Αστικολαϊκά παραλειπόμενα

Ναι, σίγουρα δεν εννοεί το (εξ Εσπερίας, άρα μη βάρβαρον) οργανέτο. Βάζει τα «μη ελληνικά» όργανα που υπάρχουν και στην Ελλάδα, σε μια κατηγορία: Η γκάιντα (που την εφηύραν οι Σικελοί ή / και οι Καλαβρέζοι), το βιολί και το σαντούρι των Τούρκων χανεντέδων (λες και ο Στραντιβάριους στην Ανατολία είχε το εργαστήρι του…), το βαρβαρόφωνον, από κοντά βέβαια και τα νταούλια, ζουρνάδες και ταμπουράδες. Ότι το κλαρίνο μας ήρθε από τις στρατιωτικές μπάντες των (εξευρωπαϊσθέντων) Οθωμανών μέσω (πράγματι) Ρουμάνων, Σέρβων κλπ.), μάλλον δεν θα το φαντάστηκε. Τώρα, το ότι Σικελοί, Καλαβρέζοι, Τούρκοι, αθίγγανοι αλλά και Βοημοί, Ούγγροι, Σέρβοι, Ρουμάνοι κλπ. έχουν και αυτοί ποιμενικάς αγραύλους, φλογέρες και νησιώτικες λύρες (είχαν, τέλος πάντων…) μάλλον οφείλεται στο δαιμόνιον των Ελλήνων, που σκόρπισαν τα οργανολογικά φώτα των σ’ όλη την οικουμένη!

Δίκιο είχαν. Τρία χρόνια νωρίτερα (1889), στην ίδια απ’ ό,τι καταλαβαίνω διεθνή έκθεση, οι Τυνήσιοι δεν είχαν τέτοιους δισταγμούς και η παρουσία τους κίνησε μεν το ενδιαφέρον, όμως ο Γάλλος μουσικολόγος Ζυλιέν Τιερσό ένιωσε κι αυτός, όπως κι ο έγκριτος Έλληνας αρθρογράφος, ότι τα παρόμοια όργανα της δικιάς του πατρίδας ωχριούσαν μπροστά σ’ αυτά των Βορειοαφρικανών ιθαγενών. Κανένα πολιτισμένο ευρωπαϊκό έθνος (Γαλλία, Ελλάδα… :rofl: ) δε θα αισθανόταν άνετα με μια τέτοια σύγκριση:

Το πιο ενδιαφέρον στη συναυλία των Τυνησίων είναι ένα είδος ασκαύλου, με ήχους μουσικότατους και λιγότερο φωνακλάδικους από εκείνους πολλών δικών μας [=γαλλικών] οργάνων της υπαίθρου. Είναι λίγο μικρότερο από αυτά τα τελευταία και χωρίς ισοκράτη. Δε θα απορούσα αν ήταν το αρχαιότερο όλων. Ο ιθαγενής που το έπαιζε είχε ένα πολύ πλούσιο ρεπερτόριο, που μπορεί ωστόσο να αναχθεί σε μία μοναδική φόρμα: συνδυασμός μερικών σύντομων μελωδικών φράσεων που επαναλαμβάνονται αρκετές φορές και ανακατεύονται μεταξύ τους. Μου φαίνεται πως βλέπω να επιβιώνουν εδώ οι αρχαιότερες μουσικές φόρμες των φυλών που κατοίκησαν κάποτε την Ανατολή, των ποιμενικών λαών της Αιγύπτου, της Μεσοποταμίας και της Συρίας: θαρρώ πως βλέπω να παρελαύνουν τα καραβάνια των λαών που τις περιπλανήσεις τους μας περιγράφει η Βίβλος, με τα κοπάδια των ζώων τους να προπορεύονται οδηγούμενα από τους ήχους παρόμοιων οργάνων […] .

