Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

Μια μικρή παρατήρηση:

Ισχύει μεν ότι απαντά και σε δημοτικά, αλλά το συγκεκριμένο παράδειγμα δεν είναι δημοτικό. Είναι επώνυμο τραγούδι του Κώστα Μουντάκη, για το θάνατο του Νικολή Τζέγκα.

Ο Τζέγκας ήταν ξακουστός μερακλής στα μέρη της Κισάμου. Τραγουδούσε, και έβγαζε και σκοπούς - ήταν μάλιστα σπανιότατο ή μοναδικό παράδειγμα συνθέτη που να μην παίζει όργανο ο ίδιος. Οι σκοποί του, μαζί και με όλους τους άλλους σκοπούς της Κισάμου, ήταν πηγή έμπνευσης για τους μουσικούς της υπόλοιπης Κρήτης, όπως ο Μουντάκης. Η δουλειά του ήταν ψαράς, και η Γραμπούσα ήταν ο ψαρότοπός του. Το μοιρολόι του Μουντάκη είναι κατά κάποιο τρόπο απάντηση στη μαντινάδα που είχε βγάλει ο ίδιος ο Τζέγκας για τον εαυτό του:

Γραμπούσα, μαύρα να ντυθείς σαν αποθάνει ο Τζέγκας,
εκείνος που σε ψάρευε κι εκείνος που σ’ εγλέντα.

Φυσικά, δεν πέθανε στο κρεβάτι του αλλά σε θαλασσοταραχή.

Τα μάτια σου είναι πέλαγος τα φρύδια σου λιμνιώνας
ούτε φουρτούνα τα βαρά ούτε βαρύς χειμώνας
Ποιητικό προς την κουμπάρα που είπε ο μακαρίτης ο Νικολάκης ο Μπαμπούνης (πατέρας του νυν δημάρχου Σίφνου) σε γάμο το 1978. Ξέφυγα…

Δεν είναι πιο απλό να θεωρήσουμε ότι στο τραγούδι ο ναύτης (δεν είναι καπετάνιος) ζητάει το χάρτη και την πυξίδα του; Δε βλέπω από πού προκύπτει ότι χρησιμοποιεί τη λέξη κουμπάσο με τη λάθος σημασία «διαστημόμετρο».

Στον Μουφλουζέλη βέβαια, όπως και στον γέρο Σάββα, είναι σαφές ότι εννοούν διαστημόμετρο. Αλλά περίεργο στην Κάσο, ένα κατεξοχήν ναυτικό νησί, να πει κανείς μαντινάδα με τόσο χοντρό λεξιλογικό λάθος και αυτή η μαντινάδα να μείνει ιστορική. Είναι βέβαιο ότι δεν υπάρχει και η σημασία «κουμπάσο = διαστημόμετρο»; Ανεξάρτητα αν προέρχεται από παρανόηση.

Εκτός πάλι αν και οι δύο εννοούν «μετρώ με την πυξίδα». Θα σήμαινε κάτι αυτό; Είναι συχνή η χρήση της πυξίδας σε λεπτομερειακά ακριβείς υπολογισμούς με μοίρες και λεπτά και δεύτερα λεπτά;

(Επίσης, σαν ν’ αχνοθυμάμαι από το σχολείο να μαθαίνουμε ότι ο διαβήτης μπορεί να έχει είτε μια ακίδα και μια γραφίδα είτε δύο ακίδες, και στη δεύτερη περίπτωση χρησιμοποιείται μόνο έτσι όπως λες, Νίκο. Ότι άρα και το διαστημομετρο είναι διαβήτης. Με ακίδα και γραφίδα χρησιμοποιείται, στη σχολική γεωμετρία, και για να χαράζουμε κύκλους και ως διαστημόμετρο.)

