" Εφυγε τα ξημερώματα από τη ζωή ο Αλέξης Πολίτης, εμβληματικός φιλόλογος που είχε εργαστεί εκτενώς πάνω στο ελληνικό δημοτικό τραγούδι.
Ο Αλέξης Πολίτης γεννήθηκε το 1945 στην Αθήνα.
Σπούδασε νεοελληνική φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και στο Université Paris IV (Sorbonne). Στη διδακτορική του διατριβή ασχολήθηκε εμβριθώς με την ανακάλυψη των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών.
Από το 1976 έως το 1989 εργάσθηκε στο Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, και από το 1989 έως το 2012 στη Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Αυτοτελείς εργασίες του (επιλογή): Το δημοτικό τραγούδι. Κλέφτικα, Αθήνα 1973, 31985· Η ανακάλυψη των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών, Αθήνα 1984, 21999· Ρομαντικά χρόνια Ιδεολογίες και νοοτροπίες στην Ελλάδα του 1830-1880, Αθήνα 1993, 32003· Claude Fauriel, Ελληνικά Δημοτικά Τραγούδια, Α΄-Β΄, Ηράκλειο 1999, 32000· Το μυθολογικό κενό, Αθήνα 2000· Εγχειρίδιο του Νεοελληνιστή. Βιβλιογραφίες, λεξικά, εγχειρίδια, κατάλογοι, ευρετήρια, χρονολόγια, κ.ά. (με τη συνεργασία του Τριαντάφυλλου Σκλαβενίτη και της Μαρίας Μαθιoυδάκη), Ηράκλειο 2002, 22005· Αποτυπώματα του χρόνου, Αθήνα 2006· Το δημοτικό τραγούδι, Ηράκλειο 2010· Στρατηγού Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα, Α΄-Γ΄, Αθήνα 2011 (επιμέλεια· με τη συνεργασία της Γεωργίας Παπαγεωργίου).
Πηγή: Αλέξης Πολίτης: Πέθανε ο φιλόλογος με τη σπουδαία συμβολή στο δημοτικό τραγούδι | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ο Αλέξης Πολίτης υπήρξε όντως σημαντικός μελετητής του δημοτικού τραγυδιού. Δεν είναι από τα λόγια επαίνου που συνηθίζουμε να λέμε όταν πεθαίνει κάποιος, το λέγαμε και όσο ζούσε:
Ήταν ο πρώτος -μαζί με τον Γκι Σονιέ, αρχικά δάσκαλό του αν δεν απατώμαι και στη συνέχεια συνεργάτη του- που προέβη σε μια γενική κριτική επανεξέταση της θεωρίας του Νικολάου Γ. Πολίτη για το δημοτικό τραγούδι, μιας θεωρίας ρηξικέλευθης για την εποχή της αλλά οπωσδήποτε πεπαλαιωμένης πλέον.
Αυτά ξέρω από όσα δικά του έχω διαβάσει. Σαφώς και δεν έχω διαβάσει όλο το έργο του.
Αιωνία του η μνήμη.
Συλλυπητήρια στους δικούς του, κι η σκέψη μας στον Νίκο.
Νίκο Πολίτη να, εκφράσω τα Θερμά συλλυπητήρια μου για την απώλειά σας
δεν ξεφεύγουμε απο αυτές τις πίκρες. δυστυχώς.
να πω στα μελη του Φόρουμ για τη συνεχιζόμενη προσφορά της οικογένειας Πολίτη στον Ελληνικό πολιτισμό.
ποσοι γνωρίζετε την έκδοση αυτη?
ο παππούς των Αλέξη και Νίκου Πολίτη .
Συλλυπητήρια κύριε Πολίτη. Θα μείνει πάντως το σημαντικό έργο του, από το οποίο έχω διαβάσει και συνιστώ ανεπιφύλακτα τα Κλέφτικα και την Ανακάλυψη του ελληνικού δημοτικού τραγουδιού.
Μα, όλοι κύριε Σπύρο. Είναι το γνωστότερο έργο της ελλ. λαογραφίας. Και ακόμα και όσοι δεν έχουν τέτοια ενδιαφέροντα, θα έχουνε κάνει στο σχολείο κάποια κείμενα προερχόμενα από αυτό.
