Οι πρώτοι μπουζουξήδες

“Baglama”-Temmel Hakki Karahasan
…Bozuk Akord: The “bozuk” appeared after the 17th century meand a kind of an instrument like the kopuz…associated to the Boz-ok Turkmens…It also supports the possibility that the type of kopuz played by Boz-ok Turkmens is called Bozok or bozuk. …also remained as the name of the tuning of the instrument. SOl-Re-LA in any transpositionbozuk tuning also survived under the name kara-duzen.

Beste’m Muzik Kitaplar 1999

kopuz=εργαλείο, μουσικό όργανο

Δείτε και αυτή την εκδοχή…

Ναι σιγουρα επηρεαστηκαν τα κουρδισματα απο τα σαζομπουζουκα αλλα το καραντουζενι το τουρκικο δεν ειναι αυτο που χρησιμοποιησουν οι ρεμπετες,το δικο μας ηταν το baglama duzeni για αυτους.Υπαρχουν πολλα κουρδισματα και σιγουρα εχουν μεριδιο μεγαλο οι τουρκοι σε αυτα βεβαια το οργανο ο ταμπουρας υπηρξε πολυ πριν την αλωση οποτε αν το δουμε ιστορικα δεν μπορουμε να στηριχτουμε μονο σε μια ιστορικη διατυπωση γυρω στο 17ο αιωνα καλο θα ηταν να γινει μια ερευνα βεβαια ,αν υπαρχουν στοιχεια.

Μάλλον δεν είμαστε ακόμα σε θέση να χαρτογραφήσουμε το ταξίδι του μπουζουκιού στην ιστορία.
Να δούμε το πότε και το πώς από τον πολύμορφο ταμπουρά του Βαλκανικού χώρου φτάνουμε στο “κλασσικό” τρίχορδο και διπλόχορδο μπουζούκι.
Το πότε και υπό ποιες συνθήκες απέκτησε τάστα, ποια ήταν τα κουρδίσματα των παλιών κλπ.

Κάποιες μαρτυρίες γραπτές διασταυρωμένες έχουμε από το 1821.
Ο Δημήτρης Τσοπανάκης (παρατσούκλι του Παναγιώτη Κάλα) δίδαξε – λένε οι πηγές – μπουζούκι στους Έλληνες Αρματωλούς.
Οι ιστορικοί, βέβαια, ενδέχεται να μην ξεχώριζαν τον ταμπουρά (που προϋπήρχε) από το μπουζούκι, αλλά και ξένες γκραβούρες αυτής της εποχής παριστάνουν ανθρώπους να παίζουν όργανο, που με προσεκτική ματιά δεν έχει σχέση με τον ταμπουρά, θυμίζει μπουζούκι.

Αθηναϊκό λαϊκό τραγούδι του 1843 αναφέρει: «… κλάψε και συ μπουζούκι μου μες το στενό κουτούκι μου…».
Σε …προεκλογική συγκέντρωση, το 1890, ο κομματάρχης της εποχής παραθέτει γεύμα στους ψηφοφόρους του και τους διασκεδάζει σε λαϊκό κέντρο με «το μπουζούκι που κατεμάγευσεν όλους».

Ο Στέφανος Μιλάνος γύρω στο 1913 παίρνει τα πρώτα μαθήματα στο μπουζούκι από τον πατέρα του και το 1919 ανοίγει το «Καφεμαγειρείον», μετέπειτα «Σκάλα».
Το μπουζούκι του λέγεται πως απέκτησε τάστα το 1920.

Το 1888 η “Ακρόπολις” μιλά για " έναν Ανατολίτη ο οποίος σε μια από τις μάντρες της οδού 3ης Σεπτεμβρίου, παρά τον σιδηρόδρομον της Αττικής, κρατών το μπουζούκι του ψάλλει με φωνήν μελαγχολικήν…"

Για τον περίφημο μπουζουξή Λυκούργο Τζανέα έχουμε αρκετές αναφορές από το 1900.
Το 1908, στο «Τριφυλλιακόν Ημερολόγιον» οι Τριφύλλιοι που διαθέτουν δυνατό μουσικό αισθητήριο θαυμάζουν και γράφουν εγκωμιαστικά λόγια για τον οργανοπαίκτη αυτόν και σημαντικές λεπτομέρειες για το παίξιμό του.

