Ανάλυση: Αριστερά και Ρεμπέτικο (άρθρο)

Αγαπητοί φίλοι,
Νομίζω ότι όλες οι απόψεις πρέπει είναι σεβαστές (όπως πρέπει να είναι σε κάθε πολιτισμένο φόρουμ). Η αλήθεια ή το ψέμα πολλές φορές είναι θέμα οπτικής γωνίας και τα γεγονότα ίσως να ερμηνεύονται με διαφορετικό τρόπο.

Θα ήθελα να χαμηλώσουμε τους τόνους και να επικεντρωθούμε στα επιχειρήματα, ακόμη και αν δεν συμφωνούμε!!!

5 «Μου αρέσει»

Εγώ αυτό που θα ήθελα να προτείνω με αφορμή την συζήτηση ως τώρα είναι το να προσπαθήσουμε να βρούμε το γιατί υπήρξε η στάση αυτή από την αριστερά στα μετακατοχικά - μετεμφυλιακά χρόνια απέναντι στον ρεμπέτικο τρόπο ζωής.
Αυτή την απορία εκφράζει και ο Παντελής στο μήνυμα #5.
Επίσης εκεί είναι που “πονάει” και η απλή καταγραφή που κάνει ο Βλησίδης στην ομιλία του.
Θεωρώ ότι η συνολική γνώση των μελών του φόρουμ μπορεί να δώσει τεκμηριωμένες απαντήσεις.

3 «Μου αρέσει»

Ένα δεδομένο και μόνον, φτάνει για να αποδομήσει τα αναφερόμενα από τον loukasfilm περί τετραπτύχου παρακρατικός-ταγματασφαλίτης-τεκές-χασικλίδικο τραγούδι. Και αυτό είναι το γεγονός πως τα Τάγματα Αφαλείας ξεκίνησαν από τον Σεπτέμβριο του 1943 και έγιναν πραγματική υπολογίσιμη δύναμη και όχι μόνον σχηματισμοί στα χαρτιά, από τις αρχές του 1944. Τα χασικλίδηκα ρεμπέτικα όμως προϋπήρχαν σε ηχογραφήσεις από πολλά πολλά χρόναι όπως και οι τεκέδες.

Η κομμουνιστική αριστερά είναι αντίθετη σε οτιδήποτε δεν ελέγχει και δεν εξυπηρετεί τους σκοπούς της. Αυτό κάνει και σήμερα. Αυτό έκανε και οπουδήποτε πήρε την εξουσία.
Οι καλλιτέχνες αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της εξουσίας επί της καλλιτεχνικής παραγωγής ή να εξαφανιστούν καλλιτεχνικά ή ακόμα και βιολογικά.
Ο Μαρξ μάλλον απεχθανόταν, αυτό που οι σύντροφοι αποκαλούν “λούμπεν προλεταριάτο”, οπότε αφού δεν το γούσταρε ο προφήτης, είναι άτοπο να περιμένετε να το γουστάριζαν οι ζηλωτές των θεωριών του.

δεν ξαναμπαίνω σ’αυτήν την κουβέντα, έχουμε πει ο καθένας τις απόψεις του. σίγουρα όμως δεν θα ήθελα να ανοίξει η συζήτηση “δεξιά και ρεμπέτικο”, όπως παλιότερα.

1 «Μου αρέσει»

Περικλή μάλλον κάτι δεν κατάλαβες καλά. Δεν μιλάμε γενικά για περιόδους που υπήρξαν χασικλίδικα τραγούδια, Ούτε για το πότε δημιουργήθηκαν τα τάγματα ασφαλείας. Αλλά μιλάμε για την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου. Στην διάρκεια της κατοχής και του εμφυλίου το τετράπτυχο που αναφέρω παρακρατικός - ταγματασφαλίτης - τεκές - χασικλίδικο τραγούδι ήταν πραγματικότητα. Τώρα αν αυτό σου φαίνεται τραβηγμένο έχουμε πληθώρα μαρτυριών σχετικά με τον ρόλο που έπαιξαν οι παρακρατικοί και οι ταγματασφαλήτες στην δημιουργία τεκέδων. Τώρα τι τραγούδια έπαιζαν εκεί μάλλον ειναι απλό να το σκεφτούμε. Στο προηγούμενο νήμα για την “Αριστερά και το Ρεμπέτικο” υπάρχουν παραδείγματα.
Τώρα για τα περί κομμουνιστικής αριστεράς και το τι ένιωθε ο Μαρξ θα κανονίσουμε κάποια στιγμή να το κουβεντιάσουμε από κοντά και να μου πεις και το φλυτζάνι. Να 'σαι καλα.

