντήσει. Και αν δεν υπάρχουν και κάποιες ακόμα, αρκετές, παρεμφερείς αναφορές, μία και μόνο αναφορά από τη λογοτεχνία δεν αρκεί για να καθιερώσει την ερμηνεία.

Σχόλια στις τελευταίες προσθήκες της Ελένης:

Μαχμουρλής: δεν έχω συναντήσει τη λέξη σε ρεμπέτικο τραγούδι.

Μπουλασλίκι: δεν έχω απαντήσει τη λέξη, άρα δεν έχω και γνώμη.

Τζούρας: δεν έχω απαντήσει τη λέξη σε αυτή τη χρήση. Για στέρηση από ναρκωτικές κλπ. ουσίες η λέξη που έχω απαντήσει είναι «χαρμάνης».

Εσμέρ σεκερίμ: αγνοώ την έκφραση, άρα δεν έχω και γνώμη.

Χότζας: ο φούρνος, καθώς και δεκάδες άλλα, αναφέρονται στον συγκεκριμένο Νασρεντίν Χότζα, που όμως αγνοώ αν ήταν υπαρκτό ή υποθετικό πρόσωπο.

Γιαβάσης: γιαβάς = σιγά.

Σαλβάρι: νομίζω μόνο για γυναίκες.

Κάπελας: πηγαίνει μαζί με το λήμμα καπηλειό.

Όλες οι λεξεις που προτείνω είναι από το λαϊκό τραγούδι.

Σύντομα και από μνήμης:
“Ντερβίσαινα”…γιαβάσης
“Συναχωμένος μου΄ρχεσαι”…μπουλασιλίκι
“Μες στης πόλης τα στενά”…καραπιπερίμ, εσμέρ σεκερίμ
“Στης πόλης το Μεβλά Χανέ”…χοτζάδες
"Το σαλβάρι(;)…σαλβάρι, κουσούρι
“Γύρνα μόνος”, Τσιτσάνη…μαχμούρης

Αν υπάρχει θέμα, μπορώ να δώσω πλήρη στοιχεία και για τα υπόλοιπα τραγούδια.

Υ.Γ. Δεν μ΄αρέσει να αρχίσω τις παραθέσεις, αλλά υπονοούμενα πως έγινε επιλεκτική χρήση των ερμηνειών στον πρώτο πίνακα αφέθηκαν!
Γι΄αυτό και συνέστησα όπου εντοπίζονται λάθη, να μου τα αναφέρετε ακριβώς, για να διορθώνω όπου χρειάζεται.

(Τη σημασία του “κουσουμάρω” όπως την έδωσα, την έχω βρει σε αρκετά κείμενα.
Αλλά, συμφωνήσαμε να περιοριστούμε μόνο σε ό,τι σχετίζεται με το λαϊκό τραγούδι).

Πώς χρησιμοποιείται το λεξικό το τουρκικο που έβαλε η Ελένη;
Ας μου πει κάποιος!

Μερικές παρατηρήσεις σχετικά με το νέο πίνακα.

  • Νομίζω πως τα λήμματα «χασίς» και «ναργιλές» πρέπει να ξαναγραφτούν ή τουλάχιστον να γίνουν διορθώσεις σ΄αυτά.

  • Στο λήμμα «τζες» να αφαιρέσω την ερμηνεία που δίνεται μόνο σε μια περιοχή, στα Γιάννινα, μια που αυτή είναι άσχετη με το λαϊκό τραγούδι.

  • Ίσως και στο «κουτσαβάκης» πρέπει να προστεθούν κάποιες πληροφορίες ακόμα.

  • Όσον αφορά στο λήμμα: « κάνω σαρμάκο», συμφωνώ απόλυτα με το Νίκο Πολίτη, αλλά και με τον Admin: πρέπει να φανούν ξεκάθαρα και οι δυο εκδοχές και να αφήσουμε τους αναγνώστες μας να καταλήξουν σε προσωπικά συμπεράσματα και να προστεθεί μια παραπομπή στη σχετική συζήτηση που κάναμε.
    Άρα πρέπει να το αλλάξω.

