Εργασίες για τα νεοδημοτικά

Μου κάνει εντύπωση αυτό που λες γιατί στα μαθήματα ο Κοκκώνης αναφερόταν αρκετές φορές σε αυτό ως πρόβλημα :

  1. Ότι οι “θεωρητικοί” πίστευαν ότι ήξεραν/ξέρουν κάποια πράγματα “ορθότερα” από τους “πρακτικούς” και έχουν την τάση να τους κάνουν τραμπουκίζουν.

  2. Ότι οι “πρακτικοί”, συνήθως, δεν έγγραφαν, δηλαδή δεν υπήρχε κανείς να αντικρούσει τους θεωρητικούς στο γραπτό λόγο.

Ειδικά το δεύτερο, σε συνδυασμό με διάφορες ιδεολογίες που ενίσχυαν τις λανθασμένες υποθέσεις, δημιούργησαν ένα προηγούμενο ελλιπούς επιστημονικής μεθοδολογίας που ευτυχώς έχει αρχίσει να αλλάζει στο πεδίο της μουσικολογίας.
Όπως είπα σε προηγούμενο μήνυμα, υπάρχουν “θεωρητικοί” που παίζουν και κάνουν επιτόπιες έρευνες και καταγραφές και τηρούν την πιστότητα των πληροφοριών που προσλαμβάνουν. Υπάρχουν και “πρακτικοί” που γράφουν και ερευνούν και φτιάχνουν βιβλία και θεωρητικά μοντέλα. Αυτός ο διαχωρισμός “θεωρητικός”/“πρακτικός” δεν υπάρχει πλέον και κατά την προσωπική μου άποψη, πολλές φορές δεν υπήρχε και στο παρελθόν. Πολλοί δάσκαλοι, ακόμη κι αν δεν έγραψαν ποτέ, δίδαξαν μόνο προφορικά και είχαν και θεωρητικά οικοδομήματα στο μυαλό.

Όπως καταλαβαίνεις, εγώ μαζί σου είμαι. Άμα έρθει κάποιος θεωρητικός και σου πει “όχι, αυτό είναι λάθος, δεν τα ξέρεις καλά, κάτσε να σε τα πω εγώ”, πιθανότατα πραγματοποιεί επιστημονικό ατόπημα (και πολιτισμικό επεκτατισμό θα έλεγα). Από 'κει και πέρα, όχι, δεν απορρίπτουν οι θεωρητικοί τους πρακτικούς, όχι όλοι. Το είπα και πριν: δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι.

Για τον Κοκκώνη δεν με ενδιαφέρει να σου αλλάξω την γνώμη. Εγώ τον συμπαθάω, αλλά εγώ τον είχα και δάσκαλο 4 χρόνια.

Κάτι τελευταίο: για τη μουσικολογία μιλάω και την μουσική ανάλυση, διότι αυτό ξέρω καλύτερα και αυτό διδάχτηκα. Δηλαδή, έχω άγνοια για τους χορούς και τους χοροδιδασκάλους που αναφέρεις σε άλλο μήνυμα.

2 «Μου αρέσει»

οι πρακτικοι δεν εγραφαν διοτι απλως το ζουσαν. εγραφαν με το οργανο και την φωνη τους. αυτο δεν σημαινει οτι δεν ξερουν τι τους γινεται… και θα ερθει καποιος αλλος (θεωρητικος) και θα πει, ελα παππου μου να σου δειξω τα αμπελοχωραφα σου. οταν οι χαμαζελες και οι γραφιαδες χωνονται στα χωραφια μας, λενε μπουρδες και διαμορφωνουν συνειδησεις, εκει εχουμε προβλημα…

1 «Μου αρέσει»

Εννοείται πως όχι.

Τέτοιες εισαγωγές υπάρχουν σε πάρα πολλά ζωναράδικα στις σημερινές τους καθιερωμένες εκτελέσεις.

