Τυποποιημένοι μανέδες

Ναι, γιατί; Στο «Γ. Παπασιδέρη ή Κουλουριώτου» δεν κόλωσαν!

Δεν εννοώ αυτό, ο τύπος – ου της γενικής ήταν παντελώς αποδεκτός αντί του – η, στα καταλήγοντα εις -ης. Θυμάμαι τη μάνα μου, δεκαετία ΄50, να διορθώνει: Πολίτη λέγομαι, όχι Πολίτου (η κόρη μου, ποτέ δεν το χρειάστηκε αυτό). Αυτό που ήταν κάπως δύσκολο ήταν, να γίνει αποδεκτή ως ελληνοποιημένη η λέξη ούτι για το (ανατολίτικο!) συγκεκριμένο μουσικό όργανο, οπότε και θα μπορούσε να γίνει και λόγος περί ουτίου, να κλίνεται δηλαδή η λέξη.

Λοιπόν, γιά να δούμε. Όλοι λένε ότι έχουμε χρόνο. Ας προσπαθήσουμε πράγματι να γίνουμε δημιουργικοί. Πάμε λοιπόν:

  1. Κουμπαγιώτικος μανές.

Μια μοναδική ηχογράφηση παραδίδεται με τον τίτλο «Κουβαϊώτικος μανές» από τους Ρεμπέτικους Διαλόγους (υπενθυμίζω και το λινκ) και από τον Μανιάτη, και «Κουβαϊώτικο μανέ» από το φυλλάδιο του Σίλαμπς, τη βάση του Σίλαμπς και το ΥΤ, ενώ επιπλέον ο Μανιάτης και το φυλλάδιο ΣΛ παραδίδουν και τον τίτλο «Κουμπαγιώτικος μανές». Τραγουδά ο Βασίλης Ψαμαθιανός και μάλλον, σύμφωνα με την προσφώνηση (Γεια σου Γιάννη Πολίτη), συνοδεύει στην αρμόνικα ο αδερφός του Γιάγκος (μέχρι τώρα είδαμε αρκετές φορές τον αντίστροφο συνδυασμό).

Δίσκος Parlophone Γερμανίας B-21503, (αρ.μήτρας: 18610), 1929, σύμφωνα με όλες τις πηγές. Στη βάση ΣΛ (και το ΥΤ) βλέπουμε και άλλη μία κυκλοφορία της ίδιας ηχογράφησης, Polydor Γερμανίας V-50144, ίδια χρονιά, την οποία ο Μανιάτης και το φυλλάδιο ΣΛ λημματογραφούν ξεχωριστά με τον δεύτερο τίτλο που προαναφέρθηκε, «Κουμπαγιώτικος μανές». Συμπεραίνω λοιπόν ότι η ίδια ηχογράφηση κυκλοφόρησε από την Πάρλοφον με τη μία ορθογραφία και από την Πόλιντορ με την άλλη. Παρόλο που η λέξη μού είναι άγνωστη, πιστεύω ότι το σωστό πρέπει να είναι Κουμπαγιώτικο, καθώς δύο φορές ακούγεται ευκρινώς η προσφώνηση «γεια σου Κουμπαγιώτισσα!», ενώ διαπίστωσα ότι υπάρχει και επώνυμο Κουμπαγιώτης, το οποίο θα δηλώνει προφανώς κάποια καταγωγή.

Το δίστιχο δεν είναι ευκρινές. Παραδίδεται απομαγνητοφωνημένο σε διάφορες μορφές:

Άλλονε τώρα με θωρείς τι θα γινώ με τούτο,
αδίκως βασανίζομαι του κάκου δια τούτο. (Μανιάτης)

Άλλονε τώρα με θωρείς, τι θα κάμω με τούτο,
αδίκως βασανίζομαι, του κάκου δι’ ετούτο. (Φυλλάδιο ΣΛ, με επιφύλαξη του καταγραφέα για το β’ ημιστίχιο του πρώτου στίχου).

Άλλονε τώρα με θωρείς τι θα γενώ με τούτο
αδίκως βασανίζομαι και κλαίω διά τούτο. (Βάση ΣΛ και Ρ.Διάλ.)

Άλλον με τώρα με θωρείς, τι τάχα ωφελούμαι,
αδίκως βασανίζομαι, του κάκου τυραγνιούμαι. (ΥΤ: Π. Κωνσταντόπουλος)

Προσωπικά ακούω το ίδιο με τον Π. Κωνσταντόπουλο, ο οποίος διαφοροποιείται ριζικά από τους υπόλοιπους. Ωστόσο κρατάω μια επιφύλαξη, γιατί …δε βγάζει νόημα! (Βέβαια ούτε τα άλλα βγάζουν, αλλά τουλάχιστον αυτό ταιριάζει με ό,τι ακούμε.) Κάτι πρέπει να έχει παραμείνει αναποκρυπτογράφητο στο α’ ημιστίχιο του πρώτου στίχου. Ενδεχομένως, αντί για το παράδοξο «Άλλον με τώρα με θωρείς», να ακούω «Άλλο 'ναι το να με θωρείς», αλλά ούτε αυτό με καλύπτει νοηματικά. Αλλιώς, η μόνη εναλλακτική ιδέα που μου 'ρχεται, χωρίς ποσώς να είναι πλήρης, είναι μήπως όλες οι πρώτες 8 συλλαβές λένε τελείως άλλες λέξεις και συγκεκριμένα η πρώτη να είναι «αν».

Χιτζαζκιάρ μανές, με πολλά από τα χαρακτηριστικά των τυποποιημένων μανέδων. Θυμίζω ότι, ανάμεσα στους πολλούς ηχογραφημένους μανέδες που εξακριβωμένα δεν είναι αυτοσχέδιοι αλλά συγκεκριμένες συνθέσεις, ξεχωρίζει μια ομάδα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, οι πιο έκδηλα τυποποιημένοι και συνάμα οι πιο δυτικότροποι: Σμυρναίικο Μινόρε, Ματζόρε μανές, Τζιβαέρι, Ταμπαχανιώτικος κλπ. - οι ίδιοι περίπου που ήταν ήδη πριν από την παρούσα έρευνα διαπιστωμένο ότι είναι τυποποιημένοι. Στο ίδιο λοιπόν πρότυπο μ’ εκείνους είναι κι ο Κουμπαγιώτικος. Δύο μόνο μουσικές ενότητες, με την επανάληψη του β’ ημιστιχίου ενσωματωμένη στη δεύτερη. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι οι δύο ενότητες είναι μελωδικά ταυτόσημες. Η έκταση είναι μικρή, ουσιαστικά ένα 5χ όλο κι όλο (το ότι η κλίμακα είναι Χιτζαζκιάρ προκύπτει από τα οργανικά μέρη), και η μελωδία θυμίζει αρκετά τον Ταμπαχανιώτικο Μανέ (βλ. μνμ. 18, 23, 24, 25, 26 εδώ), παρά τον διαφορετικό δρόμο. Η υπόκρουση είναι ρυθμική, θα μπορούσε ίσως να παρομοιαστεί με συρτό ή μπάλο, αν και είναι πολύ πιο αργή απ’ ό,τι συνηθίζεται σ’ αυτούς τους χορούς.

Τα οργανικά ενδιάμεσα θυμίζουν την εκτέλεση του Ταμπαχανιώτικου από τους αδελφούς Ψαμαθιανούς σε αντίστροφους ρόλους, Γιάγκος τραγούδι με (?μάλλον) Βασίλη αρμόνικα. Τη σχολιάσαμε παλιότερα στο #24 (θυμίζω ότι υπάρχουν δύο Ταμπαχανιώτικοι με Ψαμαθιανό, εδώ αναφέρομαι στον δεύτερο). Εν μέρει απλά παιχνίδια με το ανεβοκατέβασμα της κλίμακας, δηλαδή ανεπτυγμένες υπογραμμίσεις των μελωδικών στάσεων, εν μέρει πιο συγκεκριμένες μουσικές στροφές που όμως δείχνουν αυτοσχέδιας σύλληψης ή πάντως με πολλή αυτοσχεδιαστική ελευθερία στην εκτέλεση. Τόσο τα παιχνίδια με την κλίμακα όσο και η παρατακτική δομή των πιο ολοκληρωμένων φράσεων (το ότι δηλαδή δεν κάνουν κύκλους τύπου ΑΒΑΒ αλλά αραδιάζονται γραμμικά η μία πίσω από την άλλη) παραπέμπουν άμεσα στην τεχνική του μπάλου. Παρόλο που η χρονική αγωγή του κομματιού δύσκολα θα επέτρεπε να φανταστούμε ότι χορευόταν μπάλος, η σύνθεση/εκτέλεσή του είναι σαφώς σύμφωνη με τα πρότυπα του μπάλου.

