Προτάσεις για το Γλωσσάρι

Η γλώσσα αντανακλά στο εμείς όμως.

Στην τελική δες στο ρεμπέτικο γλωσσάρι πόσες λέξεις υπάρχουν, κάποιες από αυτές χρησιμοποιούνται σε κάποιο πλαίσιο, άλλες έχουν πάψει να είναι σε χρήση. Κι αυτό αποτέλεσμα γλωσσικών μεταβολών ειναι…

1 «Μου αρέσει»

Η γλώσσα αντανακλά στο εμείς , ο κύριος Pepe όμως ρωταει εμένα .Τι μπορούσα να ελεγα ;. Διαβαστε σε τι απαντω …

Λοιπόν εντάξει, βλέπω ότι πραγματικά πας καλά Χάρη. Αυτή η διάκριση (λέξη ντόπια αλλά ξένης προέλευσης // λέξη ξένη) είναι ένα πολύ καλό θεωρητικό εργαλείο.

Από την άλλη πλευρά βέβαια, προφανώς στην ελληνική γλώσσα μιλάμε με λέξεις που, ελληνογενείς ή δάνειες, έχουν ενσωματωθεί στο ελληνικό λεξιλόγιο. Άλλος λέει υπολογιστής, άλλος κομπιούτερ, άλλος λάπτοπ/πισί, αλλά και στις τρεις περιπτώσεις τούς καταλαβαίνουμε επειδή ξέρουμε ελληνικά κι όχι επειδή ξέρουμε αγγλικά. Άρα το ότι χρησιμοποιούμε ελληνικές λέξεις είναι λίγο ταυτολογία, αφού ξένο θα ήταν να πετάξεις ξαφνικά ξερωγώ ένα how are you, που δεν το κανει κανείς παρεκτός αν πάψει για λίγο να μιλάει ελληνικά και το γυρίσει στα αγγλικά!

Μια λεπτομέρεια:

Δε θα έλεγα τουρκικά κατά κύριο λόγο. Αυτό ίσχυε παλιότερα. Σήμερα σαφώς τα περισσότερα δάνεια είναι από τα αγγλικά. Και, όπως λέγαμε πιο πριν, μεγάλος όγκος τουρκικών δανείων έχει πάψει να χρησιμοποιείται, δηλαδή τούρκικα δάνεια καινούργια δεν μπαίνουν και τα παλιά έχουν λιγοστέψει, ενώ αγγλικά (αλλά και άλλα) μπαίνουν αθρόα.

3 «Μου αρέσει»

Μάλιστα. Γλωσσικά μορφώματα όμως παρόμοια με την καθαρεύουσα, υπήρχαν και πριν γεννηθεί ο Κοραής, δεν την εφηύρε αυτός. Ο δε διαφωτισμός, ουδέποτε ασχολήθηκε ειδικότερα με το γλωσσικό ζήτημα.

2 «Μου αρέσει»

Η καθαρευουσα με την μορφή που την ξέρουμε όμως , “εφερεθηκε” από τον Κοραή . Προφανώς δεν ξεκινησε από το 0

Αυτο όμως για της τουρκικες λέξεις . Λέξεις Ελληνικες με τουρκικη ετυμολογια όμως είναι νομίζω ενα μεγάλο μέρος των Ελλήνικων

Άσε Χάρη, μην το ψάχνεις, δεν είναι καθόλου τόσο απλό. Θα μπορούσε να είναι θέμα για διδακτορική διατριβή.

2 «Μου αρέσει»

Πολύ απλά, κάποτε πολλοί Έλληνες έλεγαν «αβτζής». Τώρα λένε «κυνηγός». Το «αβτζής» είναι δάνειο που τέθηκε εκτός χρήσης και αντικαταστάθηκε από λέξη ελληνικής ρίζας. Το ίδιο και με πάμπολλες άλλες λέξεις που μπορείς να συναντήσεις σε κείμενα της εποχής της Επανάστασης αλλά όχι σήμερα.

