Ανοίξετε την πόρτα σας - Νέα έκδοση με κάλαντα από το Αρχείο Σ. Καρά

Αγαπητοί φίλοι,

κυκλοφόρησε η νέα έκδοση του ΚΕΠΕΜ “Ανοίξετε την πόρτα σας!” με 59 αυθεντικές ηχογραφήσεις καλάντων σε δύο ψηφιακούς δίσκους.Υλικό ηχογραφημένο από τον Σίμωνα Καρά στο διάστημα 1958-1976.

Εκτός του ότι αποτελεί την πρώτη έκδοση που αποτελείται αποκλειστικά από αυθεντικές ηχογραφήσεις καλάντων, με σχόλια που προέκυψαν μέσα από την επικοινωνία με ανθρώπους και φορείς σε κάθε τόπο, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός ότι για τις περισσότερες από αυτές τις περιοχές έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα λίγες, ελάχιστες ή ακόμα και καθόλου αυθεντικές ηχογραφήσεις γενικώς. Έτσι πρωτογνωρίζει κανείς ή γνωρίζει καλύτερα τις περιοχές αυτές μέσα από τα κάλαντά τους. Κάποιες από αυτές είναι οι παρακάτω: Μάκρη Λυκίας, Αίγινα, Καρδάμαινα Κω, Καβακλί Μακράς Γέφυρας Ανατολικής Θράκης, Υπάτη Φθιώτιδας, Κάτω Γαρούνα Κέρκυρας, Πετρικάτα Κεφαλλονιάς, Κάτω Παναγιά Ερυθραίας, Λειψοί (τσαμπούνα), Μέτσοβο, Εμπορείο Σαντορίνης (κλαρίνο-βιολί-λαούτο), Αιγιάλη Αμοργού, Καλυθιές, Μονόλιθος και Σιάνα Ρόδου, Γέροντας Σωκίων, Λιτόχωρο Πιερίας, Εξωγή και Σταυρός Ιθάκης, Κάψαλα Στύρων Εύβοιας, Τσερνίτσα Μεσσηνίας, Πινακάτες Πηλίου, Βελεστίνο Μαγνησίας, Μεγάλο Σειρήνι, Σπήλαιο και Σιταράς Γρεβενών, Εράτυρα και Πεντάλοφος Κοζάνης.

Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης βιβλίο 190 περίπου σελίδων με πρωτότυπα εισαγωγικά κείμενα μέσα από την έρευνα και υπό την επιμέλεια του ΚΕΠΕΜ, με τους στίχους των τραγουδιών και με σχόλια σε κάθε κομμάτι.

Τα κείμενα αφορούν την ιστορία των αγερμικών εθίμων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, την πράξη των καλάντων στην παραδοσιακή κοινωνία, την πράξη του εθίμου σήμερα, τη σχέση του εθίμου με τα μεταμφιεστικά δρώμενα του Δωδεκαημέρου, την ερμηνεία των δυσνόητων καλάντων “Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά” σύμφωνα με το φαινόμενο των τσακισμάτων, τη σχέση Αη-Βασίλη και Santa Claus, καθώς και την ποίηση και τη μουσική των καλάντων.

Πάρτε μία μικρή γεύση στο παρακάτω βίντεο:

//youtu.be/tO-9VsYBA5g

Πληροφορίες-παραγγελίες στο 6936774638 (Σταύρος Σταμάτης, υπεύθυνος πωλητηρίου ΚΕΠΕΜ) και στο kepem.sales@gmail.com.

Μόλις το πήρα και το απολαμβάνω σιγά σιγά.

Είναι γενικά μια εξαιρετικά σημαντική έκδοση, και είμαι σίγουρος ότι μέσα στα επόμενα χρόνια θα τη δούμε να μπολιάζει το ρεπερτόριο χορωδιών και ομάδων που έχουν κουραστεί πια να παίζουν τα σουξέ Καππαδοκίας, Ικαρίας και 5-10 άλλων περιοχών.

