Ντερβίση μου να 'ρχόσουνα μια ώρα στο τσαρδί μας (δις)
Να ‘βρισκες τους φίλους μας που (είν)ν’ όλοι δικοί μας,
και θα 'βλεπες τους φίλους μας που 'ναι όλοι δικοί μας.
Πεννιά φοράτη θ’ άκουγες με φίνους μπαγλαμάδες (δις)
Τσιμπούκια που θα πίνουμε, να τρίζουν οι λουλάδες. (δις)
Μπουζούκι που θα παίζουμε, με ανοιχτό ντουζένι, (δις)
Τη βόλτα που θα έφερνες κι εσύ καραντουζένι,
τη βόλτα που θα έπερνες κι εσύ καραντουζένι.
Κέφι λοιπόν θα κάνουμε και σύ καλός ντερβίσης, (δις)
Μόν(ο), ο χάρος ο σκληρός, αυτός θα μας χωρίσει, (δις)
Μα (ε)γώ δεν είμαι ποιητής τραγούδια να ταιριάζω (δις)
και μου τα φέρνει ο αργιλές και τα κατασκευάζω (δις).
:089: :089: :089:
Επειδή κυκλοφορεί ακόμα αυτή την εκδοχή, και τελευταία συζητάμε αρκετά για το τί λέει κάθε τραγούδι, στις καθαρές κόπιες που έχουμε πλέον (π.χ. Charles Howard), ακούγεται ξεκάθαρα:
“πενιά από ράστι θ’ άκουγες”
Νομίζω ότι είναι από τις λίγες φορές που καταγράφεται η λέξη ράστι σε στίχους. Μάλιστα, ο Μάρκος θα μπορούσε ενδεχομένως να αναφέρεται στο κούρδισμα/ντουζένι ράστι κι όχι στην κλίμακα, μιας και παρακάτω αναφέρει και το ανοιχτό και το καραντουζένι.
Υ.Γ. Αν δεν υπάρχει ήδη, ας προστεθεί και στο γλωσσάρι
Υ.Γ.2: Απάντησα εδώ, διότι είναι η μόνη καταγραφή των στίχων του άσματος που εντόπισα στο Φόρουμ
Παρακαλώ πολύ όποιον μπορεί να βοηθήσει να καταλάβουμε τί λέει στην τέταρτη στροφή διότι η εκδοχή:
“Κέφι λοιπόν θα κάνουμε και σύ καλός ντερβίσης” δεν μου κάθεται, ακούω κάτι που δεν μπορώ να το προσδιορίσω.
Πιο κοντά είναι το “Κέφι λοιπόν θα κάνουμε, κέφι καλό, ντερβίση” αλλά μάλλον δεν είναι ούτε αυτό.
Ο Μάρκος δεν έγραφε τόσο “χαζά”, είχε να πει πράγματα στις φράσεις του.
Τα φώτα σας…
Έχω ανοίξει την κουβέντα και μέσω fb,
μαι ενδιαφέρουσα εκδοχή που ειπώθηκε είναι να λέει
“Γκεζί λοιπόν θα κάνουμε”
όπου γκεζί είναι η παρέα…
Συνεχίζεται η αναζήτηση
Το ακουσα σε οσο πιο αργη εκτελεση γινεται.
Η φραση ‘‘θα κανουμε’’ ακουγεται και τις δυο φορες καθαρα.
Η λεξη ‘‘κεφι’’ ακουγεται αλλα με δυσκολια και μερικες φορες μονιζεις οτι βαζει ‘‘ς’’ αντι για ‘‘φ’’.
Δεν γινεται ομως να λεει ‘‘κεσι’’ ουτε '‘και εσυ’'γιατι δεν βγαζει νοημα.
Οποτε το ‘‘ς’’ ακουγεται αλλα στην πραγματικοτητα δεν υπαρχει.
Αυτο το συμπερανα γιατι μετα που λεει την λεξη ‘‘ντερβιση’’ ακουγεται ενα ‘‘ς’’ στο τελος δλδ ‘‘ντερβισης’’ αλλα ουτε αυτο υπαρχει.
Επισης την δευτερη φορα που λεει ‘‘κεφι’’ ακουγεται παλι σαν ‘‘κεσι’’
Αρα το σωστο ειναι “Κέφι λοιπόν θα κάνουμε, κέφι καλό, ντερβίση”
και στο τελος ‘‘μονο ο χαρος ο σκληρος αυτος θα μας χωρισει’’
Αρα εαν εβαζε το ‘‘ς’’ τελικο στην λεξη ‘‘ντερβιση’’ δεν θα ταιριαζε η ομοιοκαταληξια.
