Το αρχοντόπουλο

Το παρακατω τραγουδι το ακουσα για πρωτη φορα στα γλεντια της Ηπειρου φετος.Σας παραθετω την εκτελεση που μου αρεσει περισσοτερο απο το youtube

Έχει κανεις πληροφοριες γι αυτο;
Τα λιγα που βρηκα ειναι αυτα απο ενα αλλο βιντεο στο youtube.

Το Αρχοντόπουλο, ένα αστικό, γιαννιώτικο δημοτικό τραγούδι, πολύ αγαπημένο στην περιοχή Ζαγορίου. Περιγράφει την ερωτική περιπέτεια ενός νέου από αρχοντική οικογένεια των Ιωαννίνων (ταυτίζεται με πρόσωπο ιστορικό, τον ανηψιό του Νικολάκη Αθανασίου), με την, κατά τον Σαλαμάγκα, “λαλητίνα” Φατιμέ, τραγουδίστρια του καφέ αμάν.

blekos γειά σου φίλε για ακου κ αυτόν εδώ…! μετα το 4,25

ΤΟ ΑΡΧΟΝΤΟΠΟΥΛΟ - ΤΖΙΜΑΣ - ΠΕΤΡΟΛΟΥΚΑΣ

Μα τι άλλες πληροφορίες; Αυτές είναι πλήρεις! Εκτός αν εννοείς ποιος ήταν ο Νικολάκης Αθανασίου, που ομολογώ δεν το γνωρίζω.

Τα Μπιτόλια (στα Μπιτόλια μ’ έριξες) είναι το Μοναστήρι, πρώην ελληνική και δη βλάχικη πόλη στην ΠΓΔΜ.

Το τραγούδι είναι από το Ζαγόρι, που έχει μια παράδοση πιο αστική από άλλων περιοχών της Ηπείρου, πιο μακαμίστικη παρά 5τονική, συγγενή με των Ιωαννίνων.

Μακαμίστικη δεν την λες με τίποτα. Το καθαρό ματζόρε ή μινόρε που χρησιμοποιούν σε αυτού του είδους τα τραγούδια το επιβεβαιώνουν.

Είναι αλήθεια ότι στα ζαγόρια κυριαρχεί η 7φθογγη κλίμακα αλλά αλήθεια είναι επίσης, ότι δεν είχε δική του αστική μουσική. Έχει υιοθετήσει τα αστικά τραγούδια των Ιωαννίνων (Αρχοντόπουλο,Γκέκας, Εβραιοπούλα) όπως και τον ρυθμό του καρσιλαμά (Μπαζαργάνα, Φυσούνι) από Μ.Ασία.

Ίσως δεν είναι σωστή η λέξη. Προσπαθούσα να πω κάτι που να είναι αντίθετο προς την αρχαιοπρεπή και χωρίς πολλές εκλεπτύνσεις παράδοση της 5τονίας.

Φιλε Μπαμπη ειναι μια απο τις εκτελεσεις που δεν ξετρυπωσα…ωραιος κι αυτος,απλα παρεθεσα εκεινη καθως μ’αρεσει περισσοτερο και ειναι διαφορετικη εχει απλα λαουτο-κιθαρα-ντεφι:)

Αυτη ειναι μια απο τις πρωτες που τρακαρα στο youtube,στην Ηπειρο το ακουσα απο Δασκαλο-Γιαννακο και Κυριτση-Πετρολουκα!

Οχι αυτες δεν ειναι πληρεις!!!
Κι επειδη ετσι μου την εδωσε και εφαγα κολλημα με το τραγουδι ψαχνω να δω αν προκειται για αληθινη ιστορια και ποια ειναι η ιστορια αυτη!

