Άρθρο για τα ντουζένια στην Κλίκα

πολυ καλη ιδεα για την συνοδο κυριε σπυρο! τα κουρδισματα - ντουζενια ομως δεν ειναι τοσο απλη υποθεση. προκειται για την παραδοση του εθνικου μας οργανου. οταν εχεις εναν μισο αργαλειο στο χωριο, δεν λες ελα μωρε ποιος θα κατσει τωρα να τον φτιαξει και να πλεξει φλοκατες? λαθος. τον συμαζευεις, τον διορθωνεις οτι μπορεις και τον δινεις στα μουσεια να υπαρχει, να τον βλεπουν, και αν θελουν καποιοι να διδασκονται.

Πέρα από την πλήρη διαφωνία μου στην οπτική για τους μουσικούς της παρέας και τους επαγγελματίες (οι πρώτοι είναι που κατέχουν τη γνήσια γνώση, οι δεύτεροι εξαναγκάζονται σε χίλιους δυο συμβιβασμούς για λόγους εμπορικής επιβίωσης), διακρίνω και κάποιον αναχρονισμό:

Σήμερα έχουμε το στάνταρ κούρδισμα (ρε-λα-ρε) και τα εναλλακτικά (ντουζένια). Τα εναλλακτικά, πριν βγει το ρε-λα-ρε ή κυρίως πριν εκτοπίσει τα υπόλοιπα, δεν ήταν εναλλακτικά. Άρα, ενώ σήμερα μπορείς να πεις «ποιοι παίζουν με ντουζένια; όσοι την έχουν δει έτσι, όσοι την έχουν δει αλλιώς κλπ.», για το τότε δε στέκει η ερώτηση. Προφανώς όλοι με ντουζένια έπαιζαν, πώς αλλιώς; Με ακούρδιστο όργανο;

το εχω καταλαβει τι μου λες κυριε πολιτη, απλως με ενδιαφερει και η γνωση παραλληλα με την πρακτικη. επειδη ο καρακωστας και ο καθε καρακωστας δεν γνωριζε θεωρια, δεν σημαινει οτι πρεπει κι εγω να κανω το ιδιο. πληροφοριακα να σου πω οτι ακομα και τωρα που μιλαμε, καλλιτεχνες του λαικου ρεπερτοριου πολυ ταλαντουχοι, δεν γνωριζουν πολλα απο θεωρια εκτος απο τα βασικα που χρειαζονται. και παιζουν με ολους χωρις κανενα προβλημα στην πραξη. στην θεωρια ομως υπαρχουν μπουζουξηδες που με ρωτανε τι δρομος ειναι ο σακαφλιας. αυτο ειναι απαραδεκτο για την ελλαδα του 2021 με εθνικο οργανο το μπουζουκι. εκτος αυτου, για να ρωταω σημαινει οτι θελω να μαθω. οτι με ενδιαφερει. οχι για να τα παιξω καλυτερα, διοτι δεν εχω κανενα προβλημα σε αυτο το κομματι, αλλα να ξερω, οσο μπορω βεβαια θεωρητικως, τι μου γινεται.

1 «Μου αρέσει»

Ξέρεις πως δεν ξέρεις…
Η πες το ωραίο που έγραψε ο Νίκος Πολίτης, με τον Καρακώστα. “να στο ξαναπαίξω?”
Ωραίο, μου άρεσε. Θα το χρησημοποιείσω αν χρειαστεί :grinning:

1 «Μου αρέσει»

Μιχάλη, κατανοητή η θέση σου.

Το να ονομάζει κανείς τα πράγματα βοηθάει στο να τα αποκρυσταλλώσει στο μυαλό του.

Πάντως να καταθέσω ότι κάτι παρόμοιο με την ιστορία του Καρακώστα έχω ζήσει με τον δάσκαλό μου στο σάζι:

Είχαμε ξεκινήσει με ένα κούρδισμα και όταν το έμαθα σε κάποιον στοιχειώδη βαθμό μού είπε: πάμε τώρα να μάθουμε ένα άλλο. Έκτοτε, αρκετές φορές χρειάστηκε να αναφερθούμε με λόγια στα κουρδίσματα. Ε λοιπόν, πάντα λέγαμε «το λα-ρε-σολ», «το λα-ρε-μι» κλπ. Αυτά τα ντουζένια σαφώς και έχουν ονόματα, και αποκλείω να μην τα ήξερε ο δάσκαλός μου. Όμως, ούτε εκέινις θεώρησε απαραίτητο να μου τα ονομάσει, ούτε εγώ μύρισα τα νύχια μου να τον ρωτήσω, αλλά -το κυριότερο- ούτε και δυσκολευτήκαμε ποτέ στη συνεννόηση. Ούτε καν όταν θέλαμε να μιλήσουμε για όργανα που κουρδίζουν σε διαφορετικούς τόνους (οπότε το λα-ρε-σολ γίνεται σι-μι-λα ή ρε-σολ-ντο ή οτιδήποτε).

