Ο Μάρκος Βαμβακάρης μιλάει για το πώς έκοψε το χασίς (ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ, 1969)

Απόσπασμα από ηχογράφηση με τον Μάρκο Βαμβακάρη να μιλάει για την ζωή του στην βιογράφο του Αγγελική Βέλλου-Κάιλ το 1969.

https://www.youtube.com/watch?v=1saLdHvYFUw

1 «Μου αρέσει»

Πολύ κακή ποιότητα η ηχογράφηση, χάνεται αρκετή πληροφορία. Για τον Μάνο Ορφανουδάκη ξέρει κάποιος κάτι;

Πάλι καλά να λέμε, ευγνώμονες να είμαστε, και δεν μου φαίνεται να έχασα καμία πληροφορία
Άντε τσούκου τσούκου να δημοσιοποηθεί κάποτε το πλήρες ηχητικό υλικό

Ο αναρτήσας το δοκουμέντον πρέπει μάλλον να είναι αυτός:
https://biblionet.gr/προσωπο/?personid=112433

4 «Μου αρέσει»

Της Κάιλ το υλικό, δεν ξέρω τί έχει γίνει. Το υλικό των “φοιτητών μου” είναι μάλλον οριστικά χαμένο στα κατεχόμενα της Κύπρου, εκτός κι αν ενδιαφερθεί κάποιος και το ψάξει.

Ας ερωτηθεί ο Δομένικος.
Ας ερωτηθούν όσοι κατά καιρούς αναρτούν από το υλικό αυτό:

1 «Μου αρέσει»

καποτε πηρε το αυτι μου οτι ο χριστοφιλακης εχει την ηχογραφηση απο την συναυλια στο θεατρο κεντρικον, και υπηρχε σκοπος να εκδοθει. τωρα… τι εγινε…? :thinking:
εχω την εντυπωση οτι το
υλικο του μαρκου ισως να ειναι σκορπιο σε διαφορα ατομα απο τοτε… οσοι ειστε στην αθηνα, δεν πεταγεστε καποιος στον δομενικο να του μιλησει, μηπως βγει καμια ακρη?

2 «Μου αρέσει»

Τελικά βλέπω ότι το μικρό ηχητικό αυτό περιέχεται στο άλλο το μεγαλύτερο όπου παρέπεμψα…
Ακούγοντας λοιπόν εκείνο (Μ. Βαμβακάρης, Συνέντευξη 1969) και αντιπαραβάλλοντας ό, τι μπόρεσα να ξεδιαλύνω με την Αυτοβιογραφία, σημειώνω τα εξής (παραπέμπω στις σελίδες της Αυτοβιογραφίας και σε παρένθεση αυτό που ακούγεται στο ηχητικό υλικό):

