Εννοείται ότι μπορείς να ξεκινήσεις και με περισσότερα από το ελάχιστο. Με λιγότερα όμως δεν έχεις σερμαγιά.
Να πω επίσης ότι κατά τη γνώμη μου η λέξη χρησιμοποιείται καταχρηστικά ή ποιητική αδεία, για το ρεπερτόριο, όπως και πολλές άλλες λέξεις, αφού υποδηλώνει το αρχικό κεφάλαιο που χρειάζεται για την έναρξη κάποιας επιχείρησης ή εγχειρήματος και αναφέρεται κυριολεκτικά σε χρήμα.
Παραθέτω και κάποιες εξηγήσεις που βρήκα γκουγκλάροντας τη λέξη.
σερμαγιά — και σιρμαγιά και συρμαγιά, η, Ν 1. το αρχικό χρηματικό κεφάλαιο που είναι αναγκαίο για την έναρξη μιας επιχειρηματικής δραστηριότητας 2. (γενικά) χρηματικό κεφάλαιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. sermaye] … Dictionary of Greek
Φίλος, πάνω στην κουβέντα για την κρίση αλλά και την ανεμελιά της νεολαίας, θυμήθηκε μια συμβουλή του πατέρα του (ορεινού γεωργοποιμένα του περασμένου αιώνα, όπου η τουρκιά ήταν ακόμη πολύ κοντά μας ιδίως στη γλώσσα), ο οποίος συμβούλευε, να μη χαλάνε όλες τους τις οικονομίες αλλά να κρατάνε και μια συρμαγιά. Ο όρος με παραξένεψε τόσο, ώστε το συζήτησα σε άλλη περίπτωση, να μάθω περισσότερα. Οι πιο πολλοί, γλωσσολόγοι εμπειρικοί, έμπλεκαν τη μαγιά και οι αφελέστεροι τα …μάγια. Ανατρέξαμε σε μεγάλο λεξικό της ελληνικής γλώσσας (15 μεγάλοι τόμοι) αλλά μη γνωρίζοντας τη γραφή της λέξης δεν τη βρίσκαμε λεξικογραφημένη, έστω και στους ξενόγλωσσους όρους που…ελληνοποιήθηκαν, σε βαθμό να μιλάμε τούρκικα και να εννοούμε ελληνικά. Συμπωματικά, διαβάζοντας ένα λαογραφικό βιβλίο για την πείνα κατά την κατοχική περίοδο, νάτηνε η λέξη που κυνηγούσαμε και δε βρίσκαμε. Η φράση είναι: «Πάει, λοιπόν και το εμπόρευμα και το κέρδος και η…συρμαγιά.» Οικονομικός όρος της καθομιλουμένης που προφέρεται και ως σερμαγιά ή σιρμαγιά που σήμαινε, το κεφάλαιο που διατέθηκε για μια επιχείρηση και όταν τα πράγματα πήγαινε στραβά, καταναλώθηκε και αυτό (η συρμαγιά). Έχασε τα λεφτά του – λέγαμε – και τη συρμαγιά μαζί. Να, λοιπόν, κουμπάρε που βρέθηκε η άκρη του κουβαριού και μάθαμε και οι δύο τι σημαίνουν μερικά πράγματα, που έρχονται από άλλες εποχές και με τη γλώσσα εκείνων των ανθρώπων. Επομένως η συμβουλή του παππού «μην τα χαλάτε όλα, κρατάτε και μια συρμαγιά» είναι πάντα επίκαιρη επί της ουσίας. Όσο για την έκφραση, δεν είναι η πρώτη που δεν έφυγε, μαζί με τον κατακτητή. Έδωσε όμως την αφορμή να γράψουμε ένα ενδιαφέρον σχόλιο. Μας έμεινε όμως η βιταλιά, ένα είδος λαγάνας, σταχτοκουλούρας, που με τα υπολείμματα του σκαφιδιού μετά το ζύμωμα του ψωμιού, μας έφτιαχναν, για μας τα παιδιά σε περιόδους που δεν υπήρχε κανένα γλύκισμα να μας πλανέψουν και ήταν ένα είδος διαφορετικού ψωμιού. Από πού «κατάγεται»και αυτή η λέξη είναι η καινούργια, γλωσσικά, απορία.