Δεν χρειάζεται να σου πω το φλιτζάνι Λουκά, εκτός αν με τον όρο φλιτζάνι εννοείς το γνωστό ως “Κομμουνιστικό Μανιφέστο” κείμενο του προφήτου Μαρξ. Ξέρεις! Εκείνο με το φάντασμα!
Ρίξε του ξανά μια ματιά.
Εγώ μια φορά, κουβεντιάζω τα πάντα και από κοντά και από μακρία, αν και το από κοντά μαζί μου, πέφτει συνήθως βαρύ και δύσπεπτο εις τους “συντρόφους”.

Περικλή, για το θέμα που κουβεντιάζουμε έχεις να πεις κάτι ουσιαστικό; Γιατί αυτό που είπες ήδη για να “αποδομήσεις” το πήρε ο άνεμος και το σκόρπισε.
Η σειρά με “γνώστες” που θα πουν το παραμυθάκι τους για την ¨κομμουνιστική αριστερά" είναι πολύ μεγάλη, δεν ξέρω αν βλέπεις την αρχή της από εκεί που στέκεσαι.
Έχει καταντήσει βαρετό και γραφικό. Ίσως να υπάρχει κάποια ευχαρίστηση να είσαι απλά μια στατιστική.

Φίλοι @Pericles και @loukasfilm νομίζω ότι αρχίζει να ξεφεύγει η συζήτηση σε μονοπάτια που δεν ενδιαφέρει το φόρουμ.
@Pericles αν υπάρχει κάτι επί της ουσίας μπορείς να το καταθέσεις. Για αυτό άλλωστε έχει ανοίξει το θέμα!! Να σταματήσουν σε παρακαλώ γενικότερες κρίσεις που δεν έχουν νόημα, καθώς και σχόλια για τις προσωπικές δυνατότητες που έχει ο καθένας για να αποδομεί τις απόψεις του άλλου!

4 «Μου αρέσει»

Η θέση μου Λουκά είναι σαφής και είδα κανέναν άνεμο να την παίρνει και να την σκορπίζει.
Συνοψίζω λοιπόν ξανά.

  1. Χασίσια, τεκέδες, νταήδες κλπ υπήρχαν πριν τον πόλεμο επί πολλά πολλά χρόνια.

  2. Οι αριστεροί, ήδη πριν τον πόλεμο, δεν γούσταραν τα ρεμπέτικα γενικώς και ακόμα περισσότερο τα χασικλίδικα ειδικώς.

  3. Οι αριστεροί δεν γούσταραν τα ρεμπέτικα διότι τα θεωρούσαν έκφραση του λούμπεν προλεταριάτου, το οποίο δεν είχαν σε υπόληψη.

  4. Την ίδια στάση απόρριψης του λούμπεν και των εκφράσεών του, εξακολουθεί να κρατά μέρος των αριστερών και σήμερα.

  5. Η προσπάθεια να συνδέσει κάποιος την απέχθεια των αριστερών για τα ρεμπέτικα μετά τον πόλεμο, με το υποτιθέμενο τετράπτυχο παρακρατικός-ταγματασφαλίτης-τεκές-χασικλίδικο τραγούδι σκοντάφτει κατά την ορθολογική σκέψη σε τρία προβλήματα:

Α) θα πρέπει με κάποιον, μάλλον μαγικό τρόπο, να πέρασε η αποκλειστικότητα χρήσης των τεκέδων σε παρακρατικούς και ταγματασφαλίτες, ενδεχόμενο που χρήζει αποδείξεως, όμως εκ των προτέρων φαίνεται μάλλον απίθανο.
Το πιθανό είναι οι τύποι που σύχναζαν από πριν σε τέτοια μέρη, να συνέχιζαν να συχνάζουν. Είναι επίσης πιθανόν κάποιοι από αυτούς να μπλέχθηκαν και με παρακρατικές δραστηριότητες από καιροσκοπισμό, όπως από καιροσκοπισμό ομάδες ληστών εβρισκόμενες στα βουνά επί Κατοχής, άρχισαν να δηλώνουν πως κάνουν αντίσταση, όταν εμφανίστηκαν στα λημέρια τους ένοπλες ομάδες ανταρτών.