[Υ.Γ. 1. Οι παλιές εφημερίδες διασώζουν αρκετά πολιτισμικά στοιχεία, τα οποία βέβαια πρέπει να διασταυρωθούν.
Υ.Γ. 2. Οι Τριφύλλιοι - το λένε και τα ντοκουμέντα - και ξεχωρίζουν το καλό παίξιμο και είναι δεινοί παίκτες! :089: ]

Μιλώντας για το 1908, έχεις απόλυτο δίκιο. Τα ντοκουμέντα λένε επίσης ότι σήμερα, 100 χρόνια μετά, το μόνο που μπορούν να κάνουν οι Τριφύλλιοι είναι να αναπολούν τα περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαίν… :089:

Για τον περίφημο μπουζουξή Λυκούργο Τζανέα έχουμε αρκετές αναφορές από το 1900.
Το 1908, στο «Τριφυλλιακόν Ημερολόγιον» οι Τριφύλλιοι που διαθέτουν δυνατό μουσικό αισθητήριο θαυμάζουν και γράφουν εγκωμιαστικά λόγια για τον οργανοπαίκτη αυτόν και σημαντικές λεπτομέρειες για το παίξιμό του.

Ελενη ,ειναι πολυ ενδιαφερον αυτο το πιο πανω που αναφερεις,ειναι μηπως ευκολο να μας γραψεις το κειμενο τι λεει για να πληροφορηθουμε και οι μουσικοι του site.

1908, “Τριφυλλιακόν Ημερολόγιον”

"Ο Λυκούργος Τζανέας, ιδιοφυούς ικανότητας, μοναδικός μπουζουξής, τον οποίο οι Τριφύλλιοι και οι κάτοικοι των Γαργαλιάνων πάντα εγκωμιάζουν.
Τι είναι το μπουζούκι του;
Δεν είναι ο κουτσαβάκης εκείνος των μουσικών οργάνων που παίρνει το Αμάν - αμάν διαλαλών την δόξαν την βακχέβαχον σβραχοσυναχωμένος πάντοτε από παννυχίους μπατινάδες.
Το μπουζούκι τούτο εξευγενίσθη και προόδευσεν εις τας χείρας του κυρίου Τζανέα τοσούτον, ώστε ευλόγως πλέον να μην αναγνωρίζεται με όλον το άχαρι όνομα της φυλής των προγόνων του, των αγρίων Τζιγκ - Τζαγκ των οποίων διετήρησε εισέτι τον αρχέγονον οπλισμόν και τας χορδάς των βαρβάρων αδελφών του.

Το μπουζούκι στα χέρια του Τζανέα αφήνει τόνους εξόχως αρμονικούς δια να μην είπω ότι στενάζει, κελαηδεί, οργίζεται και ομιλεί ως έμψυχον.
Ηχούν μεθύει το ους και το κυλίει εις μυρίας αρμονίας ψάλλον και διαχέον τόν ους Αιολικής άρπας.
Η μουσική αυτή ανταποκρίνεται προς τας μυχίους διαθέσεις της ψυχής μου, διότι δι΄αυτής εδιδάχθην τους πρώτους και γλυκυτέρους μουσικούς φθόγγους".

Αυτό είναι ένα από τα κείμενα. Υπάρχουν κι άλλα δύο τουλάχιστον, τα οποία δεν έχω πρόχειρα αυτή τη στιγμή.

Βέβαια διαφαίνεται η προκατάληψη απέναντι στο μπουζούκι, ο τονισμός του “εξευγενισμού” του με ελλην ικά στοιχεία και η αποδοχή του από την τοπική κοινωνία, την οποία νιώθει την ανάγκη - μάλλον ο αρθρογράφος - να εξηγήσει.

