- Καραμπατάκ (?Καραπετάχ) μανέδες.
Μ’ αυτό το μπέρδεμα είχαμε ήδη ασχοληθεί προκαταρκτικά στα μηνύματα #11κ.εξ.. Επειδή όμως το πράγμα είναι πιο σύνθετο, χρειάζεται να γίνει ειδικός λόγος για τους Καραμπατάκ μανέδες. Στο #72 είχα αναρτήσει μια λίστα των μανέδων που είχαν ήδη εξεταστεί ως τότε στο νήμα και όσων απέμεναν προς εξέταση, και μέχρι στιγμής την ακολουθώ. Τώρα όμως θα γίνει μια σφήνα, γιατί οι Καραμπατάκ δεν ήταν σ’ εκείνη τη λίστα.
Πρόκειται για τέσσερις μανέδες του Νταλγκά, που κυκλοφόρησαν ανά ζεύγη σε δύο δίσκους. Οι δίσκοι φαίνεται να έχουν ίδιους τίτλους (πέρα από τυχον ορθογραφικές λεπτομέρειες για τις οποίες έχουμε αβεβαιότητα), δηλαδή και οι δύο έχουν από έναν Χιτζάζ Καραπ. και έναν Νεβά(τ) Καραπ. μανέ. Οι πηγές εμφανίζουν ένα χάος αντιφάσεων, αλλού με λάθος καταγραφές, αλλού με άκριτη αντιγραφή των λαθών, που συχνά δεν είναι καν πιστή αλλά επισωρεύει κι άλλα λάθη, με αποτέλεσμα ακόμη και οι τίτλοι να μην είναι όλοι βέβαιοι. Εν πάση περιπτώσει διαπίστωσα ότι στον ένα δίσκο οι ακριβείς τίτλοι, σύμφωνα με την ετικέτα, είναι «Καραμπατάκ Χετζάζ» (υπότιτλος: «Μανές») και «Καραμπατάκ Νεβάτ» (υπότιτλος: «Μανές»). Την παραθέτει ο Φώτης εδώ, και υπάρχει κι άλλη φωτογραφία (με καλύτερα χρώματα, πολύ φτωχότερη ανάλυση, και αντιγραφή των στοιχείων στο κείμενο της ιστοσελίδας, δυστυχώς όχι χωρίς λάθη) στο discogs - ένα λινκ που δεν ξέρω αν θα υπάρχει για πάντα. Με τέτοιες περίεργες λέξεις βέβαια, καμία εγγύηση ότι κι η ίδια η ετικέτα δεν έχει λάθη.
Οπότε, έχουμε και λέμε:
Ο ένας δίσκος είναι της Pathe Γαλλίας, με αριθμό Χ. 80061, και κυκλοφόρησε το 1928 σύμφωνα με τις τέσσερις μόνιμες πηγές που χρησιμοποιώ, αν και το discogs λέει 1929. Η μία πλευρά έχει τον μανέ «Καραμπατάκ Νεβάτ», που ο Μανιάτης τον λέει Νεβά Καραπετάχ, οι ΡΔ Νεβά Καραπετάχ, η βάση ΣΛ Καραπατάκ Νεβάτ, το φυλλάδιο ΣΛ τον λέει σωστά στο κυρίως σώμα αλλά Καραπετάχ Νεβά στο ευρετήριο (!), ενώ τον βρίσκουμε με παραλλαγές του ίδιου τίτλου και σε δύο βίντεο στο ΥΤ. Αριθμός μήτρας 70.038 (70.088 σύμφωνα με λάθος του discogs). Δίστιχο: Γιατί να μη χαρώ κι εγώ τα μάτια μου πριν κλείσω; / Μάνα με γέννησε κι εμέ, θέλω κι εγώ να ζήσω. Στο ΥΤ ο ανεβάστορας JIM AVAGIANOS έχει ανεβάσει πραγματική βιντεοσκόπηση της αυθεντικής πλάκας καθώς παίζει, με αποτέλεσμα ο μεν ήχος να έχει τις φυσικές φθορές, τα δε δισκογραφικά στοιχεία, επιτέλους, να είναι ακριβή, ενώ πιο καθαρό αλλά με λάθος στοιχεία το ακούμε και σε άλλο βίντεο του basil4426.