5 «Μου αρέσει»

Συμφωνώ κι εγώ με τον Κωνσταντόπουλο, αλλά και με τη διαπίστωση του Περικλή ότι το πρώτο ημιστίχιο μάλλον παραμένει αναποκρυπτογράφητο. Νόημα πάντως (χοντρικά!!) βγαίνει: Δεν με θέλεις πιά, του κάκου βασανίζομαι και τυραγνιούμαι.

1 «Μου αρέσει»

μεγάλος γρίφος… κάτι σαν “άλλοτε” μήπως; ακόμα και το με “θωρείς” αμφιβάλλω.

  1. Λεϊλά Χανούμ μανές.

Μία μοναδική ηχογράφηση με τον Νταλγκά. Τίτλος «Λεϊλά Χανούμ» σκέτο στη βάση ΣΛ, «Λεϊλά Χανούμ μανές» στους Ρ.Διαλόγους, τον Μανιάτη και το φυλλάδιο ΣΛ. Δίσκος Odeon Ελ GA-1527 (αρ. μήτρας GO-1446), 1929.

Δίστιχο: Πώς να γελάσω ο άμοιρος, πώς να διασκεδάσω; / μ’ αφήνει αυτή μου η πληγή ώρα για να μην κλάψω;

Ραστ μανές του κλασικού μακαμίστικου τύπου, χωρίς -εκ πρώτης όψεως- κάποια σαφή ένδειξη ότι πρόκειται για τυποποιημένο. Εν πάση περιπτώσει δεν ταυτίζεται με κανέναν ραστ μανέ απ’ όσους είδαμε μέχρι τώρα, καθώς ξεχωρίζει από το πολύ ψηλό ξεκίνημα της δεύτερης ενότητας, όχι από την οκτάβα όπως είναι το πιο στάνταρ αλλά από την τρίτη της δεύτερης οκτάβας (και με ένα σύντομο πέρασμα από ακόμη πιο ψηλά), που δεν το έχουμε ξανασυναντήσει.

Τι δηλώνει όμως ο τίτλος; Λεϊλά Χανούμ Εφέντη ήταν το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Λεϊλά Σαζ (1850–1936), ενός σημαντικού -καταπώς φαίνεται- πνευματικού ανθρώπου της Πόλης την εποχή εκείνη, ποιήτριας, συγγραφέως και συνθέτριας, που προερχόταν από αριστοκρατική και καλλιεργημένη τουρκική οικογένεια της Κρήτης. Ως μουσικός είχε και δυτική και οθωμανική παιδεία, ως συνθέτρια έγραψε κυρίως σε οθωμανικό στιλ. Δεν μπόρεσα να καταλάβω αν υπάρχουν ηχογραφημένα μουσικά έργα της, ώστε να δούμε κατά πόσον είναι πιθανό να είχε συνθέσει ελληνικούς μανέδες, ή κάτι που να προσαρμόστηκε / διασκευάστηκε σε ελληνικό μανέ. Νομίζω πάντως ότι μάλλον ο τίτλος είναι φόρος τιμής (το '29 που έβγαλε ο Νταλγκάς το κομμάτι η Λεϊλά Χανούμ ήταν 79 ετών, εν ζωή ακόμη). Με βάση αυτό το σκεπτικό θεωρώ πιθανό να είναι ο μανές συγκεκριμένη σύνθεση, πιθανόν του ίδιου του Νταλγκά, αφιερωμένη στη Λεϊλά Χανούμ και ίσως (υπόθεση βέβαια) σύμφωνη και με κάποια χαρακτηριστικά του ύφους της.

Αν κανείς γνωρίζει για τη Λεϊλά Χανούμ και το έργο της περισσότερα (εγώ απλώς συμβουλεύτηκα τη Βικιπαίδεια), ίσως μας βοηθήσει να το ξεκαθαρίσουμε περισσότερο.

5 «Μου αρέσει»
  1. Μανές της ξενιτιάς.

Εδώ φαίνεται να υπάρχει κάποια παραπληροφόρηση. Δεν υπάρχει ούτε κομμάτι «Μανές της ξενιτιάς» ούτε κομμάτι που να είναι μανές με τίτλο «Της ξενιτιάς». Οι Ρεμπ. Διάλογοι έχουν όμως την εξής καταχώριση (τη μεταφέρω αυτούσια):

ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΚΛΑΙΓΩ ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΓΛΥΚΙΑ
ΚΑΙ ΥΠΟΦΕΡΩ ΜΕΣ ΤΗΝ ΞΕΝΙΤΙΑ
ΝΙΧΑΒΕΝΤ MANES Νούρος Κώσ. Odeon GA-1508 78rpm 1930!!!
ΤΗΣ ΞΕΝΙΤΙΑΣ MANES Καραγιάννη Αγγελική Liberty Lib-029 US 78rpm 1952!!!
ΤΗΣ ΞΕΝΙΤΙΑΣ MANES Νταλγκάς Αντών. HMV AO-0257 78rpm 1928 (αρ.μήτρας: BF-1711)

(Σημειώνω ότι τα τρία θαυμαστικά είναι συντομογραφία για τον άγνωστο αριθμό μήτρας.)

Δηλαδή δύο μανέδες με τίτλο «Της ξενιτιάς» ή «Της ξενιτιάς μανές», έναν με την Αγγ. Καραγιάννη και έναν με τον Νταλγκά, με τους ίδιους στίχους, και έναν ακόμη μανέ, Νιχαβέντ, με τον Νούρο και με τους ίδιους στίχους αλλά όχι ίδιο τίτλο. Θα τα πιάσουμε από το τέλος προς την αρχή:

Ο Νταλγκάς πράγματι έχει μια ηχογράφηση με αυτά τα στοιχεία και αυτούς τους στίχους. Ο τίτλος όμως είναι «Ο πόνος της ξενητειάς» (ή «ξενιτιάς»; τρέχα γύρευε πώς το ‘χουν στην ετικέτα και πώς να το αναζητήσεις…). Όμως, και μόνο να διαβάσει κανείς τους στίχους, χωρίς ν’ ακούσει πενιά, καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να είναι μανές, αφού δεν είναι σε ιαμβικό 15σύλλαβο. Πράγματι, πρόκειται για άλλη μια ελληνόφωνη εκδοχή του τούρκικου τραγουδιού «Her yer karanlιk» ή αλλιώς «Makber». Στην ίδια μελωδία είναι και «Ο φθισικός» της Ρόζας, που κι αυτός έχει εσφαλμένα παρεισφρήσει στις λίστες με μανέδες, και μ’ αυτή την ευκαιρία ο σκοπός εξετάστηκε στο #29, qv.

Την ηχογράφηση αυτή (Της ξενιτιάς ο πόνος, του Νταλγκά) την έχουν σωστά στις λίστες τους ο Μανιάτης (με μόνο λάθος ότι την αναφέρει ως μανέ) και η βάση ΣΛ, με λάθος τίτλο (όπως είπαμε) οι Ρ. Διάλογοι, και δεν υπάρχει στο φυλλάδιο ΣΛ.

Επιπλέον υπάρχει και δεύτερη ηχογράφηση του ίδιου κομματιού από τον Νταλγκά: δίσκος HMV AO-2016, αρ. μήτρας άγνωστος, 1931. Την έχουν ο Μανιάτης και η βάση ΣΛ. Η βάση ΣΛ όμως, στα στοιχεία του δίσκου, σημειώνει «κατά Μανιάτη». Δεν μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει αυτή η επιφύλαξη, από τη στιγμή που υπάρχει ανεβασμένη η ίδια η ηχογράφηση και είναι όντως διαφορετική από την άλλη: η ηχογράφηση προέρχεται προφανώς από κάποιον δίσκο, που θα είχε ετικέτα. Γιατί παραπέμπουν σε δευτερογενή πηγή για τον αριθμό που γράφει η ετικέτα του δίσκου που ψηφιοποίησαν; Αν το ανέβασε κάποιος που διέθετε μόνο την ψηφιοποιημένη ηχογράφηση και όχι τον ίδιο τον δίσκο, πώς έκανε την ταύτιση, ότι αυτό -και όχι άλλο- εννοεί ο Μανιάτης (και εν πάση περιπτώσει πού τη βρήκε την ψηφιοποίηση, πεσμένη στον δρόμο ήταν και δεν είχε στοιχεία);

Τέλος πάντων. Περνάμε τώρα στην Αγγελική Καραγιάννη. Τα στοιχεία των Ρ. Διαλόγων μάλλον προέρχονται από τον Μανιάτη, μέσω σπασμένου τηλεφώνου όμως. Ο Μανιάτης δίνει και πάλι τίτλο «Της ξενιτιάς ο πόνος», μάλλον σωστό (λάθος μεταφερμένο στους ΡΔ ως «Της ξενιτιάς manes»), και πάλι με τον λάθος προσδιορισμό «μανές», και το κομμάτι είναι άγνωστο στις υπόλοιπες πηγές, καθώς και στο ΥΤ. Κατά συνέπειαν δεν μπορούμε να το ακούσουμε, δεν ξέρουμε αν και πάλι πρόκειται για τη μελωδία του Χερ γερ καράνλικ, αλλά λογικά με τέτοιο ποιητικό μέτρο, άγνωστο στους μανέδες και γενικά σε κάθε μορφή ελληνικού παραδοσιακού τραγουδιού, πάλι αυτό θα είναι.

