Αν οι ρεμπέτες ζούσαν σήμερα

…και είχαν τους ίδιους προβληματισμούς (έρωτας, νταηλίκι, κοινωνική απαξίωση, ναρκωτικά)

αλλά και μια κάρτα ήχου και λογαριασμό στο Γιου Τιουμπ,

μήπως θα έβγαζαν κάτι τέτοιο;

https://youtu.be/g3QoNP0TGxA

Το ρίχνω για προβληματισμό και απόψεις. Δεν είναι για πλάκα!! (Αλλά αν το βρείτε εκτός θέματος, δεκτό.)

OXI. Γιατί εκτός του οτι είναι κακό ραπ, είναι και αλλού γι αλλού. Αρκετοί ψάχνουν να βρούν με ποιον τρόπο θα έγραφαν και θα εκφράζονταν οι δήθεν ρεμπέτες στις μέρες μας.
Αν ψάξετε λοιπό και δείτε τα τραγούδια που γράφονται αλλά και η διασκέδαση δεν είναι μόνο στο ραπ(ναρκωτικά - κλισέ-,και πολιτικός στίχος), θα δούμε οτι η εποχή είναι τέτοια που δύσκολα μπορείς να βγάλεις συμπέρασμα, γιατί είναι μοιρασμένα τα πράγματα. Τραγούδια που αν ήθελες (θεωρώ λάθος όποιο συμπέρασμα και να βγεί) θα έβρισκες σ’ όλα τα είδη.

το συγκεκριμενο δεν ειναι απλα κακο ραπ,ειναι ΤΡΑΓΩΔΙΑ!!και δεν αναφερομαι καν στους στιχους,εκει μιλαμε για τιτανικο!!!

καμμια σχεση φιλε pepe,εκτος και αν δεν καταλαβα το συλλογισμο-παραλληλισμο

Mονο ως πλακα μπορω να το εκλαβω…Ειναι δυνατον???Ελεος!!!

Όχι, δεν είναι πλάκα. Ας μη μείνουμε στο μουσικό επίπεδο. Δεν το έριξα για να πω «ακούστε ένα καλό τραγούδι». Διερωτώμαι αν είναι δείγμα ενός φαινομένου, και αν αυτό το φαινόμενο μπορεί να παραλληλιστεί με εκείνο του ρεμπέτικου.

Υπάρχει, πιστέψτε με, απείρως χειρότερο ραπ από αυτό στο γιουτιουμπ. Πολλοί ασχολούνται με αυτό το είδος, και φυσικά οι περισσότεροι είναι κακοί. Γενικά σε κάθε πράγμα είναι δύσκολο να υπάρχουν μόνο λίγοι και καλοί. Νομίζω ότι η ύπαρξη πολλών και όχι καλών είναι η απαραίτητη βάση της πυραμίδας, ώστε να υπάρχει και μία κορυφή. Υποθέτω πως θα υπήρχε και κακό ρεμπέτικο: δεν μπορεί ο κάθε φυλακισμένος που έπαιζε μπαγλαμά να ήταν προικισμένος. Απλώς όσοι δεν ήταν δεν έφτασαν ως τις δισκογραφικές, κι έτσι δεν τους ξέρουμε. Ενώ τώρα με την ψηφιακή τεχνολογία ο καθένας χαρίζει στη μουντζούρα του ένα τέταρτο διασημότητας.

Ας μην αξιολογήσουμε ένα ραπ κομμάτι: δεν υπάρχουν γι’ αυτό τα ρεμπέτικα φόρουμ.

Μπορεί να παραλληλιστεί ακριβώς όπως κάποιοι παραλληλίζουν το ρεμπέτικο με το μπλούζ, το φάντο κλπ. Όμως, ένας τέτοιος παραλληλισμός δεν μπορεί να σταθεί σε μουσικολογικό επίπεδο, θα πρέπει να ανατρέξουμε σε κοινωνιολογικές αναλύσεις κλπ, κλπ, και τα έχουμε χιλιοσυζητήσει εδώ όλα αυτά.

