Ο Simon, ελληνικά δεν ξέρει και την πιστότητα των μεταφράσεων του γκουγκλ, όλοι την ξέρουμε…
Κύριε Νίκο, βοηθάει το google όμως, και ο Simon ασχολείται με ένα είδος μουσικής/αυτοσχεδιασμού που συναντιέται στο χώρο της σύγχρονης/πειραματικής μουσικής. Παράλληλοι κόσμοι που όταν συναντιόνται μπορεί να προκύψουν ενδιαφέροντα πράγματα.
μιλάω, τραγουδάω και γράφω στα ελληνικά, αλλά εδώ, αυτό είναι μερικές φορές πολύ προβληματικό για μένα.
Το γνωστό πρώτο πρελούδιο του Μπαχ ας πούμε, σκέψου τον να κάθεται στο πιάνο ή το αντίστοιχο πληκτροφόρο, να ξεκινά με το πρώτο άρπισμα και να σκέφτεται: πού να το πάω μετά; Και την ίδια διαδικασία για κάθε αλλαγή μπάσου ή συγχορδίας, σαν κάτι αυθόρμητο, σαν πειραματισμό της στιγμής, αλλά μέσα απο τις γνώσεις του και την εμπειρία του.
Hi Niko, now i can play the taximi and now i understand you better.
Ο Μπαχ ειναι τοσο βασικος που ακους και νιωθεις ποσοι εχουν ακουμπησει πανω σαυτα τα πραματα. Εξαιρετικο το φανταστικο παραδειγμα-καπως ετσι νιωθω οταν βαραω π.χ. ανοικτες και σκεφτομαι αν θα μπω σε σολ μινορε ή ρε χουζαμ φρασεολογια. Τυχαια τα λεω, αλλα πηγαζει απο κατι που εχω ακουσει και μια ιδεα που μο ερχεται προφανως. Φυσικα οι γνωσεις μου ειναι σχεδον μηδεν, μιλαω για πιο λαικο επιπεδο, οχι τους μεγαλους κλασσικους!
Γνωρίζω οτι η συγκεκριμένη δήλωση είναι δημοφιλής. Γιατί όμως; Ποιός λέει οτι τα πρελούδια συγκεκριμένα έχουν άλλη τεχνική σύνθεσης απο άλλα μέρη μιας σουίτας και πως το τεκμηριώνουμε;
Πρόσφατα κοίταζα την 3τη σουίτα για τσέλλο, Μπαχ. Το πρελούδιο είναι φτιαγμένο με τις αρχές χρυσής τομής και είναι δομημένο πολύ αυστηρά με αριθμούς. Μπορεί άραγε αυτοσχεδιαστικά να γίνει κάτι τέτοιο;
Εντάξει, δε λέω ότι όλα απολύτως τα πρελούδια είναι καταγραμμένοι αυθόρμητοι αυτοσχεδιασμοί, ο Μπαχ πιθανόν να αυτοσχεδίαζε σε οποιαδήποτε φόρμα, μέχρι και φούγκες. Για την κιθάρα η πηγή μου είναι αυτός εδώ https://robmackillop.net/wp-content/uploads/2011/01/preludes-and-cadences.pdf , αλλά έχω παρατηρήσει και ο ίδιος αυτές τις τάσεις εξερεύνησης/αυτοσχεδιασμού, π.χ. το πρελούδιο Σι ματζόρε στη μέθοδο του Carcassi.
Κάπου είχα βρει και μια αναφορά για το συγκεκριμένο είδος πρελούδιου με αρπίσματα, στις σημειώσεις ενος δίσκου με γερμανική μουσική μπαρόκ λαούτου, άσε να το ξεθάψω και θα επανέλθω
Είναι η συλλογή 4 CD με αγγλικό τίτλο German Lute Music of the 18th century. Στις σημειώσεις λέει
The fantasies by David Kellner reflect very closely the high-baroque style. Of course, they differ from the preludes and fantasies by lutenists of former periods. These were still affiliated to the polyphonic style with its complex texture of several thematic contributions; later forms of this genre appeared as a series of chords in a continuous arpeggio pattern (see e.g. Kropffgans)
I would like to write something about improvisation in the middle of a Rembetiko song. Is the bouzouki player given time to improvise freely? Does he have the power and the courage? To improvise freely? I have the impression that the players stick very closely to the original compositions. Where do I get this impression from? From about 50 concerts in pubs and taverns. It seems to me that there is little improvisation. There is a lot of imitation and copying, but I don’t hear much courage and strength in free improvisation. That’s my assumption. I have also heard live performances in which improvisation was used, but I think rather rarely. Maybe I’m wrong and the improvisation somehow got lost and I didn’t notice it because the body language was missing. As you know, it’s my theme here in the forum that I keep pointing out that there’s a lot of copying and imitating going on in rebetiko these days and that people are putting their own creative output on the back burner.