Κάποια στιγμή έμαθα ότι το λα-ρε-σολ το λένε καραντουζένι. Όπως είναι λογικό, υπέθεσα ότι και το ελληνικό καραντουζένι είναι το ίδιο (αμ’ δε! το ελληνικό είναι το λα-ρε-μι).

Πέρα από την ικανοποίηση ότι επιτέλους είχε διαλυθεί το μυστήριο με τα «καραντουζένια», που ήταν άγνωστες λέξεις που συναντούσα σε διάφορα βαρύγδουπα ρεμπετολογικά κείμενα, πρακτικά δεν κέρδισα τίποτε σπουδαίο από την ονοματολογία.

Όχι δηλαδή πως την απαξιώνω, γι’ αυτό και έγραψα πιο πριν:

Δίκιο έχεις βέβαια. Αλλά κι ο άλλος με την εντελώς αντίθετη γνώμη, δίκιο έχει κι αυτός. (Για να μην έχει κι ο Νίκος Π. το μονοπώλιο των αποφθεγμάτων του χότζα) :wink:

1 «Μου αρέσει»

Εγώ δεν είπα ποτέ κάτι τέτοιο, Μιχάλη. Όποιος θέλει να μάθει και θεωρία, είναι ελεύθερος να το ψάξει. Δηλαδή τί, θα τον εμποδίσουμε; Αν είναι δυνατόν! Κι εγώ έχω ψαχτεί στη θεωρία, όσο βεβαίως γίνεται και απλά, απογοητεύτηκα και σταμάτησα. Αυτό που προσπάθησα να σου περάσω αλλά φαίνεται, χωρίς επιτυχία, είναι η διαπίστωση ότι θεωρία λαϊκής μουσικής, ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη, είναι ακόμα και σήμερα ζητούμενο, που δεν το έχουμε βρεί. Το μόνο που διαθέτουμε είναι σπαράγματα, οπότε η δική μου άποψη είναι καλύτερα να πώ Δεν ξέρω παρά να νομίζω ότι αυτά που κάποτε είπε κάποιος κάπου, υπό συνθήκες μάλλον αδιευκρίνιστες, είναι η πεμπτουσία και τελειώσαμε.

Όταν δεν υπάρχει ολοκληρωμένη και ευρέως ήδη αποδεκτή θεωρία, από πού θα την μάθουμε; Για να βρεθεί πάντως, ξαφνικά, κάποιο βιβλίο κρυμμένο, δεν νομίζω. Όσο για τον Μάρκο και όλους τους υπόλοιπους, ό,τι μπόρεσαν να πούν το είπαν και έφυγαν, κάτι καινούργιο δεν περιμένουμε να μας έρθει.

2 «Μου αρέσει»

Να ένα άλλο θέμα (οπουδεν είναι ξεκάθαρο).
Τι γράφουμε πρώτα από χαμηλά προς τα υψηλά η δεν έχουμε στανταρτ.
Το σωστό είναι από χαμηλά. Δηλαδή για κιθάρα.
Μι Λα ΡΕ Σολ Σι Μι…

1 «Μου αρέσει»

εγω το ξερω κυριε σπυρο τι ειναι διοτι φροντισα να ενημερωθω. αλλοι ομως δεν τους ενδιαφερει. απλως μια απορια της στιγμης βγαζουν. αλλα και καποιοι που θελουν να ενημερωθουν, ειναι στο ελεος του καθενος που κανει τον δασκαλο η γραφει βιβλια. διοτι για να πανε στα επισημα σχολεια πρεπει να δωσουν εξετασεις κ.τ.λ. και αν εισαι και καποιας ηλικιας… αντε γεια…

περιμενουμε το υπολοιπο κρυμμενο υλικο… :sunglasses:

καλο ειναι να λεμε πρωτα την σειρα, και μετα να αναφερουμε τις νοτες. ετσι δεν θα εχει κανεις προβλημα σε αυτο.

Αααα όχι, εδώ έχω ένσταση!!! Το αποκορύφωμα στη συγκεκριμένη ιστορία του Χότζα δεν είναι το «Δίκιο έχεις κι εσύ, δίκιο κι αυτός», είναι εντελώς διαφορετικό: «Δίκιο έχεις φουκαρά μου, αλλά…. πού να τό ΄βρεις….».

1 «Μου αρέσει»

Εδώ συμφωνώ. Γιατί ναι μεν οι ακουστικοί κιθαρίστες ξεκινούν από χαμηλά, EADGBE, αλλά στην κλασσική κιθάρα το καντίνι θεωρείται η πρώτη χορδή και το μπάσο η έκτη.

1 «Μου αρέσει»

Εδώ δηλαδή ποια ειναι η σειρά?

<Έκτοτε, αρκετές φορές χρειάστηκε να αναφερθούμε με λόγια στα κουρδίσματα. Ε λοιπόν, πάντα λέγαμε «το λα-ρε-σολ», «το λα-ρε-μι» κλπ>

Αυτή είναι η σωστή ερώτηση! Εδώ ποια είναι η σειρά, όχι ποια είναι γενικώς η σειρά.