Σε κάποιο στίχο λίγο πρίν, ο αφηγητής απευθύνεται στον “ήρωα” με το ημιστίχιο “Για σήκω πάνω ναύτη μου και πρωτοκαπετάνιε". Επίσης, ο πρώτος στίχος περιγράφει τον ήρωα με τονπροσδιορισμό“Το γεμιτζάκι αρρώστησε στου καραβιού την πλώρη”. Ο γεμιτζής δεν είναι πάντα και ο καπετάνιος αλλά σκέτος ναύτης, δεν είναι. Οπότε, χρέη καπετάνιου εκτελεί ο ήρωάς μας και βεβαίως, κανείς εκτός από τον καπετάνιο δεν χειρίζεται χάρτα και διαστημόμετρο. Η “δουλειά στο τραπέζι” είναι το λεγόμενο “χάραγμα πορείας” όπου δεν προβλέπεται και δεν χρειάζεται χρήση πυξίδας. Άλλωστε, φορητές πυξίδες δεν υπάρχουν στα καράβια.

Νομίζω κι εγώ ότι η παρανόηση με κουμπάσο και διαστημόμετρο είναι περίεργη, αλλά υπάρχει. Η πυξίδα πάντως με τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί όργανο μετρήσεων ακριβείας, μόνο για τήρηση πορείας χρειάζεται και να ξεφύγει και κανα δυό μοίρες, δεν έγινε και τίποτα. Πρώτα και δεύτερα λεπτά της μοίρας δεν “παίζουν” στη ναυσιπλοία, μόνο σήμερα με τους αυτόματους πιλότους και τα τζί πί ές.

Πάντα χρειάζεται η άποψη του ειδικού!

π.χ., λέει ο Νίκος:
“…άρμενα είναι η πλήρης αρματωσιά κάθε ιστιοφόρου πλοίου, δηλαδή κατάρτια, εξαρτίσεις και πανιά. Ποτέ η άγκυρα (σίδερο) ή τα σκοινιά πρυμνοδέτησης (γούμενα), αυστηρά και μόνο ό,τι χρειάζεται για να αρμενίσει το σκάφος. Κατ’ επέκταση βέβαια, λέγεται άρμενο και οτιδήποτε αρμενίζει, δηλαδή από βαρκούλες μέχρι σκούνες και φρεγάδες. Δεν επεκτάθηκε, όμως, αυτό και στα μηχανοκίνητα που, βέβαια, δεν διαθέτουν άρμενα: Αυτά δεν αρμενίζουν, ταξιδεύουν…”

Ενώ στον Μπαμπινιώτη, για την ίδια λέξη:
“…το πανί ιστιοφόρου πλοίου και γενικότερα ό,τι χρειάζεται ένα ιστιοφόρο πλοίο, π.χ. ιστοί, πανιά, κεραίες, εξαρτήματα αγκυρών κ. ά…”

Όσο για το “κομπάσο”, καλύτερα να πούμε: το διαστημόμετρο, ο ναυτικός “διαβήτης” Μοιάζει με τους κοινούς διαβήτες, πλην όμως τα δύο σκέλη του είναι ευθεία και καταλήγουν σε άκρα με δύο αιχμές. Χρησιμεύει για τη μέτρηση αποστάσεων πάνω στο ναυτικό χάρτη, αλλά και για διάφορους άλλους σκοπούς (μέτρηση συντεταγμένων κ.λ.π.)

[Σε τοπικά ιδιώματα, το κομπάσο / κουμπάσο είναι ο διαβήτης που χρησιμοποιούν οι τεχνίτες, ιδίως οι ξυλουργοί, στις γεωμετρικές μετρήσεις των κατασκευών τους].

Το τραγούδι “Πετονιές”, φυσικά το έχει πει ο Τσαουσάκης. Οι στίχοι και η μουσική είναι του Μουφλουζέλη.

“Την κάθε λέξη που θα πω μετρώ με το κουμπάσο
για να ‘ν’ τα λόγια μου σωστά σαν τραγουδώ στην Κάσο”

Εξαιρετικό, Γιάννη!