Μόλις μορφώσω πληρέστερη άποψη, επιφυλάσσομαι να τη γράψω. Προς το παρόν όμως θέλω να σταθώ σ’ ένα σημείο του πλούσιου βιβλίου που μου 'κανε κλικ (ενός βιβλίου, εδώ που τα λέμε, που θα έστεκε κι από μόνο του - τόσο πολύ απέχει από το επίπεδο του απλού ένθετου).

Λοιπόν:

Αυτές τις μέρες ετοίμαζα ένα κείμενο για το μπλογκ μου, σχετικά με τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα. Επειδή πολλοί δε βγάζουν άκρη με τους φαινομενικά ασυνάρτητους στίχους, έχουν αναφυεί διάφοροι ευφάνταστοι ερμηνευτικοί μύθοι σχετικά με τον βυζαντινό νέο που έκανε ερωτική εξομολόγηση στην κρυφή του αγαπητικιά, κατά τρόπον ώστε να το ακούσουν όλοι αλλά να μην το καταλάβει παρά μόνο αυτή.

Το κυριότερο σφάλμα αυτής της ερμηνείας δεν είναι ότι δε στηρίζεται σε καμία μαρτυρημένη, παραπέμψιμη παράδοση, ούτε ότι αυτά τα κάλαντα δε λέγονταν έτσι κατά τους βυζαντινούς χρόνους (πες τέλος πάντων ότι η χρονολόγηση είναι λάθος: τα υπόλοιπα θα μπορούσαν να στέκουν, αλλά και πάλι δε στέκουν), αλλά ο εξής παραλογισμός: το ποιητικό εύρημα να σφηνώσει ο ποιητής-καλαντιστής ερωτικούς στίχους ανάμεσα στο κάλαντο, αναπόφευκτα θα ήταν ένας κώδικας είτε κοινός, που θα τον καταλάβαιναν όλοι και άρα η μυστικότητα θα πήγαινε περίπατο, είτε άγνωστος σε όλους, οπότε ούτε το πρόσωπο θα έπαιρνε χαμπάρι. Εκτός αν την είχε βρει από πιο πριν και της έλεγε: όταν θα 'ρθω για τα κάλαντα, πρόσεξε τους εμβόλιμους στίχους! - οπότε, γιατί να μην της έλεγε κατευθείαν ότι την αγαπά, αντί να περιμένει τα κάλαντα;

Η απάντηση λοιπόν είναι ότι ναι, ήταν κοινός κώδικας, και προοριζόταν να γίνει κατανοητό από όλους και όχι για κρυφά μηνύματα. Σήμερα αυτός ο κώδικας έχει ατονήσει και δε γίνεται κατανοητός από όλους (και κυρίως από τους ευρετές των ερμηνευτικών μύθων).

Στο βιβλίο λοιπόν του ΚΕΠΕΜ βρήκα ένα απλό, κατανοητό και απόλυτα λογικό και τεκμηριωμένο κείμενο που εξηγεί ποιος ακριβώς ήταν αυτός ο κώδικας, πώς τότε τον καταλάβαιναν όλοι και τι μεσολάβησε μέχρι σήμερα που δε βγάζουμε νόημα. Λίγο πολύ δηλαδή, βρήκα αυτό ακριβώς που ετοιμαζόμουν να γράψω εγώ, μόνο πιο καλογραμμένο! Έδωσα κάτι παραπάνω (πλάκα κάνω: μη φανταστείτε, για βιβλίο με 2 πλούσιους δίσκους τζάμπα ήταν) αλλά βγήκα από τον κόπο!

Για να δώσω ένα μικρό σπόιλερ, ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ κάποιος έγραψε ότι «ζαχαροκάντιο ζυμωτή» δε σημαίνει τίποτε, και ότι είναι «ζαχαροκαντιοζύμωτη»! Αλλά βέβαια υπάρχει πολύ περισσότερο ψωμί.


Υ.Γ. Δημήτρη, ειλικρινά προτείνω να το ανεβάσετε κάπου στο Διαδίκτυο αυτό το κείμενο. Λύνει την απορία περισσότερων ανθρώπων απ’ όσοι αποτελούν το δυνητικό κοινό του βιβλίου. Κάποιος πρέπει να βάζει τα πράγματα στη θέση τους.