Tiersot, Julien, Musiques pittoresques: promenades musicales à l’exposition universelle de 1889 , Librairie Fischbacher, Paris, 1889
Άμεση πηγή
(Μετάφραση δική μου, από μια γαλλική ιστοσελίδα που δίνεται στο παραπάνω λινκ αλλά φαίνεται να έχει αλλάξει δ/νση ή να καταργήθηκε)

Σε μια παρόμοια έκθεση άκουσε ο Ντεμπυσσύ μουσική γκάμελαν από την Ινδονησία κι έπαθε ζημιά :slight_smile:

2 «Μου αρέσει»

=Όσον διά

=βιολιά, σαντούρια

(για το παράθεμα και σχόλιο βλ. και Χατζηπανταζή σελ. 102)

βαρβαρόφωνα:
https://books.google.gr/books?id=VXlXAAAAMAAJ&q="βαρβαρόφωνα"&dq="βαρβαρόφωνα"&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjgsJ-Zk7PvAhVhxIsKHf6DDO44HhDoATAGegQIARAC

https://books.google.gr/books?id=0drVAAAAMAAJ&q="βαρβαρόφωνα"&dq="βαρβαρόφωνα"&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjgsJ-Zk7PvAhVhxIsKHf6DDO44HhDoATAHegQIBBAC

https://books.google.gr/books?id=G7wVAQAAMAAJ&q="βαρβαρόφωνα"&dq="βαρβαρόφωνα"&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjYsMyEmbPvAhUSHHcKHZxJB0w4KBDoATAHegQIBRAC

Νομίζω πως το # 193 του Άνθιμου πρέπει να μεταφερθεί σε συζήτηση σχετική με την Αυτοβιογραφία του Μάρκου.

Μπορεί να επαληθευτεί, άραγε, αυτή η πληροφορία που δίνεται;

Μάλιστα, πολύ ενδιαφέρον! Ακόμα και οι Αθίγγανοι επιστρατεύονται! Και βγαίνουν και επιπλέον ονόματα, για τα «τραχύφωνα τύμπανα» και τους «χωρικούς οξυαύλους»: εκτός από ζουρνά και νταούλι έχουμε και τζαμπούνα και πίπιζα.

Στο τέλος του κειμένου της η Τερζοπούλου παραθέτει κάποια λόγια της Κάιλ από τηλεφωνική συνδιάλεξή τους:

(Κάιλ): “Χωρίς εσάς δεν θα χε βγει ποτέ αυτό το βιβλίο. Εγώ μόνο ξέρω τι έχεις κάνει!”

Η Μιράντα είναι σοβαρότατη ερευνήτρια. Δεν θα δημοσίευε πληροφορίες που να μην ανταποκρίνονται απόλυτα στα πραγματικά γεγονότα.

194! Κι εξόδευα τον καιρό μου διαβάζοντας Μωραϊτίνη…

1 «Μου αρέσει»

@Ανθιμε,
για την έκδοση του βιβλίου, ναι, όφειλε να ευχαριστήσει.

Πώς κατάφερε κάποιος που δεν του δόθηκε η ευκαιρία να “ζυμωθεί” με το Μάρκο, μήνες ολόκληρους, να μεταφέρει αυτό τον παλμό του λόγου του και να αντικαταστήσει την “ξύλινη” γλώσσα με αυτή την αμεσότητα που απολαμβάνουμε στην Αυτοβιογραφία;

Είναι πράγματι, εντυπωσιακό, αν το πέτυχε, παραταύτα!

Μήπως η τσάντα περιελάμβανε και το προ “επέμβασης” υλικό;

Κακά τα ψέματα. Ούτε η Κάιλ «ζυμώθηκε» με τις 2 βδομάδες που έκατσε μαζί του. Αυτοί που «ζυμωθήκανε» για πολύ καιρό και τραβήξανε το κουπί ήταν ο Γεωργιάδης και η Καλαμαρά.

Ο Βαβανάτσος στο πολύ ενδιαφέρον κείμενό του στο ίδιο αφιέρωμα στα ΣΥΡΙΑΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ τα λέει χωρίς τρίτσα κάτσα:

«ενώ ήταν (κατά την εκτίμησή μου) 60% γραμματειακή εργασία της Κικής, 30% του Νέαρχου και 5% του Καούνη, έμελλε να εκδοθεί ως βιβλίο της Κάιλ, η οποία είχε το θράσος στον πρόλογο της Αυτοβιογραφίας να…”ευχαριστήσει” για τη “βοήθεια” που της παρείχαν η Κική και ο Νέαρχος»