Να καταθέσω και εγώ τη γνώμη μου ,μιας και το θέμα είναι σχετικό με την εργασία μου ,το κουμπάσο ή κομπασο είναι όντως το όργανο

που πιάνουμε τις αποστάσεις όπως είπε ο κύριος Νίκο στην κάθετη κλίμακα του Ναυτικού χάρτη όμως .Ποτέ δεν άκουσα κανένα στη

δουλειά να αναφέρει την πυξίδα έτσι.Με εκτίμηση και τις ευχές μου για καλή Ανάσταση.

Compass = πυξίδα
Σύμπτωση?

Ε όχι βέβαια, το είπαμε και παραπάνω. Υπάρχει σύγχυση μεταξύ πυξίδας και διαστημόμετρου. Compass στα αγγλικά και compasso στα ιταλικά, που τα μιλούσαν και τα μιλάνε και οι Βενετσάνοι, στο ναυτικό των οποίων υπηρετούσαν πολλοί ελληνόφωνοι ναύτες επί αιώνες.

Υπάρχει το θρακιώτικο ΕΔΩ Μήπως εννοεί άρμενου κι όχι αρμένου; Τα φώτα σας.

Τα.διάβασα.Νίκο.Πως.κατέληξε.το.διαστημόμετρο.να.λέγεται.κουμπάσο?(Δεν.περνάνε.τα.κενα.γι’.αυτό.βάζω.τελείες.)

Το διαστημόμετρο σωστά λέγεται “κομπάσο”, αφού προέρχεται από το ιταλ./λατιν. «Compasso» που σημαίνει «διαβήτης».

Το περίεργο είναι ότι η πυξίδα στα αγγλικά ονομάζεται compass, λέξη που παραπέμπει στο διαβήτη.
Καταχρηστικά, μάλλον.

Δημήτρη, σ’ αυτό το θρακιώτικο, ο Άρμενος είναι πρόσωπο.

Ευχαριστώ.Ελένη.Δεν.πήγε.το.μυαλό.μου.στα.ιταλικά.Με.μπέρδεψε.κι.ο.Νίκος.που.έγραψε.παραπάνω.γιατί.άλλο.κατάλαβα.από.τα.γραφόμενα.(Ε όχι βέβαια, το είπαμε και παραπάνω. Υπάρχει σύγχυση μεταξύ πυξίδας και διαστημόμετρου. Compass στα αγγλικά και compasso στα ιταλικά, που τα μιλούσαν και τα μιλάνε και οι Βενετσάνοι, στο ναυτικό των οποίων υπηρετούσαν πολλοί ελληνόφωνοι ναύτες επί αιώνες.)

Περίεργο είναι επίσης ότι αν δώσεις στο google (στα Ιταλικά) “compasso”, σου βγάζει “πυξίδα”. Αν όμως δώσεις “πυξίδα”, βγάζει bussola στα ιταλικά, που είναι και το σωστό (απ’ ό,τι τουλάχιστον ξέρω εγώ). Θα ρωτήσω Ιταλίδα μπας και βγεί άκρη, γιατί δεν μπορώ να φανταστώ εύκολα ότι και στα Ιταλικά υπάρχει μπέρδεμα. Είναι όμως φιλόλογος και όχι γνώστης των ναυτικών πραγμάτων…

Όσο για “τ’ Αρμένου το γιό”, έχω την εντύπωση ότι υπονοείται Αρμενόπουλο (του Αρμένη ο γιός), γιατί “δικό μας” Χριστιανόπουλο (Ελληνορθόδοξος δηλαδή) πολύ δύσκολα θα καυχιόταν ότι μπορεί να κάνει κάτι που μέχρι σήμερα μόνον ο Θεάνθρωπος είχε τολμήσει και καταφέρει. Μάλιστα το γεγονός ότι επέζησε για 40 μέρες, χωρίς να πέσει αστροπελέκι με το που ρίχτηκε στη θάλασσα, είναι πολύ περίεργο και έχω την εντύπωση ότι το τραγούδι πρέπει να είναι νεώτερο, 20ού ίσως αιώνα, όπου τα αυστηρά ήθη και προϋποθέσεις έχουν κάπως αμβλυνθεί, ειδικά στην πολύ κοντινή στην κοσμοπολίτικη Κων/λη, Θράκη.

