που ανέβασε ο @BLEKOS και άκουσα το
“Της τραγουδώ παθητικά να χαίρετ’ η καρδιά της,
μ’αυτή δε βγαίνει να με δει φοβάται τη μαμά της.”
Δεν θυμάμαι να έχουμε συζητήσει τη φράση αυτή:
τραγουδώ παθητικά=τραγουδώ με πάθος (κατά μάγκικη ποιητική)
ή
τραγουδώ παθητικά=τραγουδώ σιγανά
ή και τα δύο;
ή που να ξέρουμε;
Nαι, της τραγουδώ με πάθος πρέπει να εννοεί. Είπαμε, καλλιγραφία με σκόνες αλευριού σε μαύρο υφασμάτινο φόντο, δεν είναι να περιμένουμε στη λαϊκή μούσα….
Δε νομίζω ότι είναι μοναδική περίπτωση όπου «παθητικός» σημαίνει αυτό.
Το βλέπω, διαβάζω την ερώτηση, έχω αμέσως την απάντηση «εννοεί με πάθος», αλλά έχω την αίσθηση ότι δεν το κατάλαβα, δεν το μάντεψα, παρά το αναγνώρισα από αλλού που το έχω ξαναδεί.
Μήπως υπάρχει και στη βυζαντινή μουσική; Μέλος παθητικόν - υπάρχει τέτοιο πράγμα; Μήπως σε κανένα Παπαδιαμάντη; Πάντως δεν είναι εφεύρημα του Παπαϊωάννου.
Ας καταγράψουμε λοιπόν αυτή την (καθαρά προσωπική!) άποψη του συγγραφέα, ο οποίος βέβαια δεν διακρίθηκε ποτέ για πάνω απ’ τον μέσον όρο του μεγαλοαστού της εποχής μουσική μόρφωση ή επάρκεια.
Και λόγος για τον «Πανανθώνα» στην Ιερά Οδό, όπου Αρμένισσα τραγουδίστρια «περιβεβλημένη ανατολικήν περιβολήν , ετραγώδει προς το Σαντούρι τα παθητικά άσματα της Ανατολής»