Β) Στο ότι έντονη απόρριψη των ρεμπέτικων εκ μέρους των αριστερών υπήρχε ήδη (δες παραπάνω σημείο 3), οπότε το “τετράπτυχο” ως πρόσθετη και καινούρια αιτία έχει μόνον ενισχυτικό ρόλο και όχι εξηγηματικό της έτσι κι αλλιώς προϋπάρχουσας απόρριψης.

Γ) Ας μην ξεχνάμε πως οι εμφύλιες ένοπλες συγκρούσεις είχαν ήδη ξεκινήσει από αρχές του 1943 και συνεχίστηκαν με διαλείμματα έως το 1949. Γιατί θα πρέπει να παίρνουμε τοις μετρητοίς ο,τιδήποτε αναφέρει μία εκ των αντιμαχομένων παρατάξεων;

Ο Μίκης Θεοδωράκης έχει μιλήσει για τις κομματικές αντιδράσεις που συναντούσε επειδή χρησιμοποιούσε μπουζούκια, τα οποία ήταν συνδεδεμένα στην συνείδηση των Ελλήνων με τα ρεμπέτικα.

Τελικά η κομματική γραμμή άλλαξε σιγά σιγά από ανάγκη, καθώς δεν κατάφερε να αποχαρακτηρίσει τα ρεμπέτικα και το μπουζούκι. Αυτά παρέμειναν λαϊκή έκφραση και λαϊκή μουσική.

Το κόμμα λοιπόν, έκανε την ανάγκη φιλοτιμία και αποδέχθηκε αρχικά το μπουζούκι και πολύ αργότερα μερικά ρεμπέτικα.

Για τους παραπάνω λόγους λοιπόν, είναι πολύ πιθανότερο το τετράπτυχο, το οποίο ανέφερε ο Λουκάς να είναι εκ των υστέρων προσπάθεια δικαιολογήσεως της στάσεως που κρατούσε το κόμμα επί 10ετίες, έχοντας ίσως κάποια ψήγματα αληθείας, παρά η αναντίρρητη γενικευμένη πραγματικότητα της εποχής.