Ό,τι άλλο εντοπίσετε και εσείς, θα σας παρακαλέσω να το αναφέρετε, ώστε στο νέο πίνακα να υπάρξουν διορθώσεις

Υ.Γ. Ειρήνη, το λεξικό λειτουργεί ως εξής:
Από την κεντρική σελίδα πηγαίνεις στο εικονίδιο: “Κλικάρετε εδώ για να συνεχίσετε στα ελληνικά”, μετά στο “Έχω κατανοήσει την εφαρμογή και θέλω…”. Στη συνέχεια στην καινούρια σελίδα που σε βγάζει, επιλέγεις γλώσσα, π.χ.: από ελληνικά…σε τουρκικά. Επιλέγεις π.χ. τη λέξη “τυλίγω”
Μετά πατάς το εικονίδιο: παρουσιάστε εικονικό πληκτρολόγιο, μετά αναζήτηση…
και όπως θα δεις, σου βγάζει το “sarmak”.
(σε μπέρδεψα;;:wink:

Ελένη μου, σωστά έδωσες τις οδηγίες, αλλά θα πρότεινα και την αναζήτηση όλων των συναφών λέξεων, για να υπάρχει σφαιρική ερμηνεία και κατανόηση -μιας ξένης γλώσσας και την προσαρμοσμένη χρήση της στη δικιά μας…

π.χ. μόλις βρεις το sarmak αναζητάς τις εκδοχές του, όλες
sarmak
(paketlemek) περιτυλίγω
(yara) επιδένω, μπαντάρω
(çevirmek) περικυκλώνω
(kuşatmak) πολιορκώ
π.χ.
kuşatmak
(askeri) πολιορκώ
(çevirmek) περικυκλώνω
(sarmak) περιζώνω
(ilişkisini kesmek) αποκλείω
ή
çevirmek
(dili) μεταφράζω
(etrafını) ζώνω
(ekseni etrafında) περιστρέφω
(başka biçime) μετατρέπω
(et) σουβλίζω
(film) κινηματογραφώ

Και βέβαια τούμπαλιν : Βάζεις και τις ελληνικές λέξεις μετά, να δεις πώς τις χρησιμοπούν στην τουρκική.
Και κανονικά, κατόπιν, διασταύρωση με “έγκυρα” λεξικά (και παλιά, και κοινής…)

[u]Θα μου πεις, είναι χρονοβόρο αυτό το …σπορ ! Όμως θεωρώ, για την κατανόηση, πρέπει να γίνεται ενδελεχώς. Να είναι επιμελής και αδιάλειπτη η έρευνα…

[/u]Νομίζω, πως συμφωνείς!
Δεν βιαζόμαστε …
(γιαυτό μην μας βομβαρδίζεις με πολλές λέξεις !!! (Δεν υπάρχει χρόνος ! )
:slight_smile:

Υπάρχει το καινούριο αρχείο για διαβούλευση το οποίο ανανεώνεται :088:. Μπορείτε και για εκείνες τις λέξεις να αναφέρεστε και να δίνετε τις απόψεις σας. Τονίζω για μία ακόμη φορά. Μιλάμε για λέξεις που συναντώνται σε λαϊκά τραγούδια. Αν κάποιος δεν είναι σίγουρος ότι η λέξη αναφέρεται σε κάποιο τραγούδι δεν πρέπει να την αναφέρει.

Λίγες (μη φωνάζετε…) λεξούλες.

Παντόφλα: το πορτοφόλι.

Τζιβαέρι: (επιφώνημα), «θησαυρέ μου».
Κυριολεκτικά, πολύτιμος λίθος.
(τουρκική λέξη).

Μπουζουριάζω: συλλαμβάνω και φυλακίζω

(Από “Τα κομμένα μαλλιά”)
μπαγιαντέρα (τα μαλλιά σου):είδος κουρέματος των αρχών του αιώνα, σε στυλ αντρικό, κοντοκουρεμένο, δημοφιλές στη Σμύρνη.

Από το «Θερμαστή».

αγάντα: με όλη τη δύναμη (ναυτικό παράγγελμα).
Κατ΄επέκταση: υπομονή, κουράγιο.

