Μέχρι σήμερα η γενική αίσθηση για τη μουσική παράδοση της Μικράς Ασίας ήταν μάλλον αυτή που επέβαλε η παρουσία της Σμύρνης, της Πόλης και των περιχώρων τους. Μία μουσική παράδοση δηλαδή έντονα αστικοποιημένη, που χρησιμοποιεί ψιλά όργανα και μάλλον καθόλου τις παλιές λύρες, τσαμπούνες κ.λπ. Σε αυτό συνέτεινε και η ανάγκη της σύγχρονης εποχής να “εξευγενιστούν” τα λαϊκά ακούσματα, ώστε να γίνουν αρεστά στον σύγχρονο επίσης αστικοποιημένο εν πολλοίς ακροατή. Έτσι βλέπουμε π.χ. τα τραγούδια της Κλεονίκης Τζοανάκη από τα Αλάτσατα της Ερυθραίας φεύγοντας από το στόμα της να παίρνουν άλλο ύφος και χροιά, τα τραγούδια της Καππαδοκίας να έχουν αποκτήσει έναν τόνο μυστηριακότητας και λεπτότητας, που φυσικά δεν είχαν κ.λπ. Μέχρι σήμερα μόνο υποψία για ύπαρξη οργάνων όπως η τσαμπούνα είχαμε για την Μ. Ασία. Περισσότερο με βάση την λογική των πραγμάτων εικάζαμε για την ύπαρξη τσαμπούνας στα μικρασιατικά παράλια, λόγω της ζωντανής παράδοσης της τσαμπούνας στα απέναντι νησιά, όπως η Σάμος και τα Δωδεκάνησα.
Αλιεύοντας πληροφορίες από μηνύματα του Περικλή στα λαϊκά αερόφωνα, τσαμπούνα μαρτυρείται από τα αρχεία του ΚΕΕΛ στην Σάμο από πρόσφυγες των Δωματίων, χωριού απέναντι από την Σάμο στην περιφέρεια των Σωκίων.
Πριν 2 χρόνια περίπου, κατά την διάρκεια λαογραφικής αποστολής του ΚΕΠΕΜ σε χωριά της Δράμας όπου υπάρχουν Σαμμακοβιανοί πρόσφυγες, στα πλαίσια της προετοιμασίας μας για την έκδοση του δίσκου “Λύρες του Σαμμακοβιού”, έπεσε τυχαία στα χέρια μου ένα CD, εκδεδομένο το 2005 από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Κυργίων “Ο Αρίων”, με τίτλο “Σωκιανίδικα Αποκριάτικα Τραγούδια”. Ο κάτοχός του μου το δώρισε και καθώς έφευγα το βράδυ από τα Κουδούνια της Δράμας για την έδρα μου, έβαλα το CD στο αυτοκίνητο. Οδηγούσα στον δρόμο Δράμας-Θεσσαλονίκης. Ευτυχώς που ήταν άδειος, γιατί τα χέρια μου αισθανόντουσαν την ανάγκη να χτυπάνε παλαμάκια στον ρυθμό, επομένως το τιμόνι δεν μπορώ να πω ότι ήταν και τόσο σταθερό.
Ο δίσκος περιλαμβάνει τραγούδια αποκριάτικα παιγμένα με τσαμπούνα και τουμπελέκι και τραγουδισμένα από αυτοσχέδια χορωδία που σχηματίστηκε για τις ανάγκες έκδοσης του CD από Σωκιανούς κατοίκους των Κυργίων. Το τραγούδι είναι αντιφωνικό. Δηλαδή τραγουδάει ένας (διαφορετικός ενίοτε σε κάθε στιχάκι) και επαναλαμβάνει η παρέα. Είναι ένα περίφημο δείγμα της σωκιανίδικης τσαμπούνας. Σε κουβέντα που είχα με τον πρόεδρο του Συλλόγου, μου είπε ότι θέλουν να εκδώσουν και ένα CD με τα τολμηρότερα αποκριάτικα τραγούδια τους και ότι δύο τσαμπουνιέρηδες καταγόμενοι από τα Σώκια είναι ακόμη ενεργοί στα Κύργια.
Επίσης μου είπε ότι τα τραγούδια τα παίζανε σε συνδυασμό με το έθιμο του Καδή, το οποίο γινόταν στα Σώκια, αλλά ξέρουμε ότι γινόταν και στη Σάμο. Μάλλον μιλάμε για πανομοιότυπη διαδικασία. Η Σάμος και τα Σώκια άλλωστε είναι μία γειτονιά. Και εδώ εγείρεται ένα θέμα σχετικά με την παράδοση της τσαμπούνας αλλά και την γενικότερη μουσική παράδοση και επομένως σχετικά με την επιρροή που άσκησε η μία περιοχή στην άλλη. Τα στοιχεία που έχω εγώ μέχρι τώρα που βοηθούν ίσως προς αυτή την κατεύθυνση είναι τα εξής:
- Τα Σώκια είναι απέναντι από την Σάμο. Οι δύο περιοχές είχαν επαφή και συναλλαγές.
- Το κοινό έθιμο του Καδή. (Υπήρχε από παλιά στην Σάμο;)
- Οι Βεργώνηδες με την περίφημη κομπανία τους στο Καρλόβασι της Σάμου είχαν έρθει την δεκαετία του 1920 από τα Σώκια.
Σε σχέση με όλα αυτά, μου έχει δημιουργηθεί μία βασική απορία. Τα Σώκια πότε ιδρύθηκαν, υπό τι συνθήκες και από ποιους; Ή η ελληνική κοινότητά τους τι ιστορία έχει; Διότι τα περισσότερα ελληνικά χωριά στην ευρύτερη περιοχή των Σωκίων (βόρεια και νότια του Μαιάνδρου) ιδρύθηκαν αρκετά πρόσφατα (κάποια κατά τα τέλη του 18ου αιώνα). Τι γίνεται λοιπον με τα ίδια τα Σώκια;
Δημήτρης