Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

Για να είμαι ειλικρινής, κι εγώ το αγιάζι ως κρύο αέρα το αντιλαμβάνομαι, κι όχι ως κρύο σκέτο.

Επειδή και ο ναυτικός Καββαδίας λέει:
“θα το μούσκεψε τ’ αγιάζι”
και σε αρκετά ακόμα λεξικά το αγιάζι συνδυάζεται με υγρασία, ίσως είναι καλύτερα να πούμε:

αγιάζι = πολύ δυνατό κρύο, με υγρασία, που κάνει συνήθως το πρωί ή αργά το βράδυ.

Και βέβαια, να προστεθεί και το “ξεροσταλιάζω”.

καλησπέρα,

Η λέξη “Φρίσκο” που ακούγεται στο Σακραμέντο-Μπόστον-Νέα Υόρκη, κάπου είχα διαβάσει ότι είναι παράφραση-ελληνοποίηση-αργκοποίηση του “Σαν Φρανσίσκο”.
Λάθος, το λένε και οι Αμερικάνοι, άκου εδώ στο 0:50.
Επίσης, για την ιστορία, υπάρχουν πολλές πόλεις με αυτό το όνομα…

Αν και η ονομασία «Φρίσκο» συναντάται και σε άλλες περιοχές,
οι περισσότερες αναφορές τη συνδέουν με το Σαν Φρανσίσκο,
μια και «Φρίσκο» ήταν η λαϊκή ονομασία της πόλης του Σαν Φρανσίσκο.

Όπως και να έχει πάντως, λάθος δεν είναι να αποκαλείται έτσι το Σ.Φ. , μειωτικό θεωρείτο.
Πηγές αναφέρουν μέχρι και πρόστιμο να καταβάλλεται σε όποιον αποκαλούσε «Φρίσκο» το Σ.Φ., αφού τον θεωρούσαν μειωτικό χαρακτηρισμό.

Π.χ., διακήρυξη του Τ. Νόρτον, το 1872, [b]link.[/b]

Σαφέστατα και δεν είναι ελληνική παραφθορά αλλά αμερικάνικη. Ήταν δε όχι απλώς μειωτικό (σήμερα μάλλον λέγεται και τρυφερά ή απλώς για συντομία), αλλά στα όρια της λάιτ «κακιάς λέξης».

Ωστόσο, στο ελληνικό λεξιλόγιο -το γενικό- δεν έχει περάσει. Επομένως, το ότι ακούγεται σ’ ένα τραγούδι Ελληνοαμερικάνων, που μάλιστα περιέχει κι άλλες μπρούκλικες λέξεις (τσέντζι κλπ.) είναι μάλλον φαινόμενο της «διαλέκτου» των Ελληνοαμερικάνων.

Τί μπάντα φτιάξανε, ρε!!! Τί πνευστά είναι αυτά, τί δι- / τριφωνίες!!!

…Πού πάμε εμείς, ξυπόλυτοι;;;…!!!

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 01:06 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 00:38 —

Πάμε μέχρι εκεί που μπορούμε και αυτό είναι όσο κοντύτερα γίνεται σε εκείνο που θα θέλαμε και, πολύ καλά κάνουμε.
(#2203 revisited, που θα ΄λεγε και ο Dylan, αλλά πραγματικά εντυπωσιάστηκα από το επίπεδο όλων των μουσικών που συνέβαλαν και συνειδητοποίησα, πού περίπου βρίσκεται το δικό μου επίπεδο….)

Επανέρχομαι στο θέμα ετυμολογίας της λέξης “κασόμπρα”.

Μέχρι στιγμής, τουλάχιστον, έχουμε τα εξής δεδομένα:

  1. παρά την αναζήτηση, η λέξη δεν έχει εντοπιστεί σε ξένη γλώσσα,
  2. ήταν γνωστές στην αρχαιότητα οι λέξεις “κασαυράς”, “κασαύρα”, “κασαλβάς”, “κασαυρίς” με την ίδια έννοια με την οποία διασώθηκε και αργότερα η (με παραφθορά) λέξη “κασόμπρα”, γεγονός που παραπέμπει σε ελληνική προέλευση.