Γενικά (και λυπάμαι που το λέω, Περικλή, αλλά αυτή είναι η δική μου άποψη), η επιλογή του θέματος για γενικό προβληματισμό σχετικά με το ρεμπέτικο και το σήμερα, δεν είναι και τόσο πρόσφορη. Άλλες οι εποχές εκείνες, όπου υπήρχαν “ρεμπέτες” (με πολλά εισαγωγικά), άλλη η σημερινή και τελικά, θα καταλήξουμε να αναλύουμε ράπ, χιπ χόπ και άλλα, κάτι που ήδη συνέβη στο θέμα αυτό αλλά σαφέστατα δεν εμπίπτει στις θεματικές του φόρουμ μας.

Ακόμα και το μπλουζ ή το φάντο είναι αποτελέσματα παρόμοιων ή έστω παράλληλων κοινωνικών συνθηκών με αυτές του ρεμπέτικου.
Εδώ όμως πρόκειται για σύγκριση ανάμεσα σε “είδη” που τα χωρίζει ένας αιώνας.

Έπειτα νομίζω μπερδεύει ο όποιος βαθμός θεματολογικής κοινότητας ή ομοιότητας, εν προκειμένω τα ναρκωτικά. Θεματολογική κοινότητα θα υπήρχε όμως κι αν το θέμα του σύγχρονου τραγουδιού ήταν ο έρωτας. Θα χώραγε άραγε τότε ερώτημα μήπως θα τραγουδούσαν έτσι τον έρωτα και οι “ρεμπέτες αν ζούσαν σήμερα”;

Εν πάση περιπτώσει, στην τελική μπορεί και κάποιοι “ρεμπέτες αν ζούσαν σήμερα”, να ήταν κι έτσι. Άλλοι πάλι θα ήταν αλλιώς. Αφού είναι τόσο υποθετικό το θέμα, θα έλεγα επίσης υποθετικά, ελαφρά κι επιπόλαια, ότι άλλοι θα εκφράζονταν σα ράπερς, άλλοι με ροκ μπαλάντες λχ, άλλοι με κλασικα λαϊκά μοτίβα κλπ κλπ.
Το θέμα όμως δεν είναι μουσικολογικό, αλλά μάλλον “κοινωνιολογικό”. Και δεν έχει να κάνει τόσο με τη μουσική όσο με τους στίχους και το “ήθος” που εκπέμπεται από τα τραγούδια.

Κι εδώ νομίζω ότι, ενώ οι “ρεμπέτες” ήταν απόσταγμα ενός πολιτισμού και μιάς ιστορίας πάνω σ’ ένα μεταίχμιό της, κι έτσι ήταν εκπρόσωποι μιάς παράδοσης, αντίθετα αυτό που μεταφέρει το σύγχρονο τραγούδι είναι ο άνθρωπος χωρίς ιστορικό έρμα, ο άνθρωπος έρμαιο των συνθηκών μες στις οποίες βρέθηκε να ζει σαν φερμένος και πεταμένος σε αυτές από το “πουθενά”.

Στους “ρεμπέτες” βαραίνουν αναγωρίσιμες αξίες προερχόμενες από μια κοινωνία που διαλυόταν για να μετασχηματιστεί.
Εδώ κυριαρχεί η απουσία αξίας οφειλόμενη σε μια κοινωνία εκ των προτέρων διαλυμένη και τελειωμένη, χωρίς ελπίδα μετασχηματισμού μέσα από τις δικές της κινητήριες δυνάμεις, κι εννοώ τις “δικές της κινητήριες δυνάμεις” με την έννοια φυσικά της εξέλιξής της πάνω στις δικές της βάσεις και σχέσεις - όχι με την έννοια της ανατροπής των βάσεων και των σχέσεών της…

Οι ρεμπέτες, στο ιστορικό μεταίχμιο που εμφανίζονται, θέτουν τη σφραγίδα των αξιών τους, αξιών “παρωχημένων” όσο επίσης και διαχρονικών.
Εδώ θέτουν οι κοινωνικές συνθήκες τη σφραγίδα τους πάνω στο άτομο, που φαίνεται σαν να μην μεταφέρει τίποτα από πριν και να μην έχει μπρος του τον παραμικρό ορίζοντα για “μετά”.