2 «Μου αρέσει»

Και ολόκληρου του μεσοδιαστήματος βέβαια, μέχρι σήμερα. Για παράδειγμα, η λέξη λεωφορείο: Δημιουργήθηκε στον μεσοπόλεμο φυσικά, κάποιο χρονικό διάστημα μετά την εμφάνιση των πρώτων λεωφορείων και χρειάστηκαν καμμιά – δυό δεκαετίες μέχρι να περάσει και στον λαό. Ως μικρό παιδί (δεκαετία 40/50) θυμάμαι τη μάνα μου να μας πηγαίνει για μπάνιο με το μπούσι (bus).

5 «Μου αρέσει»

Η λέξη “λεωφορείον” πρωτοαπαντά στα μέσα της δεκαετίας του 1860…

Ναι, αλλά πόσο πέρασε στο λαουτζίκο; Το μπούσι το θυμάμαι, κι ας μην πέρασε, πιθανότατα, στη γραπτή γλώσσα.

1 «Μου αρέσει»

Αν πέρασε και τι στον λαουτζίκο, δεν αναφέρθηκα. Έγραψα μόνο ότι δεν αληθεύει πως

Πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση! Και είμαι σίγουρος ότι μπορούμε να βρούμε εργασίες/διατριβές πάνω στο θέμα της αλλαγής ή της διαμόρφωσης της ελληνικής γλώσσας.
Όπως επισημαίνουν ο Νίκος και ο Pepe, λέξεις που ήταν κάποτε κοινές στην ομιλούμενη γλώσσα έχουν εκλείψει ή έχουν αντικατασταθεί από άλλες λέξεις μέσα στην πάροδο του χρόνου. Στην δική μου εντελώς προσωπική και μην επιστημονικά διαπιστωμένη εμπειρία, υπάρχουν λέξεις που χρησιμοποιούνταν από την προηγούμενη γενιά, αλλά που δεν είναι τόσο κοινές στην σημερινή εποχή. Παραδείγματος χάριν, τα πεθερικά μου και άλλοι στην ηλικία τους έλεγαν “έχουμε μουσαφίρηδες”, ένω τα παιδιά τους (επί το πλείστον!) προτιμούν την ελληνική έκφραση “έχουμε επισκέφτες” ή “έχουμε καλεσμένους”. Άλλες λέξεις που άκουγα πιο συχνά από ηλικιωμένους ανθρώπους ήταν π.χ. το “μουχαμπέτι” ή το “ραμολιμέντο” (κάτι που μπορεί να σχετίζεται με την ηλικία τους! :slightly_smiling_face:): ραμολιμέντο - Βικιλεξικό. Βέβαια, άλλες τούρκικες κ.τ.λ. λέξεις είναι ακόμα πολύ κοινές, όπως “τσάντα” (τουρκ. çanta), που νομίζω ότι είναι η πιο συνηθισμένη λέξη για bag, handbag, ειδικά για γυναικείες τσάντες.

Γενικά νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες (εκτός από την ηλικία) που ορίζουν τη χρήση ενός συγκεκριμένου λεξιλόγιου, όπως το ύφος (επίσημο/λόγιο/λαΪκό/slang κ.α.) ή τις τοπικές διαφορές. Πάντως, η εντύπωσή μου είναι ότι η αστυφιλία και η επίδραση των ΜΜΕ έχουν συμβάλλει σε μία “ομογενοποίηση”, ειδικά της καθομιλούμενης γλώσσας, σε σχέση με παλιότερες εποχές.

Εδώ είναι ένα διασκεδαστικό παράδειγμα της ελληνικής “πολυγλωσσίας”, από τη “Βαβυλωνία”

https://www.greek-language.gr/greekLang/literature/anthologies/new/show.html?id=22

1 «Μου αρέσει»

Σιγουρα η ηλικία δεν παίζει ρόλο . Το ίδιο και η αστυφυλια , η οποία έχει ελλατωθει σημαντικά τα τελευταία 20 χρόνια . Προφανώς αυτά που παίζουν ρόλο είναι το λεξιλογιο που χρησιμοποιούν οι φίλοι σου και οι οικογενεια σου .