Τέλος, του Νούρου: Κανονικά δε θα ‘πρεπε να ασχοληθούμε μ’ αυτή την καταχώριση, που την έχουν μόνο οι ΡΔ και ο Μανιάτης (από τον οποίο προφανώς την αντέγραψαν), αφού έχει άλλο τίτλο (Νιχαβέντ μανές) και είναι εμφανέστατα άλλο κομμάτι (το Χερ γερ καράνλικ είναι Ραστ), απλώς με τους ίδιους στίχους, οπότε δεν εμπίπτει στο θέμα μας. Ωστόσο κι εδώ έχει παίξει παραπληροφόρηση, και δε θα ‘ταν άσκοπο να διορθωθεί. Συγκεκριμένα:
α) Είναι αδύνατον να υπάρχει Νιχαβέντ μανές, ή οποιοσδήποτε άλλος μανές, με τέτοιο στίχο. Δεν είναι 15σύλλαβο ιαμβικό, άρα πάει και τελείωσε, δεν είναι μανές. Εξίσου αδύνατο είναι να υπάρχει κομμάτι που, χωρίς να είναι μανές, τιτλοφορείται «Νιχαβέντ μανές» έστω και εσφαλμένα. Λάθη στις αυθεντικές ετικέτες έχουμε δει καν και καν, αλλά τέτοιο λάθος -να το λένε μανέ χωρίς να είναι- ποτέ. Ούτε καν σκέτος τίτλος «Νιχαβέντ» (αν υποθέσουμε ότι το «μανές» το πρόσθεσε ο Μανιάτης, όπως όντως το συνηθίζει) θα ήταν πιθανός, γιατί τέτοιοι τίτλοι, μια σκέτη ονομασία δρόμου ή μακαμιού, απαντούν μόνο σε μανέδες (όπερ άτοπον) ή ταξίμια (όπερ ακόμη ατοπώτερον).
β) Πράγματι, αυτό που ήταν αδύνατο να συμβεί δε διασταυρώνεται από καμία άλλη πηγή: ούτε στο ΣΛ (βάση και φυλλάδιο) υπάρχει τέτοιο κομμάτι, ούτε στο ΥΤ.
γ) Αν υποθέσουμε ότι ο τίτλος «Νιχαβέντ μανές» οφείλεται σε κάποια παραδρομή αλλά ότι παρά ταύτα ο Νούρος όντως ηχογράφησε κομμάτι μ’ αυτούς τους στίχους, και πάλι δε βρίσκω καμία τέτοια ηχογράφηση ούτε στη βάση ΣΛ, που έχει 79 κομμάτια με τον Νούρο, ούτε στο φυλλάδιο, ούτε στο ΥΤ. Άρα μάλλον ο Νούρος δεν είπε ποτέ το κομμάτι - αν και, πού ξέρεις; Ο Μανιάτης μπορεί να έχει πάρα πολλά λάθη στις λίστες του, αλλά αυτό δεν αποκλείει να είχε ακούσει κάποιον δίσκο που δεν έχει δημοσιευτεί αλλού.
δ) Τέλος, δε βρήκα πουθενά να έχει καταχωρηθεί κανένας δίσκος (του Νούρου ή οποιουδήποτε άλλου) με αυτό τον αριθμό.
Συμπερασματικά: το λάθος υπάρχει, αλλά δεν έχουμε κανένα στοιχείο για να το διορθώσουμε.


Για λόγους πληρότητας ας αναφέρουμε εδώ και τον περίφημο μανέ του Στράτου «Ουσάκ μανές - Το τραγούδι της ξενιτιάς». Αυτόν βέβαια κανείς δεν τον έχει γράψει με λάθος τίτλο, έχει δικόν του και είναι σαφής σε όλους. Δίσκος DG-6282, αρ.μ. CG-1546, 1937. Μυστήρια για την ταυτότητα του δίσκου δε νομίζω να υπάρχουν, αν και υπάρχει κάμποση παραφιλολογία για το αν είναι έργο του Στράτου ή του Δελιά, ποιος παίζει ούτι (κάποιοι λένε ο Δελιάς αφήνοντας κάτω το μπουζούκι που έπαιζε πιο πριν στο ίδιο κομμάτι…) κλπ. Κυρίως όμως είναι γεμάτος ο τόπος από εκφράσεις θαυμασμού και ενθουσιασμού για τις επιδόσεις του Στράτου και όλης της ομάδας («ίσως ο καλύτερος αμανές της δισκογραφίας» κλπ.).

Λυπάμαι που σας το λέω: μπορεί να είναι εντυπωσιακός, αλλά είναι απλά ένας λάθος μανές. Άλλη μία φιλότιμη αλλά ατυχής προσπάθεια των μουσικών του πειραιώτικου ρεμπέτικου να προσεγγίσουν αυτό το καθαρά ανατολίτικο είδος, μετά από τον Πειραιώτικο μανέ του Μάρκου (ντάξει, σίγουρα του Στράτου είναι πολύ καλύτερος, απλά δεν είναι σωστός).

Θεωρώ περιττό να αναζητηθεί αν είναι αυτοσχέδιος ή συντεθειμένος, πόσο μάλλον αν είναι σύνθεση του Στράτου ή του Δελιά.

3 «Μου αρέσει»
  1. Μανές της φυλακής.

Παπασιδέρης 1933. Δίσκος Δίσκος Columbia Ελλάδος DG 0338, αρ. μήτρας WG- 547 (συμφωνούν και οι τέσσερις πηγές, εκτός από την ημερομηνία που ο Μανιάτης τη δίνει 1934). Ακούμε στη βάση ΣΛ ή στο ΥΤ. Δίστιχο: Τον άνθρωπο στη φυλακή όλοι τον λησμονούνε / σαν εκκλησιά στην έρημο που δεν τη λειτουργούνε.

Σαμπάχ μανές του κλασικού ανατολίτικου τύπου. Στη βασική του μελωδική γραμμή συμπίπτει μ’ έναν άλλο μανέ του Παπασιδέρη: Τίτλος «Σαμπάχ μανές», δίσκος Columbia Αγγλίας 18051, αρ.μήτρας 20657, 1929. Τον παραδίδουν ο Μανιάτης, η βάση ΣΛ και οι Ρ. Διάλογοι (τον αρ. μήτρας μόνο η τελευταία πηγή). Μάλιστα στη βάση ΣΛ διαβάζουμε: Πιθανότατα, η πρώτη εμφάνιση του τραγουδιστή στη δισκογραφία. Δίστιχο: Έχω πολλά παράπονα στο στήθος μου γραμμένα, / πότε θε να’ ρθει η στιγμή να σ’ τα ειπώ ένα ένα.

Πρόκειται λοιπόν για τυποποιημένο μανέ, σε δύο (μέχρι στιγμής) εκτελέσεις από τον ίδιο τραγουδιστή.

Ως «Μανές της φυλακής» φέρεται (από τη βάση ΣΛ) να έχει συνθέτη και στιχουργό τον Παπασιδέρη. Γενικά παρατηρώ ότι αρκετοί μανέδες του Παπασιδέρη φέρονται να έχουν συγκεκριμένο συνθέτη, άλλοτε τον ίδιο τον Ππσ. και άλλοτε άλλους. Δεν ξέρω πώς πρέπει να ερμηνεύσουμε αυτό το στοιχείο, αλλά το κρατάω μήπως και φωτιστεί αργότερα.

Με τον Γκιουζέλ Σαμπάχ μανέ του ίδιου δεν έχει σχέση.