Μόνο μία μικρή διόρθωση: η δεντρολιβανιά δεν είναι ψηλή (θάμνος είναι), αλλά ψιλή.

Περικλή, ευχαριστούμε για την πρόταση. Το ανεβάσαμε: http://www.pemptousia.gr/2018/01/archiminia-ki-archichronia-ta-pasignosta-disnoita-kalanta-tis-protochronias/

Το νόημα των στίχων των καλάντων αυτών, τα οποία στην παραπάνω εκδοχή [=την κλασική που ακούμε συνήθως] είναι ελλιπή από πλευράς στίχων και περιλαμβάνουν αρκετά λάθη γραφής, ξεκαθαρίζει αν λάβουμε υπʼ όψιν μας…

Από τους φετινούς καλαντιστάδες παρατήρησα κι άλλο ένα λάθος, που αρχίζει να ακούγεται συστηματικά και δε νομίζω ότι έχει επισημανθεί: το «συ 'σαι αρχόντισσα κυρία» να το λένε «ζήσε αρχόντισσα κυρία».

Τα κάλαντα από την Κάτω Παναγιά Ερυθραίας, που αναφέρονται στο άρθρο έχουν παρόμοιους στίχους (χωρίς τα τσακίσματα) με τα κάλαντα από την Αμοργό. Παρόμοια φαίνεται είναι και στη Φολέγανδρο. Στο συγκεκριμένο βίντεο ξεκινάνε με ένα δίστιχο που τραγουδιέται σε ένα σκοπό που πρέπει να ονομάζεται “μακινάδα” και λέγεται όταν η παρέα αναγγέλλει την άφιξή της. Εδώ λένε ουσιαστικά ότι ήρθανε να πούνε τα κάλαντα. Στη συνέχεια λέγονται τα κάλαντα σε ωραιότατο χορευτικό συρτό.

Στους δίσκους της έκδοσης υπάρχουν αρκετές εκτελέσεις που είναι ουσιαστικά το ίδιο κάλαντο, με τοπικές μικροτροποποιήσεις. Τονίζεται και στα κείμενα αυτή η ιδιαιτερότητα, ότι αφενός ένα συγκεκριμένο κάλαντο έτυχε τόσο μεγάλης διάδοσης (πιθανώς εκτοπίζοντας παλιότερα τοπικά κάλαντα - δε θυμάμαι αν το λέει κι αυτό ή το πρόσθεσα μόνος μου), αφετέρου όμως αυτό το ίδιο κάλαντο το λέγανε σε κάθε τόπο κι από λίγο διαφορετικά.

Πολύ παρόμοια, στον Αρχάγγελο της Ρόδου υπάρχει ο «Ποταμός των καλάντων». «Ποταμός» είναι ο σκοπός που στην υπόλοιπη Ρόδο λέγεται Αρχαγγελίτικος. Φαίνεται ότι το τοπικό έθιμο είναι να ξεκινάνε τα κάλαντα με μια μαντινάδα σ’ αυτό τον σκοπό και μετά να γυρίζουν στα καθαυτού κάλαντα. Και τα δύο, τόσο ο σκοπός Ποταμός όσο και τα αρχαγγελίτικα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς, είναι από τα ωραιότερα πανελληνίως δείγματα του είδους τους. Ο συνδυασμός και των δύο πρέπει να είναι πανδαισία.

Δεν έχει τέτοια ηχογράφηση στον δίσκο (έχει τα σκέτα αρχαγγελίτικα κάλαντα, την ίδια ηχογράφηση που είχε ήδη βγει στον δίσκο Ρόδου-Σύμης-Χάλκης). Υπάρχει μια γραπτή καταγραφή στα Δημοτικά Τραγούδια τ. 3 του Σπ. Περιστέρη (εκδ. Ακαδημίας Αθηνών) και μια σύγχρονη ηχογράφηση εδώ: Ποταμός με δύο μαντινάδες + τσακίσματα (9 λεπτά!!), διακοπή, «να τα πούμε; - να τα πείτε!», κάλαντα. Ωραία ανεπιτήδευτη εκτέλεση με καλές απλές ντόπιες φωνές, σωστό βιολί και τρομερό λαούτο, αλλά χάνει λίγο από τη χορωδιακή εκτέλεση χωρίς αντιφωνίες, ιδίως που στα κάλαντα, όταν είναι αντιφωνικά, υπάρχει το καταπληκτικό κόλπο να πατάει η μία ομάδα πάνω στην τελευταία συλλαβή της άλλης, που μοιραία εδώ χάνεται.