Υπαρχει μια περιπτωση να λεει ‘κεφι λοιπον θα κανουμε και εσυ καλως (οχι καλος)ντερβιση’’
μετά το 17.50 το τραγουδάει ο γιος του ο Στέλιος, χωρίς να είναι εντελώς ξεκάθαρο μου φαίνεται οτι λέει με μια ανάσα στην αρχή ‘κιετσί’ λοιπόν θα κάνουμε κι εσυ καλός δερβίσης
Όντως, "κιετσί " μας το λέει ο Στέλιος, αλλά ο ίδιος μας επαναφέρει (16.31΄) και στο " πενιά φοράτη ".
Συνεπώς αν το πρώτο το λέει σωστά, πρέπει να δεχτούμε πως λέει σωστά και το δεύτερο σημείο …
Έτσι τα ακούω και γω. Επομένως άντε να θυμάσαι τις νέες αλλαγές όταν το παίζεις!
[QUOTE=babis;251280]
Ο Μάρκος δεν έγραφε τόσο “χαζά”, είχε να πει πράγματα στις φράσεις του.
Πάντως babis ο Μάρκος σε διαψεύδει με τον τελευταίο στίχο του. Δείχνει να απολογείται για τα στιχάκια του ρίχνοντας την ευθύνη στον αργιλέ.
Μιας και το βάλαμε το τραγούδι στο μικροσκόπιο… στην επανάληψη του “τις βόλτες σου θα έφερνες και συ καραντουζένι” είναι χαλασμένος ο δίσκος; Εμένα μου ακούγεται σαν να ξεχνιέται κάποιος απ΄την παρέα κάργα μερακλωμένος και να τραγουδάει.
Στο συγκεκριμένο δίστιχο, που έχει μείνει εμβληματικό, καταλαβαίνω περίπου το αντίθετο. Τα στιχάκια είναι καλά (όπου καλό = αληθινό, όχι το τεχνικά άρτιο) αλλά αρνείται ότι οφείλονται στη δική του αξία: ο ίδιος είναι απλώς το φερέφωνό τους. Διαχρονική αντίληψη πολλών ποιητών. Για να μην πιάσω τους προφανείς υπερβαρύγδουπους παραλληλισμούς, θα θυμίσω απλώς μερικά παραδοσιακά ανάλογα:
-Άρχισε γλώσσα μου άρχισε τραγούδια ν’ αραδιάζεις…
-Τώρα σε θέλω λογισμέ, τώρα σε θέλω γνώση…
Ωραία φράση, δε λέω! Όμως ο Μάρκος, απ’ όλους τους ίσως ο καλύτερος μάστορας του στίχου, εκτός από καντάρια ολόκληρα λαϊκής σοφίας που μας χάρισε, έφτιαξε και κάποιους στίχους που δεν λένε τίποτα, απλά γεμίζουν το στιχούργημα και αυτό συμβαίνει με όλους τους λαϊκούς στιχουργούς.
Στο συγκεκριμένο λοιπόν στιχούργημα, οι τρεις πρώτες ενότητες στίχων περιγράφουν εναργέστατα και παραστατικότατα μία κατάσταση που ο Μάρκος ήξερε πολύ καλά και θέλησε να μας την παρουσιάσει. Η τελευταία ενότητα, είτε ερμηνευτεί απ’ την πλευρά του Περικλή (#17) είτε απλά ως μία υγιέστατα μετριόφρων παρουσίαση του εαυτού του ως στιχουργού, περιγράφει και αυτή πολύ προσφυώς την ιδιότητά του αυτή. Και οι τέσσερις αυτές ενότητες είναι υποδειγματική λαϊκή στιχοπλοκία προς μίμησιν. Όμως, σκέφτομαι τώρα εγώ, ο Μάρκος κάποια στιγμή συνειδητοποίησε ότι με το συγκεκριμένο πλήθος στίχων δεν θα γεμίσει καλά τα τρία και κάτι λεπτά που χρειάζεται να γεμίσουν σε μία ηχογράφηση. Ό,τι ωραίο και καλό είχε να πεί όμως, το είπε. Έ, έβαλε και ένα παραγεμισματάκι.
Γενικά ο Μάρκος έγραφε αλήθειες. Έστω την προσωπική του αλήθεια, έστω την αλήθεια εκείνης της στιγμής (που μπορεί να ερχόταν σε αντίφαση με την αλήθεια κάποιας άλλης στιγμής). Αυτό λοιπόν είναι ένα ακαταμάχητο προσόν που δίνει καλούς στίχους.
Όμως, υπάρχει άνθρωπος που ανά πάσα στιγμή η αλήθεια του να είναι κάτι σημαντικό και αξιόλογο; Δε θα πέσει και σε κοινοτοπίες;
Μα, το ότι θα κάνουμε κέφι, ότι ο φίλος που θέλουμε να καλέσουμε στο τσαρδί μας είναι καλός, ότι θα είμαστε αχώριστοι όλη η παρέα, μέχρι θανάτου, τίποτα δεν είναι ψέμα. Κοινοτοπία, ναι.
Ε, όχι πάντα… Ο Ισοβίτης δεν είναι αληθινή ιστορία…