Με τον τίτλο «Της φυλακής manes» οι ΡΔ παραδίδουν κι άλλο ένα κομμάτι. Είναι με τη Ρόζα, αλλά ούτε μανές είναι ούτε ο τίτλος είναι σωστός. Τα ακριβή στοιχεία είνα: τίτλος «Στη φυλακή», δίσκος Odeon GA 1453 Γερμανίας, αρ.μήτρας GO-1636, 1929 ή 1930. Το παραδίδουν, εκτός από τους ΡΔ (που, και πάλι, είναι οι μόνοι που έχουν αρ. μήτρας - και που δίνουν χρονολογία 1930), η βάση ΣΛ (1930) και ο Μανιάτης (1929) - όχι το φυλλάδιο ΣΛ.

Στίχοι:

Άνοιξε μου φύλακα τη φυλακή για να βγω,
αφήστε με για να τρέξω, την αγάπη μου να βρω.

Γι’ αυτό δω μέσα μπήκα, πω, πω, η δόλια θα τρελαθώ
κι αν το χασίσι παίρνω, το κάνω για να χαθώ.

Δε χρειάζεται ακρόαση για να καταλάβει κανείς ότι δεν είναι μανές, αρκεί το μέτρο: ασυνήθιστο, άρα άλλο μουσικό είδος, και ακανόνιστο (κοινώς με λάθη), άρα πιθανότατα προσαρμογή ξενόγλωσσης μελωδίας. Και πράγματι, η βάση ΣΛ λέει:

Πρόκειται για παραδοσιακή μελωδία, εβραϊκής μάλλον προελεύσεως. Υπάρχουν ηχογραφήσεις στην Κων/πολη με Χαϊμ Εφέντι το 1907 (Odeon 83048) και Τσακούμ Εφέντι το 1911 (Polyphon 13684) και με τον τίτλο “Karselero ai piadoso”.

(Παρατήρηση: στον ισπανοεβραίικο τίτλο, στη λέξη Karselero αναγνωρίζεται το ισπανικό carcel «φυλακή».)

1 «Μου αρέσει»
  1. Ο βασανισμένος

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση. Πρόκειται για τραγούδι του Γρηγόρη Ασίκη, έρρυθμο με πλήρη δομή -ταξιμάκι στην αρχή, κουπλέ, ρεφρέν, όλα τα κομφόρ- που περιλαμβάνει ενσωματωμένο έναν συντομευμένο αλλά ολόκληρο μανέ. Δεν έχω ξανασυναντήσει τέτοια περίπτωση, δεν αποκλείεται να είναι μοναδική στη δισκογραφία, αλλά είμαι βέβαιος ότι θα ήταν συνηθισμένη στη ζωντανή μουσική πράξη. Το γιατί δεν απαντά άλλες φορές γίνεται απόλυτα σαφές από αυτήν εδώ την περίπτωση όπου, για να χωρέσουν όλα αυτά μέσα σε τρία λεπτά, το μεν τραγούδι περιορίζεται σε ένα μόνο κουπλέ (ακολουθεί κάτι σαν προ-ρεφρέν και μετά ρεφρέν, και τα δύο αυτά επαναλαμβάνονται αργότερα μετά τον μανέ), ο δε μανές είναι σε μορφή υπερσυμπυκνωμένη.

Δίσκος Columbia Αγγλίας 18053, αρ.μ. 20584, 1929. Παραδίδεται και από τις τέσσερις πηγές, με διαφωνίες ως προς τον τίτλο (Μανιάτης: «Ο βασανισμένος, μανές» / βάση και φυλλάδιο ΣΛ: «Ο βασανισμένος μανές» / ΡΔ: «Του βασανισμένου manes» - υποψιάζομαι ότι ο πραγματικός τίτλος πρέπει να είναι σκέτο «Ο βασανισμένος», με πιθανό υπότιτλο «μανές» που από λάθος συγχωνεύθηκε).

Παίζουν λύρα ο Λάμπρος και ούτι κάποιος που πιστεύω ότι δεν πρέπει να 'ναι ο ίδιος ο Ασίκης - θα το θεωρούσα υπεράνθρωπο να τραγουδάει μανέ και να συνοδεύει με ριφάκι τσιφτετελιού ταυτόχρονα ο ίδιος άνθρωπος. Δημιουργός, περιέργως, φαίνεται πως δεν αναφέρεται.

Οι στίχοι:

Αφότου εγεννήθηκα ο καημένος,
πάντοτε βασανισμένος
και αυτή η ατυχία
μ’ έφερε σ’ απελπισία
.

Ρεφρ. α’:
Ααααχ, ααχ δεν το βαστώ,
Aαααχ, ααχ θα τρελλαθώ.

Ρεφρ. β’:
Ούτε τύχη, ούτε μοίρα
στον αιώνα μου δεν είδα.

Μανές:
Αυτό το αχ όταν το πω, ανάβω και δε σβήνω.
Τύχη γιατί με δίκασες πίκρες να καταπίνω;

(ρεφρ. α’ + β’ ξανά)

1 «Μου αρέσει»

Συμφωνώ με όλα, εκτός από το ποιος παίζει ούτι, όπου έχω τις αμφιβολίες μου: Ήταν πραγματικά μεγαθήρια αυτοί οι άνθρωποι. Δεν θα με εξέπλησσε το να παίζει ο ίδιος ούτι, ακόμα και στο σημείο όπου πιάνει τον αμανέ.

Πρόσφατα άκουγα μια ηχογράφηση, με την ένδειξη: «βιολί ο τάδε, λαούτο ο δείνα, τραγουδούν οι ίδιοι». Ο ένας έλεγε τον κάθε στίχο κι ο άλλος τον επαναλάμβανε, αλλά οι πληροφορίες δε διευκρίνιζαν ποιος ήταν ο καθένας. Ακούγοντας προσεχτικά το βιολί, πόσο συμφωνούσε με τη φωνή ή απέκλινε από αυτήν, πιστεύω πως ξεχώρισα ποιος από τους δύο ήταν ο βιολάτορας.

Ίσως λοιπόν να μπορεί να γίνει κι εδώ το ίδιο τεστ. Ακόμη κι αν δεχτούμε την πιθανότητα να λέει μανέ και να παίζει ριφάκι από πίσω, πιστεύω πως όταν τραγουδάει την κανονική μελωδία και την παίζει και στο ούτι, αποκλείεται να κάνει άλλα μελωδικά στολίσματα στη φωνή και άλλα στο ούτι. Αλλά ομολογώ πως δεν έκατσα να το παρατηρήσω αυτό.

Πέραν αυτού, είναι γνωστό να συνεργάστηκε με άλλους ουτίστες ο Ασίκης;

Ακριβώς, δεν νομίζω να συνεργάστηκε με τους (λίγους!) άλλους. Δεν σολάρει, πάντως, ακομπανιάρει μόνο. Ε, κι εγώ, δεκαπέντε χρονών, τραγούδαγα Μπίλ Χάλεϋ και Έλβις Πρίσλεϋ και ακομπανιάριζα, τραγουδώντας. Και φυσικά, δεν είμαι μεγαθήριο :rofl:

1 «Μου αρέσει»

Δεν ξέρω ούτι, ούτε κιθάρα. Με το λαούτο, που ξέρω, είναι πράγματι εφικτό να τραγουδάς μελωδία και να παίζεις όχι απλώς ακομπανιαμέντο (συγχορδίες), αλλά και μερικές στοιχειώδεις κόντρα μελωδιούλες, τύπου μπασοκίθαρου. Είναι θέμα κουρδίσματος και γενικά θέμα του κάθε οργάνου: κάποια περασματάκια ευνοούνται τόσο πολύ από τη θέση που βρίσκονται οι νότες στην τασιέρα ώστε μπορείς να τα παίξεις με ελάχιστες κινήσεις, που φτάνουν να γίνονται χωρίς να χρειάζεται ούτε να τις σκεφτείς ούτε να τις ακούσεις πολύ εστιασμένα. Αλλά βέβαια αυτό που τραγουδάς είναι στάνταρ, όχι μανές (που, όσο κι αν χτυπιέμαι για τους τυποποιημένους, δεν παύει να 'χει πολύ έντονο το αυτοσχεδιαστικό στοιχείο). Εκεί είναι που χρειάζεται να 'σαι μεγαθήριο.

Κάτι άλλο άκρως εντυπωσιακό που έχω δει είναι πιανίστες και χαμοντάδες (χάμοντ: είδος ηλεκτρικού αρμονίου) που φαίνονται να κάνουν δύο ταυτόχρονους αυτοσχεδιασμούς, walking bass στο αριστερό και σόλο στο δεξί. Λες κι έχουν άλλο εγκέφαλο για κάθε χέρι! Εξωπραγματικό, αλλά …πραγματικό. Δεν το κάνουν βέβαια απλώς και μόνο επειδή είναι τρελοί δεξιοτέχνες, έτσι ουρανοκατέβατα, υπάρχει κάποια τεχνική που το μαθαίνεις.