Δεν είχαμε όμως στοιχεία για τη χρήση της τα νεότερα χρόνια, από την αρχαιότητα δηλαδή έως την εμφάνισή της σε λαϊκό τραγούδι. στον 20ο αιώνα, και τη μετέπειτα χρήση της, μέχρι και σήμερα, για να πειστούμε ότι πρόκειται για την ίδια λέξη, η οποία δεν ξεχάστηκε, αλλά επιβίωσε έως τις μέρες μας.
Η δυσκολία να βρεθεί η συγκεκριμένη λέξη καταγεγραμμένη σε επίσημο λεξικό είναι προφανής, βέβαια.
Μια πηγή αναζήτησης σημαντική, σ’ αυτή την περίπτωση, είναι και η Λαογραφία.

Βρίσκω, λοιπόν, στο “Λεξικόν φιλολογικόν και ιστορικόν Ζακύνθου”, Του Λεωνίδα Ζώη, με ημερομηνία έκδοσης 1898, [b](http://digital.lib.auth.gr/record/132919?ln=el)[/b]

“κατσάμπα” (κασάβρα) “ιερόδουλος”, “πόρνη”. [b](link, σελ.405)[/b]

Μία [u]ισχυρή ένδειξη[/u] ότι η λέξη δεν ξεχάστηκε, αλλά με παραφθορά επιβίωσε από τα αρχαία χρόνια.

Συγνώμη, αλλά το μόνο που λέει αυτό το εύρημα είναι ότι υπήρχε λέξη “κατσάμπα” στο ζακυνθινό ιδίωμα του 19ου αιώνα και σήμαινε την ιερόδουλο.

Η προέλευση “εκ του ελληνικού κασάβρα”, όπως ακριβέστερα λέει ο Λ. Ζώης, είναι δική του υπόθεση και με κανένα τροπο δεν τεκμηριώνει ότι “η λέξη δεν ξεχάστηκε, αλλά με παραφθορά επιβίωσε από τα αρχαία χρόνια”.

Δεν θεωρώ ισχυρή την ένδειξη, δηλαδή. Η λεξιπλασία είναι κατά τη γνώμη μου η πιθανότερη εκδοχή.

Πραγματικά, κι εγώ δεν είμαι τόσο σίγουρος για το πόσο ισχυρή είναι η ένδειξη. Πρώτα πρώτα, δεν είμαι σίγουρος για το κατά πόσον η λέξη πράγματι υπήρχε ή, μήπως, θέλησε ο συντάκτης του λεξικού να υπάρξει. Αφού το λεξικό «ειδικεύεται» στα της Ζακύνθου, ξέρουμε περίπτωση όπου η λέξη πράγματι εμφανίζεται σε κείμενο, ζακυνθινό ή άλλο; Η Ελένη που το έχει ψάξει, μάλλον μας βεβαιώνει για έλλειψη εμφανίσεων.

Εγώ πάλι δεν έχω λόγο να αμφιβάλω ότι η λέξη λεγόταν στη Ζάκυνθο. Θεωρώ όμως συζητήσιμο το αν συνδέεται είτε με την αρχαία κασάβρα είτε με την κασόμπρα. Είναι πιθανόν η «κατσάμπα» να έχει άλλη ετυμολογία; (Για παράδειγμα, υπάρχει η λέξη «κατσαμπάς» που σε διάφορα ιδιώματα σημαίνει πηγάδι. Βέβαια είναι μάλλον τούρκικη, και στα 7νησα δεν υπάρχουν πολλά ή και καθόλου ίσως τούρκικα δάνεια. Απλώς θέλω να πω ότι η άποψη του Λ. Ζώη για την ετυμολογία δεν το κλείνει και οριστικά το ζήτημα. Πιστεύω δε ότι το 1898 πρέπει να υπήρχε έντονη τάση να αποδεικνύεται παντί τρόπω η ελληνικότητα κάθε τοπικής λέξης, εθίμου κλπ… [Αν και, από μια ματιά στον -ομολογουμένως δυσκολοδιάβαστο- πρόλογο, ο Ζώης φαίνεται ψύχραιμος και ακομπλεξάριστος άνθρωπος.])