Ελληνικά; Χρειάζεται ψάξιμο και βεβαίως σήμερα αυτό είναι παντελώς αδύνατο πλέον. Ξέροντας την νοοτροπία των περισσοτέρων «λογίων» της εποχής, εύκολα θα έμπαινα στον πειρασμό να αντικαταστήσω τη λέξη με «δυτικά». Δεν ξέρω βέβαια αν, και σε ποιο βαθμό, είχαν διεισχωρήσει στην αστική κοινωνία των Τριφυλιακών πόλεων, στις αρχές του 20ού, στοιχεία της αστικής επτανησιακής μουσικής. Αν ναι, νά αμέσως κάποια πιθανή εξήγηση. Αλλά από την άλλη, κάποιοι «λόγιοι» της επαρχίας (και της Αθήνας ακόμα) παραδέχονται την ελληνική (ελλαδική, σε αντιδιαστολή με π.χ. τη μικρασιάτικη) δημοτική μουσική ως είδος μη απορριπτέον και δεν αποκλείεται ο Τζανέας να έπαιζε τέτοια κομμάτια στο μπουζούκι του, οπότε το γεγονός αυτό από μόνο του αρκεί για να «εξαγνίσει» το άγριο τζιγκ τζάγκ σε όργανο μυρίων αρμονιών. Φυσικά, το όνομά και το επίθετό του τον προσδιορίζουν ως σίγουρα Μανιάτη, όπου βεβαίως δεν υπήρξε επτανησιακή διεισχώρηση. Αλλά μπορεί από την ορεινή Μάνη να έφτασε στους Γαργαλιάνους μέσω Καλαμάτας, που είχε έντονη αστική επίδραση. Η σχετική παροιμία ονομάζεται «άρμεγε λαγούς, κούρευε χελώνες».

Αυτά είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο φουκαράς ερευνητής της σήμερον και ονειρεύεται τη μηχανή του χρόνου, που θα λύσει τα προβλήματα.

Ωραιοτατο,ευχαριστουμε πολυ Ελενη ,οταν βρεις και τα αλλα δυο θα ηθελα πολυ να τα δουμε και αυτα,το κακο ειναι οτι η καθαρευουσα δυσκολευει το νοημα καπως,ειδικα εκει στο τζιγκ τζαγκ, τι εννοει οτι το χρησιμοποιουσε η οχι,γιατι προφανως αναφερεται στο στυλ παιξιματος με τις ανοικτες χορδες οπως αυτο του μαρκου και των προηγουμενων απο εκεινων μουσικων.Πολυ ενδιαφερων και ο ιδιος ο μουσικος σιγουρα προγονος ρεμπετικου ,πιστευω γενικα οτι καθε περιοχη ειχε τον ρεμπετη της ,δειγμα οτι το ρεμπετικο υπηρχε και μια απο τις βαθιες του ριζες ξεκιναει απο τις επαρχιες ,αλλη μια ενδειξη συσχετισεως του ρεμπετικου με το δημοτικο

Α πα πα πα πα πα! Φαρμάκι στάζεις αδερφέ μου!:019:

Το παλικάρι με το μπουζούκι, στην τοιχογραφία του 1.100 π.Χ. στην Αίγυπτο, πώς το λένε; :089:

Μιλάμε για την ίδια τοιχογραφία;

Παληκάρι;;;
Χμ…

Χε χε χε! Οχι!

COL%2056108%20%20B COL%2056108%20%20A

2 «Μου αρέσει»

56137-F-

1 «Μου αρέσει»

Σ’ αυτό το τραγούδι δεν υπάρχει μπουζούκι, παρά την προσφώνηση. Δύο κιθάρες είναι. Μία μελωδική που παίζει ο Περιστέρης και μία -άκρως επιβλητική- εννιάχορδη. Επίσης βιολί και κρουστό (καστανιέτες ή ξύλινα κουτάλια).

