Όμως αν δεις τον αριθμό κυκλοφορίας (GA-7328), θα παρατηρήσεις ότι αυτός κυκλοφόρησε το 1946. Αν δεις τους αριθμούς μήτρας, θα προσέξεις ότι δεν είναι συνεχόμενοι. Το τραγούδι “Πες μας βρε Γιώργο ποια αγαπάς” έχει μήτρα GO-2646 και το “Πέντε λεβέντες είμαστε” έχει μήτρα GO-2744. Απέχουν δηλαδή 100 σχεδόν νούμερα.
Το μεν “Πες μας βρε Γιώργο ποια αγαπάς” ηχογραφήθηκε ή τον Δεκέμβριο του 1936 ή τον Ιανουάριο του 1937, ενώ το “Πέντε λεβέντες είμαστε” αργότερα μέσα στην ίδια χρονιά.
Όπως ειπώθηκε, ο αριθμός κυκλοφορίας μας οδηγεί στο 1946. Ο δίσκος βγήκε στην αγορά λίγο πριν βγουν στην κυκλοφορία οι δίσκοι με τις πρώτες μεταπολεμικές ηχογραφήσεις.
Έτσι Γιάννη το “Πες μας βρε Γιώργο ποια αγαπάς” κυκλοφόρησε, για πρώτη φορά, στις αρχές του 1937 και μπήκε στον δίσκο GA-7006. Σε αυτό τον δίσκο, ή άλλη πλευρά δεν έχει το “Πέντε λεβέντες είμαστε” αλλά το “Δυο βλαχοπούλες” το οποίο ηχογραφήθηκε αμέσως μετά τον “Γιώργο”.
Ένα νούμερο μετά τα παραπάνω, κυκλοφόρησαν τα τραγούδια του Μάρκου (Μάρκος Πολυτεχνίτης) και του Τσιτσάνη (Να γιατί περνώ). Και τα δύο είχαν τον αριθμό κυκλοφορίας GA-7005. Δεν ηχογραφήθηκαν όμως συνεχόμενα. Πρώτα του Μάρκου και του Τσιτσάνη και λίγα νούμερα μετά του Περδικόπουλου.
Έχεις δίκιο Γιάννη, υπάρχει κι αυτή η γνωστή εκτέλεση με τα βούι βούι. Πιθανώς θα ήταν αποκριάτικο - η θεματολογία ταιριάζει γάντι, αν και στα 12νησα είναι παντός καιρού, και τα αστεία τσακίσματα ενισχύουν την υπόθεση.
Ίσως λοιπόν να τραγουδιόταν χωρίς όργανα. Συμβαίνει αυτό αρκετά με τα αποκριάτικα, ιδίως με τα σοβαρά αποκριάτικα (Αγέρανοι παλιά στην Πάρο, Βλάχα ακόμη πιο παλιά στη Νάξο). Ή μπορεί πολύ απλά να ήταν ένα χαβαλεδιάρικο τραγούδι που δεν ανήκε στο «επίσημο» ρεπερτόριο.
Πάλι «σ’ αγαπεί»!
Για τη φωνή ούτε εγώ παίρνω όρκο, πάντως υπήρχαν τότε τέτοιες αντρικές φωνές (και ακόμα ψηλότερες, ακραίο παράδειγμα ο Χάρχαλης).
Αυτό ρε παιδιά που συνοδεύει είναι λαούτο ή μπουζούκι; Αν είναι λαούτο, παίζει πολύ μπουζουκίστικα (με βάση το “μπουζουκίστικο” του τότε).
Ο Μιχαηλίδης-Νουάρος σύμφωνα με δημοσίευμα του 1928, κυκλοφόρησε βιβλίο με τίτλο “Δημοτικά τραγούδια της Καρπάθου”.
Φαντάζομαι ότι θα είναι σε γνώση των μελών του Φόρουμ που ασχολούνται με τα Δωδεκανησιακά δημοτικά τραγούδια. Πέραν του δημοσιεύματος, δεν έχω βρει κάποιο τραγούδι από την συλλογή του.
Επανεκδόθηκε φωτοτυπικά το 2007, μερίμνη του πολιτιστικού συλλόγου του Όθους. Αλλά έτσι κι αλλιώς όλα του τα περιεχόμενα έχουν ληφθεί υπόψιν σε μεταγενέστεες εκδόσεις σχετικά με τα τραγούδια της Καρπάθου.
Το Όθος ήταν το χωριό του Μιχαηλίδη-Νουάρου.
