Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

Έχει ξανασυζητηθεί η λέξη, π.χ. εδώ.
Δεν την έχουμε βάλει στο γλωσσάρι, επειδή δεν συναντάται σε τραγούδι.

Τραμπούκος: πρόσωπο που επί πληρωμή δημιουργεί επεισόδια ή βιαιοπραγεί σε βάρος πολιτικών αντιπάλων.
Κατʼ επέκταση, αυτός που χρησιμοποιεί βία προκειμένου να επιβληθεί σε μια ομάδα ανθρώπων.
Από το ισπανικό «trabuco», μάρκα κοντόχοντρων πούρων
[ενδεχομένως, χρώσταγε την ονομασία του στην ομοιότητά του με καταπέλτη όλμο, εξάλλου, «Trabuco» στα ισπανικά, είναι το τουφέκι]
που ορισμένοι πολιτικοί συνήθιζαν να δίνουν ως αμοιβή στους πιο ζωηρούς και «δραστήριους» οπαδούς τους, ως αντάλλαγμα των «υπηρεσιών» τους, ή και τα πρόσφεραν στα πολιτικά σαλόνια σε όσους πουλούσαν την ψήφο τους.
Η αξιοποίηση των τραμπούκων γνωστή στη χώρα μας, την αναφέρουν εκτός από τους ιστορικούς και λογοτέχνες, π.χ. Παπαδιαμάντης, Σουρής.
Πάντως, και στην Ιταλία αρνητική σημασία έχει η λέξη αυτή, σημαίνει αυτόν που εξαπατά παριστάνοντας τον ανάπηρο για να επιβιώσει, τον απατεώνα κ.λπ.