Έχει ενδιαφέρον το παρακάτω κείμενο, το οποίο αντιγράφω από το site της “Ε” http://www.enet.gr/?i=news.el.texnes&id=61530 :
Ο Χατζηχρήστος και η ρεμπετολογία
Σε ήχο ελληνικό
Του ΓΙΩΡΓΟΥ Ε. ΠΑΠΑΔΑΚΗ Απόστολος Χατζηχρήστος 50 χρόνια
Παραγωγή: Εκδόσεις Φαληρέα
Εκδοση για τα 50 χρόνια από τον θάνατο του λαϊκού μουσικού Απόστολου Χατζηχρήστου. Είκοσι τέσσερα τραγούδια του γνωστού τραγουδοποιού, σ’ ένα δίσκο που διαφημίζεται ως «ένα CD με άριστο ήχο», πράγμα κατά το ήμισυ αληθές, αφού εκ των 24 μόνο τα 11 τραγούδια ακούγονται καθαρότερα και πάντως όχι με «άριστο» ήχο. Αν και όλα τα τραγούδια του δίσκου έχουν εκδοθεί και ξαναεκδοθεί, η παρούσα έκδοση σώζει -θα λέγαμε- την τιμή των εκδοτικών όπλων, αφού με την αφορμή των 50 χρόνων από τον θάνατο του Χατζηχρήστου τίποτε άλλο δεν δημοσιεύθηκε.
Οπως και για άλλα πρόσωπα του λεγόμενου ρεμπέτικου, έτσι και για τον Χατζηχρήστο, η φιλολογία που αναπτύχθηκε στο μεγάλο διάστημα που η φάμπρικα αυτή πουλάει δίσκους, δημιούργησε μια μυθολογία γεμάτη από υπερβολές, ατεκμηρίωτες θέσεις, μα και ιστορίες που θα ζήλευε ακόμα και ο βαρόνος Μινχάουζεν. Την όποια αξία έχει η τιμητική αυτή για τον λαϊκό δημιουργό (επαν)έκδοση μειώνει (και αδίκως θα έλεγα) το φλύαρο και γεμάτο υπερβολές, αλλά και διασκεδαστικούς μαργαρίτες, κείμενο που συνοδεύει την έκδοση, στο περιοδικό Pop Eleven. «Το ρεμπέτικο τραγούδι…», ισχυρίζεται ο υπογράφων την «ανάλυση» αυτή Π. Σαββόπουλος, «…θα έδειχνε ανάπηρο χωρίς αυτόν» (δηλαδή τον Χατζηχρήστο). Αραγε το ίδιο δεν θα ισχυριζόταν και για τον Βαμβακάρη, τον Τσιτσάνη, τον Περιστέρη και πλήθος άλλων μουσικών της «ρεμπέτικης» δισκογραφίας; Κινδυνεύει άραγε από… αναπηρία ένα ολόκληρο είδος τραγουδιού αν του λείψει ένας από το πλήθος των εκπροσώπων του; Το γιατί είναι πιο σημαντικός, ή πιο ευαίσθητος, ο Χατζηχρήστος από άλλους δημιουργούς «ρεμπέτικων» δεν το εξηγεί ο «ερευνητής». Διαπορεί μάλιστα και γιατί «…δεν διδάσκεται στα σχολεία…» (αν είναι δυνατόν να φαντάζεται κανείς πως μπορεί, δίπλα στον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη ή τον Αισχύλο, να διδάσκεται στα σχολεία και… Απόστολος Χατζηχρήστος). Τα θαυμαστά του «διαφωτιστικού» κειμένου, που αξιώθηκε μετά θάνατον ο σεμνός Χατζηχρήστος, είναι πολλά. Δειγματοληπτικώς και τηλεγραφικώς ας σημειωθούν: Η μουσικολογιότατη αναφορά στο παίξιμο του Χατζηχρήστου που είναι: «…άνετο, διαυγές, αεράτο, χαρούμενο και πιστό στη μελωδία του. Δεν την πουλάει τη μελωδία του κάνοντας ακροβασίες επίδειξης αφού οι μελωδίες (…) είναι πλούσιες, πλήρεις, ευρηματικές και πολύ όμορφες…». Υπάρχουν, δηλαδή, και μελωδίες ευρηματικές μεν, άσχημες δε, ενώ όταν χρειάζεται (π.χ. για ερμηνευτικούς λόγους) ένα παίξιμο να μην είναι διαυγές, αλλά σκοτεινό και ομιχλώδες, ή να μην είναι χαρούμενο αλλά λυπητερό, τότε, αλίμονο στον εκτελεστή που θα πέσει στα χέρια παρόμοιων μουσικολόγων! Παρακάτω με περισσή θρασύτητα (ο γίγας της μουσικολογίας) επιχειρεί να μειώσει τον Μίκη Θεοδωράκη λέγοντας πως το τραγούδι του «Δραπετσώνα» λαϊκίζει με υποκρισία και αποκοιμίζει, ενώ η «Φτώχεια» του Χατζηχρήστου είναι ανώτερης ποιότητας! Και τέλος, σε ποιον άραγε ανήκει το «Μινόρε της αυγής»; Ο συγγραφέας τάσσεται υπέρ της άποψης (άλλων) πως ανήκει στον Χατζηχρήστο αλλά το υπεξαίρεσαν, εκβιαστικά, ο Περιστέρης και ο Μίνως Μάτσας. Δεν έχει, ωστόσο, την τόλμη να αναφέρει ευθέως και ονομαστικά τον Παναγιώτη Κουνάδη που υποστηρίζει κάτι άλλο στο βιβλίο του «Ο αινιγματικός κύριος Μίνως», αλλά πλαγίως ονομάζει, ψεύτες που δικαιώνουν τους σφετεριστές, με βιβλία, άρθρα, αισχρά τεχνάσματα κ.λπ. Το… εξαιρετικής σπουδαιότητας λοιπόν ερώτημα τίνος να είναι άραγε το «Μινόρε της αυγής» θυμίζει ένα άλλο τραγούδι: «Τίνος είναι βρε γυναίκα τα παιδιά / το ‘να μού φωνάζει: -γες, τ’ άλλο μού φωνάζει: -για»!