Αυτή τη στιγμή, απ’ όλη την Κάρπαθο το Όθος είναι που διατηρεί ζωντανότερα τα αποκριάτικα έθιμα του νησιού. Καθώς έμεινα τρία χρόνια στο Όθος και έζησα καλά την παράδοσή του,. έχω γράψει ένα κείμενο σχετικά.
Το πρώτο βιβλίο, που εκδόθηκε το 1913 στην Κων/Πολη, είναι αυτό με τον αριθμό 1221
Όπως διαβάζουμε στην παρακάτω ιστοσελίδα, τα “Καρπαθιακά Δημοτικά Άσματα”, έφτασαν και στα χέρια του Κ.Καβάφη, ο οποίος αφιέρωσε πέντε σελίδες της κριτικής του για το βιβλίο του Μιχαηλίδη-Νουάρου, στο περιοδικό “Γράμματα” της Αλεξάνδρειας, το 1917.
Το ένα, είναι ότι οι περισσότεροι τόποι έχουν βγάλει από έναν λόγιο που υπήρξε ο κατεξοχήν μελετητής της ιδιαίτερης πατρίδας του. Για την Κάρπαθο αυτός ήταν ο Μ. Μιχαηλίδης Νουάρος. Για τη Σάμο, επί παραδείγματι, σε αντίστοιχη γενιά ήταν ο Επαμ. Σταματιάδης, για άλλα μέρη άλλοι, και ο καθένας από αυτούς έχει δημοσιεύσει μελέτες και για την ιστορία, και για τον λαϊκό πολιτισμό, και για τη διάλεκτο κλπ κλπ…
Το άλλο είναι ότι ειδικά τα δημοτικά τραγούδια της Καρπάθου είναι όσα η άμμος της θαλάσσης. Η πιο πρόσφατη σχετική έκδοση (που έχει λάβει υπόψη της όλες τις παλιότερες + πρωτότυπη επιτόπια έρευνα) είναι του Μανόλη Μακρή, σε 1100+ σελίδες, 2007, που τώρα διαβάζω ότι έβγαλε και δεύτερο τόμο! Επομένως ο Μιχαηλίδης Νουάρος, που βρήκε ελάχιστο υλικό να έχει ήδη εκδοθεί πριν από τον ίδιο (σε αντίθεση με τον σημερινό Μακρή) αλλά είχε εύκολη πρόσβαση σε άπειρο αδημοσίευτο, είχε μεγάλο πεδίο μελέτης και δημοσιευμάτων.
Υπάρχει το γνωστό (και από το σχολείο) ποίημα του Καβάφη «Πάρθεν», όπου ο ο ποιητής περιγράφει πώς, διαβάζοντας μια μέρα δημοτικά τραγούδια, έπεσε σ’ ένα ποντιακό για την Άλωση που τον συγκίνησε ιδιαίτερα. Λοιπόν ναι, ο Καβάφης πράγματι διάβαζε δημοτικά τραγούδια: το γεγονός ότι έγραψε αυτή την κριτική για μια πρόσφατη τότε έκδοση είναι ένα πολύ χειροπιαστό στοιχείο - δεν έτυχε απλώς να διαθέτει μία συλλογή όπου βρισκόταν και το ποντιακό, ήταν συστηματικός.
Ο γιος του. Ο διάσημος όμως γιος του ήταν ο Γεώργιος, νομικός.
Στην εικόνα του #125 (κατάλογος από δημοπρασία παλιών βιβλίων), συμβαίνει να έχω το Νο 1223, σ’ αυτή την ίδια έκδοση, και μάλιστα, κατά σύμπτωση, το ξεφύλλιζα αυτές τις μέρες.
Και κάτι που μου ήρθε στο μυαλό, διαβάζοντας τα τραγούδια: Σε ένα απ’ αυτά μνημονεύεται ο Άγιος Νικόλας των Μυρών. Είχα την τύχη, συνεπιβάτης σε καΐκι φίλου τη δεκαετία του 80, να επισκεφτώ το εντυπωσιακότατο πρώην μοναστήρι του Άγιου Νικόλα των Μυρών, στα νότια μικρασιατικά παράλια. Παντελώς αγνοημένο, τότε, από την τουρκική πολιτεία και παντελώς αφύλαχτο (όποιος ήθελε, μπορούσε να αφαιρέσει κινητά πράγματα από το μοναστήρι). Εντύπωση μου έκανε, επειδή το μοναστήρι λειτούργησε μέχρι τον 13ο, χοντρικά, αιώνα, η είσοδος σε ένα κελί που βρισκόταν περίπου μισό μέτρο κάτω από την (σημερινή) επιφάνεια της θάλασσας, με αποτέλεσμα το κελί να είναι πλημμυρισμένο με νερό.