Της Φυλακής, τραγούδι αστικό του Νικολάου Κουφιανού

Καλησπέρα στο φόρουμ. Πρόσφατα αναζητώντας δισκογραφία του σπουδαίου λυράρη, έπεσα πάνω στον τίτλο “Της Φυλακής”, με χρονολογία κυκλοφορίας του δίσκου το 1931. Γνωρίζει κανείς πού θα μπορούσα να ακούσω την συγκεκριμένη ηχογράφηση; Εχω πολλή απορία να δω αν πρόκειται για αστικό, “ταμπαχανιώτικο” κρητικό τραγούδι, ή για καθαρά ρεμπέτικο. Ευχαριστώ εκ των προτέρων όποιον ασχοληθεί.

εδω είναι.

images

https://nyxtamera.gr/?p=48183

1 «Μου αρέσει»

Νομίζω λοιπόν ότι στην ερώτηση «ταμπαχανιώτικο ή ρεμπέτικο;», η απάντηση είναι και τα δύο! Σκοπός κλασικός ταμπαχανιώτικος, αλλά τέτοιο στίχο δε νομίζω να έχω ξανακούσει σε ταμπαχανιώτικο, ενώ σε ρεμπέτικο συχνά.

(Μα τι δοξαριά είν’ αυτή! Προ ημερών διάβαζα, ίσως κι εδώ στο φόρουμ, ότι ο Κουφιανός είχε έρθει στον Βαγγέλη Παπάζογλου και του πρότεινε συνεργασία, επειδή ζήλεψε από τον Φουσταλιέρη με τον Τούντα, και ο Παπάζογλου του έριξε χυλόπιτα - αφήγηση του Γιώργη Παπάζογλου. Σκεφτείτε να είχε γίνει!)


Edit: Α, θυμήθηκα: δεν ήταν στο φόρουμ, ήταν στο Μίλιε μου Κρήτη απ’ τα παλιά.

Το άκουσα το τραγούδι, ομολογώ ότι μου θύμισε πολλά άλλα του είδους τους, αλλά ο στίχος ήταν που με εξέπληξε. Φοβερή μουσική προσωπικότητα, είχα ακούσει μία εκτέλεση του Σταφιδιανού από αυτόν, που πραγματικά με έκανε να αναθεωρήσω ό,τι πίστευα μέχρι τότε για την προέλευση αυτού του σκοπού (μιλάω φυσικά για τον Σταφιδιανό Συρτό, όπως τιτλοφορείται στον δίσκο του).

1 «Μου αρέσει»

και άλλη μια φώτο του “Κοφιανού”

2 «Μου αρέσει»

Λοιπόν, φίλε Αλέκο, το θεωρώ σημαντικό που έστρεψες την προσοχή σ’ αυτό το τραγούδι. Απ’ όσα είμαι σε θέση να ξέρω, είναι στιχουργικά διαφορετικό απ’ ό,τι άλλο έχει ηχογραφηθεί ή κυκλοφορεί προφορικά σε ταμπαχανιώτικο. Συνήθως η θεματολογία των ταμπαχανιώτικων είναι παρόμοια με των αμανέδων: τα βάσανα της ζωής, τα βάσανα του έρωτα, φιλοσοφικά-γνωμικά για το εφήμερο της ζωής και την ανάγκη να τη χαιρόμαστε. Σε αμανέδες θα βρούμε καμιά φορά και φυλακίσια θεματολογία, αλλά και πάλι πιο πολύ σε επίπεδο φιλοσοφικό-γνωμικό (ότι είναι μεγάλο βάσανο κλπ.), όχι πόσα του 'ριξε ο πρόεδρος και πόσα ο σαγγελέας. Αυτή η οπτική (ταπεινές και αντιηρωικές μικροϊστορίες) είναι ρεμπέτικη, θεωρώ. Και αφού βρέθηκε ένα ταμπαχανιώτικο με τέτοιους στίχους, δύο τινά συμβαίνουν: είτε πρόκειται για μια ειδική εξαίρεση, πράγμα αρκετά αξιοσημείωτο από μόνο του, είτε για δείγμα μιας παράδοσης που επίσης υπήρχε, παράλληλα προς την πιο γνωστή, και δεν έτυχε να την ξέρουμε - ντρέπονταν να τα ηχογραφήσουν, ή τα ηχογραφούσαν αλλά δεν έτυχε να τα εντοπίσουμε και να τα μάθουμε, ή οτιδήποτε παρόμοιο.