Οπότε, για να επιστρέψουμε στον Ασίκη, έχεις δίκιο Νίκο: δεν είναι εντελώς απίθανο να κάνει κάποιος αυτό που …απλά δεν μπορώ να κάνω εγώ! Ιδίως κάποιος που, στηνκαριέρα του ως λάιβ μουσικός -άσε τους δίσκους- θα είχε σίγουρα κληθεί να αυτοσυνοδεύεται και σε αμανέδες.

Παρά ταύτα διατηρώ και κάποια επιφύλαξη - μπορεί και να είναι άλλος ουτίστας, μπορεί κι ο Ασίκης.

  1. Μανές του πόνου.

Πρόκειται μάλλον για τυχαίο εμπορικό τίτλο τεσσάρων ηχογραφήσεων του Νταλγκά. Τι εννοώ τυχαίο: Όλοι οι μανέδες εξ ορισμού για τον πόνο μιλούν, οπότε το μόνο ιδιαίτερο που θα μπορούσε να σημαίνει ο τίτλος θα ήταν η ταυτότητα μιας συγκεκριμένης μελωδίας μανέ που να ηχογραφήθηκε πολλές φορές. Δε φαίνται όμως να είναι αυτή η περίπτωση (με μια μικρή επιφύλαξη, βλ. σε λίγο).

Οι τέσσερις ηχογραφήσεις είναι:

α) Μία του 1928, με τίτλο «Μανές του πόνου» (Μανιάτης, βάση ΣΛ, φυλλάδιο ΣΛ) ή «Του πόνου manes» (ΡΔιαλ.), δίσκος Pathe Γαλλίας X-80064, αρ.μήτρας 70040, δίστιχο: Πολλοί είναι που πικραίνονται και φανερά γελούνε / πολλοί πεθαίνουν με καημό και δεν το μαρτυρούνε. Τον ακούμε στη βάση ΣΛ ή στο ΥΤ. Μανές κλασικού ανατολίτικου τύπου, χωρίς ενδείξεις τυποποιημένης σύνθεσης.

β) Μία του 1929, τίτλος ακριβώς όπως παραπάνω, δίσκος Columbia Αγγλίας 8388, άγν. αρ. μήτρας, δίστιχο: Γιατί να μη χαρώ κι εγώ τα μάτια μου πριν κλείσω; / Μάνα με γέννησε κι εμέ, θέλω κι εγώ να ζήσω. Τον ακούμε στη βάση ΣΛ ή στο ΥΤ. Κι αυτός είναι μανές κλασικού ανατολίτικου τύπου, επίσης χωρίς ενδείξεις τυποποίησης, και πάντως διαφορετικός από τον προηγούμενο.

γ) Μια ακόμη του 1929, όπου το πράγμα αρχίζει να μπερδεύεται. Παραδίδεται από τους ΡΔ με στοιχεία δίσκου HMV AO-0375, άγνωστο αρ. μήτρας, και δίστιχο: Αν μ’ αρνηθείς να μη βρεθεί τόπος να κατοικήσεις / και δάκρυα απ’ τα μάτια μου να πιεις να ξεψυχήσεις. Ο Μανιάτης έχει μια άλλη καταχώριση με τα ίδια στοιχεία δίσκου, τον ίδιο ερμηνευτή (Νταλγκά), την ίδια χρονολογία και σχεδόν το ίδιο δίστιχο, αλλά με άλλο τίτλο: «Μανές Γιανίκ». Η διαφορά στα λόγια είναι ότι ο Μανιάτης έχει «…και δάκρυα από τα μάτια ΣΟΥ», προφανώς παράκουσμα αφού μόνο με το «μου» βγαίνει κάποιο νόημα. Η βάση ΣΛ και το φυλλάδιο ΣΛ δεν έχουν ολωσδιόλου αυτό τον μανέ, με κανέναν τίτλο, ούτε και οτιδήποτε που να περιέχει τη λέξη Γιανίκ (δοκίμασα και με άλλες ορθογραφίες). Περιέργως όμως κάποιος τον έχει ανεβάσει στο ΥΤ, με τίτλο «Μανές του πόνου (Αν μ’ αρνηθείς να μη βρεθεί)». Ακούγοντάς τον διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για το Σμυρναίικο Μινόρε, και ότι ο στίχος λέει βέβαια «απ’ τα μάτια μου» (άλλωστε αυτό επιβεβαιώνεται και από άλλους μανέδες με το ίδιο δίστιχο).

Αφού η ηχογράφηση δεν υπάρχει στο Σίλαμπς, η εύλογη υπόθεση είναι ότι ο ανεβάστορας του ΥΤ (λογαριασμός «MarikaPapagika») διαθέτει ο ίδιος αντίτυπο της πλάκας και το ψηφιοποίησε για να το ανεβάσει. Βέβαια μπορεί να το βρήκε και σε καμιά επανέκδοση σε σιντί, αλλά τότε το πιθανότερο θα ήταν να έχει ανέβει και στο ΣΛ, χωρίς βέβαια να είναι και υποχρεωτικό αυτό. Άλλα στοιχεία δε δίνει το ΥΤ.

δ) Μια ακόμη ηχογράφηση, πάλι του 1929, που την παραδίδει μόνο ο Μανιάτης, κι αυτός με στοιχεία λειψά και πιθανώς εσφαλμένα: τίτλος «Μανές του πόνου», αριθμός δίσκου ακριβώς ο ίδιος με του προηγούμενου, και από δίστιχο μόνο την αρχή: Μην παίζεις με τον πόνο μου… (προφανώς φθαρμένη πλάκα που δεν ακούγεται παρακάτω).

Εφόσον αυτή η τελευταία ηχογράφηση δεν είναι διαθέσιμη για να την ακούσουμε, δεν ξέρουμε μήπως μοιράζεται την ίδια μελωδία με μια από τις δύο πρώτες (αυτή ήταν η επιφύλαξη που έλεγα στην αρχή). Σ’ αυτή την περίπτωση θα ξέραμε ότι ο τίτλος «Μανές του πόνου» πράγματι σημαίνει μια συγκεκριμένη μελωδία μανέ, έστω κι αν παράλληλα έχει χρησιμοποιηθεί και για άλλες μελωδίες.

Υπάρχει όμως ολωσδιόλου αυτή η ηχογράφηση; Είναι βέβαιον ότι είτε έχει άλλο αριθμό δίσκου, και από παραδρομή του Μανιάτη περάστηκε ο ίδιος όπως στην (γ), είτε το αντίστροφο. Εντωμεταξύ η (γ) παραδίδεται από τον Μανιάτη με άσχετο τίτλο, «Μανές Γιανίκ», που, αν είναι σωστός, καθιστά λιγότερο πιθανή τη σύγχυση μεταξύ των δύο καταχωρίσεων, ταυτόχρονα όμως οι ΡΔ έχουν αυτή την ηχογράφηση, τη (γ), με τον ίδιο τίτλο όπως η (δ) και οι άλλες δύο - άρα ή οι ΡΔ έχουν λάθος τίτλο ή ο Μανιάτης. Το γεγονός δε ότι το φυλλάδιο και η βάση του Σίλαμπς αγνοούν και τις δύο ηχογραφήσεις (γ) και (δ) δε μας καθιστά σοφότερους.

Μπερδεμένα πράγματα…

Ένα επιπλέον μπέρδεμα είναι ότι στο ΥΤ ο σύνδεσμος για τον πρώτο από τους 4 μανέδες δίνει ένα βίντεο με το σωστό μεν κομμάτι, αλλά με τον τίτλο «Του Πόνου Μανές (Karapetah Nevah)». Αυτό θα εξετασθεί σε επόμενο μήνυμα.

2 «Μου αρέσει»

Με αυτό, συμφωνώ απόλυτα…

1 «Μου αρέσει»
  1. Καραμπατάκ (?Καραπετάχ) μανέδες.

Μ’ αυτό το μπέρδεμα είχαμε ήδη ασχοληθεί προκαταρκτικά στα μηνύματα #11κ.εξ.. Επειδή όμως το πράγμα είναι πιο σύνθετο, χρειάζεται να γίνει ειδικός λόγος για τους Καραμπατάκ μανέδες. Στο #72 είχα αναρτήσει μια λίστα των μανέδων που είχαν ήδη εξεταστεί ως τότε στο νήμα και όσων απέμεναν προς εξέταση, και μέχρι στιγμής την ακολουθώ. Τώρα όμως θα γίνει μια σφήνα, γιατί οι Καραμπατάκ δεν ήταν σ’ εκείνη τη λίστα.