Η πεθερά μου Μυρτώ Παπαϊωάννου, ετών 85, προερχόμενη από οικογένεια προεστών της Κόνιτσας κατά την Τουρκοκρατία, μας έδωσε τις παρακάτω πληροφορίες για την ιστορία του τραγουδιού.
Το αρχοντόπουλο ήταν αδερφός της γιαγιάς του κ. Λυμπερόπουλου, ο οποίος είχε συγγένεια με τη μητέρα της πεθεράς μου. Η οικογένεια του αρχοντόπουλου είχε καταγωγή από τα Γιάννενα, και μάλιστα από το κάστρο των Ιωαννίνων. Ήταν πολύ πλούσιοι, με μεγάλο τσιφλίκι στην περιοχή Καμινάδες στην Καρδίτσα, το οποίο περιλάμβανε πολλά χωριά αγροτών που δούλευαν για αυτούς. Το αρχοντόπουλο ήταν μεγάλος γλεντζές και επισκεπτόταν συχνά την Πόλη για διασκεδάσεις. Το γεγονός διαδραματίστηκε στην Κωνσταντινούπολη περί το 1800 όταν το αρχοντόπουλο έβαλε στοίχημα με τους φίλους του πως θα τραβήξει το φερετζέ από μια όμορφη Τουρκάλα, η οποία παρευρίσκονταν στο ίδιο κέντρο με το σύζυγό της, προερχόμενη επίσης από αρχοντική οικογένεια. Όταν τέλειωσαν το γλέντι τους η Φατιμέ και ο άντρας της ανέβηκαν στην άμαξα για να φύγουν. Το αρχοντόπουλο πήδηξε στην άμαξα και της τράβηξε το φερετζέ. Αυτό θεωρήθηκε τεράστιο παράπτωμα και προσβολή για τα ισλαμικά ήθη. Το αρχοντόπουλο συνελήφθη και φυλακίστηκε στο Μοναστήρι της Βόρειας Μακεδονίας (Μπιτόλια), όπου περιγράφεται ο “ξεπεσμός” του ως “να φτιάχνω εγώ μασιάδες”. Η κατασκευή των σιδερικών ήταν το βασικό επάγγελμα των γύφτων στο Ζαγόρι και στην ευρύτερη περιοχή των Ιωαννίνων (μαζί με τη μουσική), οι οποίοι θεωρούταν και κατώτερη τάξη κοινωνικά. Η οικογένειά του αναγκάστηκε να πουλήσει μεγάλο μέρος της περιουσίας της για να καταφέρει να τον απελευθερώσει. Η ιστορία αυτή δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητη από τη λαϊκή μούσα…

6 «Μου αρέσει»

Καλησπέρα Κική και καλώς ήρθες.
Ευχαριστώ πολύ για τις πληροφορίες, με καλύψες απόλυτα.

Φίλε Pepe αυτό ακριβώς εννοουσα όταν έλεγα περισσότερες πληροφορίες. Κάθε πράγμα στον καιρό του :grin:.

1 «Μου αρέσει»

Πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα, η πληροφορία της κυρίας Μυρτώς (το Μυρτούς μάλλον θεωρείται πια ξεπερασμένο, έ;). Κάποιαν ένσταση όμως έχω, ειδικά για τη χρονολόγηση του περιστατικού: Από τις όποιες πληροφορίες γνωρίζω, σχετικά με τις επικρατούσες στην Κων/λη συνθήκες «περί το 1800», θεωρώ εκτός πραγματικότητας την περίπτωση, νεαρή ύπανδρη γυναίκα (καλά, για ανύπανδρη, ούτε να το σκεφτώ μπορώ!) να επισκεφθεί δημόσιο κέντρο διασκέδασης την εποχή αυτή, έστω συνοδεύοντας τον σύζυγό της, όσο «αρχοντική» και να ήταν η κοινωνική τους θέση. Δεν έμπαιναν τότε γυναίκες ούτε στους μεϋχανέδες, ούτε στους καφενέδες, ούτε πουθενά σε δημόσιο κλειστό χώρο. Ακόμα και σε σπίτια, οι γυναίκες σε άλλη κάμαρα κάθονταν και τα λέγανε, όχι στον επίσημο χώρο υποδοχής ενός αρχοντόσπιτου, όπου μόνο άνδρες είχαν θέση.

2 «Μου αρέσει»

Έχει δίκιο ο Νίκος που αμφιβάλλει, η θέση της γυναίκας - την εποχή εκείνη - ουδεμία συμμετοχή επέτρεπε σε διασκέδαση που γινόταν σε δημόσιο χώρο.
Γενικά, η προφορική μαρτυρία – πόσο μάλλον μεταδιδόμενη από στόμα σε στόμα μετά από δυο αιώνες– συσκοτίζει περισσότερο παρά διαφωτίζει τα γεγονότα.

Στεκόμαστε, λοιπόν, στην πρώτη μαρτυρία που αναφέρθηκε, του Σαλαμάγκα, ιστοριοδίφη, με σημαντικές μελέτες ιστορικές και λαογραφικές της περιοχής της Ηπείρου, γενικότερα:

«…Περιγράφει την ερωτική περιπέτεια ενός νέου από αρχοντική οικογένεια των Ιωαννίνων (ταυτίζεται με πρόσωπο ιστορικό, τον ανηψιό του Νικολάκη Αθανασίου), με την, κατά τον Σαλαμάγκα, “λαλητίνα” Φατιμέ, τραγουδίστρια του καφέ αμάν…»

Η πληροφορία αυτή συμπληρώνεται [και επαληθεύεται πλήρως] και από έναν ακόμα ιστοριοδίφη, το Σωτήριο Ζούμπο ο οποίος αναφέρει σχετικά:

«…Δημήτρης Αθανασίου, προύχοντας και άρχοντας της εποχής του Αλή Πασά, δοκιμάστηκε σκληρά – όπως πολλοί πλούσιοι τότε, που ερέθιζαν τη φιλαργυρία και ιδιοτέλεια του σατράπη. Μεγάλο τμήμα της περιουσίας του οικειοποιήθηκε ο ηγεμόνας, τον ίδιο δε και το γιο του εξόρισε στο Μοναστήρι (Βιτώλια) γιατί ο νεαρός και φέρελπις βλαστός του Δημητρίου τόλμησε να εραστεί ευειδή οδαλίσκη του σεραγιού»

Επαληθεύεται και από τις 2 μαρτυρίες το πρόσωπο, που είναι ο Αθανασίου, μνημονεύεται η εξορία στο Μοναστήρι [σημερινή Βόρεια Μακεδονία], όπως αναφέρει και το τραγούδι καθώς και η αιτία που δεν είναι μόνο ο έρωτας με την Τουρκάλα [Φατιμέ ή όπως αλλιώς την έλεγαν], αλλά και οικονομικοί λόγοι.

Ακόμα μια επαλήθευση: το αρχοντικό Δημήτρη Αθανασίου σώζεται μέχρι και σήμερα στα Γιάννενα, βρίσκεται στη συμβολή των οδών Δαγκλή και Τσιριγώτη, στα τέλη του 19ου αιώνα πέρασε στην οικογένεια Λάππα και σήμερα σε άλλους ιδιοκτήτες και είναι φυσικά διατηρητέο.


Την αναφορά του Σαλαμάγκα στο περιστατικό αυτό δεν μπόρεσα να την εντοπίσω στο πρωτότυπο κείμενο, την έβαλα όπως υπάρχει στο διαδίκτυο και όπως έχει αναφερθεί και εδώ, σε προηγούμενα μηνύματα.
Πάντως, καφέ - αμάν, στην εποχή του Αλή πασά δεν υπήρχαν ακόμα, όπου θα μπορούσε να δει την Τουρκάλα ο Αθανασίου.
Πιθανότερη, επομένως, φαίνεται η δεύτερη μαρτυρία, του Ζούμπου.

3 «Μου αρέσει»

Έτσι, πολύ σωστά, Ελένη! Και να προσθέσω και ένα στοιχείο ακόμα: αν το επεισόδιο είχε γίνει γύρω στο 1800, είτε στην Κων/λη είτε στα Γιάννινα, το σχετικό λαϊκό τραγούδι έπρεπε να είχε «γραφτεί» (που δεν γράφονταν, σε χαρτί, τα τραγούδια εκείνη την εποχή) λίγα μόνο χρόνια μετά, το πολύ τριάντα. Μετά το χρονικό αυτό διάστημα, η λαϊκή μνήμη θα είχε ξεγράψει το περιστατικό από το data base της, ίσως και το ίδιο το τραγούδι. Ε λοιπόν, το συγκεκριμένο τραγούδι δύσκολα μπορείς να το δεχτείς ως πρώιμου / μέσου 19ου, για μεταγενέστερο μοιάζει. Ακόμα και (στοιχειώδες) ρεφρέν έχει.

Επίσης, να λάβουμε υπόψη μας πως μεσολαβεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα μέχρι την τελική “διαμόρφωση” ενός τραγουδιού.
Για να θυμηθούμε και τα λόγια του Μουφλουζέλη:

“…ένας χαβάς , ένα τραγούδι, θέλει καιρό για να στρώσει.
Πρέπει να περάσει από πολλά στόματα, από πολλά πανηγύρια, από πολλά μεράκια…
Κι έρχεται και στρογγυλεύει σαν το βότσαλο στην ακρογιαλιά…
Μέχρι να γίνει ένα ωραίο πράγμα, ένα τεφαρίκι…”

Ναι, αλλά αυτό το είχαν διαπιστώσει και άλλοι, πολύ νωρίτερα: Δεν το ταίριαξαν ακόμα σωστά, τα κορίτσια, επεσήμαναν οι ντόπιοι σε κάποιον Αθηναίο καλαμαρά που πικαρίστηκε από κάποιες αβλεψίες στη στιχουργική τέχνη (Ν. Γ. Π.,* Γνωστοί ποιηταί δημοτικών ασμάτων*).

(βέβαια, ο Ν. Γ. Π. αναφερόταν αποκλειστικά στο στίχο, από μουσική δεν χαμπάριζε γρύ….)

Πάντως, ακούγοντας τις ηχογραφήσεις του «Αρχοντόπουλου» που παρατέθηκαν παραπάνω, δεν βλέπω και πολλά περιθώρια «λείανσης» του βότσαλου ούτε από μουσική, ούτε από στίχο. Φοβάμαι πως το «ταίριαγμα», στον 20όν αιώνα πια (αλλά, φεύ, και περί το τέλος του 19ου σε κάποιες περιπτώσεις, δεν ήταν και τόσο αποτελεσματικό όπως σε παλαιότερες εποχές….

