Ακτή Τσελέπη (ή Τζελέπη).
…<<Ο Αύγ. Φλομπέρ, ο στη συνέχεια πασίγνωστος συγγραφέας της «Μαντάμ Μποβαρύ», ήρθε στην πόλη μας τον Δεκέμβριο του 1850 μαζί με τον φίλο του Μάξιμο Du Camp. Εφθασαν από τη Σμύρνη και η επίσκεψή τους αυτή αποτελούσε μέρος μεγάλου ταξιδιού στην Εγγύς Ανατολή.
Οπως θα μπορούσε να προβλέψει κανείς, στον Πειραιά αποβιβάστηκαν και οι δύο φίλοι, ο οποίος τότε περίπου είχε 5.247 κατοίκους, και φυσικά περπάτησαν στην περίφημη Ακτή Τσελέπη.
Ο Τσελέπης ήταν ο πρώτος οικιστής του Πειραιά και επί πολύ το επώνυμό του επισκίαζε το κλασικό όνομα του επινείου της Αθήνας.
Αλλωστε για χάρη του ο Γεώργιος Παράσχος, φημισμένος ποιητής της εποχής, συνέθεσε και επίγραμμα που χαράχτηκε στον τάφο του και πέρασε στην ιστορία:
«Εδώ, άνθρωπε, σ’ αυτό το μνήμα όπου βλέπεις, / κοιμάται, αναπαύεται ο Γιαννακός Τσελέπης… / αφήσας την πατρίδα του Θετταλομαγνησίαν, / πρώτος αυτός ανήγειρεν εις Πειραιά οικίαν».
Μάλιστα, αυτό το επιτάφιο επίγραμμα, όταν πέθανε και η σύζυγος του Τσελέπη, συμπληρώθηκε ως εξής μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου δίστιχου:
«Εν μέσω τόπου χλοερού / και η σύζυγός του η Φλωρού». [Του κ. Δημ.Μιχαλόπουλου (διευθυντή Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών), Φεβρ.2000].
Υ.Γ. Ο Κ.Φέρρης πρόσφατα ανέφερε τον Τσελέπη ως “τελώνη”.
Άλλο τοπωνύμιο του Πειραιά που αναφέρεται σε ρεμπέτικα είναι η Ακτή Ξαβερίου (π.χ. Η Ξαβεριώτισσα του Μπαγιαντέρα που άλλωστε ήταν και η περιοχή του) που ξεκινά από τον ΟΛΠ και φτάνει μέχρι την άκρη του λιμένος στο Παλατάκι. Είναι η προβλήτα που βλέπουμε στα αριστερά μας όπως φεύγει τo βαπόρι για τη Μύκονο. Σήμερα δένουν εκεί κρουαζιερόπλοια.
Άλλο Πασαλιμάνι και άλλο Ζέα. Υπάρχουν δύο όρμοι ανατολικά του Πειραιά. Ο νοτιότερος και μικρότερος είναι η Ζέα και ο βορειότερος και μεγαλύτερος είναι το Πασαλιμάνι. Κατά την τσάρκα «απʼ της Ζέας το λιμάνι μέχρι το Πασαλιμάνι» που κάναμε με τη βάρκα χθες το βράδυ η απόσταση που διανύσαμε είναι γύρω στα 800 μέτρα (μετρώντας από τα εσώτερα σημεία των όρμων αυτών).
Στο τραγούδι «Ναύτης βγήκε στη στεριά» υπάρχει η φράση «…στο Χατζηκυριάκειο μέσα στην πλατεία». Δεν υπάρχει καμιά πλατεία στο Χατζηκυριάκειο.
η γενική της λέξης «γλωσσάρι» είναι «γλωσσαριού» όπως λέμε τραγουδιού ή μπουζουκιού
η γενική «γλωσσαρίου» βγαίνει απʼ τη μυξοκαθαρευουσιάνικη λέξη «γλωσσάρϊον» που δε φαντάζομαι να θέλει κανένας να τη χρησιμοποιήσει στο ρεμπέτικο φόρουμ
είναι πιο πολύ από γραματικό λάθος γιατί έρχεται σε αντίθεση με το περϊεχόμενο του γλωσαριού και τη γραματική των τραγουδιών
Σωστότερος είναι ο τύπος: “γλωσσαρίου”. Είναι αρχαία, διαλεκτική λέξη και καλό είναι σ’ αυτές τις περιπτώσεις να χρησιμοποιείται ίδια και η κλίση της.
