Χαιρετώ το υψηλής μουσικο-κριτικής στάθμης πλήθος(!) -καιρό είχα να δω κόσμο εδώ-, φιλόμουσους φιλοσόφους, φιλάρετους φιλέλληνες και φιλαλήθεις φίλους. (Κάτι από ΤΑΒΕΡΝΑ ΤΑ 5Φ θυμίζει το παραπάνω).
Παρακολουθώ τρείς μέρες τώρα, την κουβέντα σας και τολμώ να πώ, εκπλήσομαι από τις κατευθύνσεις που κάθε φορά παίρνει. Ξεκίνησε από ένα σχόλιο του Αρη, και μέχρι στιγμής έχει καταφέρει ο ΚΚ(ΤΜ) να διερευνήσει μη-φιλοσοφικά «το κατά πόσον το προσωπικό αισθητήριο και η ιδιαίτερη οπτική γωνία που αντιλαμβάνεται ο καθένας μας τα φυσικά φαινόμενα (μεταξύ των οποίων και την καλλιτεχνική δημιουργία), αποτελούν την μοναδική αλήθεια»…Εύγε!
Θά ΄θελα κι εγώ με τη σειρά μου να σχολιάσω το θέμα στη λογική που επέβαλλε ο ΚΚ(ΤΜ), και να αναφερθώ στο ζήτημα του προσωπικού αισθητηρίου και της ιδιαίτερης οπτικής γωνίας που αντιλαμβάνεται ο καθένας μας τα φυσικά φαινόμενα― της προσωπικής μας κρίσης πιό απλά.
Εδώ λοιπόν, έρχονται να παίξουν σημαντικό ρόλο τα προσωπικά βιώματα και το μορφωτικό επίπεδο που ανέφερε ο Μιχάλης. Η απάντηση «Το κρίνω από το πόσο μου αρέσει» στο ζήτημα που έθεσε ο ΚΚ(ΤΜ) πιστεύω οτι φιλτράρεται μέσα από τα προσωπικά μας κριτήρια τα οποία πλάθονται μέρα με τη μέρα και πλάθουν τη προσωπική μας αλήθεια και πραγματικότητα. Το οτι ο Θεοδωράκης είχε βγεί στους δρόμους κάποτε, φαίνεται από το έργο του που πλημμυρίζει εξέγερση, αντίσταση και βαθειά γνώση της ιστορίας αυτού του τόπου (τακ-τακ εσύ/τακ-τακ κι εγώ). Από την άλλη, ο συνάδελφός του Νικολόπουλος, ζεί μια άλλη πιο «χειροπιαστή» πραγματικότητα -να 'ναι άραγε αποθημένο προσωπικό ή ολόκληρης της γενιάς του;- η οποία τον εξωθεί στο να προσπαθεί να γράψει όλο και πιό πιασάρικα -αν μου επιτρέπετε- τραγούδια (καράβι το φεγγάρι/στο στρώμα κύλησε - σ.σ. κι αυτός στα …τάληρα).
Ετσι λοιπόν φίλοι μου πιστεύω οτι συγκρίνοντας τις δύο παραπάνω περιπτώσεις βλέπουμε οτι και οι δύο προσωπικότητες έχουν πετύχει τους προσωπικούς τους στόχους επιτυχώς. Και οι δύο είναι μουσικοσυνθέτες, και μάλιστα ταλέντα στο δικό του όμως χώρο ο καθένας τους!
Μένει τώρα σε εμάς τους υπόλοιπους που ανοίξαμε αυτήν την ωραιότατη κουβέντα, να διαλέξουμε -με βάση πάντα την προσωπική μας αλήθεια και πραγματικότητα- σε ποιανού τον όμο να σκύψουμε. Μόνο η ψυχούλα μας ορίζει αυτή μας την πρόθεση και δημιουργεί αυτή μας τη διάθεση… Είναι ζήτημα προτεραιοτήτων του καθένα μας. Είναι ζήτημα προσωπικών βιωμάτων και μορφωτικού επιπέδου αν μπορούμε να βρούμε το κρυμένο νόημα στο όνομα της ποιητικής συννεφούλας του Νιόνιου ή αν αρκούμαστε σε «αβάσταχτα ελαφρά» σουξέ.
