Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

εντελώς τυχαία, πριν λίγο είχα την ίδια κουβέντα με ένα φίλο μουσικό. είχε την εξήγηση ότι το ντουζένι (“ομαλοποιημένο” κατά την δικιά του διερμηνεία) λέγεται έτσι επειδή το κάθε κούρδισμα έχει φτιαχτεί πάνω σε ένα δρόμο τον οποίον εξυπηρετεί στο παίξιμο. έτσι ακριβώς είναι, κάθε ντουζένι “ομαλοποιεί” συγκεκριμένους δρόμους.

Εγώ, Νικόλα, θα το έλεγα κάπως αλλοιώς: Όταν ένας μουσικός σκέφτεται “Τάξη, διάταξη, ομαλότητα (αν θέλεις)”, μιλάει για κάτι που βρίσκεται πάνω και πέρα από τους δρόμους. Μιλάει για τους “νόμους της μουσικής”, κάτι ανάλογο με τους “νόμους της φύσεως”. Οι δρόμοι, τα μακάμια, οι τρόποι, είναι οι διαφορετικές δυνατότητες έκφρασης που προσφέρει η ανατολική μουσική και που κάνουν τη διαφοροποίηση από τις δύο και μόνο κλίμακες της ευρωπαϊκής (προσοχή, δεν λέω ότι η ανατολική θεώρηση είναι “ανώτερη”). Αλλά πάνω από τους τρόπους έκφρασης υπάρχει μία γενικότερη τάξη, που το “ντουζένι” της τακτοποίησης των χορδών την προσδιορίζει. Αυτό που ο Πυθαγόρας έψαξε και το βρήκε, με την εφαρμογή των μαθηματικών πάνω στη μουσική: οι σχέσεις οκτάβας, πέμπτης και τέταρτης είναι αυτοί ακριβώς οι νόμοι που καθορίζουν τα της μουσικής τάξεως. Είναι οι απλούστεροι δυνατοί μαθηματικοί συσχετισμοί και η βάση όλων των μουσικών συστημάτων, γιαυτό και οι σχέσεις ανάμεσα στις τονικότητες των χορδών βρίσκονται πάντα κοντά στο σχήμα οκτάβα, πέμπτη, τέταρτη.

Σε σχέση με την έννοια της ομαλότητας και της τάξης, να θυμηθούμε ότι οι πιο διαδεδομένες λέξεις στους λαϊκούς πρακτικούς μουσικούς για τις έννοιες «κουρδίζω», «κούρδισμα» είναι ταιριάζω, ταίριασμα.

Παρά ταύτα, έχουμε ξεφύγει στο πώς κατέληξαν οι Τούρκοι στη λέξη ντουζένι για το κούρδισμα, ζήτημα που ξεπρνά και τις αρμοδιότητές μας αλλά, νομίζω, και τις δυνατότητές μας. Όταν οι Έλληνες δανείστηκαν τη λέξη (εδώ αρχίζει το δικό μας θέμα), στα τούρκικα είχε ήδη τις σημασίες που είχε. Σ’ ό,τι αφορά την ελληνική φάση της ιστορίας της λέξης, είναι πολύ συχνό μια τούρκικη λέξη να προσλαμβάνει στα ελληνικά, πέρα από την τυπική της σημασία, κι ένα συναισθηματικό φορτίο. (Χαμπέρια σημαίνει ειδήσεις, ντουβάρι σημαίνει τοίχος, ντουμάνι σημαίνει καπνός, αλλά όλα αυτά σημαίνουν και κάτι επιπλέον, χώρια οι καθαρά συναισθηματικού περιεχομένου έννοιες που στα ελληνικά λέγονται μόνο με τουρκικες λέξεις, κέφι, μεράκι, νταλκάς, σεβντάς… Όταν ο Έλληνας καταφεύγει σε τούρκικα δάνεια, πολύ συχνά δεν το κάνει τόσο για να ακριβολογήσει όσο για να βάλει και μια τεχνικά απροσδιόριστη πινελιά επιπλέον.)