108: τίποτες. Τίποτες (τίποτις. Τίποτις)
Γορνά ( Βορνά)
109: θεριό (θερίο)
127: Κατόπιν το 36-37-38 που κάνανε συμβάσεις με την Τουρκία η Ελλάδα για την υπόθεση του χασισιού κλπ, ενώ στη σελ. 128 διαβάζουμε: «Έφυγα, άραξα απ’ αυτή τη δουλειά», όπου δεν πολυκαταλαβαίνουμε περί τίνος πρόκειται. (Στο ηχητικό ακούγεται να λέει: «Όταν το 38-39 κάνανε κάτι συμβάσεις το κράτος μαζί με την Τουρκία και είχανε απαγορεύσει αυστηρώς ξέρω γω τι, εγώ αρχίνησα ν’ αποφεύγω, ν’ αποσκιρτώ απ’ αυτή τη δουλειά, διότι εκείνα που ήθελα τάχα μάθει, τάχα φτιάξει, ήμουνα ο Μάρκος που ξέρανε, μπουζούκι έπαιζα, έπρεπε να φύγω, δεν έπρεπε να με λερώνουνε κλπ». Αυτή είναι η απάντηση του Μάρκου όταν τον ρωτάει η Κάιλ πώς έκοψε το χασίς. Το πρώτο που παρατηρούμε είναι πως λείπει το 39 από τις χρονολογίες που αναφέρει στο ηχητικό. Το δεύτερο είναι πως τέτοιες συμβάσεις με την Τουρκία δεν φαίνεται να υπάρχουν… Και το τρίτο είναι ότι έπρεπε να συμπεριλάβει και τα λοιπά που λέει ο Μάρκος ώστε να γίνει κατανοητό πώς λέει ότι έκοψε τότε το χασίς και όχι σκέτο το «Έφυγα, άραξα απ’ αυτή τη δουλειά»)
147: εγυρίζαμε στους τεκέδες, καθαρά (εγυρίζαμε στους τεκέδες, να μιλάμε καθαρά)
Κάθε βράδυ τα λέγαμε τακτικά (κάθε βράδυ τα λέγαμε τα μυστικά μας)
Τον διώχνανε να πούμε (τον αποδιώχνανε να πούμε)
Δω στο Πέραμα από κάτω, σ’ ένα βουνό (δω στο Πέραμα από πάνω, σ’ ένα βουνό)
Μ’ είχε ποτίσει (μ’ είχε ελκύσει)
Να βγάλουμε δίσκους (να βάλουμε δίσκους)
Έβγαλε πρώτος (έβαλε πρώτος)
148: Εγώ όμως δε μίλαγε κανένας, ήμουν αλλιώτικος (Εγώ όμως, δεν μου μίλαγε κανένας, διότι εγώ ήμουν αλλιώτικος)
Και μας πήγε στα σπίτια (και με πήγε στα σπίτια)
150: Γνωρίσαμε μαζί όλη την Ελλάδα (Γυρίσαμε μαζί όλη την Ελλάδα)
151: κάτι δίσκους (κάτι δισκάκια)
152: Βαχράμ (Μπαχράμ)
153: Υπάρχει ακόμα. Στη σημερινή Ευγένια. Είναι πιο πέρα απ’ τον Άγιο Διονύση (αυτά δεν τα λέει ο Μάρκος….Είναι λόγια των παρισταμένων)
Παρακάτω στη σελίδα, εκεί που αναφέρεται στα μεροκάματα Στράτου κλπ έχει παραλειφθεί: «Αυτός ο Αρμένης με το βιολί που λέμε, ο Μπαχράμ, έπαιρνε αυτός κάνα κατοστάρικο»
154: Ποτές ένας χασικλή, εξόν να είχε κακιά ψυχή, δεν θα κάνει έγκλημα (Ποτές ένας χασικλής, εξόν να είχε κακιά ψυχή, κακιάς καρδιάς άνθρωπος, δηλ. να κάνει έγκλημα ή να κλέψει ή να κάνει)
Και το μόνο που ήθελε να κοιμηθεί (και το μόνο που ήθελε να φάει και να πέσει να κοιμηθεί)
Ούτε έβαζε ο νους του (ούτε τι έκανε ο διπλανός του)
Αυτοί είναι οι αθρώποι οι χασικλήδες (Αυτοί είναι οι αθρώποι οι χασικλήδες, οι πραγματικοί)
Στο λέω εγώ αυτό και στο υπογράφω (Στο λέω εγώ αυτό και το πιστεύω)
Σου λέω (Σ’ έπιανε και σου’ λεγε)
Οι αγαπητικοί που ήταν στα Γιουγιούλια (μάλλον τα Βούρλα εννοεί)
Βγάζαν τις διαφορές τους (λύναν τις διαφορές τους)
155: αρχίνησα να καταλαβαίνω (αρχίνησα να καταλάβω)
Ο Σαραντόπουλος, το θεριό (ο Σαραντόπουλος, το θερίο)
Μόλις εβγαίναν οι καβγάδες (Μόλις εμπαίναν οι καβγάδες)
Τι κόσμος ήταν εκεί πέρα (τι κόσμος εμαζευότανε εκεί πέρα)
Και τόπι βόλεϊ μπολ (και τόπι φίτι μπολ)
Και ερχόντουσαν πάρα πολλά αυτοκίνητα (κι εμαζευόντουσαν πάρα πολλά αυτοκίνητα)
Υπήρχε τόπος να ‘ρθουν να κάτσουν εκεί ησύχως (Υπήρχε τόπος να μπορέσουν να ησυχάσουν, και ησύχως)

3 «Μου αρέσει»

στο βιβλιο στην αρχη, στην εκδοση του 78’ που εχω εγω, λεει οτι επεσε πολυ επεξεργασια και στα χειρογραφα και στις ηχογραφησεις, ετσι ωστε να βγει το αποτελεσμα που διαβαζουμε. οπως και κομματια που κοπηκαν, δεν τα βαλαν μεσα.

Κατ’ αρχάς να σημειώσουμε και πάλι ότι, δυστυχώς, η έκδοση του 1978 (και όσες ανατυπώσεις κυκλοφόρησαν μέχρι σήμερα) είναι πανομοιότυπη με την πρώτη έκδοση του 1973. Το «δυστυχώς» πάει στο ότι ουδέποτε οι εκδόσεις ΠΑΠΑΖΗΣΗ ξανακοίταξαν το βιβλίο, ώστε να διορθώσουν έστω τα τυπογραφικά λάθη της πρώτης έκδοσης, τα οποία και διαιωνίζονται μέχρι σήμερα.

Επίσης, κατά τη γνώμη μου, ο Παπαζήσης μένει χρεωμένος να εξηγήσει στο κοινό τι απέγινε όλο εκείνο το πρωτογενές υλικό, δηλ. η τσάντα που του παρέδωσε η Μιράντα Τερζοπούλου («πήγαμε και το παραδώσαμε μαζί με όλο το υλικό στου Παπαζήση»), η -κατά δήλωσή της- επιμελήτρια της Αυτοβιογραφίας (μαζί με την Πόπη Καμάρη). Η τσάντα «ήταν γεμάτη με κασέτες, σημειωματάρια, τετράδια και χαρτιά, το υλικό δηλαδή που έπρεπε να γίνει βιβλίο» (Μ. Τερζοπούλου, «Η αυτοβιογραφία του Μάρκου», Συριανά Γράμματα, τχ. 7, Ιούλιος 2020, σελ. 198).