Διαφέρει από τις λέξεις : τραγούδι ή μπουζούκι.
Εδώ πρόκειται για τη λέξη < γλώσσα > + το παραγωγικό επίθημα < άριον >.
Μπορούμε, βέβαια, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, να… παρακάμψουμε τη γενική :
αντί π.χ. κατηγορίες γλωσσαρίου… να πούμε :
< κατηγορίες στο γλωσσάρι…>
και είμαστε όλοι ευχαριστημένοι.
:088:
Δεν μπορώ να αντιληφθώ το νόημα μιας τέτοιας γλωσσικής ακαμψίας,που μας υποχρεώνει να χρησιμοποιήσουμε ένα συγκεκριμένο τύπο,έστω κι αν αυτός αντιβαίνει στο γλωσσικό μας αίσθημα.Θεωρώ πως κάλλιστα μπορούμε να χρησιμοποιούμε το λαϊκό γλωσσάρι ως ονομαστική και το πιο λόγιο γλωσσαρίου ως γενική,αφού πρόκειται για τύπους ζωντανούς,εύχρηστους κι ενδεικτικούς της υφολογικής ποικιλίας της νεοελληνικής,όταν βέβαια δεν επιλέγουμε τη μορφολογική της συρρίκνωση και τη στεγανότητα ανάμεσα στη λόγια και τη δημώδη μορφή της γλώσσας μας.
Οι άνθρωποι του λαϊκού τραγουδιού θα μείνουν ανεπηρέαστοι από γλωσσικές προκαταλήψεις και μονομέρειες,έτσι στον εύχυμο κι ευρύχωρο λόγο τους δεν είχαν πρόβλημα να χρησιμοποιήσουν πλήθος ετερογενών στοιχείων,ακόμη και λογίων.
Αναφέρω ενδεικτικά το ‘’ Όταν συμβεί στα πέριξ’’ του Τσιτσάνη ,το ‘‘Μάς πήγανε πλημμέλημα επί διαταράξει/και όμως τα μητρώα μας τα βρήκανε εν τάξει’’ της Παπαγιαννοπούλου,ενώ κι άλλοι δημιουργοί,όπως ο Βίρβος κι ο Άκης Πάνου,συχνά θα χρησιμοποιήσουν λόγιους τύπους στα τραγούδια τους.
Το λαϊκό μας τραγούδι, μουσικά και γλωσσικά ,ήταν ευρύχωρο και πολύμορφο κι εκεί έγκειται κι ο πλούτος του.
ενοείται ότι δεν συμφωνώ γιατί είναι δυο δϊαφορετικές λέξεις και δυο δϊαφορετικές γραμματικές αλλά οι κατηγορίες στο γλωσάρι μου φαίνονται αρκετά κομψές και μάλλον θα συμφωνούσε κι ο Βαμβακάρης
Χρονια πολλά παιδιά και καλή χρονιά να 'χουμε. Εχω αρκετό καιρό να μπω στο φόπουμ και ειδα κάποιες αλλαγές, ωραία πράματα!.
Με απασχολούσε τελευταία η λέξη κουρνάζος την οποία κ ακούω σαν Μπουρνάζος σε κανα δυό τραγουδάκια. Υπάρχει η τελευταία σαν ρεμπέτικη λέξη ή πρόκειται για λάθος που δημιουργείται από την μεταφορά των τραγουδιών σε ηλεκτρονική μορφή;
Αλήθεια υπάρχουν παλιές λέξεις που να συσχετίζονται με τις γιορτές που πέρασαν;
Συμπληρώσεις: Περαία: ξακουστό παραλιακό προάστιο, 13 χλμ. από τη Σμύρνη, κατοικήθηκε κυρίως από Έλληνες.
Απαντά και με τα ονόματα: Κορδελιό και “Καρσί - Γιακά” = απέναντι ακτή.
Σε ανάμνηση της περιοχής αυτής, ιδρύθηκε ο προσφυγικός συνοικισμός Νέο Κορδελιό.
Μπουτζάς: 9 χλμ νοτιανατολικά της Σμύρνης, πλούσιο προάστιο και δημοφιλής τόπος διακοπών.
Σε ανάμνηση αυτής της περιοχής δημιουργήθηκε ο Ν. Βουτζάς, ανάμεσα στη Ραφήνα και τη Νέα Μάκρη.
Μπουνάρμπασι: έντεκα χιλιόμετρα βορειανατολικά της Σμύρνης.
