Η περίφημη διάλεξη Μ. Χατζιδάκι

Το 1949 που δόθηκε η διάλεξη του Χατζηδάκι, ενώ οι μάχες του εμφυλίου μαίνονται στα βουνά, και στις πόλεις επικρατεί λογοκρισία, συλλήψεις, καθεστώς τρόμου, ακόμα και αν το ήθελε, όσο κι αν μπορεί να το ήθελε, δεν θα μπορούσε να δώσει μια πραγματική περιγραφή του τραγουδιού. Έτσι μάλλον δεν είναι παράξενο, που, στις συγκεκριμένη χρονική στιγμή ο Χατζηδάκις παρουσιάζει στο κοινό του το “νύχτωσε χωρίς φεγγάρι” σαν ερωτικό τραγούδι.

Όσο για το ίδιο το τραγούδι ο Απόστολος Καλδάρας λέει στον Κουνάδη (εις αναμνησιν στιγμών ελκυστικών) :
“…Τότε ήμουν στη Θεσσαλονίκη, με την πρώτη κυβέρνηση του Οκτώβρη του 1944. Μετά το Δεκέμβρη άρχισαν οι πρώτες συλλήψεις των αριστερών, των κομμουνιστών, που τους πιάναν και τους κλείναν στο Γεντί Κουλέ. Εγώ τότε είχα ένα φίλο με τον οποίο συνεργαζόμαστε, στα διάφορα κουτουκάκια εκεί πέρα, ονόματι -καλή του ώρα κι αυτός πέθανε, Θεός σχωρέσ’ τον- Μίγκο. Τον Χρήστο τον Μίγκο. Αυτός καθόταν στην Ακρόπολη επάνω, κάτω από το Επταπύργιο -το Γεντί Κουλέ. Και μ’ έπαιρνε ταχτικά να πάμε να πιούμε κανένα ουζάκι στη γριά, έτσι την έλεγε τη μάνα του. Πίναμε τα ουζάκια, τα λέγαμε. Διάφορα πράγματα για τη δουλειά από δώ, από κεί. Λοιπόν μια φορά έφυγα, θυμάμαι ήταν σούρουπο κι εκεί που φεύγαμε το βλέπω -δεν ξέρω έτσι κι άλλες φορές το 'βλεπα. Εκείνη τη φορά μου 'κανε εντύπωση πως ήταν σούρουπο, η βραδιά διαφορετική, ποιός ξέρει και βλέπω τη σιλουέτα του Επταπυργίου, των τειχών εκεί πέρα που ήταν οι φυλακές και μου ‘κανε εντύπωση. Κοίτα, τώρα λέω, εκεί μέσα πίσω απ’ τα τείχη αυτά είναι οι φυλακές. Και κει μαζεύουν αυτούς τους ανθρώπους και τους κλείνουν φυλακή. Κι έτσι αυτή η εικόνα μου 'δωσε την έμπνευση να γράψω το τραγούδι αυτό. Το 'γραψα τότε στις αρχές του '45. Μετά τα Δεκεμβριανά, τότε που πιάναν τους αριστερούς θυμάμαι”.

Συνεχίζει λέγοντας ότι το τραγούδι δεν ήταν αφιερωμένο σε συγκεκριμένο πρόσωπο, ήταν γραμμένο “γενικά. Πλην όμως είχε διαδοθεί. Εγώ το ‘πα σ’ ένα-δυο πρόσωπα για ποιό λόγο έγραψα το τραγούδι, αυτοί το ‘παν σ’ άλλους και ούτω καθεξής. Έτσι έκατσα κι έγραψα το τραγούδι αυτό. Αλλά δεν το είχα γράψει όπως είναι στο δίσκο. Ήταν: Νύχτωσε και στο Γεντί το σκοτάδι είναι βαθύ, / Κι όμως ένα παλληκάρι δεν μπορεί να κοιμηθεί. / Άραγε τι περιμένει όλη νύχτα ως το πρωί / Στο στενό το παραθύρι, που φωτίζει το κελλί.
Όχι “που φωτίζει με κερί”. Αυτό δεν λέει τίποτα. Αλλά αναγκάστηκα για τη λογοκρισία να το βάλω έτσι.
Ο τρίτος στίχος είναι: Πόρτα ανοίγει, πόρτα κλείνει, μα διπλό είναι το κλειδί, / Τι έχει κάνει και το ρίξαν το παιδί στη φυλακή. Και μετά τ’ άλλαξα τελείως, διότι το 'χε κόψει η λογοκρισία και το ‘βαλα έτσι όπως είναι σήμερα. Και έγινε πάλι επιτυχία και μ’ αυτά τα λόγια”.