Στους μανέδες της δισκογραφίας, πολλές φορές είναι δεδομένο ότι τα δίστιχα ήταν της ανώνυμης δημιουργίας. Δεδομένο το θεωρώ όταν το ίδιο δίστιχο εντοπίζεται και σε άλλα τραγούδια, ιδίως παραδοσιακά από περισσότερες της μιας περιοχές.
Για κάποια άλλα, θα έκατσε κάποιος να συνθέσει ένα δίστιχο. Πιθανόν ο ίδιος ο τραγουδιστής, ή ο συνθέτης της μουσικής (όταν υπάρχει ξεχωριστός συνθέτης). Στις λιγοστές φορές που ο δίσκος αναφέρει στιχουργό, είναι εξίσου πιθανό να λέει αλήθεια όσο και να ιδιοποιήθηκε κάποιος ένα σκόρπιο δίστιχο.
Από την άλλη, εξίσου πιθανό είναι να έγραψε κάποιος ένα πρωτότυπο δίστιχο για την ηχογράφηση ενός μανέ (δηλώνοντας ή όχι το όνομά του) και αυτό να πέρασε από τον δίσκο στη συλλογική παράδοση, οπότε να το ξανασυναντάμε αργότερα και σ’ άλλους μανέδες ή σε άλλα τραγούδια.
Εκτός δισκογραφίας βέβαια, ή ακριβέστερα εκτός επαγγελματικής μουσικής, στον χώρο του συμμετοχικού γλεντιού, το πιο κανονικό για τη σύνθεση των διστίχων είναι αυτό που αναφέρθηκε:
(Χωρίς βέβαια αυτό να αποκλείει και την περίπτωση να λέει ένας γλεντιστής μανέ με προϋπάρχον δίστιχο. Αυτά ποικίλλουν κατά τον άνθρωπο, τη στιγμή, και την κάθε τοπική παράδοση.)
Έχω εντοπίσει και μια κάπως αξιοσημείωτη περίπτωση: στον μανέ «Αδαμαμάν» ή «Γαλατά μανέ», μια τυποποιημένη μουσική σύνθεση που ηχογραφήθηκε πάρα πολλές φορές από πολλούς τραγουδιστές με πολλά διαφορετικά δίστιχα, υπάρχουν δύο ηχογραφήσεις, του Νούρου (1929) και της Ρίτας (1932), με το δίστιχο:
Λησμόνησέ με ολοτελώς, μην έχεις πια ελπίδα
και πες πως δε σε γνώρισα, ούτε ποτέ σε είδα.
Είχα σημειώσει σε άλλο θέμα:
Λάθος! Αυτό το δίστιχο, παρ’ ότι όντως τραγουδιέται στον Ερωτόκριτο, δεν ανήκει στο αυθεντικό κείμενο του Κορνάρου. Το ίδιο άλλωστε και το αμέσως προηγούμενο και εξίσου γνωστό δίστιχο της συγκεκριμένης ηχογράφησης (ας τάξω πως επιάστηκα σε μιας γυναίκας τρίχα…)
Προφανώς έγινε γνωστό και διαδόθηκε από την ηχογράφηση του Ξυλούρη. Ο Ξυλούρης, και στους υπαρκτούς στίχους, δεν πάει με το βιβλίο αλλά με ελαφρές παραφράσεις. Αυτό είναι το απολύτως κανονικό προκειμένου για προφορική παράδοση, οπότε είμαστε βέβαιοι (όχι πως αμφέβαλλε και κανείς) ότι τα λόγια τα ήξερε από στόμα σε στόμα κι όχι από το βιβλίο. Είτε λοιπόν θα τα ήξερε και με την προσθήκη αυτών των δύο ξένων διστίχων, που θα τα προσέθεσε κάποιος ανώνυμος που αισθανόταν τον Ερωτόκριτο αρκετά δικό του ώστε να μη χρειάζεται να τηρεί την ευλαβική πιστότητα της γραπτής παράδοσης, είτε μπορεί και να τα πρόσθεσε ο ίδιος (ο Ξυλούρης), ακριβώς με την ίδια λογική.
Θα είχε πλάκα αν τελικά η αρχική προέλευση του διστίχου «λησμόνησέ με ολότελα…» ήταν ο Αδαμαμάν Μανές, και από κει ταξίδεψε μέχρι τον Ερωτόκριτο, αλλά βέβαια αυτό δεν ανιχνεύεται…