Καλό Πάσχα!

Χριστός ανέστη!!!

Πυξίδα κυριολεκτικά σημαίνει “μικρό ξύλινο κουτί” κατασκευασμένο από πύξο (περισσότερο γνωστό ώς πυξάρι). Ρίξτε μιά ματιά σ’αυτό το σύνδεσμο------>http://www.liberal.gr/arthro/50970/glossari/p/puxida.html

Μα και το Ιταλικό bussola, κουτάκι σημαίνει και μάλιστα, μετά το σύνδεσμο του Γαϊδαράκου, είναι και πιθανό οι λέξεις box και bussola να ετυμολογούνται και αυτές από τον πύξο. Η πυξίδα είναι η “ελληνοποίηση”, από καθαρευουσιάνους Έλληνες λογίους του 19ου αιώνα, του Ιταλικού bussola, ένα είδος “αντιδάνειο” δηλαδή.

Ρώτησα τελικά όχι την Ιταλίδα φιλόλογο, αλλά τον Έλληνα ιταλοσπουδαγμένο άντρα της και ανηψιό μου. Με τίποτα δεν συνδέεται, στα ιταλικά, πυξίδα και διαβήτης / διαστημόμετρο: άλλο bussola και άλλο, compasso. Το λάθος του γκούγκλ θα πρέπει λοιπόν να το αποδόσουμε στο ότι, απ’ ό,τι ξέρω, το σύστημα μετάφρασης του γκούγκλ έχει για βασική γλώσσα του τα αγγλικά (όπου πυξίδα = compass), στα οποία μεταφράζεται αρχικά κάθε λέξη άλλης γλώσσας, είτε ελληνική είτε σουαχίλι, και μετά ακολουθεί μετάφραση από τα αγγλικά σε ελληνικά, σουαχίλι ή οτιδήποτε.

Γεια σου Πέτρο.

Αυτό συμβαίνει (όχι πάντα, κάποιες τυχαίες φορές) όταν απαντάς με παράθεση και γράφεις μετά από την παράθεση. Δε δέχεται το κενό στο τέλος του μηνύματός σου. Το δέχεται όμως στα ενδιάμεσα, οπότε η απλή πρακτική λύση είναι να πατήσεις 2-3 αλλαγές παραγράφου μετά από την παράθεση, μετά να γυρίσεις λίγο πιο πριν, και τότε γράφει κανονικά. (Επειδή το τελευταίο σου στοιχείο είναι η αλλαγή παραγράφου και όχι πια το κάθε κενό.)

Με την ίδια λογική, δέχεται τα κενά αν τα βάλεις εκ των υστέρων (γιατί πλέον είναι ενδιάμεσα), αλλά δεν το προτείνω, είναι κουραστική και εκνευριστική διαδικασία.

Προσθήκες στο γλωσσάρι:

αγιάζι : το διαπεραστικό κρύο των ξάστερων βραδιών και πρωινών του χειμώνα, σχηματισμός υγρασίας οφειλόμενος στο ψύχος της νύχτας.

“…ξεροστάλιασα στ᾿ αγιάζι
ώρες να σου τραγουδώ,
η καρδιά μου φλόγες βγάζει,
μα δε βγαίνεις να σε ᾿δω …”

“Άνοιξε γιατί δεν αντέχω” (1948) (Χαρ. Βασιλειάδης - Παπαϊωάννου, Μπέλλου - Περπινιάδης)

[< τουρκ. ayaz]

πηλοφόρι : δοχείο με το οποίο μεταφέρεται λάσπη για το χτίσιμο, ξύλινη επίπεδη σανίδα με χερούλι, πάνω στην οποία τοποθετείται και μεταφέρεται λάσπη για οικοδομικές εργασίες.

