Το κόκκινο μαντίλι (του Τσιτσάνη)

Να ξεκαθαρίσω κάτι σχετικό με τις προτιμήσεις και συγκρίσεις μεταξύ των δημιουργών, με όλες τις παρενέργειες που αναφέρει παραπάνω ο Α.Ν.
ʼρη συμφωνώ μαζί σου.
Προσωπικά μου αρέσουν όλοι εξ’ ίσου (για τους διάφορους λόγους μου για τον καθένα) και αν με βάλεις να διαλέξω θα απαντήσω και τους δύο ή τρεις, κλπ. Περισσότερο μου αρέσει όμως, όπως και σένα, η “Πειραιώτικη Σχολή”.

Φραγκίσκε, μας λες πως διασταυρωμάνα τα πέντε αυτά τραγούδια δεν είναι του Τσιτσάνη. Για το 5ο (“καποια μάνα αναστενάζει”) αναφέρθηκα παραπάνω και είναι γνωστό πως είναι συνδημιουργία των Μπακάλη - Τσιτσάνη. Είναι γνωστός ο μόνιμος καυγάς τους.
Όμως για μένα (και μάλλον και για πολλούς άλλους) αποτελεί μεγάλη είδηση πως οι “αραπίνες”, η “μάγισσα της αραπιάς”, η “Τρικαλινή τσαχπίνα” και το “παίζουν τα μπουζουκάκια” (δεν μου λέει τίποτα αυτός ο τίτλος, βοήθησέ με λίγο αν μπορείς να καταλάβω ποιο τραγούδι είναι) δεν είναι δημιουργίες του Τσιτσάνη αλλά άλλων συνθετών!
Έτσι άκουσες ή έχεις κάποια στοιχεία και ονόματα; Μπορείς σε παρακαλώ να μας διαφωτήσεις;

Σ.Π.

Λοιπόν, έχουμε και λέμε:

  1. Η “Τρικαλινή τσαχπίνα” είναι μια προσωπική ερωτική ιστορία του Κίτσου, ο οποίος έφτιαξε και το τραγούδι.

  2. Το ίδιο για την “Μάγισσα της Αραπιάς”

Για αυτα, έχω καταγεγραμμένες προσωπικές μαρτυρίες των Μιλάνων και του ταβερνιάρη Γκίκα στα Τρίκαλα (γειά σου ρε Τσισπί…)

  1. Οι αραπίνες είναι χασάπικο του Κίτσου που ο Βασίλης το έκανε ανατολίτικο. Το λέει ο Μητσάκης στη συνέντευξη που είχε δώσει στον Μανιάτη και δημοσιεύτηκε στο βιβλίο “Ο ατελείωτος”. Το διασταύρωσα από διάφορους μπουζουξήδες στον Βόλο που το παίζουν (και) χασάπικο.

  2. Το “παίζουν τα μπουζουκάκια” (Μες στην Αθήνα ρε παιδιά/παίζουν τα μπουζουκάκια…, ηχογραφημένο στις αρχές της δεκαετίας του 50 με τον Τσαουσάκη και την Νίνου) είναι τραγούδι που βγήκε στην ταβέρνα-μπουζουξίδικο “Μποέμ” στον Βόλο τα χρόνια της Κατοχής. Τότε έπαιζαν εκεί ο Στεργίου (όχι ο Μπέμπης, άλλος συνονόματος του μπουζουξής από τον Βόλο), ο Μπαξεβανόπουλος και ο Κίτσος. Δεν έλεγε “Αθήνα” και τέτοια, είχε άλλα λόγια. Υπάρχουν πολλοί θαμώνες που έχω συναντήσει και θυμούνται το εν λόγω τραγούδι.