Όσο για τον ίδιο τον Κουφιανό:

Δεν τον ήξερα καθόλου μέχρι που βγήκε το Μίλιε μου Κρήτη. Εκεί τον πρωτοάκουσα, αλλά μέσα στις εκατοντάδες τραγούδια ποικίλων στυλ της έκδοσης δεν μπόρεσα να τον ξεχωρίσω. Αυτό που ακούω τώρα μου κάνει τρομερή εντύπωση. Τέτοια λύρα, δεκαετία 30, τέτοιος ήχος, ζεστός, μεστός, ακριβής, ώριμος σαν το παλιό κρασί, είναι κάτι όχι απλώς σπάνιο αλλά μπροστά από την εποχή του. Με παρακινείς να κάτσω να τον γνωρίσω απ’ την αρχή.

3 «Μου αρέσει»

Ήρθα πρώτη φορά σε επαφή με τη δισκογραφία του μέσω ενός φίλου που τον λάτρευε. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση το ότι είχε ηχογραφήσει, Χανιώτης ων, Μαλεβιζιώτη, τη δεκαετία του '30, και κάπως έτσι ξεκίνησα να τον μελετάω. Ο Σταφιδιανός του με εξέπληξε, όπως γράφω και πιο πάνω, αλλά και ένα συρτό του (ο Χανιώτικος του Βουρογιάννη ΚΟΥΦΙΑΝΟΣ - ΝΑ ΠΕΡΠΑΤΩ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ - YouTube), με τρομερή για την εποχή αίσθηση του ρυθμού και κλιμάκωση. Έχει ηχογραφήσει επίσης τον Καρότσα, ένα τελείως άγνωστο σήμερα ταμπαχανιώτικο που είναι στα πολύ αγαπημένα μου (απορώ που ξεχάστηκε· είναι από τα ωραιότερα δημοτικά που έχω ακούσει). Είναι τέλος ο άνθρωπος που με έπεισε ότι η λύρα μπορεί να παίξει τα πάντα. Χορευτικά, καθιστικά, αστικά τραγούδια. Μέχρι να τον ακούσω θεωρούσα ότι τα ταμπαχανιώτικα καλύτερα είναι να παίζονται με νυκτά έγχορδα. Ε, τώρα, τα παίζω και εγώ με τη λύρα μου…
Τον συγκρίνω με τον μεγάλο Χαρίλαο και πιστεύω ότι είναι ανάλογης αξίας το έργο του.

1 «Μου αρέσει»

Ήθελα να ρωτήσω, καθώς τελευταία ασχολούμαι με τα ταμπαχανιώτικα τραγούδια, αν έχει κάνει κανείς κάποια διαπίστωση όσον αφορά τη δομή τους. Είναι γνωστό πως ο ρυθμός τους είναι πάντοτε δίσημος (όπως και στα υπόλοιπα κρητικά), αλλά τι συμβαίνει με το μέτρο τους, και με τις μελωδικές τους φράσεις; Έχω παρατηρήσει ας πούμε, ότι τα περισσότερα αποτελούνται από φράσεις μερικών μέτρων, που καταλήγουν σε μία παύση απροσδιόριστου χρόνου, και μετά τα ακολουθεί μία ακόμη φράση. Συνήθως δε, η φράση ή φράσεις που περιέχουν το δεύτερο ημιστίχιο της μαντινάδας, επαναλαμβάνονται άλλη μία ή δύο φορές.

Τι ωραία ερώτηση!