Πρόκειται για τέσσερις μανέδες του Νταλγκά, που κυκλοφόρησαν ανά ζεύγη σε δύο δίσκους. Οι δίσκοι φαίνεται να έχουν ίδιους τίτλους (πέρα από τυχον ορθογραφικές λεπτομέρειες για τις οποίες έχουμε αβεβαιότητα), δηλαδή και οι δύο έχουν από έναν Χιτζάζ Καραπ. και έναν Νεβά(τ) Καραπ. μανέ. Οι πηγές εμφανίζουν ένα χάος αντιφάσεων, αλλού με λάθος καταγραφές, αλλού με άκριτη αντιγραφή των λαθών, που συχνά δεν είναι καν πιστή αλλά επισωρεύει κι άλλα λάθη, με αποτέλεσμα ακόμη και οι τίτλοι να μην είναι όλοι βέβαιοι. Εν πάση περιπτώσει διαπίστωσα ότι στον ένα δίσκο οι ακριβείς τίτλοι, σύμφωνα με την ετικέτα, είναι «Καραμπατάκ Χετζάζ» (υπότιτλος: «Μανές») και «Καραμπατάκ Νεβάτ» (υπότιτλος: «Μανές»). Την παραθέτει ο Φώτης εδώ, και υπάρχει κι άλλη φωτογραφία (με καλύτερα χρώματα, πολύ φτωχότερη ανάλυση, και αντιγραφή των στοιχείων στο κείμενο της ιστοσελίδας, δυστυχώς όχι χωρίς λάθη) στο discogs - ένα λινκ που δεν ξέρω αν θα υπάρχει για πάντα. Με τέτοιες περίεργες λέξεις βέβαια, καμία εγγύηση ότι κι η ίδια η ετικέτα δεν έχει λάθη.

Οπότε, έχουμε και λέμε:

Ο ένας δίσκος είναι της Pathe Γαλλίας, με αριθμό Χ. 80061, και κυκλοφόρησε το 1928 σύμφωνα με τις τέσσερις μόνιμες πηγές που χρησιμοποιώ, αν και το discogs λέει 1929. Η μία πλευρά έχει τον μανέ «Καραμπατάκ Νεβάτ», που ο Μανιάτης τον λέει Νεβά Καραπετάχ, οι ΡΔ Νεβά Καραπετάχ, η βάση ΣΛ Καραπατάκ Νεβάτ, το φυλλάδιο ΣΛ τον λέει σωστά στο κυρίως σώμα αλλά Καραπετάχ Νεβά στο ευρετήριο (!), ενώ τον βρίσκουμε με παραλλαγές του ίδιου τίτλου και σε δύο βίντεο στο ΥΤ. Αριθμός μήτρας 70.038 (70.088 σύμφωνα με λάθος του discogs). Δίστιχο: Γιατί να μη χαρώ κι εγώ τα μάτια μου πριν κλείσω; / Μάνα με γέννησε κι εμέ, θέλω κι εγώ να ζήσω. Στο ΥΤ ο ανεβάστορας JIM AVAGIANOS έχει ανεβάσει πραγματική βιντεοσκόπηση της αυθεντικής πλάκας καθώς παίζει, με αποτέλεσμα ο μεν ήχος να έχει τις φυσικές φθορές, τα δε δισκογραφικά στοιχεία, επιτέλους, να είναι ακριβή, ενώ πιο καθαρό αλλά με λάθος στοιχεία το ακούμε και σε άλλο βίντεο του basil4426.

Η άλλη πλευρά έχει τον μανέ «Καραμπατάκ Χετζάζ» (Καραπετάχ Χετζάζ κατά τον Μανιάτη, Χιτζάζ Καραπετάχ κατά τους ΡΔιαλ., Καραπετάκ Χετζάζ κατά τη βάση ΣΛ, ενώ στο φυλλάδιο ΣΛ τον βρίσκουμε σωστά και στο ΥΤ υπάρχει και πάλι πολυφωνία), με αριθμό μήτρας 70.039. Δίστιχο: Αφού υπάρχει θάνατος, σκέψου και συλλογίσου, / γλέντα τον ψεύτη το ντουνιά να σκάσουν οι εχθροί σου (ο Μανιάτης εκ παραδρομής δίνει δίστιχο άλλου μανέ με την ίδια αρχή: Αφού υπάρχει θάνατος και το κορμί θα λιώσει, / τι να την κάνω τη ζωή αν είναι κι άλλη τόση;). Στο ΥΤ υπάρχει σε τέσσερα βίντεο, από τους ανεβάστορες basil4426 (με λάθος στοιχεία δίσκου, καθαρισμένο ήχο), MarikaPapagika (ομοίως), 1iakov (ομοίως) και JIM AVAGIANOS (όπως στον Καραμπατάκ Χετζάζ παραπάνω, σωστά στοιχεία).

Του άλλου δίσκου δεν έχω δει τις ετικέτες. Επομένως δεν ξέρω πώς είναι οι ακριβείς τίτλοι (ίδιοι όπως στον πρώτο ή όχι, και αν όχι, πώς). Είναι της ODEON Γερμανίας, με αριθμό
GA-1485, και αβέβαιη χρονολογία: οι ΡΔ λένε 1930, ο Μανιάτης δίνει χρονολογία μόνο για τη μία πλευρά 1929 και την άλλη την έχει αχρονολόγητη (γιατί; - σ’ έναν πίνακα πάντως, εκτός κειμένου, δίνει στη στήλη «ΦΩΝ/ΣΗ» την ακατανόητη ένδειξη «Απρ-05», που επαναλαμβάνεται σε 6-7 ακόμη λήμματα), και όλοι οι άλλοι επίσης δε δίνουν χρονολογία. Αριθμοί μήτρας δεν παραδίδονται για καμία από τις δύο πλευρές.

Τον μανέ της μιας πλευράς τον ονομάζουν Νεβά Καραπετάχ οι ΡΔ, Καραπετάχ Νεβάχ ο Μανιάτης, η βάση ΣΛ και το φυλλάδιο ΣΛ στο κύριο σώμα του, και Καραπετάχ Νεβά το φυλλάδιο ΣΛ στο ευρετήριο. Δίστιχο: Πολλοί 'ναι που πικραίνουνται και φανερά γελούνε, / πόσοι πεθαίνουν με καημό και δεν το μαρτυρούνε. Οι ΡΔ το δίνουν ως «Όσοι κρυφά μαραίνονται και φανερά γελούνε, / όλοι πεθαίνουν με καημό και δεν το μαρτυρούνε», που είναι λάθος καταγραφή αλλά πιθανώς ορθότερη εκδοχή του ίδιου του διστίχου (εννοώ: ο Νταλγκάς δεν το είπε έτσι, αυτό όμως που είπε είναι αρκετά ασαφές, οπότε πιθανώς να είχε στο μυαλό του μια εκδοχή σαν αυτή που «αποκαθιστούν» οι ΡΔ, που είναι άρτια και σαφέστατη, και εκ παραδρομής να το είπε αλλιώς). Δε βρήκα να υπάρχει στο ΥΤ, αντ’ αυτού όμως υπάρχει ένα βίντεο που το έχουμε ήδη συζητήσει παλιότερα (στο #11 του νήματος) με τον Νταλγκά σε άλλον μανέ, που έχει το ίδιο δίστιχο, και που ενώ ο σωστός του τίτλος είναι «Μανές του πόνου», ο ανεβάστορας (Traveler Into The Blue) τον ονομάζει αυθαίρετα «Του Πόνου Μανές(Karapetah Nevah Manes)»

Από τη άλλη είναι ο μανές Χιτζάζ Καραπετάχ (ΡΔ) ή Καραπετάχ Χετζάζ (Μαν., βάση ΣΛ, φυλλ. ΣΛ), με δίστιχο: Με υπομονή και δάκρυα πέρασα τη ζωή μου, / άραγε θα βρεθεί κανείς να γειάνει την πληγή μου; Στο ΥΤ τον έχει ανεβάσει, καθαρισμένο, ο ανεβάστορας Traveler Into The Blue, με τίτλο Χιτζάζ Καραπετάχ Μανές (όπως στους ΡΔ) και χωρίς περαιτέρω στοιχεία.