Προσοχή: όλα αυτά είναι συγκλίνουσες προσωπικές μαρτυρίες. Υπάρχουν και άλλες για διάφορα τραγούδια του Β.Τσ. που δεν έχουν διασταυρωθεί. Το γεγονός όμως ότι αυτές διασταυρώθηκαν και από μια δεύτερη ή τρίτη πληροφορία, δεν τις κάνει κατ’ ανάγκην αληθινές. Απλώς οι ενδείξεις γίνονται πιο σοβαρές…

Να ξεκαθαρίσουμε κάτι:
Η ηχογράφηση τραγουδιών του Χρήστου Τσιτσάνη απ’ τον αδερφό του Βασίλη δεν είναι σε καμιά περίπτωση “κλεψιά”. Σκεφτείτε δηλαδή να μην ηχογραφούσε ο βλάχος το “Κάτσε ν’ ακούσεις μια πενιά”… Κατά πάσα πιθανότητα θα το είχαμε χάσει! Μεγάλο κρίμα.
Τώρα, γιατί δεν τα ‘βαλε στ’ όνομα του Χρήστου… Δεν ξέρω. Ηταν παράξενος ο Β. Τσιτσάνης, όπως άλλωστε οι περισσότεροι Μεγάλοι.
Κι άλλο παράδειγμα:
Υπήρχε περίπτωση να χορεύουμε σήμερα ζεϊμπέκικο και ν’ αναστενάζουμε με το “Παπούτσια μερακλήδικα” ή με σκέτη αυτή την παραδοσιακή μελωδία χωρίς λόγια; Εγώ λέω όχι. Το “Αντιλαλούν οι φυλακές” είναι αυτό που συγκλονίζει.
Το ίδιο ισχύει για πολλά άλλα τραγούδια αγνώστων ή λίγο γνωστών δημιουργών, που κάποιοι -εκούσια ή ακούσια- τα έσωσαν.
Αλλο λοιπόν αυτά κι άλλο οι απατεώνες που φτιάχνουν (ακόμη και σήμερα) τραγουδάκια “στην πλάτη” του Βαγγέλη Παπάζογλου, του Χατζηχρήστου κ.ά.
ΑΝ

(κουρασμενος)

αναμφισβητητα ο τσιτσανης εγραψε στην πλειονοτητα τους υπεροχα τραγουδια. ΑΛΛΑ ΦΤΑΝΕΙ.υπαρχουν και αλλοι σημαντικοτατοι συνθετες και στιχουργοι που αξιζουν και απαιτειται να τους αφιερωσουμε καοιες γραμμες (αν οχι τομους ολοκληρους). οπως και να το κανουμε δεν πιστευω οτι ο τσιτσανης δεν ειχε τις μουσικες γνωσεις και τη δεξιοτεχνια ενος ΤΟΥΝΤΑ ενος ΠΕΡΙΣΤΕΡΗ ενος ΣΚΑΡΒΕΛΗ ενος ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ…
ολοι τους με τεραστιο εργο και προσφορα στο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ (ρεμπετικο η παραδοσιακο).
μη ξεχνατε οτι ο τσιτσανης ηταν ο μονος μεγαλος συνθετης που εμεινε μετα τον πολεμο (οι περισοτεροι μεγαλοι πεθαναν στη κατοχη και οι υπολοιποι περασαν στο περιθωριο γιατι δεν μπορουσαν να προσαρμοστουν μαλλον με τις εντολες των δισκογραφικων) οπου βεβαια βοηθησε και η ανοδος των ραδιοφωνων, της δισκογραφιας και αλλες συγκυριες που εκαναν τον τσιτσανη φιρμα.
καποιος τσιτσανικος μου ελεγε πως ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΣΙΤΣΑΝΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΝΕΝΑΣ. και του λεω φυσικα. μετα κανενας αλλα πριν τον τσιτσανη παρα πολλοι.
αυτα εν συντομια και χωρις να θελω να μειωσω την αξια του τσιτσανη γιατι πραγματι αφησε ιστορια και ανεπαναληπτα εργα, αλλα βαρεθηκα…