Στόκολο: ο χώρος μπροστά από τον ατμολέβητα του μηχανοστασίου του πλοίου, όπου έβαζαν το κάρβουνο για κάψιμο.

Ρασκέτα: η ξύστρα (εργαλείο των ναυτικών)

Τούμπα: σωλήνες υψηλής πίεσης.

Από τον «Αμερικάνο».

μεμέτης: ο Μουσουλμάνος, ο Μωαμεθανός, κατά τους Έλληνες.
(Ίσως σύντμηση του «Μωάμεθ»)

μούσμουλα: σφαίρες

κούφιο: περίστροφο

ρούφος: ταβάνι.
(Ίσως από το αγγλ. roof)

λιμά: τα μικρά χαρτιά στην τράπουλα.

Η δική μου συμβολή στον πίνακα Excel: πρώτον: μπράβο Ελένη, συνέχισε! Δεύτερον, τρίτον κλπ:

Αβανταδόρος: η ερμηνεία δεν είναι «ο βοηθός». Εικονικός παίκτης είναι, όπως σωστά έξηγείται παρακάτω. Και νομίζω πως τέτοιος χαρακτηρισμός χρησιμοποιείται μόνο στο παιχνίδι του παπά. Άρα:

Αβ.: ο εικονικός … θύματα, ειδικά στο παιχνίδι του Παπά………

Άσίκης: η έννοια ερωτευμένος, εραστής, έχει περάσει και στα ελληνικά: Εκεί ψηλά που περπατείς τρυγόνα κλπ, μην είδες τον ασίκη μου, τον αγαπητικό μου. Νομίζω όμως ότι στο δικό μας λεξιλόγιο δεν χρειάζεται αυτό, άρα θα άφηνα το λήμμα ως έχει.

Για(ν)γκίνι: Η σωστή απόδοση θα ήταν «πυρκαϊ(γ)ιά». Μεγάλη φωτιά μπορεί να είναι και ηθελημένη, π.χ. του Αη Γιαννιού. Τις έννοιες καταστροφή, θεομηνία δεν τις έχω απαντήσει όμως. Έχουμε στοιχεία;

Για Ραμπί κλπ:Αφού αναφέρεται και η Γκιούλ Μπαχάρ στην επεξήγηση, θα έπρεπε να σημειωθεί «βλ. λ.» και να προστεθεί και το σχετικό λήμμα .

Κουτσαβάκης: το σημείο όπου προστίθεται η ερμηνεία της θετικής σημασίας στο Όλοι οι ρεμπέτες του ντουνιά, δημιουργεί πρόβλημα: μπορεί η θετική σημασία να συσχετισθεί με την επόμενη φράση, ενώ βεβαίως στην επιθεώρηση δεν αντιγράφηκε αυτή η σημασία. Καλύτερα θα ήταν να μετακινηθεί η φράση πιο κάτω, π.χ. μετά τη φράση «από την άλλη μεριά…».

Λεβέντ: θα έπρεπε να γραφτή το λήμμα ως Λεβέντης και η ερμηνεία να ξεκινάει με τη λέξη Λεβέντ ονομάζονταν…

Μαγκιόρος: έχει καθιερωθεί η ορθογραφία με όμικρον; Τα περί άγκυρας σάλπα φούντα πάντως (αν και εγώ τα ανέφερα) μάλλον θα πρέπει να παραληφθούν.

Μανίτα και Μανιτάρι ή μανίτα: Πρόκειται για ένα ουσιαστικά λήμμα, στο οποίο αναφέρονται οι επεξηγηματικές φράσεις και των δύο λημμάτων. Άρα, θα πρότεινα:

Μανίτα ή μανιτάρι: είναι ένα κόλπο… Μόλις μπάνιζαν… κλπ. μέχρι τέλος.

Ο μπαμπέσης /α γιατί απεσύρθη;

Ο ναργιλές: το Ο ή να φύγει ή να μπή σε παρενθέσεις.

Παππάς: …, υποθέτοντας πως αυτό είναι ο ρήγας. Καλύτερα:

…, προσπαθώντας να μαντέψουν ποιο από τα τρία είναι ο ρήγας.

Σαρμάκο: ξανασημειώνω πως θα ήθελα και την ερμηνεία «πολιορκώ».