Σχετικά με τους τεκέδες αυτό που ξέρουμε όμως είναι ότι και πριν τον πόλεμο τους ελέγχει το σκληρό παρακράτος - περιθώριο. Προς απόδειξη αυτού θα φέρω τα λόγια του Βαμβακάρη από την αυτοβιογραφία του για ένα τεκέ στα χιώτικα που τον φέρνει ως εξαίρεση αναφερόμενος στην συνεργασία του με την αστυνομία αφού αναφέρει όσους θυμάται:
“Δεν τον άφηνε να σταθεί. Στην φυλακή, εξορία σε διάφορα νησιά, γιατί δεν τους έλεγε τίποτας, ενώ οι άλλοι την εφέρνανε.” Αυτοβιογραφία σελ. 113
Ο Βαμβακάρης συνεχίζει στην σελίδα 114.
“Όλα αυτά που συζητάμε από το τριάντα μέχρι το σαράντα. Και στην πείνα υπήρχανε. Στην κατοχή εβρισκότανε χασίσι και μάλιστα πιο αβέρτα πουλιότανε. Μια φορά στην κατοχή μ’επιασαν σε ένα τεκέ και μ’ άφησαν.”
Περνάμε στα μαγαζιά τώρα που έπαιζε. Καταρχήν για το δικό του αναφέρει την συνάντησή του με τον Λιαρομάτη διευθυντή στο Πειραιά. Του λέει επί λέξη:
“Όταν θες να σου δώσουμε την άδεια, εσύ πρέπει να γίνεις άνθρωπος δικός μας.”
Παρακάτω αναφέρει ο Λιαρομάτης: “ Όσοι έχουν μαγαζιά μας έλεγαν και εμείς εμαθαίναμε.”
Αυτοβιογραφία σελ. 156
Επίσης έχει αναφερθεί ξανά και από άλλες πηγές η σχέση του Ν. Μουσχουντή με τον υπόκοσμο και το περιθώριο της Θεσσαλονίκης. Δεν χρειάζεται να ξαναγράψω σε ποιες σελίδες αναφέρεται αυτό.
Από άλλη πηγή αναφέρω το εξής απόσπασμα σχετικά με την Θεσσαλονίκη, (Βίοι παράλληλοι με την Αθήνα):
“Στην οδό Ειρήνης βρισκόταν το μαγαζί του Χρήστου Παπαδόπουλου ή Κέρκυρα, απ’ όπου πέρασαν όλοι οι γνωστοί ρεμπέτες της Αθήνας μετά το 1935 ως το τέλος της Κατοχής. Το 1944 ο Κέρκυρας και ο 17χρονος γιος του Γιωργάκης, που έπαιζε μπουζούκι, ταγματασφαλίτες και οι δύο στα τάγματα του Βήχου, βρέθηκαν δολοφονημένοι έξω από το μαγαζί τους από τις ομάδες του διαβόητου Δάγκουλα, σε ξεκαθάρισμα ύποπτων συναλλαγών. Ο Κέρκυρας, τυπικός εκπρόσωπος του υποκόσμου που σύχναζε και συναλλασόταν στο Βαρδάρι, παρότι είχε καταδικαστεί για φόνο και λαθρεμπορία, βρισκόταν έξω από το Γεντί Κουλέ, μια κατά πάγια τακτική της εποχής τέτοιοι τύποι ήταν το “μάτι και το αυτί” της αστυνομίας και του παρακράτους.”
Πηγή: www.isth.gr/images/uploads/14-ZAFEIRHS.pdf
Το κείμενο συνεχίζει και αναφέρεται σε άλλες δύο περιπτώσεις, του Μαλίκ Μπέη όπως και του Καφαντάρη.
Ο Β. Τσιτσάνης σε μια από τις εκδοχές για την δημιουργία της Συννεφιασμένης Κυριακής:
“δ/. οι πόρτες του μαγαζιού Αετός, κλειστές, πολλοί ταγματασφαλίτες, δωσίλογοι και μαυραγορήτες που βρίσκονται μέσα επιδίδονται σε βωμολοχίες πυροβολισμούς αντριλίκια και πίεση στην ορχήστρα να τραγουδήσουν κι άλλο.”
Πηγή:http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=News&file=article&id=4145

Αυτά τα παραδείγματα τα φέρνω γιατί αποδεικνύουν το εξής φαινόμενο. Ότι και προπολεμικά αλλά και στην διάρκεια της κατοχής όπως και του εμφυλίου, ο παρακρατικός μηχανισμός που αποδεδειγμένα συνεργαζόταν με την αστυνομία, συνέχισε να έχει στην συντριπτική του πλειοψηφία την ιδιοκτησία τεκέδων και μαγαζιών που έπαιζαν μπουζούκια μέσα. Αυτό απαντά στο 1) του Περικλή καθώς και στο Α), καθότι δεν χρειάστηκε καμμιά “μαγεία” αλλά ήταν ήδη ένα φαινόμενο υπαρκτό και πολύ καλά καταγεγραμμένο. Το να υπάρχουν και ελάχιστες εξαιρέσεις που δεν συνεργάζονταν με την αστυνομία ήταν ακριβώς αυτό, εξαιρέσεις.