Τούντας, Περιστέρης, Σκαρβέλης, Παπάζογλου:
Η… ΑντιΤετράδα η (μη) Ξακουστή του Πειραιώς (και της Αθήνας). Μιλάς γιά τους τέσσερις κορυφαίους “έντεχνους” (δηλαδή μορφωμένους και σπουδαγμένους) και εξαιρετικά ταλαντούχους της εποχής. Θα προσθέσω κι έναν πέμπτο, τον Ογδον΄τάκη (Δραγάτση). Χωρίς αυτούς, το ρεμπέτικο, έτσι όπως το ανακαλύπτομε σήμερα, ίσως και να μην υπήρχε. Όμως κι αν αυτού δεν ανακάλυπταν και αποκάλυπταν την άλλη Γιαγαντιαία Τετράδα του Πειραιώς, πάλι δε θα υπήρχε… Είναι μιά συγκλονιστική Μουσική Συνάντηση, σπάνια στην Ιστορία του Κόσμου, όπου οι εξαιρετικοί αυτοσχέδιοι μουσικοί του δρόμου, συνεργάστηκαν στενά με τους αντίστοιχους εξαιρετικούς μορφωμένους.

Όσο γιά τον Τσιτσάνη, δεν έχεις δίκιο. Γιατί ο Βλάχος, όχι μόνο “έμαθε” μουσική κι έγινε ισάξιος με τους έντεχνους, αλλά επί πλέον μελέτησε πολύ τον Παπάζογλου, κι έγινε πλήρης συνθέτης μ’ όλη τη σημασία του όρου. Πολλές συνθέσεις του, έχουν εκπληκτικά έντεχνη μελωδική γραμμή, και πολλές φορές διεκπεραιώνει με πολύ έντεχνο τρόπο τ’ ακόρντα. Π.χ. “Μάγισσα της Βαγδάτης” γιά το πρώτο, “Τα ξένα χέρια” γιά το δεύτερο.

Αλλά φυσικά, συμφωνούμε όλοι νομίζω, δεν είναι σωστό να παραγνωρίζουμε τους άλλους ΜΕΓΑΛΟΥΣ (π.χ. Χατζηχρήστος!!!)

(ένας_φίλος)

φυσικα και ειναι μεγαλος ο τσιτσανης και γνωστης της μουσικης. αλλα αν θελουμε να ειμαστε δικαιοι δεν ηταν ο μεγαλυτερος. απλα πολλοι ασχοληθηκαν με τον τσιτσανη και εμεις ολοι νομιζω οτι αναμασαμε αυτα που γραφτηκαν απο διαφορους γι’ αυτον. ειπανε και γραψανε δυο τρεις για τον τσιτσανη και επειδη δεν ετυχε να γραψουνε και να μελετησουνε εκτενως για καποιον αλλο, δε κανει κανεις τον κοπο να ασχοληθει μαζι τους (γιατι θελει δουλεια αρκετη), αναδημοσιευουμε τα ιδια και τα ιδια. εχω παρατηρησει επισης οτι σε καποια σελιδα για το ρεμπετικο στο δυκτιο που εχει μικρα βιογραφικα για πολλους συνθετες, στιχουργους και τραγουδιστες, οτι στο 90% των βιογραφικων αναφερει ποσο πολυ ο ενας η ο αλλος συνεργαστηκαν με τον τσιτσανη, λες και ειναι σημειο αναφορας η ενδειξη ποιοτητας. (ο ταδε συνεργαστηκε , ο ταδε μονο σε ενα τραγουδι, ο δεινα καθολου κλπ κλπ). ελεος. δεν καταλαβα το λογο που γινεται αυτη η επισημανση. το θεωρω απαραδεκτο. ακουσα καποιουσ να ρωτανε καποιους > αν αληθευει οτι ο τσιτσανης εγραψε πανω απο δυο χιλιαδες τραγουδια??? ποιοι τα διαδιδουν στο κοσμο αυτα τα πραγματα.
προς θεου δεν ειναι μομφη για κανεναν εδω μεσα οσα εγραψα. μην παρεξηγηθω και μου επιτεθειτε. οι προθεσεις και οι σκεψεις μου ειναι αγνες και ανιδιοτελεις γι’ αυτο και μενω ανωνυμος. κανετε ολοι εκπληκτικη δουλεια και ειναι ολα ενδιαφεροντα. πασης φυσεως κολλημα ομως ειναι για μενα κατακριτεο και σου βαζει παρωπιδες. μακαρι να μπορουσα να συνεισφερω κι εγω κατι αλλα η βιοπαλη δε μου δινει αρκετο χρονο. παντως ευχαριστω που μαθαινω κατι χρησιμο απο αυτα τα… σατανικα μηχανηματα.