Από τους χίλιους κατοίκους της πριν το μικρασιατικό ξεριζωμό, οι οκτακόσιοι ήταν Έλληνες.
Πρέπει να υπήρχαν πηγές, τρεχούμενα νερά στην περιοχή, από εκεί και η ονομασία της.
απάντηση στη συμετοχή με αριθμό #969 του Παναγιώτη
Η γλωσική ακαμψία είναι το να δϊαιωνίζονται γραματικοί τύποι και συντακτικές μορφές (ή και να κατασκευάζονται (δες τις συμετοχέςμου στο θέμα #954 και #962)) που υπήρχαν σε παλιότερες καταστάσεις (μορφές, στάδϊα) της εληνικής γλώσας. Εμένα, κι ελπίζω κι άλλους, ξενίζει το γλωσικόμου αίσθημα η έκφραση του γλωσσαρίου, όπως και τα κείμενα από πολλούς φορουμίτες. Εδώ όμως πρόκειται για όρο και μάλιστα τίτλο. Η πρόταση της Ελένης νομίζω ότι είναι μια έκφραση που δε θα ξενίσει κανένα γλωσικό αίσθημα.
Πάμε τώρα στα παραδείγματάσου.
-τα πέριξ είναι μια λαϊκή έκφραση που χρησιμοποιείται για ουσϊαστικό και μʼ αυτήν την ένοια τη βάζει κι ο Τσιτσάνης στο τραγούδιτου. Νά τι λέει το λεξικό του ινστιτούτου Τρϊανταφυλίδη : [FONT=Times New Roman]πέριξ [périks] επίρρ. τοπ. : 1. (λογ., με γεν.) γύρω, τριγύρω, από κτ. 2. (οικ. ως ουσ.) τα πέριξ, ο τόπος γύρω από άλλον [λόγ. <αρχ. πέριξ][/FONT]
-πλημέλημμα επί διαταράξει είναι μια έκφραση που η ποιήτρϊα τη χρησιμοποιεί ολόκληρη, ανάλαχτη, και νομίζω μάλιστα ότι η ομοιοκαταληξία με το εντάξει (και όχι εν τάξει όπως γράφεις) τη δίνει μια ειρωνική δϊάσταση.
Μερικά παραδείγματα θα μας κάνουν να κατανοήσουμε τη χρήση της καθαρευουσιάνικης γραματικής στο αστικολαϊκό τραγούδι.
Ο Δελιάς, το 1935, στο σακάκι, τραγουδάει κατά κακή του σύμπτωσις νά και τ’ αφεντικότου.
Στο έργο ρεμπέτικο του Φέρη, το 1919, στη Σμύρνη, σε μια ταβέρνα, τραγουδούν και μας φέραν την ισότης. Δεν ξέρω αν το τραγούδι τα παιδιά της Άμυνας γράφτηκε τότε ή το 1983 για το φιλμ, αλλά καί στις δυο περιπτώσεις δείχνει ότι η λέξη ισότης είναι για τους αγράματους ξένη.
Ο Μπάτης το 1934, στο τραγούδι οι φυλακές του Ωρωπού, απαριθμώντας τα τμήματα της φυλακής μας πληροφορεί :
Και στο έκτο όλ’ η σκευωρία
Και στο έβδομ’ όλ’ οι τεκετζήδες
Και στο όγδοο όλ’ οι ασθενήδες.
Ό Παναγιώτης έχει δίκιο στο ότι Οι άνθρωποι του λαϊκού τραγουδιού θα μείνουν ανεπηρέαστοι από γλωσσικές προκαταλήψεις και μονομέρειες. Τα παραπάνω παραδείγματα δείχνουν πως πραγματικά δεν είχαν πρόβλημα να χρησιμοποιήσουν πλήθος ετερογενών στοιχείων,ακόμη και λογίων, βάζοντάςτα όμως μέσα στο καλούπι της γλώσαςτους χωρίς να νιάζονται αν οι καθωσπρεπικοί μισογραματισμένοι θα τους επικρίνουν επειδή δεν ξέρουν την επίσημη γραματική. Και είχαν δίκιο γιατί η περίπτωσις έγινε περίπτωση η ισότης ισότητα, αλλά είναι ακόμα πιο προχωρημένοι από μας τους γραματισμένους φορουμίτες που δεν ξεπεράσαμε τις γλωσικές προκαταλήψεις για να τολμήσουμε να γράψουμε ασθενήδες.