Simon αυτό ειναι το λογικο. Δεν εχουν ολοι το ταλεντο για αυτοσχεδιασμο! Οι πιο πολλοι αντιγραφουμε. Ειδικα σε συνθηκες ζωντανου.
Αν ξέρεις απέξω ένα ηχογραφημένο ταξίμι, τότε ξέρεις και αν ο άλλος που παίζει ζωντανά παίζει το ίδιο ή αυτοσχεδιάζει.
Αν πάλι δεν το ξέρεις απέξω, δε σου κάνει καμία διαφορά!
Πάντως εξακολουθώ να θεωρώ ότι το να μάθεις απέξω ένα ταξίμι απαιτεί τόσο κόπο και προσπάθεια ώστε τελικά ο αυτοσχεδιασμός είναι η εύκολη λύση. Και απορώ που βλέπω να προτιμάται η δύσκολη. Γιατί να κάνεις μεγαλύτερη προσπάθεια για ένα αποτέλεσμα που για τους 99 στους 100 ακροατές θα είναι το ίδιο, και για τον ένα που θα τύχει να ξέρει από πριν το ταξίμι θα είναι χειρότερο;
It’s an interesting topic. Here are my thoughts:
Most rembetiko improvisation requires a good understanding of modality, whether you want to call it Dromos, Makam or anything else. I suppose someone can be a wonderful bouzouki player and not have that knowledge as their strongest element. there are people with amazing memory who can play 100s of songs, there are virtuosos who can play very fast etc. People can be good without being great improvisers.
Ultimately however, Rembetiko is a participatory tradition. People want to join in, sing along, dance etc. Yes improvisation has to be part of this but ultimately the music has to return to familiar sounds. It is rare to see a “stand-alone” taksim as a complete form in Rembetiko. It can happen but usually it will lead into something we know.
In Turkey things are different: In their classical/court music, improvisation is structured, taught and seen as a fundamental form which can be of any length as long as it is “valid” and the performer can demonstrate their mastery to a silent audience.
The early rembetiko recordings often contain improvisations closer to the Ottoman sound.
Pennanen even calls early Rembetko “Ottoman Cafe Music”. So yes, it is fair to say that players today perhaps have moved away from that style. I am not sure they lack imagination, it might be a matter of aesthetics.
Θα απαντήσω στα ελληνικά, αν βρω χρόνο ίσως κάνω και μια σύνοψη στα αγγλικά.
Ξεκίνησα να παίζω σε γλέντια όπου μάθαινα επί τόπου τα τραγούδια, όπως τα έπαιζε η παρέα. Μετά ψαρωμενος σε μαγαζί, στην αρχή με πρόβες για τα ακκορντα και τους ρυθμούς, μετά με προσοχή στις πρώτες εκτελέσεις. Κάποια στιγμή φτιάξαμε ένα ντουέτο όπου κάναμε ένα σωρό διασκευές μπιφόρ ιτ γουοζ κουλ, τύπου σουινγκαρισμα στα χασάπικα και γουοκινγκ μπέις στα ζεϊμπέκικα και πεντατονικες στα ουσακ και παύσεις και γενικά ένα δικό μας χρώμα στα κομμάτια.