(Σ. Λαμπρόπουλος)

Στη συγκεκριμένη σελίδα το 100% των βιογραφικών (και όχι το 90%) αναφέρει σε ποιό βαθμό συνεργάστηκαν με τον Τσιτσάνη οι συγκεκριμένοι καλλιτέχνες. Αν έκανες τον κόπο να διαβάσεις και το σχετικό link θα καταλάβαινες και το γιατί. Πολύ απλά, στην συγκεκριμένη σελίδα, αναφέρονται οι καλλιτέχνες που ΣΥΝΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ με τον Τσιτσάνη. ʼρα δεν χρησιμοποιείται ως ένδειξη ποιότητας.
Εσύ, όπως και οι περισσότεροι, έριξες μια ματιά και άρχισες…

Δεν θα έμπαινα καν στον κόπο να σου απαντήσω (λόγω ανωνυμίας)αλλά αυτό το “το θεωρω απαραδεκτο” δεν μου 'κατσε καλά.

Σ. Λαμπρόπουλος

1 «Μου αρέσει»

Όσο γερνάω, ξεχνάω: ο ταβερνιάρης στα Τρίκαλα που ονομάτισα πριν λέγεται Γκανιάς, όχι Γκίκας. Σόρρυ

1 «Μου αρέσει»

(ενημερωση)

Ενημερωσι: http://www.rebetiko.gr/

''Η παρουσιάσεις προσώπων του ρεμπέτικου τραγουδιού συνεχίζονται με τον Απόστολο Χατζηχρήστο.

Το κείμενο είναι του κ. Σάκη Πάπιστα. Τον ευχαριστούμε πολύ.

Στο rebetiko.gr ξεκινά μια σειρά παρουσιάσεων προσώπων του ρεμπέτικου τραγουδιού.

Κάθε σημείωμα πλαισιώνεται από εκτενή βιογραφικά στοιχεία, φωτογραφικό υλικό και μέρος της εργογραφίας.

Η σειρά ξεκινά με κείμενα που μας παραχώρησε ευγενικά ο κ. Σάκης Πάπιστας. Τον ευχαριστούμε και ευχόμαστε να τον ακολουθήσουν και άλλοι.

Ξεκινάμε με τον Μανόλη Χιώτη.’’

(Σ. Λαμπρόπουλος)

Αιντε παλι,

Αυτός που έστειλε το προηγούμενο μήνυμα θα έπρεπε να γνωρίζει πως σ 'αυτό το forum έχουν ήδη παρουσιαστεί τα κείμενα του Σάκη.

“Αιντε πάλι”;
Τι έγινε ρε παιδιά;

Στα πρώτα μηνύματα αυτής της πολυδαίδαλης συζήτησης, το ερώτημα ήταν «πώς να εξηγήσω σε ανθρώπους ξένης χώρας τι σημαίνουν οι στίχοι:

Αυτή η καρδιά που πλήγωσες στάζει ακόμα αίμα,
κι έβαψα το μαντίλι μου και το ‘στειλα σ’ εσένα.

Για την καρδιά που έσφαξες δε θέλω εγώ να κλάψεις,
κράτησε το μαντίλι μου τα χείλη σου να βάψεις. […]»

Ο ένας, Έλληνας, το μετέφρασε σε Γερμανούς και δεν κατάλαβαν τίποτε. Η άλλη είναι Γερμανίδα η ίδια, με πολύ καλή γνώση των ελληνικών, αλλά και πάλι δεν κατάλαβε. Βγήκε λοιπόν το συμπέρασμα ότι το εμπόδιο δεν είναι η γλώσσα, αλλά η παράδοση κάθε συγκεκριμένου λαού σε μεταφορές και άλλα ποιητικά τεχνάσματα.