Κάτι γιά τό θέμα κουνελάκι…
Ενας παλιόμαγκας ελεγε γιά αυτό το μέρος,οτι πήγαιναν τα ζευγαράκια στα κρυφά,καί το εκαναν στά τσάκα τσάκα εκεί πάνω.Στήν ζούλα καί στά γρήγορα.Δηλαδή ηταν ονομα καί πράμα η περιοχή αυτή!!!

Γειά σου Αντώνη,

Δεν θέλω να επιμείνω χαζώς, αλλά έχω την αίσθηση ότι κάποια στιγμή το άκουσα σε πολύ καλή μεταγραφή κι ήταν πολύ ξεκάθαρο.
Βέβαια, αυτιά είναι αυτά.
Θα παρακαλούσα για τις γνώμες των άλλων, κι αν κάποιος έχει δυνατότητα να το επεξεργαστεί όπως είχαμε κάνει στον “Κουνελάκη”, θα μας διαφώτιζε.

#1964:

Κατά σύμπτωση, και το Βουνελάκι του Καραβά ήταν τόπος «χλοερός» για ζευγαράκια άτακτα:

«Το Βουνελάκι του Καραβά μεταβάλλεται κάθε βράδυ σε [i]ζαρντέν ντε ραντεβού[/i], όπως θα έλεγε ο εν Παρισίοις ανταποκριτής μας κ. Παράσχος, [i]οπτάν[/i] κατά τον Γαλλοφέρνοντα Μάστρο-Στέλιο τον πιεστή της εφημερίδας μας. Τα ζευγαράκια όμως υφίστανται και αιφνιδιασμούς άλλοτε από πόλισμαν που τους οδηγούν στο τμήμα για τα περαιτέρω ή στο σπήτι του κοριτσιού, όταν δηλώσουν ότι βγήκανε περίπατο εν γνώσει των γονέων των και άλλοτε από επαγγελματίες νταήδες που ζητούν τη [i]μίντζα[/i] τους». ([i]Νέοι Καιροί[/i], 28/6/1930)

ε, οι λόφοι πάντα προσφέρονται για κρυφές συναντήσεις… δυστυχώς όχι πάντα μακριά από αδιάκριτα βλέμματα όπως ευελπιστούν τα ζευγαράκια, ίσα-ίσα τέτοια μέρη γίνονται στέκια ματάκηδων!

Το ΜΡ3 που διαθέτει ο σκληρός μου είναι κακίστης ποιότητος. Στο σήλαμπς η κόπια πολύ καλύτερη, θα έλεγα κι εγώ ότι ακούω “πενιά φοράτη”. Ο Κουνάδης (Μάρκος Βαμβακάρης, Κατάρτι 2005, εκτός κυκλοφορίας) γράφει και αυτός το ίδιο στο κείμενο (σ. 94), αλλά δεν σχολιάζει πάνω σ’ αυτό. Οι στίχοι καταγράφονται και στην Αυτοβιογραφία του Μάρκου (σ. 330) αλλά η καταγραφή αυτή μπάζει από τόσες μεριές που χάνει από μόνη της την όποια αξιοπιστία. Για την ιστορία, λέει για τις επίμαχες λέξεις “Και μιά φορά ΄σύ θ’ άκουγες”.

Μπάμπη, όντως, στην έκδοση Χάουαρντ ακούγεται και από μένα όπως το λες.

συμφωνώ κι εγώ με το ράστι, ακούγεται καθαρά το “σ”.

“μπουζούκι που θα παίζουμε σε ανοιχτό ντουζένι
τη βόλτα που θα έφερνες εσύ καραντουζένι”

μια χαρά κολλάει, περιγράφει το τί θα έβλεπε ο ντερβίσης στο τσαρδί τους.

είναι ιδέα μου, ή σιγοντάρει κι άλλος στην επανάληψη του δεύτερου στίχου; (τη βόλτα…)

Ναι, κάποιος σεγοντάρει. Κατά μία πληροφορία ίσως είναι ο Σκαρβέλης, που αμέσως μετά λέει και “γειά σου Συριανάκι”.