Νομίζω πως η διαφορά μου με τον Σπίρο έγκειται στο ότι εγώ δεν δέχομαι στεγανά ανάμεσα στις διάφορες μορφές της γλώσσας μας,έτσι ευχαρίστως θα χρησιμοποιήσω τον τύπο ασθενήδες,όταν κρίνω ότι αυτός ο λαϊκός τύπος θα βοηθήσει στο να αρθρωθεί εναργέστερα το αίσθημα,που θέλω να εκφράσω και παρομοίως θα χρησιμοποιήσω και το λόγιο ασθενείς,όταν θέλω ο λόγος μου να είναι ουδέτερος ή αυστηρός.
Δεν πιστεύω στην ομοιομορφία ούτε ότι όλα πρέπει να προσαρμοστούν στον καθαρό τύπο της δημοτικής,γιατί έτσι θα χάσουμε τον πλούτο της υφολογικής ποικιλίας και την εκφραστική ευελιξία,που μας παρέχει η πολυτυπία.
Όσον αφορά τη χρήση λογίων τύπων στο λαϊκό τραγούδι, δεν με ενδιαφέρουν τα λάθη,τα οποία φυσικό είναι να υπάρχουν,αφού πρόκειται για στοιχεία της γλώσσας όχι μητροδίδακτα,αλλά το πώς οι λαϊκοί δημιουργοί,συχνά ευφυώς,αναμειγνύουν στοιχεία λόγια,δημοτικά και μάγκικα μ’ αποτέλεσμα μια μεστή και σφριγηλή γλώσσα.
Βαρδάρης (ο) ή Βαρδάρι (το). Περϊοχή στη Θεσαλονίκη στη δυτική πλευρά του κέντρου. Είναι ακόμα και τώρα η σημαντικότερη είσοδος στην πόλη. Λαϊκή και με έντονες δραστηρϊότητες γειτονιά πολύ γνωστή για τα πορνείατης και τις κάθε είδους ύποπτες συναλλαγές.
Πήρε το όνομάτης από την πύλη Vardar, σπουδαιότερη είσοδο στην πόλη από τα δυτικά, και με το γκρέμισμα των τειχών πλατεία Βαρδαρίου. Έγινε δικτατορική (πλατεία Ιωάννου Μεταξά) στην πρωτοκαραμανλική περίοδο κι εκδημοκρατίστηκε όταν έπεσε και η δικτατορία του Παπαδόπουλου (πλατεία Δημοκρατίας). Για τους θεσαλονικιώτες είναι πάνα το Βαρδάρι
Βαρδάρης. Άνεμος ξερός και κρύος που φυσάει από την κοιλάδα του Αξϊού (Vardar)
Συναντιέται στα τραγούδια [FONT=Times New Roman]Στο Λευκό πύργο του Ζαμπέτα από το Βαρδάρη ήταν η μαμάτης πάππου προς πάππου σαλονικιά[/FONT] [FONT=Times New Roman]Μάζεψ’ τα πράγματάσου του Τσαουσάκη την πρώτη στη Νεάπολη την άλλη στο Βαρδάρη την τρίτη στην Καλαμαριά σε πήρα πια χαμπάρι[/FONT]
Τον αέρα το συναντούμε στο τραγούδι του Νίκου Παπάζογλου φύσηξε ο Βαρδάρης που δεν μπορώ να το κατατάξω στη ταξινόμηση του Νίκου Πολίτη αλλά μ’ αρέσει
Νεάπολη. Δήμος προσφυγικός στα υψώματα έξω από τα τείχη. Συνορεύει με τη Βάρνα και την Άνω πόλη
Νομίζω ότι δε χρειάζεται να φορτωθεί το γλωσάρι με τον πασίγνωστο Λευκό πύργο, ούτε και με τις ονομασίες των δρόμων όπου ο Ζαμπέτας βολτάριζε με την ωραία σαλονικιάτου Στην Αριστοτέλους πιάσαμε κουβέντα και περπατήσαμε στην Τσιμισκή
Συκιές. Συνοικία (δήμος Συκεών επίσημα) έξω απ’ τα τείχη
Στο τραγούδι του Πάνου Γαβαλά Μες στον πράσινο το μύλο Μου τα παίρναν και γυρνούσα Με τα πόδια απ’ της Συκιές
Ο Πράσινος μύλος υπήρξε πραγματικά στις Συκιές
Αρετσού. Συνοικία της Καλαμαριάς στη θάλασα με πολλές ταβέρνες, νυχτερινά κέντρα, πλαζ πριν το 1965, και ψαράδικο λιμάνι που έγινε μαρίνα για κότερα.