Δεν έχω κάνει τόσο αναλυτικές παρατηρήσεις, αν και τις βρίσκω συναρπαστικό θέμα. Θα πρέπει οπωσδήποτε να το δεις σε συνάρτηση με τον στίχο (κατανομή συλλαβών - επαναλήψεων - τσακισμάτων κλπ. μέσα στη μουσική), όχι σε σκέτες μελωδίες. Βέβαια όταν ο Χαλεπιανός π.χ. δεν είναι παρά ελληνόγλωσση προσαρμογή ενός ψιλοδιεθνούς σκοπού, έρχεται «με τις βαλίτσες του» και προσαρμόζεται όπως μπορεί στον ταμπαχανιώτικο τύπο, πράγμα που μπορεί να συμβαίνει και με άλλους σκοπούς για άλλους λόγους. («Όπως μπορεί» δεν εννοώ βέβαια ότι προσαρμόστηκε άγαρμπα, απλώς ότι έφερε ήδη κάποιους περιορισμούς.)

Πάντως από άποψη δομής είναι σαφές ότι το Όσο βαρούν τα σίδερα ΔΕΝ είναι ταμπαχανιώτικο, αν και έτσι θεωρείται συνήθως: είναι ένα τραγούδι άλλου τύπου (ίσως μικρασιάτικος σκοπός…) που απλώς το έπαιξε ο Φουσταλιέρης με μπουλγαρί. Το ίδιο και μερικά συρτά του: δεν είναι παρά συρτά!

1 «Μου αρέσει»

Έχω την υποψία φίλε μου, ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο σύστημα μετατροπής οποιασδήποτε μελωδίας σε ταμπαχανιώτικο. Χτυπητό παράδειγμα, ο Καρότσας. Ένα τραγούδι που μελωδικά είναι τελείως διακριτό από τα κρητικά (είναι σε ραστ-νιαβέντ), κι όμως τραγουδιέται ακριβώς όπως όλα τα άλλα ταμπαχανιώτικα. Το ίδιο βλέπουμε στον Σταφιδιανό, που στην ηχογράφηση του Κουφιανού έχει ένα γρήγορο οργανικό μέρος που θα μπορούσε να είναι συρτό, και ένα πιο αργό, αναλυμένο τραγουδιστικό μέρος, κατά τον τρόπο των ταμπαχανιώτικων. Σε μεταγενέστερες ηχογραφήσεις θα απολέσει το γρήγορο μέρος και θα απομείνει μόνο το καθαρά ταμπαχανιώτικο. Ως τρίτο παράδειγμα θα φέρω τον Παραπονιάρη του Φουσταλιέρη. Γνωστός στα Δωδεκάνησα, ξεκάθαρα παραδοσιακός σκοπός, που όμως στο περιβάλλον των ταμπαχανιώτικων τραγουδιέται σαν όλα τα άλλα. Έχουμε τρεις πηγές για αυτά τα τραγούδια: την παράδοση της Ανατολικής Μεσογείου, την παράδοση της Μικράς Ασίας, και την ντόπια κρητική. Οπότε, θεωρώ σκόπιμο να προσθέσω ότι και τα συρτά του Φουσταλιέρη, τα πολύ γνωστά σε όλους μας αργά και παθητικά συρτά του, θα πρέπει να θεωρηθούν ταμπαχανιώτικα, διότι τραγουδιούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο.

Μμμμ… Καλά, θα το σκεφτώ όταν βρω χρόνο να το μελετήσω. Φαίνονται πού ενδιαφέρουσες οι παρατηρήσεις σου, αλλά με πιάνεις απροετοίμαστο και δεν έχω απάντηση ή σχόλιο! :slight_smile:

Για τα συρτά η σκέψη μου είναι απλούστατα ότι ο Φουσταλιέρης δεν είχε αποκλειστική εξειδίκευση στους λιγοστούς ταμπαχανιώτικους σκοπούς, ήταν και μεροκαματιάρης πασαδόρος λυράρηδων σε στάνταρ κρητικό ρεπερτόριο, και απλώς κάποια τα έγραψε και σαν σολίστας (χωρίς λυράρη).

1 «Μου αρέσει»