Όντως ο Μπάμπης σωστά τα είπε : " πενιά άπο ράστι θ΄άκουγες", που είναι και εμφανώς περισσότερο ταιριαστό.
Η υπόδειξη του παρασάνταλου καταλυτική.
Τελικά κάποιες φορές ακούς αυτό που θέλεις να ακούσεις…

Βεβαίως, πεννιά ΄πο ράστι.

Εγώ άμα δεν το δω γραμμένο σε πηγή της εποχής, δεν το δέχομαι. Δεν εμπιστεύομαι τα αυτιά σας ρε παιδιά, τι να κάνουμε τώρα!!
Παρακαλώ, μέχρι να βρεθεί η πηγή να αφαιρεθεί από το γλωσσάρι!!!:127:

Αυτό το μήνυμα μου είχε διαφύγει.

Συμφωνώ ότι αυτό μοιάζει να εννοεί. Αλλά δεν ξέρω κανένα άλλο παράδειγμα όπου ντουζένι, ως κάτι σχετικό με τη μουσική, να μη σημαίνει κούρδισμα, και ούτε έχω ακούσει ποτέ τέτοια έννοια, σκοπός ή οτιδήποτε άλλο που να παίζεται. Μάλλον ο Σκαρίμπας δεν ήξερε ακριβώς τη λέξη.

(τη σημασία της λέξης, προφανώς). Θα συμφωνήσω και εγώ με τον Περικλή, επαυξάνοντας μάλιστα:

Όπως και ο Παρασάνταλος ξέρει (

) , τα έγχορδα όργανα δεν κρούονται, βαρούνται.

Σχόλια-διορθώσεις στο ΡΓ:

1)Λήμμα Ξαβέρι: Ξαβέρι, όσο ξέρω, δεν είναι «τα παλιά Καρβουνιάρικα», καθόσον αυτά βρίσκονταν στη νοτιοδυτική πλευρά του Αγίου Νικολάου, εκεί που σήμερα είναι το εκθεσιακό κέντρο του ΟΛΠ. Από εκεί και μετά, έως το Βασιλικό Περίπτερο, ξεκινούσε το Ξαβέρι με τους ταρσανάδες του.

  1. Λήμμα Γιορντάνι: δεν ξέρω, αλλά στα συμφραζόμενα του παρατιθέμενου τραγουδιού μού ταιριάζει το γιορντάνι=λαιμαριά (τουρκ. Gerdanlik). Δηλ. μεταφορικά θαρρώ πως εξυπονοείται στο τραγούδι ότι, ας πούμε, έρχονται να μας υποδουλώσουν, να μας βάλουν λαιμαριά. Με την πρώτη και παρατιθέμενη στο λήμμα σημασία, δεν μου βγάζει καλό νόημα ο στίχος…

  2. Λήμμα Γιαβάσης: στο παράδειγμα στίχων, να διορθωθεί ο δεύτερος στίχος από «μερακλήδες» σε «μπελαλήδες»

  3. Λήμμα Χτένι: στο παράδειγμα στίχων, να διορθωθεί το «πασιέντα» σε «πασσέτα» (βλ. και παρακάτω στις προσθήκες λημμάτων)

    1. Στα λήμματα Σκαλέτα, Λιμά, Χτένι, τα στοιχεία του τραγουδιού να διορθωθούν ως εξής: χρονολ. 1936, ερμην. Ρ. Αμπατζή
  4. Λήμμα Φαραώ: καλό είναι να προστεθεί ειδικότερα ότι πρόκειται για παιχνίδι που παίζεται όπως η «πασσέτα», με τη διαφορά ότι τα χαρτιά ανακατεύονται μεν από τον παγκιέρη αλλά κόβονται από κάποιο παίκτη αντίπαλο, κάθε δε πρώτο χαρτί είναι υπέρ του κόφτη και κάθε δεύτερο υπέρ των αντιπάλων κοκ [u]

Προσθήκες λημμάτων:[/u]