Μετά απ’ όλη αυτή την πληκτική πλην απαραίτητη εισαγωγή, πάμε στην ουσία:

Και οι τέσσερις μανέδες είναι του κλασικού ανατολίτικου τύπου. Και οι τέσσερις συνοδεύονται από ταξίμι στη λύρα (Λάμπρος Λεονταρίδης) και διακριτική υπόκρουση τσιφτετελιού στο ούτι (Τομπούλης). Ο καθένας από μόνος του δε θα παρέπεμπε σε τυποποιημένη σύνθεση.

Παρά ταύτα, οι δύο Καραμπατάκ Νεβά(τ) μανέδες, όσο κι αν δεν ταυτίζονται, πιστεύω πως αποτελούν αρκετά δημιουργική επεξεργασία του ίδιου βασικού σεναρίου, όπως προδίδουν ορισμένες χαρακτηριστικές μελωδικές φράσεις που είναι κοινές στους δύο και μάλιστα απαντούν στα ίδια σημεία (κατεξοχήν μάλιστα στη μέση του μανέ). Επιπλέον ο πρώτος έχει κι άλλη μια χαρακτηριστική ένδειξη προσχεδιασμένου σεναρίου: οι πρώτες πρώτες δοξαριές της λύρας, στην αρχή του ταξιμιού και του κομματιού, επαναλαμβάνονται ακριβώς από τη φωνή του Νταλγκά όταν μπαίνει με το εναρκτήριο «αμάν», κάτι που δεν είναι πιθανόν να συνέβη τυχαία.

Για τους δύο Χιτζάζ μανέδες είναι πολύ σαφέστερο ότι μοιράζονται την ίδια μελωδία, παρόλο που βέβαια κι εδώ υπάρχει μπόλικος αυτοσχεδιασμός στην τελική εκτέλεση.

Επομένως, προσθέτουμε άλλους δύο μανέδες στη λίστα των επιβεβαιωμένα τυποποιημένων.

Μ’ αυτή την ευκαιρία, σημειώνω εδώ δύο διαπιστώσεις που έκανα από τη σύγκριση αυτών των δύο ζευγαριών από ηχογραφήσεις, οι οποίες πιθανόν να ισχύουν και για όλους τους προηγούμενους μανέδες αλλά αφορούν ζητήματα που δεν είχαν κινήσει την προσοχή μου. Η μία είναι ότι όσο ακολουθούν οι τραγουδιστές μια συγκεκριμένη σύνθεση κι όχι την προσωπική τους αυτοσχεδιαστική διάθεση, άλλο τόσο φαίνεται πως το κάνουν κι οι οργανοπαίχτες με τα ταξίμια τους. Μέχρι τώρα άκουγα με την προσοχή μου στραμμένη αποκλειστικά στο φωνητικό μέρος, προσπερνώντας τα ταξίμια. Τώρα που συνέκρινα και τα ταξίμια, βλέπω ότι ούτε κι αυτά είναι πλήρως αυτοσχέδια. Ίσως αυτό θα έπρεπε να μας κάνει να επανεξετάσουμε και για το ταξίμι κάποιες βεβαιότητές μας. Βέβαια αυτά είναι ταξίμια μακαμίστικα, όχι ρεμπέτικα, και δεν αποκλείεται αυτή μου η διαπίστωση (ότι ένα ταξίμι δεν είναι πάντα αυτοσχέδιο, παρά μπορεί και να αποτελεί ρεπερτόριο και να επανεκτελείται) να ήταν ήδη γνωστή και να αποτελεί κοινό τόπο στους γνώστες της οθωμανικής μουσικής.

Η άλλη διαπίστωση είναι ότι τα πιο σταθερά επαναλαμβανόμενα (από εκτέλεση σε εκτέλεση) σημεία της σύνθεσης κάθε μανέ εντοπίζονται κυρίως στην αρχή της κάθε ενότητας και της κάθε επιμέρους φράσης, ενώ στην εξέλιξή της αρχίσουν οι αυτοσχέδιες αποκλίσεις. Οπωσδήποτε, σταθερές μένουν και οι βαθμίδες έναρξης και λήξης της κάθε επιμέρους φράσης (εννοώ, πέρα από τις γενικές κατευθύνσεις που υπαγορεύουν οι κανόνες του κάθε μακαμιού), στην αρχή όμως των φράσεων βρίσκουμε μελωδικά τμήματα που συμπίπτουν πλήρως από εκτέλεση σε εκτέλεση.


Δεν έχω ιδέα τι σημαίνουν οι τίτλοι Καραμπατάκ κλπ. Χετζάζ είναι συνηθισμένη εναλλακτική μορφή (στα ελληνικά) αντί Χιτζάζ, αλλά το Νεβά να γίνει Νεβάτ μού φαίνεται πιο περίεργο. Τα μόνα αμυδρώς κοντινά στοιχεία που βρήκα είναι ότι η λέξη karabatak στα τούρκικα σημαίνει κορμοράνος (φαλακροκόρακας ή καλικατζού - ένα θαλασσοπούλι), και ότι Karapatak είναι επώνυμο (που υπάρχει άλλωστε και στα ελληνικά, Καραπατάκης).

2 «Μου αρέσει»

Σμυρναίικο Μινόρε: Μια νεότερη και μια σύγχρονη εκτέλεση, που βρήκα ανεβασμένες σε παλιότερη συζήτηση. Αξιόλογες για πολύ διαφιρετικούς λόγους η μία από την άλλη:

α) «Τα Αραπάκια»: βιολί Γιώργος Παντσίδης, μάλλον πρόσφυγας Ανατολικής Θράκης, ούτι Βασίλης αγν. επωνύμου. Άδηλον ποιος από τους δύο τραγουδάει.

22 λεπτά βίντεο με αρκετά τραγούδια. Το Μινόρε είναι το τελευταίο κομμάτι, αλλά για να μπει κανείς στο πνεύμα πρέπει να δει και πιο πριν ή καλύτερα να το δει όλο. Επίσης να δει τα σχόλια στο ΥΤ.

β) Αλέκος Κανδυλιώτης, με συνοδεία Θ. Μπουρή (μπουζούκι), Κ. Ζαφειρίου (μπουζούκι), Κ. Κωτσόπουλου (κιθάρα), 2012.

Οι πρώτοι χάνουν έντονα στο οργανοπαιχτικό σκέλος, αλλά πιο αυθεντικός πεθαίνεις (πραγματικά) - και δε χάνουν καθόλου στο τραγούδι!

Οι δεύτεροι θα έλεγε κανείς από μια άποψη ότι χάνουν σε αυθεντικότητα, αφού κάνουν πιστή αναπαραγωγή του δίσκου, αλά ο τύπος δεν είναι απλώς φωνάρα, είναι κάποιος που ξέρει να τραγουδάει το Σμυρναίικο Μινόρε.

2 «Μου αρέσει»
  1. Μπαμ μανές.

Τίτλος που, απ’ όσο μπόρεσα να διαπιστώσω, κατά λάθος κυκλοφορεί. Το ηχογράφημα στο οποίο αναφέρεται δεν ονομάζεται έτσι. Πρόκειται για έναν μανέ χωρίς τίτλο, πολύ πρόσφατης εκτέλεσης (συγκριτικά με τα μεσοπολεμικά 78άρια που κυρίως εξετάζουμε), 1998, ο οποίος, μαζί με το οργανικό ζεϊμπέκικο «Μπαμ», αποτελεί ένα τρακ που ο δισκογραφικός του τίτλος είναι, απλά και άμεσα, «Αμανές - Μπαμ». Τραγουδάει η Μαριώ.

Κανονικά δε θα έπρεπε να μας απασχολήσει, σε μια παρουσίαση παλιών κυρίως ηχογραφήσεων μανέ. Το θέμα όμως είναι ότι σε διάφορες μεριές στο διαδίκτυο, όπου γίνεται αναφορά σ’ αυτό το κομμάτι, ο τίτλος «Αμανές - Μπαμ» έχει χάσει την παύλα στη μέση, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η παρανόηση ότι υπάρχει κάποιος αμανές που ονομάζεται Μπαμ.

Το κομμάτι προέρχεται από τον δίσκο «Μπαγλαμάδες και τζουράδες» (Άνοδος ‎– ΠΜΕ Α 182, 1998) του Δ. Μυστακίδη και του Παύλου Παφρανίδη (+Ταπάκη, Μεταξά), που είναι βασικά οργανικός αλλά κατ’ εξαίρεση ξεκινάει με τον αμανέ αυτόν. Τα στοιχεία του δίσκου εδώ, παρουσίαση εδώ, ολόκληρος ανεβασμένος εδώ.