Στο σάζι πρώτη χορδή (εν προκειμένω λα) είναι η ψηλότερη, η κάτω όπως το κρατάμε. Στην κιθάρα ισχύουν άλλα. Στα τρίχορδα μπουζουκοειδή, όταν λέμε ρε-λα-ρε, μάλλον δεν αναρωτιόμαστε ποιο ρε εννοούμε κάθε φορά.

Δεν ξέρω αν υπάρχει γενικό πάτερν ή απλώς καθιερωμένες συνήθειες για κάθε όργανο. Πάντως όταν κάποιος αρχίσει να λέει «Μι, Λα, Ρε, Σολ…», αν μεν σταματήσει εκεί, καταλαβαίνω «λαούτο ή βιολί ή μαντολίνο ξεκινώντας από τα ψηλά». Αν συνεχίσει «…Σι, Μι», καταλαβαίνω «κιθάρα, ξεκινώντας από τα μπάσα».

2 «Μου αρέσει»

Μιας και σύντομα θα βγει ο β τόμος από τον ταμπούρα στο μπουζούκι, στον οποίο περιέχω πλέον πλήρη την έρευνα για τα κουρδισματα, περιλαμβάνοντας και κάποια νέωτερα που προέκυψαν από το τελευταίο άρθρο σας επισυνάπτω ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του φίλτατου και σημαντικού μουσικού Γιώργου Χατζημιχελακη το οποίο μου επιβεβαίωσε κάποιες από τις ονομασίες των κουρδισματων, ειδικά για το “ανοιχτό” και το “ραστι”.
Ο Πέτρος Τζιερος όπως αναφέρει ήταν ξάδερφος του Μπαγιαντέρα. Μάλιστα ο Γιώργος μου ανάφερε ότι έπαιζε βαλσακια και άλλα κλασικά , στα κουρδισματα, που δείχνει το ενδιαφέρον και την τάση της εποχής και στον Πειραιά.

https://bereketis.blogspot.com/2021/06/?m=1

2 «Μου αρέσει»

αυτο περιγράφεται στο λινκ απο τον
ΠέτροΤζιέρη (που εμαθε απο τον δάσκαλο του Τασο Πολυκανδριώτη)
ποιος θα το “μεταφρασει” με ήχο?

Τάσος+Πολυκανδριώτης

ειναι η μελωδια που ειναι στο 12.52, καμηλιερικο ζειμπεκικο. λιγο πιο απλη.

παραλλαγη αυτης, ειναι και αυτην η μελωδια…

Λοιπόν την δεκαετία του ογδόντα είχα μάθει ένα σχετικό τραγουδάκι σε παραλλαγή του χαβά του καραντουζενιού (όπως συνειδητοποίησα πρόσφατα), από παππούδες στο καφενείο (όπου θα πρέπει να αναζητούσα φάντα μπλε). Πήγαινε κάπως σαν το intro του <<Ελένη ζωντοχήρα>> αλλά σε καμηλιέρικο, με ένα στίχο ανά μέτρο και την πρώτη συλλαβή κάθε φράσης σε ασθενές (όπως σημειώνω παρακάτω στο πρώτο δίστιχο). Γκουγκλάροντας για τους στίχους δεν βρίσκω τίποτα, αλλά θα πρέπει να ήταν ευρύτερα γνωστό, ή παραλλαγές του, γιατί πιστεύω πως απηχείται και στα <<στρουμφάκια>> (που θα πρέπει να ήταν ο λόγος που μου τράβηξε τόσο την προσοχή). Οι στίχοι ήταν

Δευ|τέρα κάτι έ-χω, την Τρίτη την βαστώ (παύση)
Τε|τάρτη πάω και πί-νω, την Πέμπτη ξεμεθώ (παύση)

Παρασκευή Σαββάτο, πηγαίνω για δουλειά
Να βγάλω χαρτζιλίκι, να πιω με τα παιδιά

Την Κυριακή κολάρο, γραβάτα και γυαλιά
Παώ να σουλατσάρω, (εβίβα βρε παιδιά;–νομίζω)

Εβίρι βίρι βούλαλα, εβίρι βίρι βα βα
Εβίρι βίρι βούλαλα, εβίβα βρε παιδιά

Οι στίχοι μου θύμισαν τους λιμοκοντορους του.Κατσαρού:

3 «Μου αρέσει»

Βέβαια! Στον Κατσαρό:

Δευτέρα δε δουλεύω, την Τρίτη την κρατώ
Τετάρτη πάω και πίνω, την Πέμπτη ξεμεθώ

Παρασκευή, Σαββάτο, πηγαίνω στη δουλειά
Να κάνω χαρτζηλίκι να πιω με τα παιδιά

Την Κυριακή με γάντια, καπέλο και γυαλιά
Και με ψηλό κολλάρο, πάγω στην εκκλησιά

Είτε κοινή προέλευση, είτε αποσπάστηκαν από <<λιμοκοντόρους>> (στην πρώτη περίπτωση οι <<λιμοκοντόροι>> ενσωμάτωσαν ένα προηγουμένως ανεξάρτητο στιχούργημα).