Τζές: χαλόνι = γυναίκα, είναι και αυτό εβραίικη λέξη; (προσωπική μου απορία, όχι πρόταση για καταχώρηση).

Τσίφτης: η λέξη qift προφέρεται τσίφτ ή κίφτ; (πάλι προσωπική απορία).

Χαράμι: διαβάζοντας την επεξήγηση και λαμβάνοντας υπόψη πως στα αραβικά σημειώνονται μόνο τα σύμφωνα, μου έρχεται στο νού πως και το «χαρέμι» του πασά την ίδια ρίζα πρέπει να έχει: χώρος απαγορευμένος (σε μη ευνουχισμένους…).

  1. «Αβανταδόρος» βεβαίως και καθόλου δεν σημαίνει «βοηθός».
    (* Τη λέξη αυτή και κάποιες άλλες τις βρήκα σε προηγούμενες συζητήσεις και απλά τις μετέφερα, δεν τις επεξεργαστήκαμε ξανά και θέλουν έναν επανέλεγχο. Έχω εντοπίσει και άλλες παραλείψεις).
  2. Το «μαγκιόρος», επειδή είναι από το maggiore γράφεται έτσι ακριβώς.
  3. Το «μπαμπέσης» πού πήγε αλήθεια;
  4. «χαλόνι» απαντά σε εβραϊκό διάλογο, αλλά ποιος μπορεί να΄ναι σίγουρος;
  5. «χαράμι» και «χαρέμι» είναι ακριβώς από την ίδια ρίζα, [harem < harim, αραβικά]. Άρα, λογικός και ο συνειρμός σου, Νίκο.
  6. για την ακριβή προφορά του qift, δεν γνωρίζω.

Στα υπόλοιπα συμφωνούμε βεβαίως και θα γίνουν οι απαραίτητες διορθώσεις.

Υ, Γ. Φίλος που μας διαβάζει μου θύμησε τη φράση: “και οι γκόμενες αντρίκια κουσουμάρουν” από το γνωστό μας τραγούδι και ρωτούσε για τη σημασία.
Νομίζω πως το νόημα εδώ είναι “φέρονται”, “συμεριφέρονται”.

Ωραία, Ελένη (Όμηρε αθάνατε…), συμφωνούμε λοιπόν απόλυτα. Ειδικά οι γκόμενες, «χειρίζονται εαυτάς ως άνδρες», θα έλεγα.

Μέχρι να γράφω και να ψάχνω -2 ώρες για τις λέξεις- πρόφτασε ο Νίκος να πει τα συχαρίκια στο φίλο της Ελένης - που τυχαία!- έχουμε τη ίδια άποψη!
Τόση ώρα σημείωνα, λοιπόν, τα ίδια…

Ακριβώς Ελένη, σωστά παρατήρησε και ο φίλος σου.
Γιαυτό πρέπει η λέξη να παρατίθεται για διερεύνηση μέσα σε όλη την πρόταση. Αλλού μπορεί να έχει κάποια, ελάχιστα, διαφορετική έννοια.
Το έχω ήδη σημειώσει αυτά (αναλυτικά) για το κουσουμάρω.

Κουσουμάρω =
Σημαίνει: Χρησιμοποιώ. Χειρίζομαι κάτι σωστά, επαρκώς. Τα καταφέρνω καλά στη χρήση. Κουλαντρίζω μια χαρά. Και επιδεικνύω… Μοστράρω…
(Και φέρομαι, συμπεριφέρομαι, αλλά κυρίως με την έννοια του “δείχνομαι”, επιδεικνύομαι)

Στο συγκεκριμένο τραγούδι ακριβώς έτσι εννοεί :
Και οι γκόμενες φορέσανε τραγιάσκες
και στους δρόμους τριγυρνούν και κάνουν τσάρκες

(φορέσανε τις τραγιάσκες και σουλατσάρουν, άρα αποκτήσανε ανδρικές συνήθειες)
Και οι γκόμενες αντρίκια κουσουμάρουν
Και με μάγκες τρέχουνε για να φουμάρουν