Η προεπαγγελματική μορφή των ζωνράδικων είναι δυο λογιών:
α) Μόνο τραγούδι. Οι χορευτές τραγουδούν αντιφωνικά (δηλ. με επαναλήψεις). Μετά από κάθε αντιφωνία ακολουθεί κολλητά η επόμενη στροφή. Το όργανο δεν είναι καθόλου απαραίτητο. Αν υπάρχει (κυρίως γκάιντα), απλώς συνοδεύει ό,τι λένε οι φωνές.
β) Αποκλειστικά οργανικά. Μελωδίες που δε θα μπορούσαν καν να τραγουδηθούν: τα κλωσίματα, είδος ημιαυτοσχέδιων σόλων κάπως ανάλογων με τα βέρσα σε άλλες μουσικές. Το κλώσιμο (που διαφοροποιείται και χορευτικά από το τραγούδι) αποτελεί την κορύφωση του χορού, επομένως έρχεται μετά από τραγούδι ή έστω μετά από μελωδίες τραγουδιών, όχι κατευθείαν.

Οι σημερινές στυλιζαρισμένες εκδοχές ζωναράδικων με εισαγωγές αποτελούν ένα νέο ανακάτεμα των συστατικών (μελωδίες αποκλειστικά για λόγια και μελωδίες αποκλειστικά για όργανο), προερχόμενες εν μέρει από τους επαγγελματίες μουσικούς -ο Αηδονίδης έχει παίξει μεγάλο ρόλο σ’ αυτό- και εν μέρει από επιδράσεις από άλλες μουσικές, μεταξύ των οποίων το υπερστυλιζαρισμένο θρακιώτικο της Βουλγαρίας, που είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία.

Και μιας και ρίξατε και τους χοροδιδασκάλους στην κουβέντα:

Τη δοκησισοφία (=ημιμαθής ξερολίαση) ορισμένων χοροδιδασκάλων τη βλέπουμε χαρακτηριστικά σε παρέες που χορεύουν το ζωναράδικο με άλλα βήματα στα λόγια και άλλα στην εισαγωγή! Εδώ υπόκειται η λογική του κλωσίματος, σκεπασμένη από διάφορα στρώματα παρανόησης. Φυσικά οι παρέες το γλεντάνε με την ψυχή τους και δε χρωστάνε αν αυτό που έμαθαν στο μάθημα δεν είναι «παράδοση» αλλά κάτι άλλο.

Και γω τραβάω ζόρια, καμιά φορά, με θεωρητικούς. Εδώ είναι μια κριτική του μακαρίτη Γ. Ε. Παπαδάκη, τον Μάρτη του 2010, για ένα δίσκο που είχε βγάλει τότε η Αρετή Κετιμέ.
Η κριτική είναι γενικά αρνητική αλλά απομονώνω ένα απόσπασμα:

“… μέχρι ψευτοδημοτικά, όπως το «Μενεξέδες και ζουμπούλια» που φέρει τον «παραδοσιακό» στίχο «Αν έχεις αμπέλια, χωράφια κι ελιές / πούλα τα μικρούλα μου και κάν’ τα δραχμές;». Δεν βρέθηκε κανείς να τους πει ότι τα δημοτικά τραγούδια δεν έχουν δραχμές; Εχουν άσπρα, γρόσια, τσεκίνια, μαρμουντουέδες κ.λπ., αλλά δραχμές ου.”

Τα συγκεκριμένα στιχάκια τα ξέρω απο τη Σίφνο (τραγουδιούνται μάλιστα σχεδόν στην ίδια μελωδία που τα λέει και η Κετιμέ και ανεξάρτητα από το “μενεξέδες και λουλούδια”. Όχι, βέβαια, στο μελό ύφος που υιοθετεί η Κετιμέ στην συγκεκριμένη ηχογράφηση). Μάλιστα, όταν έγινε η μετάβαση στο ευρώ γινόταν σχετική πλάκα. Υπάρχει και συνέχεια:

Δεν έχω αμπέλια χωράφια κι ελιές
μον’ είμαι μοδιστρούλα και ράβω ποδιές

Αν είσαι μοδιστρούλα που ‘ν’ η ποδίτσα σου
πού είναι η παραμάνα κι η δαχτυλήθρα σου

Στα Θερμιά το έχουνε ως πόλκα. Βρίσκονται και στη στεριά. Εδώ σε νεοδημοτική εκτέλεση (με αρμόνια, ντραμς κλπ) από το 2005.
Έχει σημασία η χρονολογία. Είναι πριν το δίσκο της Κετιμέ.