Αν, επίσης, θέλουμε να κυριολεκτούμε μιλώντας για “ρεμπέτες”, τότε νομίζω πρέπει να κρατήσουμε το χαρακτηριστικό της διαχρονικότητας ορισμένων αξιών, των οποίων ιστορικά και πολιτιστικά υπήρξαν φορείς, ακόμα κι αν πρόκειται για αξίες ξένες και αντιτιθέμενες προς αυτές που γεννούν οι παρούσες κοινωνικές σχέσεις, κι επομένως να μην παρασυρόμαστε από τα εξωτερικά και επιφανειακά φαινόμενα προς έναν ανιστορικό “στρουκτουραλισμό”.

Δεν ισχυρίζομαι πως το θέμα δεν έχει ενδιαφέρον, ακόμα κι αν ο τίτλος είναι πρόσφορος για την παρεξήγηση και την “εκτροπή” του, αλλά από την άλλη μεριά φοβάμαι πως δεν μπορώ να αναγνωρίσω στο θέμα ενδιαφέρον προερχόμενο από οπτική γωνία άλλη απ’ αυτήν που τοποθετήθηκα… :slight_smile:

Εδώ εντοπίζω ορισμένες από τις αναλογίες. Στα παλιά ρεμπέτικα βλέπουμε να επιβιώνουν (είτε αυτούσιες είτε εξελισσόμενες) φόρμες του δημοτικού τραγουδιού, άρα ναι, οι ρεμπέτες εγγράφονταν σε μία παράδοση. Όμως στο περιεχόμενο του ρεμπέτικου υπάρχει μία σαφής ρήξη σε σχέση με το δημοτικό. Στο ρεμπέτικο υπάρχει πολύ «εγώ». Τα ερωτικά τραγούδια λ.χ. δε μιλάν για την αγάπη, μιλάν για «μια ξανθούλα», «μια ποδαριώτισσα», «μια μοδιστρούλα». Ενώ τα δημοτικά γενικεύουν, τα ρεμπέτικα εξατομικεύουν. Ο συνθέτης του δημοτικού τραγουδιού την πάλευε με τρόπους που είχε διαμορφώσει συλλογικά η κοινωνία μέσα στις γενιές: καλλιεργούσε το ίδιο χωράφι με τον πατέρα του και με τον παππού του, κι έσπερνε όπως όλοι στην ίδια περιοχή. Αυτό περίπου εκφράζει και με τα τραγούδια του. Όταν όμως αυτός ο άνθρωπος έγινε πρόσφυγας ή εσωτερικός μετανάστης, αναγκάστηκε να ξεχάσει αυτά που ήξερε.Τον ρεμπέτη δεν τον απασχολεί το πανανθρώπινο. Ζει σε μια κοινωνία όπου θα την παλέψει μόνος του. Κατά μία έννοια είναι όντως ριγμένος στο πουθενά.

Αυτή η συζήτηση κοντεύει να γίνει πολιτική!:089:
Το ότι η διαλυμένη κοινωνία της μεσοπολεμικής Ελλάδας δεν πέθανε αλλά μετασχηματίστηκε το ξέρουμε επειδή το έδειξε ο χρόνος. Το τι θα βγάλει η παρούσα κοινωνική κρίση δεν το ξέρουμε ακόμη. Προσωπικά βλέπω κι εδώ αναλογίες ανάμεσα στο τότε και το τώρα, τόσο στις ίδιες τις συνθήκες -όσο τις ξέρω- όσο και στο πώς τις καθρεφτίζουν τα τραγούδια: υπάρχουν άνθρωποι που γκρεμίστηκε το σπίτι τους, άνθρωποι που το σπίτι τους στέκει, και άνθρωποι που γεννήθηκαν στα γκρεμίδια. Στο βιντεάκι ακούμε το λόγο ενός εκπροσώπου της τελευταίας κατηγορίας. Το ίδιο και σε πολλά ρεμπέτικα.