Χατζημπαξές ή Χατζημπαχτσές. Παραθαλάσια συνοικία της δυτικής Θεσαλονίκης κοντά στο Μπεχτσινάρι [δεν είμαι σίγουρος γιατί πολλοί το μπερδεύουν με το Μπαξέ τσιφλίκι, θα μάθω όμως]
Στο τραγούδι του Ρούκουνα με μια τσαχπίνα μπλέχτηκα
Γλέντι τρελό εκάναμε μαζύ καθε βραδάκι
Χατζημπαξέ πηγαίναμε και στο Καραμπουρνάκι
…
Στις Αρετσούς τις εμορφιές μες τη Θεσσαλονίκη
αλλάζαμε γλυκά φιλιά τα βράδια με τη Νίκη
Είναι πρόβλημα η χρήση της γενικής στη δημοτική γλώσσα. Ένας γλωσσολόγος με εποπτεία εύρους χρόνου, θα έφτανε μάλλον στο συμπέρασμα ότι η γενική, στη Νέα Ελληνική, πεθαίνει σαν πτώση. Δεν είναι κάτι παράξενο αυτό ούτε κακό, η δοτική έχει ήδη πεθάνει, για να μην πάμε στο απαρέμφατο, το γερούνδιο και άλλα.
«Του πουλιού το γάλα» το ονειρευόμαστε, ακόμα. Το κλουβί του πουλακιού όμως; Ήδη, στο word, ο ορθογραφικός έλεγχος μου το υπογράμμισε, μη έχοντας άλλη πρόταση εκτός «του πουλιού». Άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες (με παρεμφερή δηλαδή γραμματική) έχουν από αιώνες κιόλας καταργήσει τη γενική, αντικαθιστώντας την με παράφραση με τη χρήση προθέσεων ή άλλα τερτίπια: The childʼs name (ή, the name of the child) will be Keith, θα πει ο Εγγλέζος, αφού την πτώση «του παιδιού» δεν την έχει. Και προς τα εκεί βαδίζει και η Ελληνική: «κατηγορίες στο γλωσσάρι» προτείνει η Ελένη, αντί κατηγορίες γλωσσαριού ή –ίου.
Άλλο θέμα, τώρα, η χρήση καθαρευουσιάνικων εκφράσεων στη λαϊκή γλώσσα. Εκεί, το πρωταρχικό μέλημα του αμόρφωτου, λαϊκού ανθρώπου είναι «να μην πιαστεί αδιάβαστος». -Και εγώ καταλαβαίνω τι σημαίνει «πλημέλημμα επί διαταράξει», τι είναι Ισότης και τι σημαίνει ασθενής. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν δύο δρόμοι: ο υγιής, όπου ο πληθυντικός του ασθενής γίνεται ασθενήδες (αφού ανάλογα, ένας συν ένας τεκετζής ίσον δύο τεκετζήδες), και ο μιμητικός: κατά κακή του σύμπτωσις, αφού έτσι το θέλετε εσείς οι μορφωμένοι. Ο νάπτης, αφού εσείς λέτε «Ο ράπτης» και όχι «Ο ράφτης» που θα έλεγα εγώ.
Σχετικά με το τελευταίο αυτό θυμάμαι συζήτηση στην Ύδρα του ʼ50, με νοικοκυρά γειτόνισσα της θειάς μου. Στην ερώτηση -Τι κάνει ο γιυός σου ο ναύτης; η απάντηση: -έ, όχι και νάπτης, κελευστής είναι το παιδί!.
δηλαδή για σένα ο Δελιάς κάνει λάθος ;
αν διαβάσεις προσεκτικά το κείμενόμου θα δεις ότι λέω ακριβώς το αντίθετο
οι λαϊκοί δημϊουργοί έχουν σφριγηλή γλώσα όχι γιατί χρησιμοποιούν ετερογενή στοιχεία αλλά γιατί τ’ αφομοιώνουν
Το “μα για κακή του σύμπτωσις” είναι βέβαια εσκεμμένο λάθος. Είναι, αν θέλετε, η ειρωνεία των λαϊκών για τον τρόπο ομιλίας των …αριστοκρατών. Κυρίως ο Μπάτης έκανε την πλάκα του με τέτοιες “καθαρευουσανιές”.