Άρα πρόκειται για στιχάκια (και μελωδία) ευρύτερα διαδεδομένα εδώ και αρκετές δεκαετίες. Δεν έχω καταφέρει μέχρι τώρα να τα εντοπίσω σε κάποια, παλαιότερη από την Κετιμέ, ηχογράφηση με επώνυμο δημιουργό. Δεν είμαι βέβαια απόλυτος. Μπορεί να υπάρχει κάποια… Συνεπώς, πληρούνται οι όροι που έχουν θέσει οι θεωρητικοί ώστε να θεωρούνται “ανώνυμη δημιουργία”. Ο Γ.Ε. Παπαδάκης φαίνεται να αγνοεί την ύπαρξή τους.

Εν τω μεταξύ, έτσι όπως το διατυπώνει ο Γ. Ε. Παπαδάκης, είναι σαν να αρνείται ότι δημοτικά τραγούδια (στίχοι, εδώ) δημιουργήθηκαν (ή δημιουργούνται) και σε νεότερα χρόνια (η δραχμή καθιερώθηκε τα πρώτα χρόνια του Όθωνα).

Επομένως, ο αείμνηστος Παπαδάκης εδώ, στη συγκεκριμένη κριτική είχε διαπράξει δύο σφάλματα

  1. Επειδή ο ίδιος (φαίνεται ότι) δεν ήξερε την ύπαρξη ων στίχων οι στίχοι δεν υπάρχουν
  2. Κατά το δόγμα που είχε υιοθετήσει ο ίδιος (αλλά και άλλοι θεωρητικοί ενδεχομένως) η χρήση των “δραχμών” δεν συνάδει με παραδοσιακή δημοτική στιχουργία επειδή οι δραχμές είναι νεότερη έννοια.

Έφαγε, λοιπόν, δύο αυτογκόλ όπως φάγανε τις προάλλες οι Πορτογάλοι στο Γερμανία Πορτογαλία 4-2.

6 «Μου αρέσει»

Ο “πόλεμος”, πρακτικών-θεωρητικών δεν είναι φυσικά καινούριο φαινόμενο. Παμπάλαιο είναι, και ευθύνεται το εγώ του καθενός και η αυτόθεώρηση του. Κάποτε έξω από το Ραβάναστρο πριν αρχίσει το πρόγραμμα, είχε έρθει η μακαρίτισσα κυρά Δόμνα για μια συνεργασία με τον παιδικό μου φίλο Μανώλη. Όταν άκουσε ότι παίζει και ούτι γυρίζει με έναν τόνο θυμού, “και που έμαθες παιδί μου εσύ ούτι; από που κι ωσπού;”.Που να της εξηγεί ο Μανώλης ότι στόν τόπο καταγωγής του την Σάμο παίζαν ούτι. Ήταν η συντεχνία " Από που κι ωσπού μπαίνουν αυτοί στα δικά μας χωράφια. Είμαι γεγονός ότι η έρευνα, και η απόδειξη πρέπει να στηρίζονται σε αδιάσειστα στοιχεία.Δεν υπάρχει άλλος ασφαλής τρόπος. Εκεί όπως τρυπώνει το εγώ: και τα κάνει μαντάρα. Ένα από τα πλέον διάσημα δημοτικά (κλέφτικα) τραγούδια, είναι το 40 παλληκάρια. Ακόμα θυμάμαι τον παππου στον Ορχομενό, που ενώ πίναμε τα κρασάκια μας, όταν ειπώθηκε κάτι για το τραγούδι, μουρμούρισε “σιγά μην πήγαν 40 μαλάκις στην Τρίπολη. “.” Τι είπες μπάρμπα τώρα” είπα εγώ. "Όχι παιδίμ. Στα Τοπόλια πήγαν, στην Τοπολιτσά, εδώ παρακάτω. " (Σημερινό Κάστρο). Στην προσπάθεια τους λοιπόν οι θεωρητικοί αλλοίωσαν όλο το νόημα του τραγουδιού. Γιατί δεν εφάρμοσαν το αξίωμα “η θεωρία., έπεται της πράξης”, και μέσα στο υπέρ εγώ της θεωρητικότητας και Ακαδημαϊκότητας τους, νόμισαν ότι έχουν αυτό το δικαίωμα. Αυτοί πρέπει να καταγράφουν, τους ντόπιους όμως. Αυτοί ξέρουν καλύτερα.

