Ελληνικά Κάλαντα, των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων

και νά, ένα παίνεμα για τον υγιό, που ψάρεψα από άλλο θέμα:

Έλα κι ας το παινέσουμε τούτο το παλικάρι

Οπόχει πλάτες γι άρματα κι αρμούς για το λιθάρι

Και χέρια γοργογύριστα να ρίχνουν τη σαΐτα,

Να σαϊτεύει τα πουλιά και τα ΄μορφα κορίτσια.

(… αντί για πετραχήλι, όμορφα κορίτσια. Αμέ, όχι παίζουμε!)

Σ’ αυτό το σημείο δύο είναι οι πιο συνηθισμένες εκδοχές για το τσάκισμα / β’ ημιστίχιο: «άσπρε μου χρυσέ μου ήλιε» και «άσπρε μου χρυσέ μου κρίνε». Απορεί κανείς πώς τα σκέφτηκαν, αφού η μόνη προϋπόθεση είναι η ομοιοκαταληξία, και αυτά δεν ομοιοκαταληκτούν με το «ωμίλει».

Θεωρώ ότι η μόνη λογική εξήγηση είναι η εξής: προέρχονται από κάποια τοπική λαϊκή εκδοχή των καλάντων, όπου ο παρατατικός του «μιλάει» είναι «εμίλειε» στην ντοπιολαλιά. Τέτοιες ντοπιολαλιές υπάρχουν πολλές. Στο αθηναϊκό, επειδή δε λένε «εμίλειε» στην Αθήνα, δεν έχει κανέναν λαϊκό τύπο αλλά το καθαρευουσιάνικο «ωμίλει», κράτησαν όμως τα τσακίσματα.

Εντωμεταξύ όλο αυτό (καθαρευουσιάνικο «ωμίλει» και ανομοιοκατάληκτα «ήλιε» ή «κρίνε») κυκλοφορεί και σε λαϊκές παραλλαγές των καλάντων. Αυτή η ανομοιοκαταληξία προκαλεί ίσως κάποια αμηχανία, ίσως και προσπάθειες για αυτοσχέια διόρθωση (που μορεί να καταλήξουν σε σαρδάμ).

Ποιοι ήλιοι; Η άσπρη κοπέλα / κυρά είναι όμορφη σαν τον ήλιο. Ή σαν τον κρίνο.

(Η ασπράδα είναι ένδειξη υψηλής ηθικής στάθμης και ταυτόχρονα υψηλής κοινωνικής θέσης. Τις τίμιες δεν τις βλέπει ο ήλιος να μαυρίσουν, γιατί κάθονται σπίτι τους και δε σουρτουκεύουν. Υπάρχουν βέβαια και οι φτωχές, που τις βλέπει ο ήλιος όλη μέρα στο χωράφι και τις άλλες δουλειές, όχι όμως τις αρχοντοπούλες. Άρα άσπρη = έπαινος, οπότε γίνεται και στοιχείο ομορφιάς, όπως αλλού η παχιά γίνεται σύμβολο ομορφιάς, π.χ. άσπρη μου παχιά σουλτάνα, γιατί έχει να φάει! Άρα για να την παινέσουμε θα την πούμε πολύ άσπρη, να φέγγει σαν τον ήλιο…)

Άσπρη σαν το γάλα ένα πράμα!.
Κάηκε και η δασκάλα που 'ταν άσπρη σαν το γάλα που λέει ο Μπέζος!.

Στην ηχογράφηση Ανδριάνα της Ελληνικής εστουδιαντίνας το 1906 ακούμε στο τέλος κάθε στίχου η πίσω χορωδία να μπερδεύετε και να λέει παχιά και ή άλλη να λέει γλυκιά!.
Θα ήθελα να σας στείλω το τραγούδι να το ακούσετε αλλά θα βγει εκτός θέματος!.