σερμαγιά < τουρκική sermaye < περσική sarmāya سرمايه Ουσιαστικό[επεξεργασία]σερμαγιά και σιρμαγιά θηλυκό
[ol]
[li]κεφάλαιο, αρχικό χρηματικό κεφάλαιο επιχείρησης.[/li][li](ναυτικός όρος): το αρχικό κεφάλαιο εξόδων ταξιδιού ελληνικού εμπορικού πλοίου, επί τουρκοκρατίας και λίγο μετά την ανεξαρτησία[/li][/ol]
[το χρηματικό ποσό που είναι επενδυμένο ή που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για επένδυση]
κεφάλαιο: θέλω να ανοίξω μια εμπορική επιχείρηση, αλλά χρειάζομαι κεφάλαιο
καπιτάλι
[το αρχικό μικρό κεφάλαιο]
μαγιά: με την προίκα της γυναίκας του για μαγιά άνοιξε ένα συνοικιακό μαγαζάκι
σερμαγιά
σιρμαγιά
κομπόδεμα
[κεφάλαιο που έχει διατεθεί σε επιχειρήσεις ή επενδύσεις]
ενεργό κεφάλαιο (φράση / έκφραση ν.ε.)
[κεφάλαιο που δεν δίνει τόκους ή άλλο εισόδημα]
νεκρό κεφάλαιο (φράση / έκφραση ν.ε.)
[κεφάλαιο που φυλάγεται ως απόθεμα για την αντιμετώπιση πιθανής ζημιάς ή έκτακτων αναγκών]
αποθεματικό
αποθεματικό κεφάλαιο (φράση / έκφραση ν.ε.)
[κεφάλαιο εταιρείας]
εταιρικό κεφάλαιο (φράση / έκφραση ν.ε.)
[κεφάλαιο εταιρείας χωρισμένο σε μετοχές]
μετοχικό κεφάλαιο (φράση / έκφραση ν.ε.)
[το κοινό κεφάλαιο που δημιουργείται από τη συνεισφορά περισσότερων του ενός επενδυτών και το διαχειρίζεται εταιρεία ή σύμβουλος επενδύσεων]
Τι σημαίνει «σερμαγιά»;
σερμαγιά η = (λαϊκότρ.)χρηματικό ή άλλο απόθεμα εμπόρου [τουρκ.sermay(e) (από τα περσ.)
http://arcadia.ceid.upatras.gr/arkadia/culture/tsakonia/oikdrast.html (ακολουθεί απόσπασμα από το σύνδεσμο)
… Σερμαγιά ήταν το εμπορικό κεφάλαιο που προοριζόταν να καλύψει τα έξοδα του φορτίου ενός πλοίου. Η μέθοδος αυτή αποτελεί σημαντική ιδιομορφία στην οικονομική λειτουργία της προεπαναστατικής περιόδου και εντάσσεται, από την εξωτερική της μορφή, στο γενικό πλαίσιο της συντροφιάς. Η μέθοδος ήταν απλή: Κάθε ιδιοκτήτης είχε την υποχρέωση, ύστερα από σχετική ειδοποίηση του καπετάνιου, να ανοίξει κατάστιχο σερμαγιάς, στο οποίο εγγράφονταν, με διάφορα ποσά, οι μέτοχοι του φορτίου. Παραθέτουμε μια σελίδα από ένα “δεφτέρι” του Χατζηπαναγιώτη, στο οποίο ο ίδιος γράφει:
Πραστός 1796 Δηκεμβρηου 11
γραφο ότι σερμαγιέ έχη δοσμένη ο κάθε ενας στο κηνουργιο καραβη οπου εχομε μαζη με αξαδελφον μου Χατζηγιάννη Μεξη …