Η άλλη πλευρά έχει τον μανέ «Καραμπατάκ Χετζάζ» (Καραπετάχ Χετζάζ κατά τον Μανιάτη, Χιτζάζ Καραπετάχ κατά τους ΡΔιαλ., Καραπετάκ Χετζάζ κατά τη βάση ΣΛ, ενώ στο φυλλάδιο ΣΛ τον βρίσκουμε σωστά και στο ΥΤ υπάρχει και πάλι πολυφωνία), με αριθμό μήτρας 70.039. Δίστιχο: Αφού υπάρχει θάνατος, σκέψου και συλλογίσου, / γλέντα τον ψεύτη το ντουνιά να σκάσουν οι εχθροί σου (ο Μανιάτης εκ παραδρομής δίνει δίστιχο άλλου μανέ με την ίδια αρχή: Αφού υπάρχει θάνατος και το κορμί θα λιώσει, / τι να την κάνω τη ζωή αν είναι κι άλλη τόση;). Στο ΥΤ υπάρχει σε τέσσερα βίντεο, από τους ανεβάστορες basil4426 (με λάθος στοιχεία δίσκου, καθαρισμένο ήχο), MarikaPapagika (ομοίως), 1iakov (ομοίως) και JIM AVAGIANOS (όπως στον Καραμπατάκ Χετζάζ παραπάνω, σωστά στοιχεία).
Του άλλου δίσκου δεν έχω δει τις ετικέτες. Επομένως δεν ξέρω πώς είναι οι ακριβείς τίτλοι (ίδιοι όπως στον πρώτο ή όχι, και αν όχι, πώς). Είναι της ODEON Γερμανίας, με αριθμό
GA-1485, και αβέβαιη χρονολογία: οι ΡΔ λένε 1930, ο Μανιάτης δίνει χρονολογία μόνο για τη μία πλευρά 1929 και την άλλη την έχει αχρονολόγητη (γιατί; - σ’ έναν πίνακα πάντως, εκτός κειμένου, δίνει στη στήλη «ΦΩΝ/ΣΗ» την ακατανόητη ένδειξη «Απρ-05», που επαναλαμβάνεται σε 6-7 ακόμη λήμματα), και όλοι οι άλλοι επίσης δε δίνουν χρονολογία. Αριθμοί μήτρας δεν παραδίδονται για καμία από τις δύο πλευρές.
Τον μανέ της μιας πλευράς τον ονομάζουν Νεβά Καραπετάχ οι ΡΔ, Καραπετάχ Νεβάχ ο Μανιάτης, η βάση ΣΛ και το φυλλάδιο ΣΛ στο κύριο σώμα του, και Καραπετάχ Νεβά το φυλλάδιο ΣΛ στο ευρετήριο. Δίστιχο: Πολλοί 'ναι που πικραίνουνται και φανερά γελούνε, / πόσοι πεθαίνουν με καημό και δεν το μαρτυρούνε. Οι ΡΔ το δίνουν ως «Όσοι κρυφά μαραίνονται και φανερά γελούνε, / όλοι πεθαίνουν με καημό και δεν το μαρτυρούνε», που είναι λάθος καταγραφή αλλά πιθανώς ορθότερη εκδοχή του ίδιου του διστίχου (εννοώ: ο Νταλγκάς δεν το είπε έτσι, αυτό όμως που είπε είναι αρκετά ασαφές, οπότε πιθανώς να είχε στο μυαλό του μια εκδοχή σαν αυτή που «αποκαθιστούν» οι ΡΔ, που είναι άρτια και σαφέστατη, και εκ παραδρομής να το είπε αλλιώς). Δε βρήκα να υπάρχει στο ΥΤ, αντ’ αυτού όμως υπάρχει ένα βίντεο που το έχουμε ήδη συζητήσει παλιότερα (στο #11 του νήματος) με τον Νταλγκά σε άλλον μανέ, που έχει το ίδιο δίστιχο, και που ενώ ο σωστός του τίτλος είναι «Μανές του πόνου», ο ανεβάστορας (Traveler Into The Blue) τον ονομάζει αυθαίρετα «Του Πόνου Μανές(Karapetah Nevah Manes)»
Από τη άλλη είναι ο μανές Χιτζάζ Καραπετάχ (ΡΔ) ή Καραπετάχ Χετζάζ (Μαν., βάση ΣΛ, φυλλ. ΣΛ), με δίστιχο: Με υπομονή και δάκρυα πέρασα τη ζωή μου, / άραγε θα βρεθεί κανείς να γειάνει την πληγή μου; Στο ΥΤ τον έχει ανεβάσει, καθαρισμένο, ο ανεβάστορας Traveler Into The Blue, με τίτλο Χιτζάζ Καραπετάχ Μανές (όπως στους ΡΔ) και χωρίς περαιτέρω στοιχεία.
Μετά απ’ όλη αυτή την πληκτική πλην απαραίτητη εισαγωγή, πάμε στην ουσία:
Και οι τέσσερις μανέδες είναι του κλασικού ανατολίτικου τύπου. Και οι τέσσερις συνοδεύονται από ταξίμι στη λύρα (Λάμπρος Λεονταρίδης) και διακριτική υπόκρουση τσιφτετελιού στο ούτι (Τομπούλης). Ο καθένας από μόνος του δε θα παρέπεμπε σε τυποποιημένη σύνθεση.