Όπως έχω ξαναγράψει, θεωρώ πως οτιδήποτε αφορά τη στιχουργική δομή των παραδοσιακών καλάντων, ιδίως των πρωτοχρονιάτικων (που έχουν την πιο σύνθετη δομή, και γι’ αυτό είναι και τα πιο πρόσφορα σε παρανοήσεις) έχει αναλυθεί και ερμηνευθεί υποδειγματικά (σχεδόν θα τολμούσα να πω και οριστικά, τελεσίδικα) από τα κείμενα του Δ. Μαντζούρη @kepem στο βιβλίο-σιντί του ΚΕΠΕΜ «Ανοίξετε την πόρτα σας». Ένα από τα κεφάλαια αυτού του βιβλίου, το πιο γενικού ενδιαφέροντος ίσως, καθώς διαλύει και διάφορες διαδεδομένες φήμες, έως και αστικούς μύθους, έχει αναδημοσιευτεί και αυτοτελώς εδώ. Ωστόσο μένει και μια λεπτομέρεια που, ενώ νόμιζα ότι κι αυτή ρυθμίζεται, τελικά δεν τη βρίσκω. Πρόκειται για το εξής:

Απ’ όλα τα διάφορα τσακίσματα των ζυγών στίχων, υπάρχουν δύο που σήμερα τα λέμε τελείως αλλιώς απ’ ό,τι σε παλιότερες επιτόπιες καταγραφές παραλλαγών του ίδιου καλάντου: το «και δε μας καταδέχεται», που μάλιστα ενίοτε τελευταία το ακούμε και υπερδιορθωμένο σε «κι όλους μάς καταδέχεται», και το «άσπρε μου άγιε Βασίλη» (ή «άγιε μου καλέ Βασίλη» κλπ.). Παραδοισακά στο πρώτο έλεγαν «άρχοντες το κατέχετε» και στο δεύτερο κάτι με κρίνο ή με ήλιο. Ενώ όμως ο Δημήτρης για το δεύτερο είναι κατηγορηματικός ότι δεν εμφανίζεται (το «άσπρε μου άγιε Βασίλη») παρά πολύ πρόσφατα, για το πρώτο δε βρίσκω καμιά προσπάθεια χρονολόγησης. Δεν αναφέρει αυτή την ηχογράφηση του 1907, επομένως δεν ξέρουμε αν την είχε υπόψη του, και δεν ξέρουμε επίσης αν είχε υπόψη του και ότι το «και δε μας καταδέχεται» λεγόταν από τόσο παλιά.

Περικλή, μπορεί να μην γνώριζε καν την ύπαρξη της ηχογράφησης!.

Αυτό ακριβώς δεν έγραψα; Ότι δεν ξέρουμε αν τη γνώριζε.

Συγνώμη δεν το πρόσεξα!.

Μερικές σημειώσεις σε αυτά που γράφτηκαν:

  1. “Άσπρε μου καθάριε κρίνε” ή “Άσπρε μου χρυσέ μου ήλιε” είναι τα δύο παλιά τσακίσματα που συναντάμε αποκλειστικά και παντού. Τόσο σε βιβλιογραφικές όσο και σε ηχηγραφικές πηγές. Μία μόνο εξαίρεση, που κάνει και άριστη ρίμα με το “ομίλει”: Ρεΐζντερε Ερυθραίας “Άσπρο μου γλυκό σταφύλι”. Μόνο αυτό μπόρεσα να βρω που να διαφέρει.

  2. Τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, Περικλή, έχουν τα 3 μέρη που αναφέρεις. Τα κάλαντα γενικότερα, όμως, έχουν ακόμα ένα μέρος στην αρχή τους, που είναι το αίτημα για να ξεκινήσουν τα κάλαντα (“αν είναι ορισμός σας…”).

  3. Το τσάκισμα “και δε μας καταδέχεται” δεν το σχολίασα στο κείμενο του “Ανοίξετε την πόρτα σας”, γιατί δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό μου ότι είναι κάτι νεότερο. Μάλιστα το θεωρούσα παλαιότερο από το “άρχοντες το κατέχετε”, καθώς ταιριάζει παρακάτω με το “μα εγώ σας καταδέχομαι” του αγίου Βασιλείου.

  4. Πολύ όμορφη ηχογράφηση! Πράγματι, δεν την είχα υπ’ όψιν μου.

1 «Μου αρέσει»

2: Ναι, σωστά, τέσσερα μέρη. Το είδα εκ των υστέρων στο βιβλίο, αλλά είπα να μην το διορθώσω μιας και δεν επηρεάζει τα σημεία που μας ενδιέφεραν…