Όσον αφορά τώρα την «πολλή επεξεργασία» στις ηχογραφήσεις, για παράδειγμα, νομίζω πως παίρνουμε μια καλή γεύση από όσα συγκριτικά ανέφερα παραπάνω. Όταν ο Μάρκος λέει «θερίο» και εσύ το κάνεις «θεριό», κάτι δεν πάει καλά… Άλλο εκφραστικό εκτόπισμα έχει η λέξη τονισμένη έτσι και άλλο τονισμένη αλλιώς. Και πάντως αλλοιώνεις, χωρίς να έχεις τέτοιο δικαίωμα, τη λέξη όπως ο ίδιος την ήθελε και την είπε. Τι να πούμε για τον «Κωσταντόπουλο»/ «Σαραντόπουλο»: μα να μην τον ρωτήσει «Μάρκο τη μια τον λες δεσπότη, την άλλη Παναγιώτη…Πώς τον λέγαν τελικά;»…

Επίσης ούτε ένα Παράρτημα στο βιβλίο όπου να ανθολογούνται αυτούσια δείγματα από όλα τα χειρόγραφα, τα τετράδια κλπ κλπ

Και λοιπά, και λοιπά…

3 «Μου αρέσει»

Αν δεν ήταν όλα τ’ άλλα και έμενε μόνο η αλλαγή θερίο>θεριό και τίποτες>τίποτις, δε νομίζω ότι θα ενοχλούσε και τόσο, δεδομένου ότι άλλο η αντιπαραβολή ενός τυπογραφικού δοκιμίου με χειρόγραφο και άλλο με ηχογράφημα.

Πιο σοβαρό βρίσκω το να εμφανίζονται κάθε τόσο χαμένα ηχογραφήματα, με τα υπόλοιπα να εξακολουθούν να αγνοούνται.

Πόσες έχουν γίνει;

Ρωτώ γιατί το να μοιραστεί δωρεάν το βιβλίο με εφημερίδα μάλλον σημαίνει ότι δε θα πούλαγε και πολύ. Μπορεί εδώ στο φόρουμ να έχει γίνει άπειρες φορές ο διάλογος «παιδιά γεια σας, καινούργιος, τι να διαβάσω;» -«πριν από οτιδήποτε άλλο την αυτοβιογραφία του Μάρκου», αλλά στην ευρύτερη κοινωνία κινήθηκε καθόλου το βιβλίο; Κινήθηκε αρκετά ώστε να έχει κι ο Παπαζήσης τα κίνητρά του για κανονική επανέκδοση;

Και πάρα πολλά λοιπά, που όλο με κάνουν να λέω «άσ’ το, και τί θα βγεί τελικά, τίποτα δεν θα βγει, οπότε γιατί να ξοδέψω καιρό και νεύρα…». Και το τηλεφώνημα στη Μιράντα όλο και αναβάλλεται για ευθετότερο χρόνο, πολλά χρόνια τώρα…

Θεωρώ ότι δεν μπορούμε να συγκρίνουμε βαθμούς σοβαρότητας μεταξύ διαφορετικής τάξεως ζητημάτων. Ο βαθμός ακρίβειας με τον οποίο θα μεταγράψει ο επιμελητής το χειρόγραφο ή το ηχητικό υλικό ή οτιδήποτε σχετικό προς μεταγραφή, έχει την αυτονομία του και την αυταξία του και δεν “συμψηφίζεται”. Οφείλει επίσης να εξηγεί πώς ακριβώς εργάστηκε, αναφέροντας κάθε σχετική λεπτομέρεια όσον αφορά τις εντέλει επιλογές του που πήραν τη μορφή βιβλίου.

Αυτό δεν το γνωρίζω, αλλά πιθανολογώ ότι θα έχουν γίνει αρκετές, οι οποίες δεν φαίνονται πάντα πάνω στο σώμα του κάθε βιβλίου που εκδίδει ένας εκδότης. Αλλά και μόνο η ανατύπωση του 1978 φτάνει: έρχεται ο εκδότης μετά από πέντε χρόνια από την έκδοση του 1973 και δίνει στην κυκλοφορία και πάλι το βιβλίο του 1973 χωρίς να ρίξει μια ματιά και χωρίς να αναρωτηθεί το παραμικρό για το πώς θα μπορούσε να προσφέρει μια καλύτερη έκδοση από πολλές απόψεις…

ΥΓ. Ο αναγνώστης μάλιστα της έκδοσης του 1978 μάταια θα ψάξει να βρει στα εσώφυλλα κάποια ένδειξη για την έκδοση του 1973. Έτσι την πάτησαν και πολλοί τάχα ρεμπετολόγοι και δίνουν ως πρώτη έκδοση αυτή του Παπαζήση του 1978…

1 «Μου αρέσει»