Και άλλη μια αναλογία, που φυσικά μας φέρνει κοντά στο μπλουζ και τα άλλα ανάλογα είδη: αυτό το χιπ-χοπ δεν το κάνουν μόνο «μουσικοί». Το κάνουν και πολλά παιδιά που ούτε τους περνάει από το μυαλό να κανονίσουν ένα λάιβ ή ένα δίσκο και να μας τα πουν «από πάνω». Από κάτω τα λένε. Τα λόγια που ακούμε, ανεξαρτήτως ποιότητας και γνησιότητας, δεν είναι τα λόγια της ειδικής κατηγορίας ατόμων με μουσικά ενδιαφέροντα και/ή ικανότητες και/ή παιδεία, αλλά λίγο-πολύ του οποιουδήποτε. Τέτοιου είδους λαϊκότητα δε νομίζω ότι έχει το ροκ ή το λαϊκό ή το έντεχνο.

Οι φόρμες του δημοτικού στο ρεμπέτικο είναι γεγονός, αλλά όταν έγραφα για τους “ρεμπέτες” ως εκφραστές μιάς παράδοσης δεν εννοούσα αυτό. Εννοούσα την παράδοση που είχε εγκαθιδρύσει η αστική (του “αστεως”) κουλτούρα σε ένα μάλλον προκαπιταλιστικό στάδιο, ας πούμε από τα μετεπεναστατικά χρόνια ως τις πρώτες - πρώτες δεκαετίες του αιώνα που πέρασε. Κατά τις οποίες είναι ραγδαίος και ο μετασχηματισμός αυτών των προκαπιταλιστικών σχέσεων σε σχέσεις “αστικές” - καπιταλιστικές. Εννούσα την παράδοση του ανεξάρτητου μάστορα (“εγώ”) και των κλειστών συντεχνιών (υπάρχει κι ένα “εμείς” στο ρεμπέτικο…) που παρασύρεται από τα κύματα της προλεταριοποίησης και της κυριάρχησης των καπιταλιστικών όρων παραγωγής (ακόμα και στη μουσική μέσω της δισκογραφίας). Με αυτή την έννοια ακόμα κι ο ξεριζωμένος πρόσφυγας είναι φορέας μιάς παράδοσης την οποία μεταφέρει στις νέες κοινωνικές σχέσεις όπου εντάσσεται. Όμως το ρεμπέτικο υπάρχει και πριν από την προσφυγιά και -όσο κι αν καθορίζεται από αυτήν- δεν βρίσκει τα όριά του σε αυτήν.

Ότι υπάρχουν αναλογίες είναι επίσης γεγονός. Όμως “το ότι η διαλυμένη κοινωνία της μεσοπολεμικής Ελλάδας δεν πέθανε αλλά μετασχηματίστηκε” δεν το ξέρουμε μόνο “επειδή το έδειξε ο χρόνος”, νομίζω. Αντίθετα ο μετασχηματισμός αυτός ήταν αντικείμενο συνειδητοποίησης εν τη γενέσει και ως τέτοιο αντικείμενο είναι καταγεγραμμένος στην ίδια την εποχή του με πολλούς τρόπους και μορφές, πολιτικές, “εθνικές”, οικονομικές, πολιτιστικές, ιδεολογικές.
Όπως και να 'χει, είτε έτσι είτε αλλιώς, είτε το καταλαβαίνανε από τότε είτε το έδειξε ο χρόνος, δεν ήταν παρά η αφετηρία της ολόπλευρης βιομηχανικής - καπιταλιστικής ανάπτυξης, κι η αντικατάσταση των προγενέστερων μορφών της κοινωνίας με τις μορφές της βιομηχανικής καπιταλιστικής κοινωνίας.