Δεν είναι η ηλικία αυτή καθ’ εαυτήν. Δεν υπάρχει π.χ. λεξιλόγιο ηλικιωμένων, που να το υιοθετεί όποιος αρχίσει να μπαίνει στην τρίτη ηλικία. Είναι η γενεά: οι γέροι που λένε «μουσαφίρηδες» αντί «καλεσμένους» το έλεγαν και ως νέοι, όμως οι σημερινοί νέοι τείνουν μάλλον στο «καλεσμένους» και θα συνεχίσουν και όταν γεράσουν!

Ναι., η αστυφιλία, με την έννοια ότι πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού ζει συγκεντρωμένο σε λίγους κοινούς τόπους κι όχι ισοκατανεμημένο στα εκατοντάδες χωριά της χώρας. Τα ΜΜΕ επίσης, αλλά και άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας είναι το σχολείο, όπου διδάσκεται μία ενιαία γλώσσα. Μεταξύ της σημερινής τρίτης ηλικίας υπάρχουν και πολλοί που δεν τέλειωσαν σχολείο (σήμερα πολύ πιο σπάνιο), και πολλοί που μεγάλωσαν σε χωριά τότε ακμαία, σήμερα σε μαρασμό.

Και τέταρτος παράγοντας το διαδίκτυο, που δημιουργεί γλωσσικές μόδες εν ριπή οφθαλμού. Για παράδειγμα τη λέξη βάιραλ (=ακριβώς αυτό: κάτι που εν ριπή οφθαλμού γίνεται σουξέ!) τη λένε και ηλικιωμένοι που δεν έχουν επαφή με το ίντερνετ αλλα΄την ακούνε από χιλιάδες άλλους που έχουν.

1 «Μου αρέσει»

Το θέμα είναι, πού βρίσκεται η ουσία για εμάς εδώ σε ένα φόρουμ, όχι σε ακαδημαϊκό ίδρυμα.

Πολύ σωστά! Αυτό εννοούσα κι εγώ…δηλαδή το λεξιλόγιο διαφέρει κατά γενιές. Οι παλιότερες γενιές, ειδικά αυτοί που μεγάλωσαν στην ύπαιθρο και δεν τελείωσαν την δευτεροβάθμια εκπαίδευση (“άνθρωποι του δημοτικού” που λέει ο λόγος), μπορεί να κρατούσαν ένα πιο ιδιωματικό ή “λαϊκό” λεξιλόγιο. Δεν ξέρω αν η καταγωγή έχει τόση σημασία, αλλά φαντάζομαι ότι οι Μικρασιάτες πρόσφυγες και τα παιδιά τους χρησιμοποιούσαν μερικές τούρκικες λέξεις που ήταν πιο σπάνιες στο λεξιλόγιο των άλλων Ελλήνων. Όταν φτάνουμε στα εγγόνια και τα δισέγγονα αυτή η ιδιαιτερότητα δεν υπάρχει πλέον. Η εμπειρία μου είναι ότι το ίδιο συμβαίνει με τα ποντιακά και τα τουρκικά που ήταν η γλώσσα επικοινωνίας μέσα στην οικογένεια ή στο χωριό… στην τρίτη και τέταρτη γενιά οι γλώσσες αυτές δεν είναι πλέον ζωντανές.

Αυτο δεν είναι απόλυτο . Μπορεί να γίνεται και το αντίθετο . Αν έχεις μεγαλώσει σε μια οικογένεια όπου στο σπίτι είναι και οι παππούδες , γιαγιαδες κτλ , πραγμα πάρα πάρα πολύ συχνο στην Ελλάδα , είναι πολύ πιθανο και το εγγονι να μιλαει έτσι . Ούτε σημαίνει ότι όλοι οι ήλικιωμενοι λένε μουσαφιρης για παράδειγμα .