Αναφέρθηκαν και άλλες περιπτώσεις, κυρίως από το δημοτικό τραγούδι, όπου το κείμενο στη στενή του κυριολεξία μοιάζει ανόητο, αλλά ο Έλληνας δε δυσκολεύεται καθόλου να περάσει στη μεταφορική του ανάγνωση και να το απολαύσει. Μεταξύ άλλων αναφέρθηκαν το «Κόκκιν’ αχείλι φίλησα» και ο τσιτσανικός αλλά δημοτικής προέλευσης στίχος «Άσπρο πουκάμισο φορώ».

Για μένα είναι προφανές ότι ο λόγος που τα καταλαβαίνουν οι Έλληνες είναι επειδή έχουν ξανακούσει πολλά παρόμοια. Αυτό ακριβώς σημαίνει «παράδοση κάθε συγκεκριμένου λαού σε μεταφορές και άλλα ποιητικά τεχνάσματα».

Ο λόγος που το ανακινώ είναι ότι από το 2003 που έγινε η συζήτηση μέχρι σήμερα μεσολάβησε η έκδοση ενός βιβλίου που ρίχνει φως σε τέτοια ζητήματα:

Μπουκάλας, Παντελής, Το αίμα της Αγάπης - Ο πόθος και ο φόνος στη δημοτική ποίηση («Πιάνω γραφή να γράψω: Δοκίμια για το δημοτικό τραγούδι» #2), Άγρα 2017.

http://www.biblionet.gr/book/223151/Το_αίμα_της_αγάπης

Με κέντρο το δημοτικό τραγούδι, αλλά και με εξακτινώσεις προς το λαϊκό, τη λόγϊα ποίηση, ακόμη και την αρχαία ή την ξένη λογοτεχνία, ο Μπουκάλας αποδελτιώνει με εξαντλητική πληρότητα όλες τις εμφανίσεις τέτοιων αιματηρών μοτίβων, τις κατατάσσει και τις συγκρίνει.

Ο Μπουκάλας αναφέρει το συγκεκριμένο τραγούδι του Τσιτσάνη (σελ. 494). Δεν κάνει κάποια ιδιαίτερη ανάλυση, έχει όμως ενδιαφέρον το εξής σχόλιο:

Καθοριστική κι εδώ η μεσολάβηση του μαντιλιού, όπως στα τραγούδια «Κόκκιν’ αχείλι» και «του Δήμου».

Θυμίζω το τραγούδι του Δήμου:

Αυτά τα μάτια (Δήμο μ’) τα 'μορφα, τα φρύδια τα γραμμένα,
αυτά με κάνουν κι αρρωστώ, με κάνουν κι αποθαίνω.
Για βγάλε το σπαθάκι σου και βάλ’ το στην καρδιά μου
και μάσε και το γαίμα μου σ’ ένα φτενό μαντίλι,
και σύρε στα εννιά χωριά, στα δεκαπέντε κάστρα,
κι αν σε ρωτήσουν τ’ είν’ αυτό - το αίμα της αγάπης.

(Πρόκειται για το τραγούδι απ’ όπου είναι δανεισμένος και ο τίτλος του βιβλίου.)

Παρακάτω, γίνεται συσχετισμός με τα εξής τραγούδια ή αποσπάσματα:

Βάρει μου με το στιλέτο / κι όσο αίμα βγάλω πιε το

(Αναφέρεται ως ζακυνθινό και σκυριανό, εγώ όμως από κάπου το ξέρω και σαν ρεμπέτικο. Σχολιάζεται ότι εδώ το χυμένο αίμα θα υψωθεί σε μεταλαβιά.)

και:

Το αίμα τση καρδούλας μου θα βάλω στο ποτήρι
να σου το βάλω να το πιεις, να μη χαλάς χατήρι.