7 «Μου αρέσει»

Στο Νίκος Καρακώστας (1881-1954), υπάρχει το παρακάτω(Νίκου Πολίτη) που τα λέει όλα .
Δηλαδή οι θεωρητικοί πρέπει οπωσδήποτε να το καταταξουν κάπου , να βάλουν ταμπελίτσα. Άλλως δεν έχουν " επιστημοσύνη". …

Νίκος Πολίτηςnikos_politisΣυντονιστής

Δεκ '19

Το επεισόδιο που ακολουθεί, το έχω αναφέρει αρκετές φορές στο Φόρουμ. Άλλη μία, κακό δεν κάνει….
Ο Καρακώστας είχε στενή επαφή με τον Σίμωνα Καρά και τη σχολή του. Κάποτε, με αφορμή κάποια συζήτηση, έπαιξε ένα βέρσο, εκεί στη σχολή, εκ των ενόντων. Ρωτάει ο Καράς: - Σε τί δρόμο τρέχει αυτό, Νίκο; Απαντάει ο Καρακώστας: - Να στο ξαναπαίξω; Καράς: -Και βέβαια να το ξαναπαίξεις, ήταν πολύ ωραίο. Αλλά, σε τί δρόμο είναι; Καρακώστας: - Να στο ξαναπαίξω;
Απλά, δεν ήξερε, ποιο δρόμο ακολουθούσε το κομμάτι που ο ίδιος έπαιξε.

2 «Μου αρέσει»

Ο Πάππος έτσι;
Το έχω ξαναγράψει και αλλού: Μου έχει μεταφερθεί ότι η αείμνηστη Δόμνα είχε φρικάρει όταν έμαθε ότι στον “Πολίτικο” έχουμε βάλει στιχάκια. Δεν ξέρω τι θεωρητικό δόγμα ανέτρεπε αυτή η συνήθειά μας (η οποία, σημειωτέον, δεν είναι “πανάρχαια” αλλά του 20ου αιώνα) και έπρεπε να εξορκιστεί στο πυρ το εξώτερο.

3 «Μου αρέσει»

Μα ρε παιδιά, τέτοιες περιπτώσεις δεν έχουν να κάνουν με το αν είσαι θεωρητικός ή πρακτικός. Το να απορρίπτεις αυτό που δεν ξέρεις είναι εξίσου λάθος όποιος κι αν είσαι, αλλά και εξίσου συχνό όποιος κι αν είσαι.

Από το 2004 που παρακολουθούσα τις συναντήσεις τσαμπούνας, κάργα στους πραγματικά πρακτικούς μουσικούς, πιο μη-θεωρητικός πεθαίνεις, έβλεπα πώς αντιδρούσαν οι μουσικοί του κάθε νησιού στην αποκάλυψη ότι και στο δίπλα νησί παίζουν τσαμπούνα, αλλά λίγο αλλιώς: πάντα το έβρισκαν λάθος. Έχω μαζεμένες διάφορες ατάκες πάνω σ’ αυτό, αλλά επειδή θέλουν λίγη εξήγηση για τα τεχνικά της τσαμπούνας που θα χάλαγε το αστείο, δεν τις παραθέτω.

Το ίδιο και για τραγούδια κοινού ρεπερτορίου με κάποια παραλλαγή στους στίχους: πάντα, στο άλλο νησί το λένε λάθος.