Επίσης, μια μικρή διόρθωση:

Στο #2, το δεδομένο είναι απλώς η ύπαρξη και η σημασία αυτών των λέξεων στ’ αρχαία. Όχι ότι η κασόμπρα αποτελεί διάσωση με παρεφθαρμένη μορφή - αυτό είναι υπόθεση.

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 23:02 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 22:36 —

Ταυτόχρονα, η ίδια συζήτηση γίνεται κι εκεί (σχόλια #111 κ.εξ. - ό,τι προηγείται είναι άσχετο). Γράφονται ενδιαφέρουσες πληροφορίες, που δεν ξέρω αν τις έχουμε υπόψη μας εδώ, γιατί υπάρχει αυτή η ατέλεια με την «Αναζήτηση»: ότι αν γράψω «κασόμπρα» θα με φέρει μεν στο παρόν νήμα, αλλά δε θα μου πει σε ποιο από τα 2209 μηνύματα είναι η λέξη.

Ρίχτε μια ματιά (όχι ο Sarant που το ξέρει, οι υπόλοιποι!)

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 23:15 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 23:02 —

Επίσης και εκεί (παλιότερη συζήτηση - διάσπαρτα ανάμεσα σε άλλα σχόλια, κάντε ctr+F «κασομπρ»). Κι εκεί υπάρχουν ενδιαφέροντα στοιχεία, αλλά σχετικότερο με το κυρίως ζήτημα της ετυμολογίας της κασόμπρας είναι το προηγούμενο λινκ.

Καταγράφεται μια ιδιωματική λέξη “κατσάμπα”, η σημασιολογία της, με παραπομπή σε αρχαιοελληνική από ένα συγγραφέα που από όσο είδα από το βιβλίο, τουλάχιστον, δεν έχω λόγο να αμφισβητήσω.

Η Λαογραφία σίγουρα είναι πηγή πολύτιμη πληροφοριών.
Μια αναζήτηση ειδικά στο έργο του Ν. Πολίτη ίσως δώσει στοιχεία, θα κοιτάξω και εγώ, σε πρώτη ευκαιρία.

Είναι τεράστιο το υλικό της Λαογραφίας (και του Ν. Πολίτη), για να αποδελτιωθεί, σίγουρα χρειάζεται βοήθεια.

Εδώ, μάλιστα, θα μπορούσε κάλλιστα να συνδράμει ο Νίκος Πολίτης, ο νεότερος. :slight_smile:

Χμμμ… Έχω προσπαθήσει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Εγώ έχω μερικούς λόγους να κρατάω επιφυλάξεις:

Πρώτον, ο συγγραφέας δεν εξηγεί πώς ο ένας τύπος έδωσε τον άλλο (κανονικά σ’ ένα ετυμολογικό σχόλιο βλέπεις πάντοτε «τροπή του τάδε γράμματος στο δείνα / αλλαγή κατάληξης κατ’ αναλογίαν προς το ΧΧΧ» και λοιπές συγκεκριμένες εξηγήσεις, που εδώ λείπουν και δεν είναι και αυτονόητες).

Δεύτερον, υπάρχει ένα κενό πολλών αιώνων ανάμεσα στην τελευταία καταγεγραμμένη εμφάνιση της αρχαίας λέξης και την πρώτη της νέας.

Επιπλέον, έστω και αν η κατσάμπα όντως προέρχεται από την κασαύρα, το -ρ- που χάθηκε πώς ξαναεμφανίζεται στην κασόμπρα;

Επειδή στην αρχαιότητα υπάρχουν αρκετοί τύποι,
[κάσσα, κασσαβάς, κασαύρα, κασαλβάς, κασωρίς κ.λπ.]