(Νάξου)

Αλλού (σελ. 169), με αφορμή ένα άλλο δημώδες δίστιχο, «Έβγα στο παραθύρι να δεις τι γίνεται / το αίμα της καρδιάς μου για σένα χύνεται», υποσημειώνεται:

Κληρονομημένο ή όχι από τη δημοτική ποίηση, το αίμα της καρδιάς, ό,τι πολυτιμότερο, κυκλοφορεί και στο λαϊκό τραγούδι. Δύο δείγματα εδώ:

Να σου 'στελνα ένα δάκρυ της ματιάς μου,
μια στάλα από το αίμα της καρδιάς μου,
κι ύστερα ας πεθάνω.
Ζωή χωρίς αγάπη,
τι να την κάνω;

(Στίχοι και μουσική Β. Τσιτσάνης) [… και ένα άλλο του Κολοκοτρώνη]

(σελ. 608, υποσ. 215)

Να προσθέσω εκ περιουσίας κι άλλα δύο γνωστά ρεμπέτικα μουρμούρικα δίστιχα:

Τράβα μαχαίρι, δώσ’ μου μια / και πλήγωσέ με στην καρδιά
και
Τράβα μαχαίρι, δώσ’ μου τρεις / για το χατήρι της μικρής.

Πιθανότατα να τα έχει ήδη κι ο Μπουκάλας, αλλά δεν ξέρω πώς να το τσεκάρω (το βιβλίο είναι αχανές, όπως φαίνεται και από τους αριθμούς σελίδων και υποσημειώσεων που έδωσα!).

Και, τέλος, ένα τσάκισμα που είναι μονός στίχος, όχι δίστιχο, σε καλύμνικο σκοπό: τράβα μαχαίρι, βάρει μου (παρεμβάλλεται ανάμεσα στις συλλαβές άλλων διστίχων).

Οπότε, πράγματι τεκμηριώνεται η αίσθηση ότι στην ελληνόφωνη λαϊκή ποίηση τέτοιες απροσδόκητα αιμοσταγείς ερωτικές αναφορές αποτελούν κοινό ποιητικό τόπο.

1 «Μου αρέσει»

Το μοτίβο του χυμένου υγρού επεκτείνεται, σε κάποιες περιπτώσεις, και σε άλλα υγρά, που μάλιστα δεν βάφουν μαντήλια ή ωκεανούς (φυσικά το αίμα δεν λείπει απ’ την ιστορία). Θα αναφέρω, για όσους δεν την ξέρουν, την ιστορία με τους δύο Κρητικούς που πάνε σε γειτονικό χωριό να γεμίσουν και να φέρουν δυό ασκιά λάδι.

Στο μονοπάτι της επιστροφής, με τα δυό φουσκωμένα ασκιά δεμένα πάνω στο σαμάρι του γάϊδαρου, ένα φοβισμένο βατραχάκι την κάνει όσο γρηγορότερα μπορεί. Λέει ο ένας: - Αφορδακός ήνταν! Ο άλλος: Όι, εν ήνταν! Όι ήνταν, όι δεν ήνταν, βγάζει ο πρώτος το σουγιαδάκι του, στήνεται θεατρικά, δίνει μια γερή στο ασκί και το λάδι αρχίζει να χύνεται. - Πώς shύνεται το λάδι; Ετσά να shυθεί το αίμα μου, αν δεν ήνταν αφορδακός (το άλλο ασκί πάντα φουσκωμένο). Δεν χάνει καιρό ο δεύτερος, με ανάλογο στήσιμο τρυπάει το δεύτερο ασκί: - Πώς shύνεται τούτο το λάδι; Ετσά να shυθεί το δικό μου το αίμα, αν ήνταν αφορδακός.