Τα 2), και 3) σημεία που αναφέρει ο Περικλής έχουν απαντηθεί στην δεύτερη συζήτηση “Αριστερά και Ρεμπέτικο” με την απλή διαπίστωση ότι δεν υπάρχουν πουθενά καταγραφές επίθεσης οργανωμένων κομμουνιστών σε τεκέδες όπως υποστήριζε ψευδώς και ο Βλαδίμηρος, αλλά ούτε και καταγραμμένη κάποια απόφαση κομματικού οργάνου που να καταφέρεται στο ρεμπέτικο. Αλλά και για τους δύο και τον Περικλή και τον Βλαδίμηρο αυτά είναι ψιλά πράγματα.
Και για να μην μείνουν αμφιβολίες θα αναφέρω πάλι τα ακριβή λόγια του Βαμβακάρη από την αυτοβιογραφία του αναφερόμενος στο “Καρέ του Άσσου” που έπαιζε εκείνη την εποχή:
“Οι αντάρτες θέλανε να παίζω δικά μου κομμάτια και να μην είναι χασικλήδικα για να μην μαθαίνει ο λαός τέτοια πράγματα.” Σελ.209
Τα κομμάτια που έπαιζε ο Μάρκος εκτός των χασικλήδικων δεν ήταν ρεμπέτικα; Αλλά όπως είπαμε αυτά είναι ψιλά γράμματα.

Και για να τελειώσω, το γεγονός είναι ότι, στην διάρκεια της κατοχής τα μαγαζιά ζούσαν στην ουσία μόνο από μαυραγορίτες, σαλταδόρους, γερμανούς, ιταλούς και έλληνες συνεργάτες τους. Ο κόσμος δεν πήγαινε να γλεντήσει. Και αυτό ήταν απόλυτα λογικό. Ειδικά αν σκεφτείς ότι τον χειμώνα του 1941 πάνω από 400.000 άνθρωποι είχαν χάσει την ζωή τους λόγω πείνας. Ποιο σπίτι δεν ειχε κάποιον να κλάψει; Ίσως αυτό να ακούγεται απόλυτο, αλλά τις καταγραφές που έχουμε για γλέντια του κόσμου, τις έχουμε μόνο στα πλαίσια των ελεύθερων συνοικιών της Αθήνας και όχι στα μαγαζιά αλλά σε πλατείες. Βλέπε μαρτυρία Γενίτσαρη για την Κοκκινιά σε σχέση με το τραγούδι του για τον Στέλιο Καρδάρα.

Όλες αυτές οι μαρτυρίες θεωρώ ότι δίνουν βάση στο τετράπτυχο: Παρακρατικός – Ταγματασφαλίτης – Τεκές – Χασικλήδικο τραγούδι, και την αντίδραση του αγωνιζόμενου λαού απέναντι σε αυτό. Όπως είπα και σε προηγούμενο μύνημα έπρεπε να περάσει καιρός για να μπορέσει να ειδωθεί το ρεμπέτικο με ηρεμία και νηφαλιότητα.

1 «Μου αρέσει»