Πάντως, ακόμη και μετά την άρση της παρανόησης σχετικά με τον τίτλο και το νόημά του, το κομμάτι δεν είναι μανές. Αποτελείται από ενάμιση στίχο, διαρθρωμένο μέσα στη μελωδία κατά τρόπο τελείως διαφορετικό από την κλασική δομή του μανέ, ενώ απουσιάζει εντελώς το χαρακτηριστικό στοιχείο όλων των μανέδων ότι η μελωδία αναπτύσσεται όχι στα λόγια (αντίθετα, αυτά εκφέρονται σε ελάχιστες νότες, συχνά σε μία όλη κι όλη ανά φράση) αλλά στα αμάν και τα υπόλοιπα επιφωνήματα. Το άκουσμα όλο μαζί παραπέμπει είτε σε βυζαντινή ψαλμωδία είτε σε καθιστικό δημοτικό τραγούδι, πάντως απέχει πολύ από την αισθητική του μανέ. (Edit: Να προσθέσω εκ των υστέρων ότι στα δημοτικά και μάλιστα στα καθιστικά συνηθίζεται πολύ η στροφή από ενάμιση στίχο, «τριημίστιχη» λεγόμενη. Το ξεκρέμαστο ημιστίχιο επαναλαμβάνεται στην επόμενη στροφή και συμπληρώνεται, κ.ο.κ.).

Μια επιπλέον ιδιαιτερότητα που παρουσιάζει είναι ότι είναι Ραστ, όπως και τα ταξίμια που τον πλαισιώνουν, ενώ το τελικό έρρυθμο γύρισμα είναι το Μπαμ που είναι Χιτζαζκιάρ. Βέβαια κατά τη μετάβαση από το ένα στο άλλο δεν γίνεται αντιληπτή η τροπική ασυνέπεια, γιατί οι πρώτες φράσεις του Μπαμ εκμεταλλεύονται μια από τις δυνατότητες του μακάμ Χιτζαζκιάρ να χρησιμοποιεί διαστήματα που τα έχει και το Ραστ.


  1. Μπέγιογλου μανές.

Μ’ αυτό τον τίτλο έχει βγάλει ο Νταλγκάς δύο ηχογραφήσεις, κι οι δύο το 1929. Για τη μία οι ΡΔ, ο Μανιάτης, το φυλλάδιο ΣΛ και η βάση ΣΛ συμφωνούν ότι ο ακριβής τίτλος είναι Μπέγιογλου Μανεσί (=Μπέγιογλου μανές στα τούρκικα, δηλαδή «ο μανές του γιου του μπέη»). Δίσκος HMV AO-0365, αρ.μήτρας BW-2984-2, δίστιχο: Αν μ’ αρνηθείς δεν έχει πια ο κόσμος μπιστοσύνη, / ούτε θεός υπάρχει πια ούτε δικαιοσύνη. Τον ακούμε και στο ΥΤ.

Την άλλη την έχουν μόνο οι ΡΔ και το φυλλάδιο ΣΛ, όχι ο Μανιάτης και η βάση ΣΛ. Τίτλος Μπέγιογλου μανές, δίσκος Odeon Γερμ. GA-1434, αρ.μ. GO-1442-2, δίστιχο: Σ’ αυτό τον ψεύτικο ντουνιά το καθετί πεθαίνει, / σκέψου κι εσύ, ω άνθρωπε, πως μια κακία μένει. Τον ακούμε μόνο στο ΥΤ.

Δύο μανέδες κιουρδί (σωστά;), κλασικού ανατολίτικου τύπου. Εκ πρώτης όψεως θα ήταν δύσκολο να πει κανείς ότι μοιράζονται την ίδια μελωδία. Στην πρώτη ενότητα ο ένας (Σ’ αυτό τον ψεύτικο ντουνιά…) τονίζει πολύ επίμονα και ξεκάθαρα την 5η βαθμίδα, ενώ ο άλλος (Αν μ’ αρνηθείς…) έχει μεγαλύτερη κινητικότητα. Εντωμεταξύ, το γεγονός ότι οι τονικότητές τους έχουν ακριβώς έναν τόνο διαφορά δυσκολεύει ιδιαίτερα να τους ακούσει κανείς κατ’ αντιπαράθεση, φρασούλα-φρασούλα, ξανακουρδίζοντας συνέχεια τ’ αφτιά του για να μην αποπροσανατολιστεί. Παρά ταύτα, μέσα στην πρώτη ενότητα εμφανίζονται κάποια σύντομα χαρακτηριστικά μελωδικά τμήματα που είναι κοινά μεταξύ των δύο, και αυτά γεννούν την πρώτη υπόνοια ότι πρόκειται για διαφορετική διαπραγμάτευση του ίδιου σεναρίου. Από την έναρξη της δεύτερης ενότητας και μετά, μέχρι το τέλος, η ταύτιση γίνεται πολύ πιο εύκολα και δεν αφήνει πλέον αμφιβολίες ότι πρόκειται για τον ίδιο μανέ.

Άλλος ένας λοιπόν τυποποιημένος μανές, που λόγω αφενός της πολύ πιο αυτοσχεδιαστικής (ως προς την εκτέλεση) φύσης του μακαμίστικου ανατολίτικου μανέ και αφετέρου λόγω της μεγάλης άνεσης του Νταλγκά σ’ αυτό το είδος αυτοσχεδιασμού, γίνεται δυσδιάγνωστος. Πάντως πρέπει να πω ότι αναιρεί τη διαπίστωση που μόλις χτές είχα κάνει:

Εδώ ίσα ίσα οι δύο εκτελέσεις αρχίζουν αλλιώς, στην πορεία της πρώτης ενότητας αρχίζουν δειλά δειλά να συγκλίνουν, και μόνο από τη μέση και μετά φανερώνουν πλέον ξεκάθαρα την κοινή τους μελωδία.

3 «Μου αρέσει»

Δεν έχει βρεθεί η ετικέτα του δίσκου

Βρέθηκε μόνο η ετικέτα της Αγγελικής Καραγιάννη. Δεν νομίζω να είναι μανές.

LIBERTY 29-B

Δεν βρέθηκε αυτή η ετικέτα. Υπάρχει όμως παλαιότερη ηχογράφηση, με τον ίδιο τίτλο αλλά άλλο δίστιχο. Ίσως την έχουμε ανεβάσει αυτή την ετικέτα.

Ο όρος “μανές” δεν υπάρχει στην ετικέτα.

Δεν έχει βρεθεί κάτι

Ομοίως.

Η ηχογράφηση είναι το Φθινόπωρο του 1929. Εκτός από τον τίτλο που περιέχει τον όρο “μανές” και δίπλα του υπάρχει η επεξήγηση “Μανές”.

Χ-80064-Α

Εκτός από τον 18061 της Πατέ που παρουσιάσαμε δεν έχει βρεθεί κάτι άλλο.

Η αναζήτηση δεν απέδωσε καμιά ετικέτα.

3 «Μου αρέσει»

Μπράβο Φώτη!

Λαϊκή μανδολινάτα; Ε ναι, δεν παραπέμπει σε μανέ. Από την άλλη, αν η καταγραφή των στίχων είναι σωστή και όχι, από παραδρομή, στίχοι άλλου τραγουδιού, τότε είναι σοβαρή η πιθανότητα να πρόκειται για τη μελωδία του Χερ Γερ Καράνλικ: δύσκολα θα ταίριαζε σε άλλον σκοπό στίχος μ’ αυτό το ποιητικό μέτρο. Και το Χερ Γερ Καράνλικ επίσης δεν πάει με μαντολινάτα, αλλά γιατί όχι κιόλας; Υπήρχαν και απροσδόκητες ενορχηστρώσεις. (Αλλιώς, η μόνη λογική πιθανότητα είναι να πήραν τα λόγια από το τραγούδι του Νταλγκά και να τους έγραψαν καινούργια μουσική.)

Ποιος να είναι ο Ν. Μίλτον που έκανε το arrangement, και σε τι ακριβώς να συνίσταται αυτό το arrangement άραγε;

:rofl: :joy: !! Γι’ αυτό χρειάζονται οι ετικέτες! Αν και μάλλον το «Ουσάκ μανές» δικό μου λάθος πρέπει να είναι. Επειδή ακριβώς ο μανές είναι πολύ γνωστός και ακουσμένος, και επιπλέον στο περιθώριο της θεματολογίας του νήματος, δεν έψαξα τις σχετικές πηγές με την ίδια προσοχή όπως για τους υπόλοιπους. Αλλά τώρα που το βλέπω, «Ουσάκ - Το Τραγούδι της ξενητειάς», είμαι βέβαιος ότι το 'χω ξαναδεί έτσι, άρα πιθανόν να το 'χω δει και μόνον έτσι και να πρόσθεσα το «μανές» μόνος μου.

2 «Μου αρέσει»