Όσο για το περιστατικό με τον Καρακώστα και τον Καρα-σκέτο, ντάξει, μπορείς να πεις ότι ήταν λίγο άστοχο να περιμένει ο Καράς μια απάντηση του τύπου «Ουσάκ» (που και πάλι, γιατί όχι; υπάρχουν τόσοι επαγγελματίες λαϊκοί μουσικοί που ξέρουν τους δρόμους και με το όνομά τους), αλλά το σχόλιο του Σπύρου δεν το καταλαβαίνω:

Δηλαδή για εξήγησέ μας, Σπύρο, πώς ακριβώς βγαίνει επιστημοσύνη χωρίς κατάταξη; Ή μήπως δε θα έπρεπε να υπάρχει καθόλου επιστημοσύνη; Μήπως κι άμα μας πονέσει το δόντι να πάμε σε κανέναν μπαρμπέρη με τις τανάλιες του, καληώρα σαν τον Μπάτη, αντί να τρέχουμε στους δήθεν οδοντογιατρούς που κάνουν τα πτυχία τους ταπετσαρία; Και για τις ιώσεις στις γριές που ξέρουν τα ξόρκια;

Καλώ τον επόμενο που έχει παρόμοιες απόψεις, να τις υποστηρίξει γραπτά χωρίς να χρησιμοποιήσει τις γνώσεις περί γραφής (24 γράμματα, ορθογραφίες κλπ.) που προσπάθησε να του χώσει στο μυαλό κανένας δήθεν δασκαλάκος με τα πτυχιάκια του, που ήθελε να του καλουπώσει την ελεύθερη έκφραση κλπ. Γράφτε με πρακτικά γράμματα να δούμε.

3 «Μου αρέσει»

Ας είναι καλά ο Βλαχογιάννης, που με χίλιους κόπους κατάφερε να ξεδιαλύσει τη γραφή του Μακρυγιάννη και να την κάνει αναγνώσιμη για το ευρύ κοινό! Η να σου φέρω ένα άλλο παράδειγμα…τα χειρόγραφα του εθνικού σας ποιητή Σολωμού, που παρότι ήταν πολύ μορφωμένος δεν έμαθε ποτέ την ελληνική ορθογραφία! Καμιά φορά χρειάζονται οι γραμματιζούμενοι… :slightly_smiling_face:.Και μια που το έφερε η συζήτηση, τι μπορείτε να πείτε για τις επεμβάσεις του, ας τον πούμε, επίσημου κρατικού μηχανισμού, στην παράδοση στα άλλα Βαλκανικά κράτη, π.χ. την Βουλγαρία; Έχω την εντύπωση ότι η κρατική επέμβαση πολλές φορές ήταν σημαντική και ότι η γνήσια παράδοση έγινε ένα είδος κρατικού φολκλόρ. Όπως έχει αναφέρει ο κ. Νίκος παλιότερα νομίζω, κάτι παρόμοιο έγινε και στην Τουρκία, όπου ο saz/baglama ανακηρύχθηκε σε “εθνικό” όργανο και ακόμα τα παραδοσιακά μαυροθαλασσίτικα (Karadeniz) τραγούδια παίζονταν με baglama αντί με τη λύρα σε επίσημες ηχογραφήσεις. Βέβαια, η παράδοση κρατήθηκε και τώρα τα πραγμάτα έχουν αλλάξει, στο σημείο που υπάρχουν και παραλλαγές, όπως το Karadeniz kemence pop/rock ρεύμα.

1 «Μου αρέσει»

Τα χειρότερα!

2 «Μου αρέσει»

Πολύ ενδιαφέρον! Ευχαριστώ σε σένα και το Δημήτρη, φυσικά! Θα ψάξω για το βιβλίο του Rice.

Τα ΄χε αυτά η Δόμνα…. Εδώ, τον ίδιον τον Σωκράτη (τον Σινόπουλο ντε, πόσες εκατοντάδες φορές την έχει συνοδεύσει; ) τον καταχείριζε: Από πού κι ως πού εσύ, Μωραΐτης αντάμ παπαντάμ, μου παίζεις πολίτικη λύρα;

1 «Μου αρέσει»