Στο ΥΤ υπάρχουν κι άλλες εκτελέσεις Ποταμού με κάλαντα, κάθε φορά κι από λίγο αλλιώς!

Θέλω πραγματικά να πω πολλά, γιατί είναι ένα απόκτημα που μου έδωσε μεγάλη χαρά. Το πρόβλημα είναι ότι, όσο το σκέφτομαι, δεν ξέρω πώς να περιμαζέψω την πολυλογία μου.

Το έργο είναι πολυδιάστατο. Σε πρώτη φάση, ας πούμε δυο λόγια -μπορεί και πέντε- για το άκουσμα, ιδίως για τα όργανα. (Το θεωρώ λίγο πεζό να εστιάσεις στα όργανα σε μια τέτοια συλλογή, αλλά μιας είναι θέμα που με συγκινεί ιδιαίτερα, το βάζω για όποιον άλλον τυχόν ενδιαφέρει.)

Κατ’ αρχήν, όπως είναι λογικό για κάλαντα, πολλά είναι γραμμένα μόνο με φωνές. Γενικά αυτό το άκουσμα είναι λίγο βαρετό αν θες να βάλεις τον δίσκο να παίζει για ν’ ακούσεις μουσική (όταν δηλαδή δεν το κοιτάς σαν μελετητής). Είναι ωστόσο μοιρασμένα σε σωστή δοσολογία ανάμεσα στα ενόργανα, που όλα είναι από αξιοπρεπή και άνω, και όλος μαζί ο δίσκος ακούγεται ευχάριστα.

Υπάρχουν 3-4 κάλαντα που, στις ίδιες ηχογραφήσεις, έχουν ξαναεκδοθεί στους αντίστοιχους τοπικούς δίσκους του Σ. Καρά (ροδίτικα, δύο θρακιώτικα, κερκυραίικο των Φώτων). Καλό είναι που υπάρχουν κι εδώ συγκεντρωτικά.

Απ’ όλους τους τόπους που εκπροσωπούνται, νομίζω ότι πρωταθλήτρια αναδεικνύεται η Κάτω Γαρούνα Κερκύρας, με τις πλούσιες πολυφωνίες, την αλέγρα μελωδία και το εξαιρετικό κέφι στην εκτέλεση. Μάλλον το ίδιο θεώρησαν και οι συντελεστές της έκδοσης, κι έτσι περιέλαβαν και τα τρία κάλαντα του συγκεκριμένου χωριού (Χριστουγέννων, Άη Βασίλη και Φώτων), παρόλο που είναι στον ίδιο σκοπό, με τους ίδιους μουσικούς και τραγουδιστές, και μοιάζουν σαν επανάληψη το ένα του άλλου. Είναι όμως τόσο ωραία που δε βαριέσαι να τα ξανακούσεις!

Σ’ ένα κρητικό κάλαντο υπάρχει μια απροσδόκητη συνεργασία: τραγουδούν ντουέτο ο ίδιος ο Καράς, με τον Κώστα Μουντάκη! Ο Μουντάκης παίζει και λύρα. Απίστευτη. Αμφιβάλλω αν στις επίσημες ηχογραφήσεις του τον έχω ακούσει να παίζει τόσο όμορφα.