με την ίδια ακριβώς σημασία (και ετυμολογία) και αναλόγως, σε κάθε περιοχή του ελληνισμού επικράτησε κάποια από αυτές

Επί του προκειμένου, στα “Λαογραφικά Σύμμεικτα, τ. 2” του Ν. Πολίτηb [/b] διασώζεται ο τύπος:

“κάσσα” [Λοιδορία γυναικών εν Λευκάδι, “μωρή κάσσα, μωρή γάνα”]

Παραθέτω και το παρακάτω: “Ἀρχαῖο ἐρωτικό καί συμποσιακό λεξιλόγιο”, Ρ. Μανθούλη

[b][link] σελ. 76.[/b]

  • Είναι τεράστιο το έργο του Ν. Πολίτη, για να αποδελτιωθεί, όπως και παρεμφερείς πηγές, απαιτείται πολύς χρόνος…

Ωραία. Αυτή είναι όντως μια πιθανοφανής εξήγηση. Υπό κάποιες προϋποθέσεις, μπορεί να ισχύει. Μένει να δειχτεί αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις, και συγκεκριμένα αν η λέξη συνέχισε να χρησιμοποιείται αδιαλείπτως έκτοτε, και μάλιστα σε τουλάχιστον δύο διαλεκτικές παραλλαγές.

Παράλληλα όμως, στο λινκ που παρέθεσα πιο πάνω (#2208 το πρώτο, δηλαδή εκεί μετά το σχόλιο #111) προκύπτει και μια άλλη πιθανή γραμμή ετυμολόγησης. Για να μην τρέχει ο κάθε αναγνώστης μπρος-πίσω, τη συνοψίζω ως εξής:

Κασόμπρα σημαίνει επίσης τη θηλυκή καρδερίνα. Είναι λέξη που λέγεται και σήμερα, και ανήκει στη γλώσσα όσων ασχολούνται με τα ωδικά πουλιά. Ακόμη, η λέξη χρησιμοποιείται με μειωτική απόχρωση για τα σαράβαλα αυτοκίνητα, καθώς και για τους κακούς ποδοσφαιριστές. Άρα, μαζί με τη σημασία που εξετάζουμε εδώ μαζεύονται τέσσερις.

Προσωπικά, θεωρώ πιθανότερο η αρχική, κυριολεκτική σημασία να ήταν αυτή της θηλυκιάς καρδερίνας, και οι άλλες τρεις να προέκυψαν μεταφορικά. Οι λόγοι που το πιστεύω είναι οι εξής:

α) Η έννοια «θηλυκή καρδερίνα» είναι η μόνη από τις τέσσερις που έχει μόνο ένα ουδέτερο, αντικειμενικό λεξιλογικό νόημα. Οι άλλες τρεις έχουν επιπλέον (κυρίως μάλιστα) συναισθηματικό φορτίο. Όποτε μια λέξη έχει πολλές έννοιες εκ των οποίων μία είναι καθαρά πληροφοριακή/περιγραφική και άλλες έχουν και συναισθηματική φόρτιση, κατά κανόνα προηγείται η περιγραφική (π.χ. βόδι, γαϊδούρι, γομάρι, νταρντάνα [κυριολ. = είδος πλοίου], ντουλάπα [μεταφορ. = πολύ μεγαλόσωμος άνθρωπος], σαΐνι, ξεφτέρι και χίλια δυο άλλα παραδείγματα).

β) Η θηλυκή καρδερίνα δεν κελαηδάει. Άρα, για όποιον θέλει ένα πουλί να του κελαηδάει, είναι άχρηστη. Ο κακός λοιπόν ποδοσφαιριστής και το σαράβαλο αυτοκίνητο χαρακτηρίζονται κασόμπρες επειδή είναι άχρηστοι, σαν την άλαλη θηλυκιά καρδερίνα.

γ) Όσο για τον υποτιμητικό χαρακτηρισμό γυναίκας, υπάρχουν πολλά ανάλογα παραδείγματα όπου από ένα πουλί προκύπτει (καλός ή κακός) γυναικείος χαρακτηρισμός: καρακάξα, κότα, κάργια, γαλιάντρα κλπ., ενώ δεν εντοπίζεται το αντίθετο, από γυναικείο χαρακτηρισμό να προκύπτει όνομα πουλιού.

[Σημειώνω ότι το (γ) δεν είναι δική μου σκέψη, είναι του Sarant, που σχολιάζει και εδώ, και το ασπάζομαι πλήρως επειδή το βρίσκω πειστικό.]

Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτό το σκεπτικό, η κασόμπρα αποσυνδέεται από την αρχαία κασαύρα/κάσσα κλπ., οπότε οι πολύ παρεμφερείς σημασίες των δύο λέξεων οφείλονται σε σύμπτωση*. Σ’ αυτό άλλωστε συνηγορεί και το μακραίωνο κενό στις εμφανίσεις της λέξης. Μένει να βρεθεί η ετυμολογία της λέξης «κασόμπρα = καρδερίνα», η οποία μοιάζει να είναι δάνειο, άδηλον από ποια γλώσσα.


*Τέτοιες συμπτώσεις δεν είναι σπάνιες στη γλώσσα, π.χ. οι λέξεις αλήτης και αλιτήριος που είναι άσχετες μεταξύ τους.

Παραθέτω εδώ την ισχυριζόμενη ετυμολογία από τον Άρη Στουγιαννίδη.
Εδώ το λινκ http://www.stougiannidis.gr/AENAON/eb08/eb08.pdf
Η λέξη Κασόμπρα είναι στην σελίδα 10.
Εδώ όμως αντίθετα με αυτό που λέει ο pepe αναφέρει την θηλυκιά κανάρα ως κασόμπρα.

Κατά τον Στουγιαννίδη λοιπόν:

  1. Η κασαύρα κλπ. είναι άσχετα από την κασόμπρα.

  2. Η κασόμπρα εσήμαινε εξαρχής πόρνη και γενικότερα υβριστικό χαρακτηρισμό γυναίκας. Αναφέρεται και η κανάρα, που εγώ την άκουσα ως καρδερίνα, αλλά χωρίς κανένα σχόλιο για το πώς συνδέονται αυτές οι δύο έννοιες.

  3. Η κασόμπρα φαίνεται [sic] να προέρχεται από τα ισπανικά, από μια λατινική ρίζα cass- «μάταιος, άσκοπος» και το ισπανικό ρήμα oberro «περιφέρομαι»: Άρα CASSA & OBERRA = CASSOBERA > CASSOBRA = άχρηστη και πλανόδια πόρνη (κοπιπαστώνω επακριβώς).

Δε διευκρινίζεται αν το cassob(e)ra υπάρχει όντως στα ισπανικά ή το υποθέτει ο ίδιος.

Το υποθέτει όμως, γιατί αν υπήρχε τέτοια λέξη θα ήταν με ένα s: casob(e)ra, όχι cassob(e)ra: στα ισπανικά δεν υπάρχει ποτέ διπλό s. Και την υποθέτει χωρίς να το διευκρινίσει αυτό, αφήνοντας τον ανυποψίαστο αναγνώστη να καταλάβει ότι αυτή η λέξη υπάρχει. Στην ετυμολογία πολλές φορές γίνονται υποθέσεις για αμάρτυρους τύπους, αλλά είναι στοιχειώδης κανόνας να επισημαίνεται πάντοτε ξεκάθαρα ότι είναι υποθετικοί. Υπάρχει μάλιστα και ειδική σήμανση γι’ αυτό, ένας αστερίσκος πριν τη *λέξη.

Μπροστά σε τέτοια άγνοια της βασικής μεθοδολογίας, σε συνδυασμό με την προσπάθεια να κάνει ο ίδιος ετυμολογία μέσω μιας γλώσσας που αγνοεί, νομίζω ότι μπορούμε να απορρίψουμε αυτή την πρόταση ως ούτε καν ερασιτεχνική.


Εντωμεταξύ βλέπω ότι η ετυμολογία του Στουγιαννίδη έχει ήδη αναφερθεί στο παρόν νήμα, στο #1738. Συζητείται (εκ διαλειμμάτων) μέχρι και το #1750, χωρίς να καταλήξει κάπου η συζήτηση (μένουν απορίες που αιωρούνται αναπάντητες), και παρατίθεται και μία ακόμη ετυμολογική πρόταση, από τα ιταλικά (Κουνάδης - #1750 του νήματος).


Επειδή θεωρώ την υπόθεση που σχετίζεται με την καρδερίνα (μα ας είναι και κανάρα) ενδιαφέρουσα, νομίζω ότι μέχρι να βρεθεί η ετυμολογία εκείνης της λέξης δεν μπορούμε να προχωρήσουμε.