… τα οποία, δυστυχώς είναι, σε αρκετά μεγάλο βαθμό, «παραποιημένα», ακόμα και απ’ τον ίδιον τον Ν. Γ. Π. αλλά και τον εγγονό του. Και εξηγούμαι:
Από την εποχή (πρώιμος 19ος) που κάποιος (Γερμανόφωνος) von Haxthausen και ο πολύ γνωστότερος Γάλλος Φωριέλ δημοσιεύουν ελληνικά δημοτικά τραγούδια, η Ευρωπαϊκή φιλολογική Ελίτ αρχίζει να ασχολείται με αυτά, σε δευτερογενές βέβαια επίπεδο. Σύντομα αρχίζουν να εμφανίζονται και άλλοι ερευνητές που ασχολούνται με την ανάδειξη αυτών των στιχουργημάτων καθώς και, βεβαίως, με την συλλογή και καταχώρισή τους. Επειδή οι ερευνητές αυτοί σχεδόν πάντα είχαν στη διάθεσή τους περισσότερες από μία καταγραφές του ίδιου τραγουδιού, προερχόμενες από διαφορετικές πηγές και, κατά συνέπεια, γεωγραφικές περιοχές, συχνά δέκα ή και παραπάνω, η τακτική που ακολουθήθηκε ήταν να απλώνονται πάνω στο γραφείο όλες οι υπάρχουσες καταγραφές και ο συλλέκτης να «δημιουργεί» κάποιαν καινούργια μορφή, επιλέγοντας τις κατά την άποψή του ωραιότερες / σωστότερες / καλύτερες παραλλαγές των επί μέρους στίχων. Όμως αυτή η τακτική είχε ως αποτέλεσμα, το τελικά δημοσιευμένο «λαϊκό» κείμενο, παρουσιαζόμενο βεβαίως ως γνήσια λαϊκή δημιουργία, να μην έχει επιτελεστεί στην πραγματικότητα ποτέ, στη μορφή αυτή. Την τακτική αυτή ακολούθησε και ο Ν. Γ. Π.
Νίκο μου, πρώτ’ απ όλα, συλλυπητήρια και από μένα. Έχω την πρώτη έκδοση (1984) του βιβλίου “Η ανακάλυψη των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών”, που το αγόρασα από “Κατώι του βιβλίου” της Θεσσαλονίκης, και είναι ακόμα ένα βιβλίο αναφοράς για μένα.
Όσον αφορά το σχόλιο σου, θα πρόσθετα ότι και ο Φωριέλ και οι πρωτοπόροι Έλληνες λαογράφοι στις έρευνές τους παρέβλεπαν επίσης τα κοινωνικά/κοινωτικά συμφραζόμενα (social context) του δημοτικού τραγουδιού, όπως την απόδοση (ο τρόπος που τραγουδούσαν), τη μουσική (τη μελωδία, τα όργανα αν υπήρχαν), τον χορό και γενικά όλα αυτά που δεν είχαν σχέση με το τραγούδι ως κείμενο. Από την άλλη, από την καθαρά γλωσσική άποψη, φαίνεται πως υπάρχει κάποια “κοινή γλώσσα του δημοτικού τραγουδιού” που υπερβαίνει την ντόπια προφορά της κάθε περιοχής. Παραθέτω δύο άρθα, ένα του Σωτήρη Σαράκη, στο τεύχος 2006 του Μικροφιλολογικά και ένα του Peter Mackridge sto academia.edu. Δηλαδή, ενώ υπήρχαν διαφορές στα λόγια/στίχους και στο περιεχόμενο ανάλογα με την περιοχή, φαίνεται πως οι ντόπιοι τραγουδιστές προσάρμοζαν την προφορά τους σε μία πιο “πανελλήνια” η “κοινή” προφορά. Παραδείγματος χάρη, ο Σαράκης γράφει ότι ο αδελφός του στο χωριό τραγουδάει “Του Κίτσιου η μάνα κάθονταν στην άκρη στο ποτάμι”, ενώ στην καθημερινή ομιλία του θα έλεγε “του πουτάμ” αντί για “το ποτάμι”. Δηλαδή, όσον αφορά την προφορά των λέξεων, η “ομογενοποίηση” μπορεί να οφείλεται πιο πολύ στους ντόπιους χωρικούς πληροφοριοδότες, παρά στους (αστούς) συλλέκτες, κάτι που για μένα είναι αξιοσημείωτο και ενδιαφέρον.