Και να που είχες δίκιο τελικά! :slight_smile:

Συμφωνώ κι εγώ, πολύ ενδιαφέρουσες. Ευχαριστούμε, Κική.

Ε ναι, εδώ και μερικές χιλιάδες χρόνια οι Έλληνες λένε «της Λενιώς, της Μαριώς, της Μαντώς». Είναι γεγονός ότι στην αρχαιότητα λέγανε «της Μυρτούς, της Σαπφούς». Εδώ και πολύ λίγα χρόνια η αρχαία κλίση έχει ξαναγίνει της μόδας. Κάθε γυναίκα με τέτοιο όνομα μπορεί φυσικά να το κλίνει όπως προτιμάει, αλλά σε γενικές γραμμές το στρωτό νεοελληνικό είναι -ώς.

Δε βλέπω και σημαντική διαφορά στις δύο μαρτυρίες. Μόνο στις λεπτομέρειες: εντάξει, μπορεί να την «έθιξε» όχι κατεβάζοντάς της τον φερετζέ σε δημόσιο χώρο αλλά εκδηλώνοντας την ερωτική του έλξη με κάποιον άλλο τρόπο. Μπορεί να μην ήταν «η» γυναίκα του, η κύρια ας πούμε, αλλά απλώς μία από το χαρέμι του. Και φυσικά, μπορεί να υπήρχε και οικονομικό κίνητρο. Αλλά προκειμένου για λεπτομέρειες που μάλλον δύσκολα θα τις εξακριβώσουμε με σιγουριά, νομίζω ότι μπορούμε άνετα να πούμε ότι και οι δύο εκδοχές απηχούν την ίδια βασική ιστορία.

1 «Μου αρέσει»

Και όμως, Περικλή, στο δημοτικό σχολείο (1948 - 1954) οι ετικέτες στα (με μπλέ κόλα ντυμένα) τετράδια μιας συμμαθήτριάς μου που κάποια στιγμή καθόμασταν στο ίδιο θρανίο, έγραφαν “Τετράδιον (π.χ.) Αριθμητικής της μαθητρίας Μυρτούς …”.

Συμφωνώ, αλλά δεν είναι θέμα μόνο χρονικής απόστασης μεταξύ συμβάντος και ποιητικής / μελωδικής αξιοποίησής του.
Είναι και θέμα – συμφωνώ επίσης και με το Ν. Γ. Π – ποιητικού οίστρου ο οποίος δεν είναι πάντοτε δεδομένος, όσα χρόνια και αν περάσουν.

Υπάρχει η μαρτυρία σε δυο πηγές [του Σαλαμάγκα η αναφορά υπάρχει στην «Ηπειρωτική Εστία»] που επιβεβαιώνουν πως το «Αρχοντόπουλο» του τραγουδιού είναι ο γιος του Δημήτρη Αθανασίου από τα Γιάννενα και ότι το περιστατικό έλαβε χώρα στα Γιάννενα, επίσης, όχι στην Πόλη.
Και κάτι ακόμα: κίνητρο για να αιχμαλωτιστεί και να εξοριστεί ο νεαρός δεν ήταν ο έρωτας με κάποια οδαλίσκη του χαρεμιού [ ή έστω με μιαν άλλη Τουρκάλα], αν ειδικά σκεφτούμε πόσοι ακόμα και Σουλτάνοι, όχι απλά Τούρκοι πολίτες, παντρεύονταν «άπιστες», Χριστιανές κυρίως, και δεν έτρεχε τίποτε.

Κίνητρο τρανταχτό και σ’ αυτή την περίπτωση ήταν η ευκαιρία που αναζητούσε ο Αλή πασάς να ενισχύσει την πλεονεξία του με τη δέσμευση της μεγάλης περιουσίας των Αθανασίου, βρίσκοντας πρόσχημα τις ερωτοτροπίες του νεαρού.

Ε ναι. Τετράδιον, μαθητρίας… Φαντάζομαι και το δικό σου θα έγραφε Νικολάου Πολίτου.

Το να γράφεις τυπικά στοιχεία στην ετικέτα του τετραδίου σου εκείνη την εποχή (ίσως και σήμερα αλλά πολύ λιγότερο) είχε σχεδόν την αίγλη ενός επίσημου διοικητικού εγγράφου και ακολουθούσε τον τύπο του, ο οποίος βέβαια ήταν η καθαρεύουσα.

Εγώ είπα «έλεγαν», όχι «έγραφαν». Σήμερα δεν υπάρχει άλλη γλώσσα για τον γραπτό λόγο και άλλη για τον προφορικό.


@Ελένη:

Σωστά, υπάρχουν περισσότερες διαφορές. Βιάστηκα.