Όμως ήρθε ο καιρός που μπουχτισα με όλα αυτά, και συνέπεσε με το να περάσω από τα νεομεζεδοπωλεία στην παλιά ταβέρνα. Εκεί λοιπόν κατάλαβα πόσο μεγαλύτερο αντίκτυπο είχε η η πιστότητα στην ερμηνεία του ίδιου του δημιουργού (για να μην το περιορίσω απαραίτητα στην πρώτη εκτέλεση). Και είναι κάτι που το βλέπω και σε μένα ως παίχτη και ως ακροατή, πόση ευχαρίστηση και βάθος αντλώ όταν είμαστε μέσα στο ρεμπέτικο ύφος.
Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλα είδη μουσικής, που μόνο παραδοσιακές ή λαϊκές δεν είναι αλλά αντίθετα φουλ πειραματικές και πρωτότυπες (πχ Μπητλς στην δεύτερη περίοδο τους, τους λατρεύω και δεν μπορώ να ακούσω ούτε τις διαφορετικές μίξεις που βγήκαν τα τελευταία χρόνια). Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχουν ένα σωρό τριμπιουτ μπαντς που κοπιαρουν μέχρι και την εμφάνιση.
Τελος, καθαρά για τον αυτοσχεδιασμό, το να βγάλεις ένα ταξίμι ακριβώς όπως παίχτηκε στο δίσκο έχει τεράστια αξία σαν μελέτη, πέρα από την μέθεξη που μιλούσα τόσην ώρα. Και πάλι, όχι μόνο για το ρεμπέτικο αλλά και για ελεύθερα σόλα του Χέντριξ και του Σαντάνα -πρώτα τα μελετάς νότα νότα και μετά έχεις μάθει το ύφος για να κάνεις τα δικά σου.
Οπότε δεν θεωρώ καθόλου κακό να παραμένουμε πιστοί στις πρώτες εκτελέσεις, ή τόσο όσο ώστε να διατηρούμε το ρεμπέτικο ύφος (όπως ο βραχνας). Είναι κάτι που το αναζητάω και ως παίχτης και ως ακροατής. Αντίθετα, εκτιμάω αφάνταστα τα ταξίμια πχ του Τσομίδη, δεν μπορώ όμως να ακούσω τα πειραγμένα τραγούδια του (συμβαίνει και με σύγχρονους κορυφαίους εκτελεστές αυτό, όχι όλους).
Κατά διαόλου σύμπτωση, κοιτάξτε τι ανακίνησε το σύστεμ ακριβώς τώρα:
(Για τον Αλέκο Τσολάκη, που δεν τον ξέρω. Λεπτομέρειες στο αρχικό νήμα.)
ενημερωμένο link για το επεισόδιο
Αλέκος Τσολάκης
( Σύγχρονη παραδοσιακή μουσική
Αλέκος Τσολάκης ΕΡΤ3)
https://www.ertflix.gr/vod/vod.129396-sygchroni-paradosiaki-moysiki-alekos-tsolakis
I’m not finished with this topic yet haha.
I cut the taximi by Anestis Delias from the Haremi Tsifteteli into four sections and practised everything and now I can play the whole taximi but not as fast as Anestis.
I cut out one part of the taximi, slowed it down and lowered it an octave, which resulted in a very beautiful bass theme. Last night I played this bass theme over and over again in a session group of 8 people and the others improvised freely on it.
At home I improvised on it myself. My next step is like this: I’ll take the bass theme again, play the chords to it and improvise over it with my saxophone. It’s funny: I phrase totally differently with the saxophone than with my Tzouras. Sometimes I also use sounds from drone music. Long spheres. It’s no longer a rembetiko, but my love for Anestis makes me happy and it’s a dedication to every single note of his taximi. Not to mention his soft voice, which I find wonderful.
So: a bass theme emerged from a part of the taximi. Why did I do that? Because the taximi had fascinated me for 30 years and I wanted to find out its secrets. Of course, it’s not a secret, as Niko Politis wrote to me. It’s all clear: the harmonies and the makam. So what?
It was just fun to go a different way.
Kalimera, xairetismata apo Stuttgart
Oh, one more thing - to top my crazy love:
There’s a great tension when I put another short part of the taximi over the beautiful, slightly longer bass theme from the taximi, a wonderful tension.
This other short part consists of two riffs from the end of the taximi, two well-known riffs that are often played in Rembetiko