Δεν αρνούμαι το ότι και η σημερινή κοινωνία “μετασχηματίζεται”.
Όμως μιλάμε πια για κοινωνικές σχέσεις που δεν βρίσκονται στις απαρχές αλλά στην υπερεξάντληση των ορίων τους. Κι ο μετασχηματισμός τους μου θυμίζει την παιδική τηλεοπτική σειρά στην οποία, όποτε ο κακός μεταμορφώνεται σε τέρας, οι καλοί αναφωνούν έντρομοι “προσοχή, εξέλιξη!”.
Πρόκειται για κοινωνικές σχέσεις που, πια, δεν αναπτύσσονται από την εσωτερική τους δυναμική, αλλά μεγεθύνονται καταβροχθίζοντας τον ίδιο τους τον εαυτό (αυτή είναι κι η “εσωτερική τους δυναμική”).
Και οι οποίες, εν όψει της διάλυσής τους δεν έχουν καθαυτές να παρουσιάσουν σαν “διέξοδο” τίποτα άλλο εκτός από μια ανώτερη βαθμίδα διάλυσης.
Στα ρεμπέτικα κι ο πρόσφυγας από την μικρασία ή ο εσωτερικός μετανάστης (που στον Πειραιά έβρισκε μιά μεγάλη Ερμούπολη) ήξερε από που έρχεται, τι κουβαλάει εντός του και ήξερε κι ότι ο κόσμος -καλώς ή κακώς- τραβάει για κάπου.
Το σύγχρονο μουσικό - στιχουργικό δείγμα εμφανίζει την εικόνα του ατόμου που έρχεται από πουθενά, που εντός του δεν κουβαλά τίποτα (σχεδόν ούτε τον εαυτό - τόσο περισσότερο όσο πιο ηχηρό είναι το Εγώ του τραγουδιστή) και που βρίσκεται σ’ έναν κόσμο που δεν πάει πουθενά. Δεν γενικεύω, αλλά αυτό είναι το δείγμα.

Επίσης, τέλος, και το λαϊκό και το ροκ κλπ, δεν τα έκαναν “μουσικοί”. Ούτε και το ρεμπέτικο. Τα έκαναν απαρχής παιδιά (ο Βαμβακάρης της φραγκοσυριανής ήταν κάπου 25 χρονών) και παρέες που παίρναν ένα οργανάκι ή τα οργανάκια τους και έκαναν πρόβες στην πίσω αυλή και στο γκαράζ. Αυτό τουλάχιστον είναι το ροκ που καταλαβαίνω σαν τέτοιο - έτερον εκάτερον το ότι πριν καμιά 30αριά χρόνια τον πρώτο λόγο είχε επικοινωνιακά η δισκογραφία ενώ τώρα το διαδίκτυο.
Οι δε στίχοι του “εντεχνου λαϊκού” με τον τρόπο που καθιερώθηκε, είναι κατά μεγάλο μέρος γραμμένοι όχι “για να μας τα πουν από πάνω” αλλά στην εξορία και στη φυλακή, το ίδιο και μέρος της μουσικής του.

Το θέμα είναι ότι αν υπάρχει κάποια “σημερινή εκδοχή του ρεμπέτικου” (τηρουμένων πάρα πολλών αναλογιών) το βασικό της χαρακτηριστικό δεν είναι μουσικολογικό αλλά αξιολογικό και “ηθικό”: σχετιζόμενο με το “Εγώ” και με το μέτρο που επιτάσσει σε αυτό κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και όρους ζωής - ακόμα και τους πιο “περιθωριακούς”.

Και, τελικά, αν οι ρεμπέτες ζούσαν σήμερα, θα το τηρούσαν αυτό το μέτρο, γιατί αλλιώς δεν θα ζούσαν.

Για να είμαι ειλικρινής, Άγη, …μας τα λες λίγο δύσκολα!

Θα προσπαθήσω να απαντήσω σε όσα με παίρνει, γιατί γενικά πολλά απ’ όσα λες με ξεπερνούν.

ΟΚ, βιαστική και αφελής η ανάγνωσή μου.

Δεν είχα την ίδια γνώμη, αλλά δε θα επιμείνω, γιατί σε βρίσκω πιο εμπεριστατωμένο από μένα.