(δεν διευκρινίζεται αν έμεινε και λίγο λάδι στα ασκιά, ή το τρύπημα έγινε επίτηδες στο χαμηλότερο σημείο)

1 «Μου αρέσει»

Ούτε Γκίκας ήταν ούτε Γκανιάς.
Πήγες στην τεβέρνα Γκάνια (παντοπωλείο με δύο τραπέζια και όταν πέρασες απο’κει ήταν μόνον ταβέρνα, με καθημερινό πιάτο, μπακαλιάρο σκορδαλιά). Εκεί πήγαινε και ο Βασίλης Τσιτσάνης. Κάθονταν πάντα στο ίδιο τραπέζι στη γωνιά και όταν μεράκλωνε, σήκωνε το κεφάλι κι έλεγε το περίφημο " Παναγιά κατέβα να σε κεράσω ένα κρασί "

Καλή ώρα σαν τον Γιαννάκη Ιωαννίδη το 1928: “Κατέβα να σε κεράσω Χριστούλη μου!”

1 «Μου αρέσει»

A post was split to a new topic: Η ιστορική ταβέρνα Γρηγόρη Γκάνια Τρίκαλα

Καλημερα κ απο μενα σε ολους τους Φιλους του Φορουμ.Φιλε system δεν σε υποχρεωσε κανενας να ασχοληθεις με τον Τσιτσανη(ΑΛΛΑ ΦΤΑΝΕΙ.υπαρχουν και αλλοι σημαντικοτατοι συνθετες και στιχουργοι που αξιζουν και απαιτειται να τους αφιερωσουμε καοιες γραμμες (αν οχι τομους ολοκληρους). οπως και να το κανουμε δεν πιστευω οτι ο τσιτσανης δεν ειχε τις μουσικες γνωσεις και τη δεξιοτεχνια ενος ΤΟΥΝΤΑ ενος ΠΕΡΙΣΤΕΡΗ ενος ΣΚΑΡΒΕΛΗ ενος ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ…)και αν δεν ειχε τη μουσικη παιδεια των παραπανω στους οποιους υποκλινομαι δεν νομιζω οτι ειμαστε ικανοι να το κρινουμε αν και εχω αλλη αποψη δεν θα μπω σ αυτη τη λογικη.Εχω και μια απορια γιατι ψαχνεται τραγουδια του Τσιστανη αν ειναι κλεμενα και οχι αλλων Συνθετων.Δεν θελω να συνεχισω ,καλη συνεχεια στους ειδικους μουσικολογους-ερευνητες.Περιμενω το αρχειο απο το φιλο Σακη Παπιστα και αν δεν φτανει μπορω να ανεβασω αρχεια με τα τραγουδια του ,τα μισιακα και τα χαρισμενα και με τραγουδια που εδωσε και τραγουδισαν αλλοι Μεγαλοι Συνθετες

Στο συγκεκριμένο θέμα, επαναποδόθηκαν οι ιδιοκτησίες των μηνυμάτων στους σωστούς ιδιοκτήτες.

Σε παλιά μηνύματα (τα συγκεκριμένα είναι από το 2003!), πολλές φορές αντί για τον original ιδιοκτήτη φαίνεται ότι το έγραψε ο “system”. Για όσους διατηρούν ακόμη λογαριασμό στο φόρουμ, επαναποδόσαμε την ιδιοκτησία σε αυτούς.

1 «Μου αρέσει»

Συμπληρώνοντας τον Χρήστο, φίλε Τρικαλινέ:

Το 2003 (εποχή αρκετά πρωτόγονη για το ίντερνετ) μπορεί πράγματι να γινόταν δυσανάλογος λόγος για τον Τσιτσάνη, και οι άλλοι, Τούντας κλπ. που αναφέρει ο άγνωστος σχολιαστής, να ήταν σε σχετική αφάνεια.

Για παράδειγμα, έχει προηγηθεί αυτό το μήνυμα:

Εύλογα καταλαβαίνει κανείς (α) τι επικρατούσε εκείνη την εποχή, (β) ότι σύντομα μετά οι τσιτσανικοί του νήματος θα ξεσπάθωναν εναντίον του συνασπισμού αντιτσιτσανικών και ψιλοτσιτσανικών_αλλά_δεν_τρελαίνομαι_κιόλας - τι άλλο περίμενες δηλαδή; :slight_smile:

2 «Μου αρέσει»