"…μη βροντοχτυπάς τις χάντρες
η δουλειά κάνει τους άντρες
το γιαπί το πηλοφόρι το μυστρί
(Λευτ. Παπαδόπουλος)

[< μσν. πηλοφόριον < ελνστ. πηλοφόρ(ος) -ιον < αρχ. ελλ. πηλός+φορώ <φέρω]

ρήγας (ρήγισσα και ρήγαινα)
1.βασιλιάς, ο ανώτατος άρχοντας μιας χώρας. (Κυρίως της Δύσης «Ρήγας», τίτλος που αναφερόταν κυρίως στους Φράγκους, στους βασιλείς της Δύσης)

Απαντά σε δημοτικά, π.χ.
«…νάνι του ρήγα το παιδί…» (νανούρισμα)

αλλά, και 2. τραπουλόχαρτο, με την εικόνα βασιλιά τυπωμένη πάνω του.

Με τη 2η αυτή έννοια, σε αρκετά λαϊκά τραγούδια.

[< μσν. ρήγας < λατ. rex]

Επίσης, να προσθέσουμε και το λήμμα “ζεφκλής” " γλεντζές"
Από το ζέφκι: φαγοπότι, γλέντι, ξεφάντωμα, κέφι, διασκέδαση με τραγούδι και ποτό.

[Τη λέξη “ζέφκι” συναντάμε και στον Παπαδιαμάντη:
“…Και τότε ο Αγάλλος …ως νέος που είναι, έκαμε ζέφκι…”(“Η χολεριασμένη”)
“… σήμερ᾿ απὸ το πρωί σας βλέπω κι όλο τα λέτε, οι δυο σας, εσείς… Μην έχετε κανένα ζέφκι;…” (“Η κλεφτοπαρέα”)]

Στο λαϊκό μας τραγούδι, στο “Αθηναίος σεβνταλής” (1931) Δραγάτσης - Κασιμάτης

“…είμαι ντερτλής, είμαι ζεφκλής…”

[< τουρκ. zevk].

Αγιάζι: Το λήμμα ayaz, στο δικό μου λεξικό, περιλαμβάνει τα παγωνιά, ψύχρα, ξεροβόρι, όχι όμως κάτι για υγρασία. Υπονοείται λοιπόν, εικάζω, κρύο που οφείλεται σε βορεινό άνεμο, ξερόν από τη φύση του. Το περί σχηματισμού υγρασίας, υπάρχει κάπου;

Στη γλώσσα μας, υπάρχει η φράση: “τ’ αγιάζι πάνω στα λουλούδια” που υπονοεί την υγρασία, την πάχνη και τις δροσοσταλίδες.

(Σύμφωνα και με τον Μπαμπινιώτη), Νίκο μου.

Ε, ναι…., δίκιο έχεις Ελένη μου! Τι να πούμε δηλαδή, «Δεν μας τα λές σωστά κύριε Μπαμπινιώτη, μια πραγματικά ψυχρή (δηλαδή ξηρή και ανεμόεσσα) νύχτα δεν φέρνει υγρασία, την υγρασία δεν την φέρνουν οι ξάστερες βραδυές (ή ημέρες) του ξεροβοριά, δεν είναι ο πάγος υγρασία»; Για να το πεις αυτό, πρέπει προηγουμένως να δουλέψεις σκληρά και αποκλειστικά αρκετές μέρες ή εβδομάδες και σόρι, ούτε το χρόνο έχω, ούτε τη διάθεση…. (φυσικά, ούτε κι εσύ!) άρα ναι, και υγρασία, λοιπόν, το αγιάζι!

Όμως, με την ευκαιρία, νομίζω ότι δεν θα ήταν παράταιρο να συμπεριλάβουμε και το λήμμα «ξεροσταλιάζω» στο γλωσσάρι: Πόσοι ξέρουν ότι ετυμολογείται από το «ξερός» και το «σταλός», δηλαδή από την απογευματινή, μετά το «γεύμα» ανάπαυση των προβάτων (φυσικά σε όρθια στάση, τα ζώα δεν οριζοντιώνονται κατά την ανάπαυση) κατά την οποία ούτε τρώνε, ούτε πίνουν, δηλαδή «τη βγάζουν ξερή και στα όρθια, σταλιάζοντας».