1)Τρίτσα κάτσα: μισόλογα/υπεκφυγές/πονηριές Ακούγεται στο τραγούδι «Να ʽχα μάνα να με δει» (1931, Γιαννουκάκη-Καμβύση, Κυριακός): Είμαι μαγκιόρος και το ξέρουνε στην πιάτσα/ πως δε μʼ αρέσουνε πολύ τα τρίτσα κάτσα

2)Εφηβείον Αβέρωφ: ειδική φυλακή-σχολή για εφήβους κρατουμένους που εγκαινιάστηκε το 1896 και βρισκόταν στη Λ. Αλεξάνδρας, στο σημείο όπου στεγάζεται σήμερα ο Άρειος Πάγος. Οι νεαροί κρατούμενοι παρακολουθούσαν την πρωτοβάθμια εκπαίδευση και μάθαιναν παράλληλα κάποιο βιοποριστικό επάγγελμα. Από το 1916 και μετά, μέρος του Εφηβείου μετατρέπεται σε φυλακή πολιτικών και στρατιωτικών κρατουμένων, οπότε αρχίζει να εγκαταλείπεται ο τίτλος αυτός και να ονομάζονται Φυλακές Αβέρωφ. Από το 1945 και μετά οι φυλακές «φιλοξενούν» αποκλειστικά πολιτικούς κρατουμένους. Οι φυλακές θα λειτουργήσουν έως το 1971 και θα κατεδαφιστούν το 1972. Ακούγεται στο τραγούδι «Να ʽχα μάνα να με δει» (1931, Γιαννουκάκη-Καμβύση, Κυριακός): Ξηγήθηκα σπαθί σε όλο μου τον βίο/ εις του Αβέρωφ έκανα το Εφηβείο

3) [b]Ιτζεδίν[/b]: φρούριο που χτίστηκε το 1872 στο Καλάμι, στον κόλπο της Σούδας, του Νομού Χανίων, από τον διοικητή της Κρήτης Ρεούφ Πασά. Επί Κρητικής Πολιτείας, το 1902, μετατρέπεται σε εγκληματική φυλακή. Εκτός από ποινικούς, «φιλοξένησε» διαχρονικά και πολιτικούς κρατουμένους, έως το 1964. Η φυλακή λειτούργησε έως τις αρχές της δεκαετίας του 1970, οπότε και έκλεισε.  Ακούγεται στο τραγούδι «Να ʽχα μάνα να με δει» (1931, Γιαννουκάκη-Καμβύση, Κυριακός): [i]Μα για να πάρω και ανώτερο βιβλίο έχω σπουδάσει στα κελιά του Ιτζεδίν

[/i] 4)Ποδονίφτης: ονομασία προσφυγικού οικισμού στη Νέα Φιλαδέλφεια, δυτικά του ρέματος Ποδονίφτη. Ξεκίνησε να κτίζεται το 1924 και κατοικήθηκε το 1927. Από το 1932 ονομάστηκε Συνοικισμός Νέας Φιλαδέλφειας. Μία εκδοχή για το πώς ονομάστηκε η περιοχή Ποδονίφτης αναφέρει πως όταν έρχονταν εκεί στρατιωτικές μονάδες, οι στρατιώτες κατά τον χρόνο ανάπαυσής τους έπλεναν τα πόδια τους στον Περισσό ποταμό. Ακούγεται στο τραγούδι «Όλες όμορφες» (1937, Στ. Περπινιάδης): Αν θέλεις προίκα μάγκα μου, τράβα στον Ποδονίφτη/θα βρεις αριστοκράτισσα με χρήματα και σπίτι