Το νήμα (όπως και το προηγούμενο “αριστερά και ρεμπέτικο”, που παραθέτει και ο Λουκάς πιο πάνω) ξεκίνησε από το συγκεκριμένο κείμενο του Αναγνωστάκη και από αυτό η συζήτηση (και αντιπαράθεση) κατευθύνθηκε στη σχέση τεκέ - παρακράτους - χασικλίδικων τραγουδιών με την έννοια - τουλάχιστον από την πλευρά μου (στο προηγούμενο νήμα) - μιας “κλειστής” σχέσης, συγκεκριμένης, καθορισμένης. Που όμως σαν τέτοια δεν περιλαμβάνει και κάθε πτυχή της ευρύτερης θεματολογίας.
Δεν υπάγονται, πχ, σε αυτή την “κλειστή σχέση” (κλειστή εφόσον εξετάζεται με την έννοια μιας συγκεκριμένης “δομής”) τα πάντα όσα αφορούν τον κόσμο του ρεμπέτικου και τα χασικλίδικα τραγούδια.
Για να είμαι σαφέστερος, έχω τη γνώμη ότι μεσ’ απ’ την ίδια αυτή κουλτούρα υπήρξαν κι άλλες κατευθύνσεις, που δεν περιορίστηκαν στη σχέση κράτος - παρακράτος - τεκές - ναρκωτικά, τόσο στη διάρκεια της δεκαετίας του 40, όσο και νωρίτερα.
Διαβάζοντας π.χ. στην αυτοβιογραφία του Τ. Μπίνη το πώς πέρασε έναν καιρό της κατοχής στη Θεσσαλονίκη σαν σαλταδόρος συμπεραίνω πως μεσ’ απ’ το ίδιο “σινάφι” λοιπόν, την ώρα που κάποιοι γερμανοντύνονταν κυριολεκτικά ή μεταφορικά για να δουλέψει καλά το εμπόριό τους, άλλοι προτίμησαν να “κονομήσουν” διακινδυνεύοντας τη ζωή τους από τις ριπές των γερμανών και των γερμανοντυμένων.
Και το ίδιο το “χασικλίδικο” τραγούδι διαπερνιέται από διαφορετικές στάσεις: Ο παρακρατικός, ο ταγματασφαλίτης, ο “γ… και δέρνω”, θα προτιμούσε να τραγουδάει “έμαθες πως είμαι μάγκας είμαι και νταβατζής” (επίτηδες η προσάρμογή σε α’ πρόσωπο), παρά “τη νταμίρα μου την έμαθε μια χήρα, μ’ έκανε και αλανιάρη, χασικλή και κουρελιάρη”.
Θα μπορούσα να συνεχίσω και μ’ άλλες πλευρές του θέματος, αλλά σταματάω για οικονομία εδώ, τουλάχιστον προς το παρόν.
Το νόημα είναι ότι το θέμα στο σύνολό του δεν περιορίζεται στα του νήματος (αυτού και του προηγούμενου). Όμως τα δυο νήματα ξεκινάν από μια συγκεκριμένη αφετηρία που οδηγεί με ακρίβεια στο προηγούμενο σχόλιο του Λουκά, το οποίο και ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης αφετηρίας και της συζήτησης που ξεκινά και περιστρέφεται γύρω από αυτήν.
Τα παραπάνω γράφω, διότι καθώς είχα συμμετοχή στη συζήτηση (στο προηγούμενο “ομοθεματικό” νήμα), δεν θα ήθελα να δώσω αφορμή για “βολικές” παρερμηνείες τουλάχιστον απ’ την πλευρά μου.

1 «Μου αρέσει»

Άγη, έχεις δίκιο. Δεν είναι μόνο αυτή η σχέση και δεν θα μπορούσε να είναι.
Αναφέρθηκα στο τετράπτυχο παρακρατικός - ταγματασφαλίτης - τεκές - χασικλίδικο τραγούδι γιατί έτσι μου μεταφέρθηκε, αλλά και για να περιγράψω μια υπαρκτή κατάσταση.
Όπως πολύ παραστατικά περιγράφεις στο μήνυμα # 68 από την προηγούμενη συζήτηση “Αριστερά και ρεμπέτικο”, υπήρχε συγκεκριμένη αντιπαλότητα για συγκεκριμένους λόγους. Αυτοί οι λόγοι όμως δεν περιελάμβαναν το ρεμπέτικο.
Επίσης αυτό το οποίο προσπερνάμε χωρίς να του δώσουμε πιθανά την πρέπουσα σημασία είναι και το εξής. Μιλάμε για “περιθώριο” για “λούμπεν προλεταριάτο” για “ζιζάνια” και άλλα. Εδώ γίνεται το κλασικό λάθος κατά την γνώμη μου που ταυτίζει το ρεμπέτικο με το περιθώριο. Το ρεμπέτικο δεν ήταν περιθώριο, απλά εξέφραζε και το περιθώριο. Αν ήταν “περιθωριακό” όπως το θέλουν κάποιοι δεν θα μπορούσε να εκφράσει και να αγκαλιάσει την πλειοψηφία του λαού όπως και έκανε.
Και εδώ μια απλή επισήμανση. Αν αυτό το τραγούδι το πούμε “ρεμπέτικο”, ο καθένας μπορεί να το χαρακτηρίσει όπως θέλει, “περιθωριακό”, “λούμπεν”, ή οτιδήποτε άλλο. Αν όμως το πούμε “αστικό λαικό τραγούδι”, τότε αυτόματα χάνει τον “περιθωριακό”. “λούμπεν”, προσδιορισμό του.