Ότι το τραγούδι που ανέβασα δεν είναι δείγμα υγιούς κοινωνίας, είναι νομίζω προφανές. Αλλά θνήσκουσας; Τι διάβολο, δε νομίζω να έρθει το τέλος του κόσμου. Μετά το τέλος της τρέχουσας φάσης, θα έρθει η επόμενη (τουλάχιστον έτσι θέλω να ελπίζω!). Η οποία δεν μπορεί παρά να είναι αναδιάρθρωση, σε νέο πλαίσιο, του ό,τι θα έχει απομείνει μετά τον αυτοκαταβροχθισμό.

Το «όχι μουσικοί» το εννοούσα ακόμη πιο έντονα. Όχι απλώς ότι δεν ήταν/είναι επαγγελματίες, αλλά ότι δεν έχουν καν συνείδηση μουσικού ώστε να κάνουν πρόβα. Οι ροκάδες που περιγράφεις υπάρχουν ακόμη, και (κάποιοι τουλάχιστον) είναι γνήσιοι. Ονειρεύονται όμως συναυλίες και τις επιδιώκουν. Σκεφτόμουν μάλλον τον τύπο που γρατσουνάει λίγη κιθαρίτσα στην παρέα, που δεν αγοράζει καινούργιες χορδές, δε μελετάει, δεν προβάρει, δεν τον ενδιαφέρει να ακουστεί σε ευρύτερο κοινό, και που απλώς κάνει το κέφι του. Μπορεί να είναι καλός ή όχι. Οι πιθανότητες όμως να είναι πρωτότυπος, δημιουργικός και ικανός να εκφραστεί στ’ αλήθεια μ’ αυτό το χόμπι περιορίζονται σε συγκεκριμένα είδη μουσικής. Το ρεμπέτικο τότε και το ραπ τώρα είναι δύο από αυτά τα είδη. Όχι πως αποκλείεται να γίνει το ίδιο και με κάποιον που παίζει άλλη μουσική: συμβαίνει, αλλά όχι σε έκταση που να λαμβάνει διαστάσεις κοινωνικού φαινομένου.

Βεβαίως. Παράλειψή μου.

Δεν νομίζω θνήσκουσας.
Μάλλον “εξελισσόμενης”, υπό την έννοια της παιδικής τηλεοπτικής σειράς που έλεγα πιο πάνω.
Ή για να βρω άλλο παράδειγμα: σαν το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ, ίσως (που έλεγε κι ο Καριωτάκης).

Πάντως νομίζω ότι η σύγκριση (ως προς το θέμα του τόπικ) μόνο επισφαλής μπορεί να είναι.
Λχ και με τα μπλουζ, πώς να συγκρίνεις την κουλτούρα την βγαλμένη από τα χρόνια της δουλείας με την κουλτούρα της μαζικής αλλοτρίωσης στα γκέτο της ηρωίνης, της κοκαΐνης, του κρακ κλπ.
Κάτι παρόμοιο είναι κι αυτό. Δεν γενικεύω ούτε απολυτοποιώ, είναι όμως μιά πλευρά με βάρος, κι αυτή την πλευρά θέτει το θέμα.

Μόλις διαπίστωσα ότι το θέμα έχει πολύ προσφάτως συζητηθεί σε άλλη σελίδα (Σχέσεις ρεμπέτικου και χιπ χοπ). Τώρα τη διάβασα. Και για να πω την αλήθεια, μου έδωσε την εντύπωση ότι είμαστε κάπως …γέροι σ’ αυτό το φόρουμ. Ανεξαρτήτως ηλικίας. Όπως και να ‘χει, συγγνώμη που το ξαναάνοιξα σε καινούργια σελίδα.
Σ’ εκείνη λοιπόν την άλλη συζήτηση γίνεται παραπομπή και σε μια τρίτη παλιότερη συζήτηση, Αίσχος Ντροπή Κατάντια, η οποία δεν μπόρεσα να καταλάβω ποιο είδος μουσικής αφορά, γιατί ξεκίνησε από ένα βιντεάκι το οποίο στο μεταξύ έχει αποσυρθεί από το γιουτιουμπ.