(έχουν αντρικά φερσίματα, φέρονται, δείχνονται, επιδεικνύονται και μοστράρονται σαν τους άντρες)
(Μάρκος - Τραγιάσκες)

Καθώς επίσης και στο τραγούδι:
Μάγκα μου το μαχαίρι σου για να το κουσουμάρεις
πρέπει να έχεις την ψυχή, φιγουρατζή, καρδιά για να το βγάλεις
Αλλού να πας φιγουρατζή, να κάνεις τη φιγούρα…

(Δελιάς-Το κουτσαβάκι)
Ακριβώς η ίδια χρήση έχει =επιδεικνύω, μοστράρω.
Γιατί, έχει ειρωνικό και απειλητικό χαρακτήρα το κείμενο και όχι συμβουλευτικό και παραινετικό.
Δεν ταιριάζει η έννοια σε ένα σκέτο χειρίζομαι σωστά ή το φέρω πάνω μου, το κουβαλάω.

Ενώ, αλλού έχει τη σημασία μόνο του καλού χειρισμού, της σωστής χρήσης. π.χ :
Σαν είσαι μάγκας και νταής και θέλεις να με πάρεις
πρέπει κουμπούρι και σπαθί, μάγκα, να κουσουμάρεις…

(Μάρκος-Αν είσαι μάγκας)
–> Εδώ, στον ερωτικό διάλογο, σαφώς δεν μπορεί να εννοεί “επίδειξη”, παρά μόνο καλό χειρισμό.

Παιδιά… με συγχωρείτε!
Δεν μπορώ να παρακολουθήσω πια… Είναι πάρα πολλά κάθε φορά! Θέλουν χρόνο (αρκετό θα έλεγα) για τη σωστή τους απόδοση.
Αλλά, και λέμε και ξαναλέμε τα ίδια…

Η γνώμη μου είναι πως βασικά, χρειάζεται το συνοδευτικό κείμενο-τραγούδι που απαντάται η λέξη. Η αναφορά τους μέσα στο ρεμπέτικο.
Καλύτερα θα ήταν να “μεταφράζαμε” τις λέξεις σε αντιπαραβολή με τα τραγούδια και όχι έτσι σκόρπια.
Άλλη σημασία έχουν -καμια φορά, έστω μικρή- οι λέξεις στο ένα τραγούδι και άλλη στο άλλο… Όπως στο κουσουμάρω πιο πάνω.

ΥΓ:
Μάλιστα, αρχίζω να “νιώθω περίεργα” που είμαι “αόρατη” !!!

Και ό,τι άλλο πρόφτασα :

1. Μαχμουρλής = Πονοκεφαλιασμένος (από κρασί).

2. Τζούρας
= Σκασμένος (Πνιγμένος, Χωρίς αέρα)

3. φιρμάνι ή φερμάνι = διαταγή, πρόσταγμα, παράγγελμα, παραγγελία (σε αυστηρό τελεσίδικο ύφος)

4. Γιαβάσης = (από yavaslik = Βραδύτητα) : Σιγανός. Ήπιος. Μαλακός (καμια φορά και αργόστροφος)

5. Τσίφτης = Πρώτος ! Άψογος ! Σ’ όλα του ωραίος ! (Είσαι μεγάλος…και ο πρώτος)

Ελένη, ποιά πηγή δίνει τη λέξη τσίφτης από τα αλβανικά και όχι από τα τουρκικά ;
Το θεωρώ πιθανότερο από το τουρκικό çift (τσιφτ) = (κατ’ αναγωγή) ολοκληρωμένος, άρτιος

Μια και έγινε αναφορα στο “μπουζουριάζω”, να αναφερθεί και ο χίτης που λέει εκεί;

Το τραγούδι που λέγαμε. Απόδειξη ότι δε διαβάζετε προσεκτικά τι γράφω.

Νομίζω το έχουμε κουβεντιάσει και παλιότερα. Ο “Χίτης” που αναφέρει ο Μάρκος είναι …“χύτης” (ειδικότητα εργάτη στο μέταλλο). Δε θα μπορούσε να είναι “Χίτης”, καθώς η οργάνωση “Χ” (το αποκούμπι των Γερμανοτσολιάδων) ιδρύθηκε πολύ αργότερα.