η αληθεια βρισκεται καπου στη μεση. δεν μας ενοχλουν γενικα οι θεωρητικοι, αλλα οι κακοι θεωρητικοι. αυτοι που δεν ξερουν-καταννοουν οτι δεν ξερουν-καταννοουν. αυτοι που δεν ξερουν-καταννοουν οτι η μουσικη ειναι και εργασια παραλληλα, και ανθρωποι ζουνε τις οικογενειες τους απο αυτην. αυτοι που δεν ξερουν-καταννοουν οτι επι 100 ετη, υπηρχε παγκοσμιως η βιομηχανια της δισκογραφιας, η οποια εφερε τα πανω κατω στην τεχνη και στην επιστημη της μουσικης.και οπως ειπε και ενας φιλος παραπανω, για καποιον πολεμο… οχι δεν υπαρχει κανενας πολεμος. απλως ειμαστε στην χωρα του οτι δηλωσεις εισαι. και ναι… οταν ο χι ψι μπλαμπλας, διαμορφωνει την γνωμη του κοσμου, με αστοχες ρομαντικες αρλουμπες, και μετα ερχονται ο κοσμος, να κρινουν τους καλλιτεχνες με βαση αυτην την γνωμη, οχι. ο μπλαμπλας θα πρεπει να τα ακουσει κανονικα πλεον και να μπει στην θεση του. δεν εχετε ιδεα τι γινεται στον πραγματικο κοσμο, εξω απο τις γραφομενες μελετηρες σελιδες!

Πολύ πιθανόν. Οπότε, Μιχάλη, εσύ που βρίσκεσαι εκεί έξω και τα μαθαίνεις, πέρνα τα κι εδώ να τα μαθαίνουμε κι εμείς!

Παιδιά, η Σαμίου με ποια λογική συγκαταλέγεται στους θεωρητικούς;

Αυτή τη στιγμή το σάιτ του συλλόγου της έχει πέσει, οπότε δε βρίσκω τη βιογραφία της, αλλά μερικά πράγματα τα ξέρουμε λίγο πολύ όλοι:

Γύρναγε στα χωριά, μάζευε τραγούδια, και άλλα από αυτά τα έβγαζε κατευθείαν σε δίσκους, άλλα τα ερμήνευε η ίδια με ορχήστρα της οποίας είχε την ευθύνη. Επίσης έκανε συναυλίες και μαθήματα, καθώς και εκπομπές.

Η θεωρία πού βρίσκεται σ’ όλο αυτό;

Η Σαμίου ήταν μαθήτρια του Καρά. Άρα είχε κάνει βυζαντινή, και είχε μάθει να εξηγεί και τα δημοτικά με βάση τη θεωρία της βυζαντινής μουσικής. Ε, δεν έχω δει (σε φυλλάδια δίσκων, εκπομπές ή αλλού) να βάζει έστω και μία λέξη σχετικά μ’ αυτό, π.χ. ότι κάποιο τραγούδι είναι σε ήχο τάδε. Η πιο βαριά θεωρία που ξέρω να χρησιμοποίησε είναι ότι σε έναν δίσκο της έχει μαζέψει τραγούδια όχι κάποιας περιοχής, όχι κάποιας θεματολογίας, αλλά «σε επτάσημους και εννιάσημους ρυθμούς».

Ο Καράς, μάλιστα. Αυτός ήταν θεωρητικός. Μουσικολόγος. Δεν ξέρω αν είχε πτυχία να το αποδεικνύουν, αλλά στην πράξη ήταν. Όπως κι η Σαμίου, δεν ξέρω τι πτυχία είχε αλλά στην πράξη δεν ήταν.

Θεωρητικοί ρεμπετολόγοι δε νομίζω να υπήρξαν πριν τα τελευταία δέκα, άντε δεκαπέντε χρόνια.

Οπότε, ποιον ακριβώς βαράμε;

(Σ’ αυτό βέβαια ο Μιχάλης απαντά τίμια «[αυτούς] που δεν ξερουν-καταννοουν οτι δεν ξερουν-καταννοουν», αλλά αυτή η ημιμάθεια και η δοκησισοφία μπορεί να βρεθεί σε οποιονδήποτε χώρο, θεωρητικό ή πρακτικό ή άλλον.)

H Σαμίου, πολύ καλή τραγουδίστρια, θέλησε και να συνεχίσει το έργο της καταγραφής, που είχε ξεκινήσει ο Καράς και πράγματι κάτι έκανε, ανακάλυψε και τον Ρος Ντέλι, έφτιαξε και δίσκους αλλά στα θεωρητικά παραδεχόταν η ίδια δημόσια ότι δεν ήταν καλή μαθήτρια, γι αυτό και απέφευγε κακοτοπιές.