Αν ζούσαν οι ρεμπέτες σήμερα. Μεγαλωμένοι τα τελευτάια χρόνια να φανταστώ, σε δικές μας ηλικίες??
Αν ναι, πολύ απλά ΔΕΝ ΘΑ ΗΤΑΝ ρεμπέτες! Η κοινωνία τους έκανε αυτό που τους έκανε και η σημερινή δεν ενδείκνυται για κάτι τέτοιο…

http://www.youtube.com/watch?v=ZaiSYuJleechttp://www.youtube.com/watch?v=ulmbpTthgKQhttp://www.youtube.com/watch?v=AiwvPmRTv6M http://www.youtube.com/watch?v=aq2WVDESAS4 http://www.youtube.com/watch?v=ulmbpTthgKQ παντως εχει παρομοια θεματολογια τα μουρμουρικα και τα προτα ρεμπετικα. μαλλον ραπαδες η κατι τετοιο θα ηταν οι ρεμπετες αυτοι που παιζαν τα μουρμουρικα τουλαχιστων εμενα το ραπ μαρεσει παρα πολυ.

Δεν νομίζω να βγει άκρη με το ραπ και ειδικά στην Ελλάδα. Υπάρχουν και σε αυτό το μουσικό ρεύμα ‘‘σχολές’’ με την μόνη διαφορά οτι κανένας Βαμβακάρης δεν είπε σε κανέναν Τσιτσάνη ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΠΙΟ ΜΑΓΚΑΣ. Ευριπίδη με ένα και μόνο κομμάτι μας έδωσες πολλά κιλά ΡΑΠ. αυτά κύριοι http://www.youtube.com/watch?v=HNUuaeHUdWo

ε, είχαν κι αυτοί τα αυτοδιαφημιστικά κομμάτια τους (μάρκος ο συριανός, τάγμα τηλεγραφητών, χατζηχρήστος, κ.α. πολλά) κι τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς και τα σχετικά θαψίματα (πχ μάθεσης, χιώτης).

η αλήθεια είναι βέβαια πως οι ράπερ κλπ τόχουν παρακάνει στην αυτοπροβολή… υπάρχουν όμως και πολιτικοποιημένα γκρούπ που δεν ασχολούνται με φράγκα γκόμενες και νταβατζιλίκια.

Εδώ μιλάμε βασίστηκαν καριέρες και πεθάναν άνθρωποι ( μιλάω για τα περιστατικά που αφορούν την μουσική). Αστο…κακά μοχαμπέτια που ωφελούν μεν την όλη φάση ραπ/αλητεία/περιθώριο αλλά στερούν από την μουσική. Παραλίγο να μην δώσω σημασία καν στα μικρά γράμματα… Γράφε ρε λιγκα καλά συμβόλαιο υπογράφω. Είναι δύσκολο να προσαρμοστεί ένα κίνημα,ένας τρόπος ζωής,μια συνήθεια του παρελθόντος στο σήμερα. Αλλά επειδή ΚΑΛΩΣ ταυτίζεται λίγο η μουσική και οι ιδέες που κουβαλάει με τον τρόπο ζωής του κάθε φιλόμουσου ερασιτέχνη που σέβεται τον εαυτό του ΑΡΚΕΙ να μην γίνονται χοντράδες του τύπου … Παίρνουμε μια αλητόφατσα του δίνουμε ένα μπουζούκι,περνάμε και μια μαστουροφάση που τον περιβάλει,γίνεται trendy και βγάζουμε όλοι λεφτά (βλ. goin through) ξέρω γω.

Ας ακούει ο καθένας ότι θέλει κι ας σωθεί.
ΚΑΙ ΚΑΤΙ ΑΣΧΕΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥΜ ΑΛΛΑ ΓΕΛΑΣΑ ΠΟΛΥ ΟΤΑΝ ΤΟ ΕΙΔΑ ΚΑΙ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΤΟ ΜΟΙΡΑΣΤΩ.