5)Πασσέτα (Παντού στο διαδίκτυο, όσο μπόρεσα να διαπιστώσω, η λέξη καταγράφεται λάθος, με αποτέλεσμα το παιχνίδι «πασσέτα» να συγχέεται με την άσχετη «πασιέντζα» (π.χ. sealabs, kithara, stixoi κλπ). Επιπλέον, όσες επανεκτελέσεις έχουν γίνει και άκουσα στο You Tube έχουν νομίζω υποπέσει στην ίδια σύγχυση. Η μόνη που άκουσα να το λέει σωστά είναι η…Αμπατζή!): δημοφιλές τυχερό παιχνίδι της τράπουλας, που το συναντάμε από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στην Ελλάδα. Παίζεται ως εξής: ένας από τους παίκτες αναλαμβάνει τον πάγκο (ταμείο/τράπεζα) και, αφού ανακατέψει και κόψει την τράπουλα, κάθε συμμετέχων παίκτης παίρνει από ένα έως τρία φύλλα και καταθέτει (ποντάρει) ένα ποσό πάνω σε όποιο θέλει. Κατόπιν, ο παγκιέρης τραβάει το πρώτο χαρτί και όποιος παίκτης έχει είτε τη φιγούρα είτε τον αριθμό αυτόν χάνει. Μετά ο παγκιέρης τραβάει το δεύτερο χαρτί και όποιος το έχει από τους παίκτες κερδίζει κοκ. Δηλ. το πρώτο χάνει, το δεύτερο κερδίζει κλπ Ακούγεται στο τραγούδι «Το παιχνίδι του Αμερικάνου» (1936, Κ. Σκαρβέλη με τη Ρ. Αμπατζή):Με τα λιμά τον έμπλεξα, στο πόκερ στην πασσέτα/κι όλο το χτένι δούλευε, στη ζούλα κι η σκαλέτα.

Λήμμα ΝRA

Καταρχάς θα πρέπει να αναγραφεί η ορθή εκτέλεση του τραγουδιού, στο οποίο ακούγεται ο στίχος αυτός, δηλ. η εκτέλεση του 1935 με τον Δούσα (εξάλλου, λόγος για NRA δεν μπορούσε να γίνει το 1932…)

Επί της ουσίας τώρα, ο βασικός νόμος λεγόταν National Industrial Recovery Act (NIRA), ενώ συχνά αναφερόταν ατυχώς και ως National Recovery Act (NRA), δημιουργώντας αρκετή σύγχυση σε πολλούς με την National Recovery Administration (NRA) που ιδρύθηκε βάσει των διατάξεων της NIRA στις 20 Ιουνίου 1933 και είχε την εποπτεία επί των θεσπιζομένων κωδίκων θεμιτού εμπορίου και λοιπών εργασιακών ζητημάτων. Μεταξύ άλλων, λοιπόν, η NIRA έθετε στο πεδίο ρύθμισής της ζητήματα που αφορούσαν τις ώρες εργασίας, τα κατώτατα όρια μισθών των εργαζομένων και τις εν γένει εργασιακές σχέσεις.

Και για να έλθουμε τώρα στο τραγούδι μας, φαίνεται ότι αυτές οι «εκατό δραχμές την ώρα παίρνω τζιβαέρι μου» ήταν το ωρομίσθιο που εξασφάλιζε ο ήρωάς μας μέσα από τις ευνοϊκές ρυθμίσεις της NIRA, οπότε «τώρα με το NRA» μπορεί να τάζει στην αγαπημένη του ότι θα της πάρει καναπέ. Κατά συνέπεια, μου φαίνεται ανακριβές το αναγραφόμενο περί «αμερικάνικης οικονομικής βοήθειας στους μετανάστες» και καλό θα ήταν να γνωρίζαμε την προέλευση αυτής της πληροφορίας…

NRA: [«Πράξη για την Εθνική Βιομηχανική Ανάκαμψη» - National Industrial Recovery Act] λεγοταν.

Σκοπος η αυξηση των τιμων μεσω της στηριξης της Βιομηχανιας, ειδικα υστερα απο μια μεγαλη περιοδο αποπληθωρισμου, επισης η απελευθερωση του εμπορίου κλπ.

Σ’ αυτο το πλαισιο δινοταν εφαπαξ ενα ποσο για οικοσκευη, ετσι ωστε να επιτευχθει η ανακαμψη της οικονομιας.
Σ’ αυτο αναφερεται ο Ρουκουνας.

Έχεις κάποια παραπομπή για αυτό, είτε στην ίδια την NIRA είτε σε κάποια θεσπίσματα της NRA;