Υπάρχει ένα ενδιαφέρον αρβανίτικο κάλαντο από την Καρυστία. Δυστυχώς το κείμενο φαίνεται ότι έφτασε μέχρι τον άνθρωπο που το λέει σε κατάσταση ακρωτηριασμένη, σχεδόν υπολειμματική, αλλά βέβαια, εφόσον δεν καταλαβαίνω τη γλώσσα, αυτό δεν μπορεί να μ’ ενοχλήσει. (Υπάρχει μετάφραση μέσα.) Το ίδιο αυτό κάλαντο αποτελεί μία από τις σπανιότατες καταγραφές ενός πολύ ιδιαίτερου οργάνου, μάλλον χαμένου σήμερα: της γκάιντας της Καρυστίας. Στην Καρυστία παιζόταν αρκετά η τσαμπούνα, καθώς και η λύρα, υπήρχε όμως κι ένα -ανέκαθεν πιο σπάνιο- όργανο που το λέγανε «τσαμπούνα με ζουρνά». Εκ πρώτης όψεως είναι γκάιντα («ζουρνά» λένε τον μακρύ ισοκράτη αυλό). Είναι όμως ριζικά διαφορετική από όλες τις άλλες γκάιντες της Ελλάδας και -όσο ξέρω- των Βαλκανίων. Ο μελωδικός αυλός είναι ουσιαστικά ένας αυλός τσαμπούνας. Έχει μία παραπάνω τρύπα πάνω πάνω που θα δίνει άλλη μία νότα αλλά, στα λιγοστά δείγματα που έχω υπόψη μου, δε χρησιμοποιείται καθόλου, και, αν έχει και πίσω τρύπα, ούτε αυτή την έχω ακούσει να χρησιμοποιείται. Η τονική του μελωδικού αυλού είναι στη νότα ένα τόνο πιο πάνω από την πιο μπάσα, όπως στην τσαμπούνα, κι όχι στο μέσον της έκτασης όπως στην γκάιντα. Να σημειώσω ότι η τρήση (οι τρύπες) του μελωδικού αυλού μιας γκάιντας είναι τόσο ιδιαίτερη που απαιτεί εντελώς δικούς της δακτυλισμούς, που δεν προκύπτουν κατά κανένα τρόπο από τη γενική γνώση που μπορεί να έχει όποιος παίζει διάφορα πνευστά, και υπάρχει μόνο σε γκάιντες και μόνο στα Βαλκάνια και τριγύρω. Ενώ ο αυλός της τσαμπούνας είναι πολύ πιο απλός και η χρήση του προφανής.

Για το πώς μπορεί να προέκυψε ένα τέτοιο περίεργο υβρίδιο έχω κάνει τις εξής σκέψεις: μπορεί σ’ ένα μέρος με πολλές τσαμπούνες κάποιος να είδε κάπου μια γκάιντα (σε ταξίδι ή από κάποιον ξενομπάτη) και να την αντέγραψε όπως καταλάβαινε, δηλαδή εκτσαμπουνίζοντάς την. Μπορεί να υπήρχαν από παλιά γκάιντες του κανονικού τύπου, και να αφομοιώθηκαν προς τις τσαμπούνες, ιδίως αν το ρεπερτόριο απαιτούσε ένα όργανο με τα μελωδικά χαρακτηριστικά της τσαμπούνας. Μπορεί να είναι επιβίωση μιας πολύ πολύ παλιάς, πρωτόγονης μορφής της γκάιντας, που παντού αλλού εξελίχτηκε αλλιώς δίνοντας τον βαλκανικό τύπο που περιγράφω. Αλλά μια πιο ενδιαφέρουσα πιθανότητα είναι να συνδέεται το αρβανίτικο αυτό όργανο με ένα είδος γκάιντας που φαίνεται πως υπάρχει
στην Αλβανία, που πράγματι έχει μελωδικό αυλό τύπου τσαμπούνας. Δεν ξέρω πολλά γι’ αυτό το όργανο, αλλά το έχω δει κάποτε στο ΥΤ και παρατήρησα τους δακτυλισμούς - πράγματι, δεν είναι γκαϊτατζήδικοι αλλά τσαμπουνίστικοι. Θέλει πολλή εθνολογία και ιστορία για να διαπιστωθεί αν όντως υπάρχει σχέση καταγωγής. Γενικά βέβαια, απ’ όσο ξέρω, οι Αρβανίτες της Ελλάδας δεν έχουν ξεχωριστή δικιά τους μουσική, έχουν αρβανίτικα παραδοσιακά τραγούδια με τα ίδια μουσικά χαρακτηριστικά όπως και τα τραγούδια των εκάστοτε ελληνόφωνων που τους περιτριγυρίζουν.