Τώρα, το ποιόν ακριβώς βαράμε, εγώ ευχαρίστως θα βάραγα εκείνον που έγραψε τα λόγια στο τραγούδι που μπερδεύει τον Διάκο με άλλους καπεταναίους σε Αλαμάνα και άλλα, ο Μιχάλης κάποιους θέλησε να βαρέσει κι αυτός αλλά ψιλομπερδεύτηκε, φοβάμαι, με τις κατανοήσεις των κατανοήσεων, μπερδεύοντας κι εμένα…

Δεν … πάμε γι άλλα, λέω γώ; Αρκετά.

Όχι μωρέ, ο Μιχάλης σαφής είναι: άμα δεν ξέρεις, λέει, να το αναγνωρίζεις. Μην κάνεις τον γνώστη εκεί που δεν έχεις καταλάβει κάποια βασικά.

Δε νομίζω να διαφωνούσε κανείς σ’ αυτό το αυτονόητο. Μόνο που δεν έχει καμιά ειδική σχέση αποκλειστικότητας με τους θεωρητικούς. Και σε μουσικούς δεν το βλέπουμε;

1 «Μου αρέσει»

Δεν πάμε. Συνεχίστε, όσοι θέλετε.

2 «Μου αρέσει»

Δεν βαράμε κανένα. Βαράμε συγκεκριμένη θέση η οποία, μέσω της δικής μας εμπειρίας, βρίσκουμε προβληματική.
Ε, καμιά φορά παρασυρόμαστε σαν εκείνο τον υποδηματοποιό του ζωγράφου Απελλή, παίρνουμε φόρα και γενικεύουμε. Λάθος μας.

3 «Μου αρέσει»

Μία προβληματική, για μένα, αντιμετώπιση στα της εξήγησης/ερμηνείας ενός παραδοσιακού τραγουδιού είναι η παρακάτω:

…εγώ ευχαρίστως θα βάραγα εκείνον που έγραψε τα λόγια στο τραγούδι που μπερδεύει τον Διάκο με άλλους καπεταναίους σε Αλαμάνα και άλλα…

Από την στιγμή που δεν ξέρουμε το παραμικρό για το τι είχε στο μυαλό του ο στιχουργός, σε ποιον καπετάνιο αναφερόταν* και γιατί, ποια εποχή γράφτηκε είναι τουλάχιστον ατόπημα να αποφαινόμαστε
καταδικαστικά, πετώντας στον καιάδα το τραγούδι.
Όταν σε μία δίκη δεν υπάρχουν στοιχεία για να βγει σωστή απόφαση, το ορθόν είναι να μπει στο αρχείο η υπόθεση. Αν δεν μπει τότε το ξύλο το θέλει ο δικαστής, δεν συμφωνείτε;

*Όταν σε μία μάχη υπήρχε μόνο ένας καπετάνιος με το σώμα του τότε ναι, αυτός έπραττε αυτοβούλως και τέλος.
Όταν υπήρχαν περισσότεροι τότε άτυπα, από σεβασμό και τιμή, πρώτος μεταξύ ίσων ήταν ή ο γηραιότερος ή με τον μεγαλύτερο στρατό (σε κάποιες περιπτώσεις ήταν ο πιο μάχιμος και μπαρουτοκαπνισμένος).
Φτιάχναν το σχέδιο και προχωρούσαν.

Υπό αυτό το πρίσμα θα μπορούσε το τραγούδι να έχει υπόψη του τον Πανουργιά ή τον Δυοβουνιώτη που ήταν με τον Διάκο και ήταν 20-30 χρόνια μεγαλύτεροι. Πολλά τα χρόνια της διαφοράς. Το γιατί δεν αναφέρεται κανείς τους έχει ήδη απαντηθεί από τον Περικλή: πιθανόν στο τραγούδι να ακούγονται μόνο κάποιοι στίχοι.

Ο Καράς έκανε ό,τι μπορούσε και δεν ήταν λίγο. Η Σαμίου, επίσης.
Εμείς τι κάνουμε;

3 «Μου αρέσει»