δεν το ερμηνεύω έτσι
η λέξη χρησιμοποιείται απ’ το Δελιά σαν ξένη ,άκλιτη λέξη γιατί δεν μπαίνει μέσα στο τυπικό της γλώσας που ξέρει, και μ’ αυτήν την έννοια το ανάφερα
μπορείς να μου πεις κανένα παράδειγμα με το Μπάτη ;
Δεν υπάρχει τέτοιο παράδειγμα στα τραγούδια του Μπάτη. Στις αφηγήσεις τους οι παλιοί μουσικοί μιλούσαν γι’ αυτά τα “καμώματα” του Μπάτη, που μάλιστα πάντρευε τις καθαρευουσιάνικες με …γαλλικά.
Το “για κακή του σύμπτωσις” ίσως είναι όπως τα λες. Μου θυμίζει το “εφοδεύων” στο στρατό, που επίσης χρησιμοποιείται ως ξένη λέξη, δηλαδή άκλιτο.
Να μην πω για τους σπορτκάστερ. Βρίσκεται στην επίθεση η ομάδα του …Απόλλων.
δεν το λέω στα κουτουρού οι γειτόνισέςμου στο Ντεπώ το έκαμναν συστηματικά και μεις οι ελάχιστοι γυμνασϊόπαιδες που είχαμε μάθει τάχα γραματική γελούσαμε
δυστυχώς θυμάμαι μόνο την ετικέτα σ’ ένα μπακάλικο που έγραφε όξος εξαιρετικός, γιατί βέβαια το -ος μόνο αρσενικό μπορεί να είναι
στη γειτονιά λέγαμε επίσης ο άσφαλτος κι όταν πήγαμε στο σχολείο προσπάθησαν να μας μάθουν ότι είναι λάθος και πρέπει να λέμε η άσφαλτος
παρόλη την καλήμου θέληση όμως, τουλάχιστο μέχρι την τετάρτη γυμνασίου (πρώτη λυκείου), δεν το κατάφερα
τώρα το λεξικό του ινστιτούτου Τρϊανταφυλίδη γράφει καί τα δυο προσδϊορίζοντας ότι η άσφαλτος είναι λογοτεχνική έκφραση
Θα συμφωνήσω με το Σπίρο, άλλωστε και ο Άρης ουσιαστικά συμφώνησε.
Αν ο Δελιάς ήξερε ότι ένας μορφωμένος δεν θα χρησιμοποιούσε ονομαστική στο συγκεκριμένο σημείο, δεν θα την έβαζε. Συνήθως ο λαϊκός άνθρωπος ντρέπεται για την έλλειψη μορφώσεως που έχει, δεν βγαίνει και από πάνω ειρωνευόμενος.
Πάντως, το γιατί το σωστό είναι η και όχι ο άσφαλτος δεν το καταλαβαίνω, αφού ξένη είναι η λέξη. Οφείλεται και αυτό, νομίζω, στην έλλειψη φορέα που να επιβλέπει και να διορθώνει τις ενσωματώσεις ξένων λέξεων (ή, έστω αντιδανείων). Το ότι η λέξη στα γαλλικά είναι θηλυκού γένους δεν εμποδίζει σε τίποτα να πούμε εμείς ο άσφαλτος, για κάποιο καινούργιο υλικό.
η λέξη έχει δυο ένοιες
το φυσικό ορυκτό λεγόταν η άσφαλτος στ’ αρχαία εληνικά κι από κει πήγε στα λατινικά και στα γαλικά, πάντα θηλυκιά
στη γαλική γλώσα η λέξη πήρε μια δεύτερη ένοια, χρονολογημένη το 1839, όταν εφευρέθηκε το οδόστρωμα που λέμε τώρα έτσι
ήταν λογικό να πάρει κα στα ελληνικά τη δεύτερη ένοια χωρίς να γίνει αρσενικιά ο άσφαλτος βγήκε απ’ τους αγράματους που δεν μπορούν να ενοήσουν αλιώς την κατάληξη -ος
Σωστά. Αλλά πρώτον: όταν μια λέξη περνάει από μια γλώσσα σε άλλη, υπάρχει μεγάλη ελευθερία για το σε ποιο γένος θα καταταγεί, εκτός αν το γένος συνδέεται με τη φύση της λέξης (π.χ. η σουφραζέτα). Και δεύτερον, υπάρχουν περιπτώσεις αλλαγής γένους από την αρχαία στη νέα ελληνική, χωρίς αλλαγή της έννοιας: φαίνεται ότι οι Αρχαίοι έλεγαν ο λέμβος, όχι η λέμβος.