1 «Μου αρέσει»

μάλλον για κουτάλια τα ακούω, αλλά πρέπει να είναι τέσσερα ζευγάρια (δύο άτομα, διαφορετικά μεγέθη). Πάντως, καστανιέτες και κουτάλια δεν θα τα πεις κρουστά, ιδιόφωνα είναι.

Το βρίσκω υπερβολικό να έχουν καλέσει δύο άτομα στην ηχογράφηση γι’ αυτό και μόνο το σκοπό (και άρα να χρησιμοποιήθηκαν τέσσερα ζεύγη κουτάλια). Ούτε ακούγεται κάτι τέτοιο, τουλάχιστον στ’ αυτιά μου.

Επίσης, ο όρος “κρουστά” μπορεί να καλύψει εννοιολογικά τόσο τα μεμβρανόφωνα όσο και τα ιδιόφωνα. Φυσικά, αν λεπτολογήσουμε, μπορούμε να πούμε ότι και η χορδή του πιάνου κρούεται*, άρα μια διάκριση ίσως να χρειάζεται. Αυτή η διάκριση συνήθως δεν συμβαίνει παρά μόνο σε εγχειρίδια όπου γίνεται αναφορά στην ταξινόμηση των οργάνων, και αυτό όχι πάντα. Έχω διάφορα εγχειρίδια -ξένα βεβαίως- όπου τόσο τα μεμβρανόφωνα όσο και τα ιδιόφωνα κατατάσσονται στη λίστα με τα “percussion instruments” χωρίς περαιτέρω διάκριση. Νομίζω λοιπόν ότι καλώς χρησιμοποίησα τον όρο “κρουστά”.

*Πράγματι, σε κάποιες παρτιτούρες το πιάνο ομαδοποιείται μαζί με τα κρουστά (percussion), στα οποία περιλαμβάνονται τόσο μεμβρανόφωνα, π.χ. timpani, όσο και και ιδιόφωνα, π.χ. ξυλόφωνο.

Το ένα δεν αποκλείει το άλλο.

«Κρουστά» είναι όρος της παλιότερης διάκρισης των οργάνων σε έγχορδα, πνευστά και κρουστά. Αυτή η διάκριση θεωρήθηκε ασυνεπής, γιατί ανακατεύει τα κριτήρια: έγχορδα (ποιο είναι το σώμα που δονείται για να δώσει ήχο; - η χορδή) - πνευστά και κρουστά (με ποιο τρόπο προκαλούμε τη δόνηση; - φυσώντας ή κρούοντας) και αντικαταστάθηκε από τη νεότερη διάκριση σε χορδόφωνα, αερόφωνα, μεμβρανόφωνα και ιδιόφωνα, η οποία χρησιμοποιεί ένα ενιαίο κριτήριο (ποιο σώμα δονείται για να δώσει ήχο; - η χορδή, ο αέρας εντός του οργάνου, μια μεμβράνη, το ίδιο το σώμα του οργάνου).

Βέβαια στην πράξη είναι σαν απλώς να άλλαξαν λίγο όνομα τα έγχορδα και τα πνευστά, και να διαιρέθηκαν τα κρουστά σε δύο υποκατηγορίες, δηλαδή τι 'χες Γιάννη, τι 'χα πάντα. Πράγματι, τα ιδιόφωνα είναι κρουστά - ακόμη και τα μελωδικά, π.χ. ξυλόφωνο, κρουστά θεωρούνταν και με την παλιά διαίρεση. Πάντως επιστημονικά δεν είναι περιττή η αναθεώρηση της διάκρισης, και υπάρχουν και κάποιες λίγες περιπτώσεις όπου όντως διορθώνει προβλήματα (π.χ. έγχορδα σαν το πιάνο όπου η χορδή δονείται διά της κρούσεως).


ΥΓ Το 'χα γράψει πριν εμφανιστεί το #35 του Πελοποννησίου και άργησα να το στείλω, με αποτέλεσμα να αλληλοεπικαλυπτόμαστε…

1 «Μου αρέσει»