1 «Μου αρέσει»

το υλικο η μερος του υλικου υπαρχει ακομα. ακουστε εδω και δειτε και το βιβλιο ταυτοχρονα. ΑΦΙΕΡΩΜΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ - ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ - LIVE - YouTube

1 «Μου αρέσει»

Η πίπιζα είναι ο ζουρνάς. Ο οξύαυλος, κατά πάσα πιθανότητα το ίδιο. Η τσαμπούνα αναφέρεται στο βιβλίο «Η ιστορία των Αθηναίων», άδηλο για ποια εποχή. Την έπαιζαν οι ρυπαροί, όπως νυν και πάντοτε, και φερέοικοι Αθίγγανοι.

Δεν έχω ακούσει ποτέ μου τίποτε για τσαμπούνα στην παλιά Αθήνα, ή οπουδήποτε στην ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ ο ζουρνάς υπήρχε (γνωστή γκραβούρα με χορό και ζουρνά στους Στύλους, αναφορά κουτσαβάκηδων που γλεντούσαν με ζουρνά, κ.ά.). Θεωρητικά δε θα μπορούσα να αποκλείσω να υπήρχε κάποτε και αυτό το νησιωτικό κατά βάση όργανο, ή να υπήρχε γκάιντα που να την έλεγαν τσαμπούνα, αλλά βασικά πιστεύω ότι κι εδώ ζουρνά εννοεί και κάποιο μπέρδεμα γίνεται με τις ονομασίες. Εξάλλου ο ζουρνάς παραδοσιακά συνδέεται με τους Γύφτους, ενώ η τσαμπούνα και η γκάιντα όχι. Και πώς θα μπορούσε - τι δουλειά έχουν οι Γύφτοι με κατσίκια; Μεταλλουργούς και κοσκινάδες τούς περιγράφει, όπως παντού.

Άρα, όταν ο συντάκτης της Νέας Εφημερίδος γράφει:

…πιθανότατα λέει δύο φορές το ίδιο χωρίς να το γνωρίζει.

Ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία φορά που συντάκτες εφημερίδων της εποχής λένε πράγματα, χωρίς να έχουν ιδέαν…

Εδώ ο Μάρκος συνομιλεί με την Κάιλ.
Μακάρι να έχουν διασωθεί και άλλες ηχογραφήσεις!