Θέλω να καταλειξω ότι είναι 50/50 ένα παιδί να λέει μουσαφιρης , και 50/50 ένας ήλικιωμενος να λέει καλεσμένος . Εγώ δεν έχω ακούσει πότε τους παππούδες μου , με τους οποίους μενω μαζί , να λένε μουσαφιρης , αλλά πολλοι φίλοι μου λένε αυτή την λέξη . Ή μπορεί παλι , μια να χρησιμοποιούν μουσαφιρης πχ , μια καλεσμένος . Δεν μπορούμε να πούμε ότι οι ήλικιωμενοι λένε αυτό ενώ οι νέοι λένε τούτο . Είναι 50/50 όπως προειπα .

Μην ξεχναμε παρεπιπτοντως ότι , 40-50% των οικογένειων με παιδιά , μενουν με τους παππούδες( η στην ίδια πολυκατοικια) , και 25% των παιδιων που μενουν χωρίστα από τους παππούδες , τους βλέπουν τακτικα (2+ φορές την εβδομάδα) . Αυτά είναι σύμφωνα με έρευνα την οποία ειχε κάνει ένα γραφείο δημοσκοπησεων στο οποίο δουλεύει ένας συγγενής μου .

Δεν είπαμε ότι η γενιά των παππούδων μιλάει όλη κατά έναν άλφα ενιαίο τρόπο και των εγγονιών κατά έναν άλλο. Δε θα μπορούσε ποτέ ο μουσαφίρης να είναι λέξη ολόκληρης της γενιάς των παπούδων σου, Χάρη (χώρια που οι περισσότεροι εδώ, όταν λέμε παππούδες, εννοούμε τους δικούς σου προπαππούδες ή και παραπίσω). Αλλά ότι όσο πιο πίσω πάμε συναντάμε περισσότερη ποικιλία, και όσο πιο μπροστά, περισότερη ομοιογένεια. Σήμερα οι πηγές από τιςοποίες ακούει κανείς και μαθαίνει τη γλώσσα είναι σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό κοινές, παρά την εποχή που μέσα στο ίδιο νησί έλεγαν για κάποιο χωριό «αυτοί έχουν δική τους γλώσσα και καταλαβαίνονται μόνο μεταξύ τους» (Αγιασώτες στη Μυτιλήνη, Αρχαγγελίτες στη Ρόδο, Ολυμπίτες στην Κάρπαθο, δε μιλάμε για κάτι σπάνιο…).

Εγώ από τους παππούδες μου άκουγα πολλές λέξεις που τις καταλάβαινα μεν πλήρως, αλλά εφόσον δεν τις άκουγα από κανέναν πιο κοντινό μου στα χρόνια τις είχα κατατάξει στο μυαλό μου ως «παππουδίστικες» και δεν τις πολυέλεγα. Δε θα ήμουν ο μοναδικός υποθέτω, αφού πλέον αυτές οι λέξεις, αν και γνωστές, είναι σπάνιες.

4 «Μου αρέσει»

Αν και δεν έχει έχει να προσφέρει κάτι ουσιώδες, μου θυμήθατε κάποιες φράσεις που μου έλεγαν ο προγαππους και η προγιαγιά μου (1917/1919), όπως μπαχτσές, αγάς, δερβέναγας, μουσαφιρέοι, σάλα (καθιστικό-καθημερινό), αποχωρητήριο ή μέρος (τουαλέτα)… θα έχει αρκετά ακόμη αλλά τώρα αυτά μου ήρθαν. Με τον προπαππου μου ήταν η πρώτη μου επαφή με ρεμπέτικο με Τσιτσάνη, σε κασέτα το 2002. Όμορφες αναμνήσεις…

2 «Μου αρέσει»