Παρά ταύτα, οι δύο Καραμπατάκ Νεβά(τ) μανέδες, όσο κι αν δεν ταυτίζονται, πιστεύω πως αποτελούν αρκετά δημιουργική επεξεργασία του ίδιου βασικού σεναρίου, όπως προδίδουν ορισμένες χαρακτηριστικές μελωδικές φράσεις που είναι κοινές στους δύο και μάλιστα απαντούν στα ίδια σημεία (κατεξοχήν μάλιστα στη μέση του μανέ). Επιπλέον ο πρώτος έχει κι άλλη μια χαρακτηριστική ένδειξη προσχεδιασμένου σεναρίου: οι πρώτες πρώτες δοξαριές της λύρας, στην αρχή του ταξιμιού και του κομματιού, επαναλαμβάνονται ακριβώς από τη φωνή του Νταλγκά όταν μπαίνει με το εναρκτήριο «αμάν», κάτι που δεν είναι πιθανόν να συνέβη τυχαία.
Για τους δύο Χιτζάζ μανέδες είναι πολύ σαφέστερο ότι μοιράζονται την ίδια μελωδία, παρόλο που βέβαια κι εδώ υπάρχει μπόλικος αυτοσχεδιασμός στην τελική εκτέλεση.
Επομένως, προσθέτουμε άλλους δύο μανέδες στη λίστα των επιβεβαιωμένα τυποποιημένων.
Μ’ αυτή την ευκαιρία, σημειώνω εδώ δύο διαπιστώσεις που έκανα από τη σύγκριση αυτών των δύο ζευγαριών από ηχογραφήσεις, οι οποίες πιθανόν να ισχύουν και για όλους τους προηγούμενους μανέδες αλλά αφορούν ζητήματα που δεν είχαν κινήσει την προσοχή μου. Η μία είναι ότι όσο ακολουθούν οι τραγουδιστές μια συγκεκριμένη σύνθεση κι όχι την προσωπική τους αυτοσχεδιαστική διάθεση, άλλο τόσο φαίνεται πως το κάνουν κι οι οργανοπαίχτες με τα ταξίμια τους. Μέχρι τώρα άκουγα με την προσοχή μου στραμμένη αποκλειστικά στο φωνητικό μέρος, προσπερνώντας τα ταξίμια. Τώρα που συνέκρινα και τα ταξίμια, βλέπω ότι ούτε κι αυτά είναι πλήρως αυτοσχέδια. Ίσως αυτό θα έπρεπε να μας κάνει να επανεξετάσουμε και για το ταξίμι κάποιες βεβαιότητές μας. Βέβαια αυτά είναι ταξίμια μακαμίστικα, όχι ρεμπέτικα, και δεν αποκλείεται αυτή μου η διαπίστωση (ότι ένα ταξίμι δεν είναι πάντα αυτοσχέδιο, παρά μπορεί και να αποτελεί ρεπερτόριο και να επανεκτελείται) να ήταν ήδη γνωστή και να αποτελεί κοινό τόπο στους γνώστες της οθωμανικής μουσικής.
Η άλλη διαπίστωση είναι ότι τα πιο σταθερά επαναλαμβανόμενα (από εκτέλεση σε εκτέλεση) σημεία της σύνθεσης κάθε μανέ εντοπίζονται κυρίως στην αρχή της κάθε ενότητας και της κάθε επιμέρους φράσης, ενώ στην εξέλιξή της αρχίσουν οι αυτοσχέδιες αποκλίσεις. Οπωσδήποτε, σταθερές μένουν και οι βαθμίδες έναρξης και λήξης της κάθε επιμέρους φράσης (εννοώ, πέρα από τις γενικές κατευθύνσεις που υπαγορεύουν οι κανόνες του κάθε μακαμιού), στην αρχή όμως των φράσεων βρίσκουμε μελωδικά τμήματα που συμπίπτουν πλήρως από εκτέλεση σε εκτέλεση.
Δεν έχω ιδέα τι σημαίνουν οι τίτλοι Καραμπατάκ κλπ. Χετζάζ είναι συνηθισμένη εναλλακτική μορφή (στα ελληνικά) αντί Χιτζάζ, αλλά το Νεβά να γίνει Νεβάτ μού φαίνεται πιο περίεργο. Τα μόνα αμυδρώς κοντινά στοιχεία που βρήκα είναι ότι η λέξη karabatak στα τούρκικα σημαίνει κορμοράνος (φαλακροκόρακας ή καλικατζού - ένα θαλασσοπούλι), και ότι Karapatak είναι επώνυμο (που υπάρχει άλλωστε και στα ελληνικά, Καραπατάκης).