Οι δημιουργοί του ρεμπέτικου στη Θεσσαλονίκη το 1939 και ο Μουσχουντής

«…Ας επιστρέψουμε όμως στην περίοδο 1931-40 και στην αντιμετώπιση των «μπουζουξήδων» από τις αστυνομικές αρχές της Θεσσαλονίκης.
Οι μαρτυρίες των δημιουργών της δεκαετίας του 1930, όπως του Παπαϊωάννου Γ. στην αυτοβιογραφία του, είναι ενδεικτικές του κλίματος και του βαθμού φιλοξενίας που συνάντησαν οι «μπουζουξήδες», δηλαδή οι δημιουργοί και συντελεστές του πειραιώτικου ρεμπέτικου, κατά τα διαστήματα που εργάστηκαν στη Θεσσαλονίκη. «Όταν πηγαίναμε στη Θεσσαλονίκη, κάναμε ό,τι θέλαμε, γιατί καθάριζε ο Μουσχουντής… Γουστάριζε πολύ τους Πειραιώτες και πιο πολύ τα μπουζούκια ο Μουσχουντής… Φίλος του Μάρκου, του Στράτου, του Μπάτη, του Μπαγιαντέρα, του Κερομύτη, του Τσιτσάνη. Μετά έγινε κουμπάρος του Τσιτσάνη…» (Χατζηδουλής, Αυτοβιογραφία Παπαϊωάννου, 1982, σ. 69).
Η επισήμανση της παραπάνω εντύπωσης, ότι δηλαδή οι δημιουργοί του ρεμπέτικου στη Θεσσαλονίκη απολάμβαναν τη «φιλοξενία» του αστυνομικού διευθυντή της πόλης και παράλληλα διαφορετική αντιμετώπιση ως προς τη χρήση του μπουζουκιού σε σχέση με τις διώξεις που μαρτυρούν ότι υπέστησαν στην πρωτεύουσα, κατά τα πρώτα τουλάχιστον χρόνια της μεταξικής δικτατορίας, συνέβαλε – μαζί με δύο πολύ σημαντικές πληροφορίες τις οποίες μάς παρείχαν δύο γεννηθέντες τη δεκαετία του 1920 – στη διερεύνηση δύο ανεξερεύνητων αρχείων και την αναζήτηση περαιτέρω πληροφοριών. Στο σημείο αυτό θα σημειώσουμε ότι για το χρόνο που διήρκεσε η διερεύνηση των παρακάτω αρχείων θα αναφερθούμε αναλυτικότερα στο κεφάλαιο της μεθοδολογίας. Ειδικότερα:
Α) Μέσω της αναζήτησης τηλεφωνικών καταλόγων εντοπίσαμε τον κ. Μουσχουντή Δ. – γεννηθέντα κατά το έτος 1927 και πρώτο εξάδελφο του εκλιπόντος αστυνομικού διευθυντή – ο οποίος μας παραχώρησε συνέντευξη στις 7/4/2002, στην οικία του στο Μοσχάτο. Μεταξύ άλλων υποστήριξε τα παρακάτω: *«Το Σεπτέμβριο του 1939, οι… (αναφέρεται σε δύο πολύ γνωστούς δημιουργούς [54] του πειραιώτικου ρεμπέτικου της δεκαετίας του 1930), ήρθαν στο μαγαζί του πατέρα μου, Ευάγγελου Μουσχουντή, που βρισκόταν στην οδό Μενάνδρου στην Αθήνα, και του εζήτησαν ένα συστατικό γράμμα για τον ανιψιό του και αστυνομικό διευθυντή της Θεσσαλονίκης, Νίκο Μουσχουντή. Είχαν δικαστήριο στη Θεσσαλονίκη, και ο Κων/νος Μανιαδάκης (ο υπο-γραμματέας δημόσιας ασφάλειας) τους απαγορεύει να είναι στην Αθήνα. Πράγματι, ο Νίκος Μουσχουντής τους «δίνει» δικηγόρο τον Δ.Π.55 και αθωώνονται. *
Μετά την αθώωσή του πρώτου, μια ολόκληρη νύχτα ήτανε σπίτι του (Μουσχουντή) και οι δύο. Γιατί ήταν λάτρης αυτής της μουσικής» [56.] Η προσπάθεια εξακρίβωσης της παραπάνω πληροφορίας οδήγησε (κατόπιν λήψεως αδείας από τις αρμόδιες αρχές) στη διερεύνηση ολόκληρου του διαθέσιμου Αρχείου του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, το οποίο διατίθεται προς διερεύνηση στο αναγνωστήριο του Ιστορικού Αρχείου Μακεδονίας. Συγκεκριμένα, εξετάσαμε τις υποθέσεις των ετών: 1935 (4.813 υποθέσεις), 1936 (4.432 υποθέσεις), 1937 (4.130 υποθέσεις), 1938 (3.554 υποθέσεις), 1939 (4.363 υποθέσεις) και 1940 (3.705 υποθέσεις) από τον Ιούνιο του 2002 μέχρι και τον Ιούνιο του 2004.
