Μιας και ανακινήθηκε αυτή η παλιά συζήτηση, ας δούμε λίγο το θέμα του ρυθμού γιατί έχει ενδιαφέρον.
Έχω να ρίξω στο τραπέζι μια άλλη πρόταση ερμηνείας. Βέβαια για να μπορέσει να αξιολογηθεί θα πρέπει να τη δούμε επί μηδενικής βάσεως, δηλαδή ξεχνώντας προς στιγμήν όσα ξέρουμε και θεωρούμε δεδομένα, και να δούμε αν αφ’ εαυτής στέκει.
Πιστεύω λοιπόν ότι δεν υποάρχει κανένα λάθος και κανένας παρατονισμός, ότι ο χαρακτήρας του ρυθμού τηρείται σωστά απ’ αρχής μέχρι τέλους της ηχογράφησης, ότι όμως πρέπει να επανεξετάσουμε ποιος είναι αυτός ο χαρακτήρας.
Ο Μάρκος μάλλον θεωρεί το μέτρο ως δίσημο και όχι τετράσημο. Και θεωρεί ακόμη ότι σε ορισμένα σημεία ανάμεσα σε στίχους ή φράσεις ο αριθμός των «κενών» μέτρων, δίσημων πάντα, είναι ελεύθερος. Μπορεί να παρεμβάλλεται ένα ή δύο ή τρία -ασφαλώς όχι ενάμισι όμως. Άρα τελικά ότι και το συνολικό μήκος της κάθε φράσης είναι ελεύθερο.
Έχουμε και λέμε. Πρώτον: Πού το στηρίζω αυτό;
Στο ότι αυτή την ελευθερία στον αριθμό των κενών μέτρων, κατεξοχήν μάλιστα όταν είναι δίσημα μέτρα, τη συναντάμε συχνά στις μουσικές της προφορικής παράδοσης. Σε συρτά και συρτοειδή στα νησιά του Αιγαίου αποτελεί τον κανόνα -το να προσδιοριστεί εκ των προτέρων ο αριθμός των μέτρων συμβαίνει μόνο σε εντελώς μη-προφορικές περιστάσεις, π.χ. σε ένα δίσκο ή μια συναυλία, όπου το τραγούδι παρουσιάζεται εκτός πλαισίου και όπου εκτός από το τραγούδι παρουσιάζεται και η φωτογραφική αποτύπωση μιας συγκεκριμένης εκτέλεσής του. Εκτός παραδοσιακών αιγαιοπελαγίτικων, στον ίδιο τον Μάρκο, και δη και πάλι σε χασάπικα, είναι κάτι που το ξανασυναντάμε.
Ενώ αντίθετα αν θεωρήσουμε ότι τα μέτρα είναι 4σημα και ότι είναι συγκεκριμένα ως προς το πλήθος, θα πρέπει να δεχτούμε ότι ο Μάρκος όχι απλώς μπερδεύτηκε και πρόσθεσε μερικά αλλά ότι μπερδεύτηκε τόσο πολύ ώστε να προσθέσει και μισά μέτρα. Μισό μέτρο σημαίνει ότι (έστω και προς στιγμήν, λόγω ενός θολώματος ή τρακ ή οτιδήποτε) δεν καταλαβαίνεις το μέτρο. Ναι αλλά ο Μάρκος καταλαβαίνει άριστα από μέτρα, αυτό το ξέρουμε από τις δεκάδες ηχογραφήσεις του. Άρα η περίπτωση ενός τόσο χοντρού λάθους δεν είναι ιδιαίτερα πιθανή.
Δεύτερον: Ναι, αλλά το χασάπικο είναι 4σημο, το ξέρουμε αυτό γιατί έτσι το παίζουν οι κιθάρες: 1-μπάσο (συνήθως τονική), 2-συγχορδία, 3-μπάσο (συνήθως 5η), 4-συγχορδία. Από τη στιγμή που θέλουμε 4 χρόνους μέχρι ν’ αρχίσει να επαναλαμβάνεται το ίδιο μοτίβο, αυτοί οι τέσερις χρόνοι προφανώς αποτελούν ένα μέτρο και όχι δύο.
Εδώ είναι βασικά η αντίρρησή μου. Υποστηρίζω ότι δεν το παίζει έτσι η κιθάρα επειδή είναι 4σημο, αλλά αντστρόφως, ότι το θεωρούμε 4σημο επειδή το παίζει έτσι η κιθάρα. Και οι λόγοι που το παίζει έτσι η κιθάρα δε βρίσκονται μέσα στη δομή των χασάπικων κομματιών αλλά στην ίδια την κιθάρα: αφού εκ των πραγμάτων η κιθάρα συνήθως παίζει θέση-μπάσο / άρση-συγχορδία, αν σε κάθε μέτρο η θέση είναι η ίδια (τονική) το αποτέλεσμα θα είναι βαρετό και άχαρο. Άρα οι κιθαρίστες ποικίλλουν το παίξιμό τους βάζοντας σε 4 συνεχόμενους χρόνους δύο διαφορετικά μπάσα εναλλάξ. Δεν πρόκειται όμως για κάτι που το επιβάλλει η ίδια η δομή των κομματιών: σ’ ένα μπαγλαμά που παίζει μόνο συγχορδίες, όχι μια μπάσο μια συγχορδία, μπορούμε κάλλιστα να επαναλαμβάνουμε το ίδιο μοτίβο κάθε 2 χρόνους αντί κάθε 4, και άρα το μέτρο να φαίνεται δίσημο. Το ίδιο και σε μια εκτέλεση χωρίς κανένα όργανο σε τέτοιο συνοδευτικό ρόλο.
Επομένως, κατά σύμπτωση, ξαναρχόμαστε σ’ αυτό που έλεγα μόλις αυτές τις μέρες σε μια άλλη συζήτηση:
(Εκεί η κουβέντα δεν ήταν για τα μέτρα αλλά για τα μουσικά διαστήματα. Στη 2η παράγραφο του παραθέματος, αν αλλάξουμε το «με όργανα μια τέτοια και μια αλλιώτικα» και πούμε «με μέτρα μια τόσα και την άλλη τόσα», έχουμε πρόχειρο το παράδειγμα της Φραγκοσυριανής. Στην παλιά ηχογράφηση, με ευθύνη 100% υποθέτω του Βαμβακάρη, η αρίθμηση των μέτρων πάει πιο ελεύθερα και χωρίς την επιδίωξη της συμμετρίας. Στη νεότερη και πιο γνωστή τα μέτρα είναι αυστηρώς συμμετρικά και αμετακίνητα, η δε ευθύνη δεν είναι -ή είναι σε μικρότερο βαθμό- του συνθέτη. Είναι όμως ξεκάθαρα το ίδιο τραγούδι. Ή λοιπόν η παλιά, καθαρά βαμβακάρικη εκτέλεση είναι λάθος, ή το σωστό και το λάθος δεν είναι αυτό που νομίζουμε κρίνοντας από περιπτώσεις όπως η νεότερη ηχογράφηση.)