Το άρθρο του Σαράκη είναι διαθέσιμο εδώ (τεύχος 19):
Εύα μου, σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ! Απώλεια μεγάλη βέβαια, ειδικά για μένα δεν το συζητάμε, όμως έμειναν όσα έκανε…
Δεν ήταν μόνο οι Έλληνες, όλοι οι Ευρωπαίοι έβλεπαν τα δημοτικά τραγούδια ως ξερά κείμενα, η τόσο κοινή για εμάς «τριάδα» μουσική, τραγούδι, χορός ήταν άγνωστη. Βλέπεις, η καταγραφή του ήχου άργησε πολύ να εφευρεθεί.
Φυσικά και κάθε «ντόπιος» τραγουδιστής προσάρμοζε κάθε «καινούργιο» τραγούδι που τύχαινε να ακούσει, ώστε να ταιριάζει σ’ αυτά που του ήταν γνωστά, οικεία και, αν κάποιαν έκφραση γνωστή στην περιοχή απ’ την οποία ξεκίνησε να διαδίδεται ένα τραγούδι, για τον ίδιον δεν ταίριαζε, άλλαζε είτε την προφορά, είτε την ίδια τη λέξη με κάτι πιο οικείο σ’ αυτόν. Όμως, το αν στην εκφορά ενός τραγουδιού ο τραγουδιστής εκφέρει «στο ποτάμι» και όχι «στου πουτάμ’» που θα ήθελε η οικεία σ’ αυτόν ντοπιολαλιά, μπορεί και να οφείλεται στο ότι θεωρεί πως η δεύτερη εκφορά θα τον χαρακτήριζε «αμόρφωτο χωριάτη» στα μάτια του ξένου που τον άκουγε και αυτό δεν το ήθελε, ενώ βεβαίως αυτό ήταν…
Και πώς να πει «στου πουτάμ», με τρεις συλλβές, όταν το μέτρο απαιτεί τέσσερις συλλαβές σ’ εκείνο το σημείο του στίχου; Πράγματι, ακόμη κι αν ο πληροφορητής ρυθμίζει επίτηδες την προφορά του για τους λόγους που λέει ο Νίκος, και λέει «στο» και «πο-» σαν Αθηναίος αντί «στου» και «που-», το αν θα «κόψει φωνήεντα» σύμφωνα με τη νόρμα της ντοπιολαλιάς του ή όχι δεν εξαρτάται από τις επιλογές του.
Σ’ όσες περιοχές της Ελλάδος μιλούν τέτοια ιδιώματα, που «κόβουν φωνήεντα», ο γενικός κανόνας είναι ότι δεν το κάνουν στα τραγούδια. Θεσσαλία και Ρούμελη, που είναι οι κατεξοχήν κοιτίδες του κλέφτικου τραγουδιού (μαζί με τον Μωριά, που όμως δεν κόβει φωνήεντα έτσι κι αλλιώς), δεν το κάνουν. Θράκη, ίσως το κάνουν λίγο περισσότερο. Σάμο, Μυτιλήνη, Σαμοθράκη, που κι εκεί έτσι μιλούν, το κάνουν κάργα σε τραγούδια αποκριάτικα, άσεμνα, ή απλώς αστεία, αλλά μόνον εκεί.
Ένας στίχος του τύπου «δεν κελαηδούσε σαν πουλί», ποτέ όσο έχω ακούσει δε γίνεται «δεν κιλαηδούσι σαν του πλι», παρόλο που και για τη χαμένη συλλαβή υπάρχουν λύσεις αποκατάστασης του μέτρου.
Χα! Πώς είναι το ανεκδοτάκι με τον παπαγάλο, σε κλουβί σε αίθουσα αναμονής δικηγόρου, που κάποιος επαρχιώτης ασθενής τον ακούει κάτι να λέει, και αμέσως γυρνάει και σχολιάζει: «αμή δεν του ήξ΄ρα που είσι κι πλί, κυρ δικηγόρε!»;