Άλλο ένα λήμμα για το γλωσσάρι.

“Του Κουλού η βρύση” (Ακούγεται στο “Μόρτισσα χασικλού”, του Μάρκου)

Κατά τον Κουνάδη, ήταν δημόσιος κρουνός ύδρευσης στη Δραπετσώνα.

Εκεί ήταν και η σπηλιά του Κουλού, την οποία αναφέρει ο Μπαγιαντέρας στο Σχορέλη (τ. Α’, σελ.274-275),
όπου σε ερώτηση αν ήταν τεκές, απαντά:

“…Όχι, τα παλιά χρόνια άμα άρχισε η δίωξη μέσα στους διάφορους τεκέδες, στην Πειραϊκή, στο Πέραμα και αλλού… εκεί, λοιπόν, που 'ναι τώρα οι βενζίνες στο Κερατσίνι, είχε μια σπηλιά και πηγαίνανε για να μην κινδυνεύουν στους τεκέδες…”

και ο Μάρκος στην Αυτοβιογραφία του, σελ. 101:

"…μετά απʼ αυτό το μακελειό (:εννοεί την εργασία του στα Σφαγεία), καταλαβαίνεις με τι λαχτάρα έπαιρνα το δρόμο για τον τεκέ. Μια φορά έτρεξα στη σπηλιά του Κουλού που ήταν μια ακτή εδώ της Δραπετσώνας, η οποία ονομάζεται Απαγορεύεται. Από τότες το λέγανε Απαγορεύεται διότι εκεί πέρα εφάγανε τα σκυλόψαρα δυο-τρεις ανθρώπους. Λοιπόν εκεί στο Απαγορεύεται υπήρχε ένα απόκρημνο μέρος, το οποίο κατεβαίναμε κάτω και πηγαίναμε και φουμέρναμε, διάφοροι, πολύς κόσμος. Πολύ πηγαίναν οι χασικλήδες εκεί, για πιο ησυχία, για να μη μας κυνηγάει η αστυνομία. Εκεί υπήρχε ένα νερό, το οποίο το πηγαδάκι αυτό ήτανε λιγάκι γλυφό. Λιγάκι νερό, ήτανε μέτζο να πούμε, μισό μισό, και γλυκό και γλυφό. Και πλέναμε και τα τουμπεκιά και τις τζούρες που παίρναμε απʼ τα καφενεία, βάζαμε νερό στον αργιλέ. Όταν κατεβαίναμε στη σπηλιά για να φουμάρουμε, ήτανε πολύ απόκρημνο το κατέβασμα. Όποιος κι όποιος δεν μπορούσε να κατέβει, ειμή μόνον όσοι πηγαίναμε εκεί και αράζαμε…»

Όσο για την επίθεση από καρχαρία, εξ ου και το “Απαγορεύεται”, πρόκειται για πραγματικό, φυσικά, γεγονός που συνέβη στις 23/9/1948 και έγινε αφορμή να χάσει τη ζωή του ένας 18χρονος, ο Δημήτρης Παρασάκης.

Το γεγονός έχει καταγραφεί φυσικά από τον Τύπο της εποχής, όπως εύκολα μπορεί να δει κανείς, αν κάνει αναζήτηση με βάση τη χρονολογία, 23 - 24 /9/1948, στις εφημερίδες «Έθνος», «Ακρόπολις», «Νέα» «Καθημερινή", “Εμπρός”, όπου υπάρχουν και λεπτομέρειες του συμβάντος, για όποιον ενδιαφέρεται περισσότερο.

Καλησπέρα!

Αγαπητοί φίλοι ποιά είναι η ερμηνεία στον παρακάτω στίχο;

Τραγούδι “Πολύ στο λούσο τό΄ριξες” του Γ. Παπαϊωάννου

Παπούτσια Τιρολέζικα
και φούστα πλισεδάτη
και τότες τʼ απογέματα
μου κάνεις το μπαγάσι

“το μπαγάσι” έχει να κάνει με το “μπαγάσας”;