Το υλικό του παραπάνω αρχείου – πρόκειται για 23.997 δικαστικές υποθέσεις –, όπως είναι κατανοητό, αποτελεί από μόνο του ένα ιδιαίτερα ογκώδες υλικό. Για το λόγο αυτό τέθηκαν δύο πολύ συγκεκριμένοι στόχοι:
α) να επαληθευθούν ή να διαψευσθούν οι παραπάνω πληροφορίες, που αφορούν την εμπλοκή πολύ γνωστού δημιουργού του ρεμπέτικου σε δικαστική υπόθεση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, και
β) να εξακριβωθεί εάν οι δημιουργοί του πειραιώτικου ρεμπέτικου κατά την παραμονή τους στη Θεσσαλονίκη είχαν εμπλακεί σε τρεις συγκεκριμένες κατηγορίες παραβατικών συμπεριφορών: 1. Παράβαση του Νόμου 5539 περί Ναρκωτικών [βάση του Π.Δ. της 7/17 Σεπτ. 1932 (Α΄ 329)] 2. Παράνομη κατοχή όπλου και 3. Παράνομη κατοχή καπνού [57], για τις οποίες είτε κάνουν λόγο οι στίχοι αρκετών τραγουδιών του ρεμπέτικου είτε έχουν οι δημιουργοί εμπλακεί ποινικά στην περιοχή της πρωτεύουσας [58].
Όσον αφορά τον πρώτο στόχο, εντοπίστηκε η εμπλοκή του συγκεκριμένου δημιουργού Β.Μ. σε υπόθεση απαγωγής της ανήλικης Π. Τ., σύμφωνα με την οποία ο παραπάνω δημιουργός είχε καταδικαστεί ερήμην, με επτά μήνες φυλάκιση, πρωτόδικα στις 16/6/1938, και στη συνέχεια, με την παρουσία του δικηγόρου Δ.Π. στις 15/4/1940, με τις υπ’ αριθμόν αποφάσεις 1539 και 1540/1940, το δικαστήριο: *«Κηρύσσει… απεσβεσμένην την κατά του κατηγορουμένου τούτου ποινικήν αγωγήν… Η δε απαγωγή έγινεν επί σκοπώ της μετά της απαχθείσης νυμφεύσεως». *
Όσον αφορά το δεύτερο στόχο, και μετά την εξέταση του παραπάνω αρχείου, προκύπτει το συμπέρασμα ότι κανείς απολύτως από τους δημιουργούς του πειραιώτικου ρεμπέτικου δεν διώχθηκε για τις τρεις παραπάνω παραβατικές συμπεριφορές κατά την παραμονή του στη Θεσσαλονίκη…»
[54]. Για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων δεν αναφέρουμε τα ονόματα των εν λόγω δημιουργών, αλλά μόνο τα αρχικά τους. Πρόκειται για τους Β.Μ. και Μ.Γ.
[55.] Όπως προκύπτει από την έρευνά μας στο αρχείο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσ/νίκης, ο εν λόγω συνήγορος έχει να επιδείξει πολλές επιτυχίες σε όλο το φάσμα των υποθέσεων που αναλαμβάνει (π.χ. Παραβάσεις Νόμου 5539 [περί ναρκωτικών], παράνομη κατοχή καπνού, παράνομη κατοχή όπλου, μοιχείας, απαγωγής κ.ά.).
[56]. Μουσχουντής, Δ. Απόσπασμα από συνέντευξη που μας παραχώρησε στο Μοσχάτο, 7/4/2002.
57] Για το συγκεκριμένο εγχείρημα αποδελτιώσαμε και φωτοτυπήσαμε από το σύνολο των δικαστικών υποθέσεων (23.997), τις 1.145 υποθέσεις, τις οποίες παραθέτουμε κωδικοποιημένες, στο 2ο παράρτημα της εργασίας.
[58] Για παράδειγμα σε πρόσφατη έκδοση του περιοδικού λαϊκό τραγούδι παρατίθενται στοιχεία που αποδεικνύουν δύο ολιγοήμερες καταδικαστικές αποφάσεις, του γνωστού δημιουργού του πειραιώτικου ρεμπέτικου, Μ.Γ., κατά το έτος 1933, από το Πλημμελειοδικείο Πειραιά για παράβαση του Νόμου 5539 περί ναρκωτικών (βλ. λαϊκό τραγούδι, Μάρτιος Απρίλιος 2007, σ. 48).

[Απόσπασμα από τη Διδακτορική Διατριβή του Γρ. Μπαγιόκα.
http://www.24grammata.com/wp-content/uploads/2012/05/Bagiokas-24grammata.com_.pdf ]

3 «Μου αρέσει»

μια ωραια μικρη ιστορια λεει και ο παπαιωανου στο βιβλιο του

2 «Μου αρέσει»

Το 1933 η Columbia είχε προκηρύξει διαγωνισμό ελληνικού τραγουδιού (ελαφρού πάντως ρεπερτορίου) Τα βραβευθέντα τραγούδια τυπώθηκαν σε δίσκους, σε “μουσικά τεμάχια” αλλά και στο βιβλιαράκι αυτό:

1

2

2 «Μου αρέσει»