Μαζί σου, λοιπόν, ΚΚ(ΤΜ) ως προς το «τα κριτήριά μας είναι κάπως ευρύτερα και (τι να κάνουμε;) περιέχουν και λιγουλάκι σκέψη». Και για να ελαφρύνω (λίγο άκόμα) κάπως το κλίμα, με αφορμή αυτό το «κάτσε εδώ που κάθεσαι - καλά είσαι» τολμώ να σας πω ένα παραμυθάκι -κάτι σαν παραβολή- για να κλείσω.
Κάποτε ζούσε ενα μικρό χελιδόνι κάπου στην Ελληνική ύπαιθρο, το οποίο ήταν κάπως διαφορετικό από τα άλλα. Είχε άλλες συνήθειες, πήγαινε συνεχώς μόνο του και ξεκομμένο από το υπόλοιπο σμήνος που πετούσε σε κύκλους γύρω απ τις καμινάδες του χωριού. Αψηφούσε τους κυνδίνους που του επεσήμαιναν συνεχώς οι γονείς του και έκανε πάντα αυτό που του ψυθίριζε η ψυχούλα του.
Μια μέρα κάπου στο Σεπτέμβρη, εκεί επάνω στα σύρματα που είχαν μαζευτεί τα υπόλοιπα χελιδόνια για να αποδημίσουν, αυτό πήρε την απόφαση να μην το κουνήσει απο τον τόπο του, παρά τα έντονα παρακαλητά των γονιών του.
Ετσι, μέσα σε λίγες ημέρες, απόμεινε το μοναδικό χελιδόνι ανάμεσα στους σπουργίτες και τα άλλα πουλιά της περιοχής. Η απόφασή του όχι μόνο δεν τον ενόχλησε, παρά του φάνηκε και πολύ ορθότερη, αφού μέρα με τη μέρα έβλεπε και καινούργια πράγματα να αλλάζουν γύρω του. Εβλεπε τα δέντρα να αλλάζουν χρώματα, να χάνουν τα φύλλα τους, το τοπίο να αλλάζει συνεχώς και αυτό ήταν μια μαγεία.
Οι μέρες όμως πέρασαν γρήγορα και έπιασαν ξαφνικά τα κρύα κάνοντας το χελιδόνι να ξανασκεφτεί την απόφασή του. Ετσι, μια μέρα που έπιασε να χιονίζει, δεν άντεξε άλλο. Είπε να φύγει έστω και αργά, αφού η ώρα που θα πέθαινε, το έβλεπε και το ίδιο, πως πλησίαζε. Αρχισε λοιπόν να πετάει προς το Νοτιά. Το χιόνι όμως του πάγωσε τα φτερά και έπειτα από λίγο άρχισε να στροβιλίζεται σε μια φοβερή πτώση. Πέφτει λοιπόν μέσα από μια καμινάδα σε έναν σταύλο και σωριάζεται μέσα σε μια μπάλα άχυρο.
Εκεί, λοιπόν, που κοίτονταν ετοιμοθάνατο, πλησιάζει μια αγελάδα και τον χέζει από την καρυφή μέχρι τα νύχια. Σε λίγο, αφού ζεστάθηκε, συνήλθε, άνοιξε πάλι τα μάτια του, και προσπαθώντας να καταλάβει που βρέθηκε, βγάζει το κεφάλι του στην επιφάνεια. Λίγο πιο πέρα, περνούσε μια γάτα η οποία βλέποντας το χελιδόνι μόνο και αβοήθητο, ορμάει με τη μια και τον κάνει μια μπουκιά.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 1:
Οποιος σε έχει χεσμένο, δεν είναι απαραίτητα εχθρός σου.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 2:
Οποιος σε βγάζει από τα σκατά, δεν είναι απαραίτητα φίλος σου.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 3:
Αν σου αρέσει να είσαι μέσα στα σκατά, κάτσε εδώ που κάθεσαι - καλά είσαι!
Καλημέρα σε όλους.