Πάντως η «τσαμπούνα με ζουρνά» που παίζει ο Θοδωρής Μπουγιούκος δεν είναι δικιά του πατέντα (όπως δείχνει να νομίζει η Δόμνα Σαμίου, που κατέγραψε τον ίδιο παίχτη σε μια εκπομπή της). Μαρτυρούνται αρκετά ακόμη ονόματα παιχτών, και τουλάχιστον ένας ακόμη έχει ηχογραφηθεί.

Άλλο σπάνιο όργανο που ακούγεται στη συλλογή είναι η τσαμπούνα των Λειψών. (Μα πού δεν είχε πάει πια αυτός ο Καράς!) Είναι σίγουρα η μοναδική ηχογράφηση σε δίσκο, κι έγινε το 1971. Σεμνύνομαι ότι το όνομα του παίχτη (Μιχάλης Κάβουρας) το έχω στη διατριβή μου!

Περιέργως δεν υπάρχει ούτε μία ποντιακή καταγραφή. Υπάρχουν μερικές καππαδόκικες, μεταξύ των οποίων μία αυθεντική ηχογράφηση, με ντόπιους, του πολύ γνωστού σήμερα «Ε-Βασίλη» (Χυτάτε να πάμε…), ενός ιδιόρρυθμου τελετουργικού τραγουδιού των Φαράσων. Μου τρέξαν τα σάλια μήπως είχε κεμανέ, αλλά δεν είχε, είχε βιολί και ούτι. Παρατήρησα ωστόσο ότι το ούτι το παίζει ο Παντελής Φορτουνίδης, ο οποίος είναι γνωστό ότι έπαιζε και κεμανέ, έφτιαχνε κιόλας, και νομίζω πως ήταν πρόσφυγας πρώτης γενιάς. Αυτό δίνει ελπίδες ότι σε άλλες ανέκδοτες ηχογραφήσεις του Καρά θα παίζει και κεμανέ, οπότε μπορεί να τον ακούσουμε σε μελλοντικές εκδόσεις από το αρχείο…

Άλλα όργανα που ακούγονται είναι λύρες Καρπάθου, Κάσου και (πιο σπάνιο) Λήμνου, μια τσαμπούνα από την Πάτμο, κρουστά και ιδιόφωνα, θρακιώτικες γκάιντες, και από κει και πέρα οι κλασικές ζυγιές ή κομπανίες της κάθε περιοχής. Ζουρνάδες και φλογέρες γιοκ.

Εκτός από τον Ε-Βασίλη, ακούγονται αυθεντικές καταγραφές και άλλων καλάντων που τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει γνωστά από επανεκτελέσεις. Μεταξυ αυτών, το ιδιόρρυθμο κάλαντο των Φώτων της Λήμνου, που σχεδόν δε μιλάει καθόλου για τα Φώτα και δε μ’ έπειθε (παίζει μάλιστα λύρα ο Νάσος Κοτσιναδέλης, γραμμένος τον καιρό που έπαιζε καλά). Ένα άλλο είναι το βαλσάκι «Αύτη είναι η ημέρα», φερόμενο ως Δωδεκανήσου, που επίσης δε μ’ έπειθε. Μ’ αυτές τις καταγραφές, ακούγοντας πώς τα λένε και πώς τα παίζουν οι ντόπιοι, πείθομαι και για τα δύο.

Αυτά. Καλά Φώτα, καλή φώτιση, κι από Δευτέρα τέρμα το Δωδεκάμερο και τα κεφάλια μέσα.


Δημήτρη, ευχαριστώ για τη μνεία του ονόματός μου στο σάιτ, αλλά γράφομαι με γιώτα!