Ρεμπέτικη φρασεολογία και άγνωστες λέξεις

Εγώ έψαξα και δεν βρήκα τίποτα.
Αφού βρήκες κάτι γιατί δεν ψάχνεις στο history; Δεν είναι δα και τίποτα!

Τέλος πάντων, δεν πειράζει γιατί ανακάλυψα κάτι άλλο.

Απόσπασμα από το φοβερό και τρομερό: http://reb-lex.blogspot.com

[i]Χακάρω

Όλο μιλάς στο κινητό
Και στέλνεις μαιηλάκια
Σε μήτινγκ όλο χάνεσαι
Με άσπρα ταγεράκια

Μη μου το παίζεις στέλεχος
Με ύφος υπεράνω
Γιατί τα πήρα άσκημα
Και έγκλημα θα κάνω

Θα σου χακάρω το ΠιΣί
Τα ραντεβού θα ʽλλάξω
Και όλα τα αρχεία σου
Για πάντα θα πετάξω

Θα βάλω κι ένα σπάιγουερ
Να σε κατασκοπεύει
Να βλέπει τις κινήσεις σου
Και να τις εποπτεύει[/i]

:019:

Τραγουδιέται άνετα στο σκοπό του “Κορόϊδου” του Μάρκου:

Τα ʽπιες και μας εσούρωσες
τι θες για να μάς δείξεις
και δεν κοιτάς την τύφλα σου, κορόιδο
παρά μας φοβερίζεις
και δεν κοιτάς την τύφλα σου, κορόιδο
παρά μας φοβερίζεις

Ως εξής:

Όλο μιλάς στο κινητό
Και στέλνεις μαιηλάκια
Σε μήτινγκ όλο χάνεσαι, [χανούμισα]
Με άσπρα ταγεράκια

Στο τραγούδι “Γυφτοπούλα στο χαμάμ”
“παπάζι” ή “παπάκι” λέει ο Μπάτης;
Δεν ακούγεται καθαρά στην εκτέλεση που έχω εγώ.

Πάντως, ψάχνοντας τη λέξη αυτή, βρίσκω πως “παπάζι” ονομαζόταν κυρίως η φούντα που είχε το φέσι, φτιαγμένη από χρυσές κλωστές που πέφτουν ελεύθερα ή είναι πλεγμένες κοτσίδα και στολισμένη με μαργαριτάρια ή πούλιες.
Κατ΄επέκταση ονομαζόταν έτσι και ολόκληρο το φέσι.
Από τα τουρκικά η λέξη, " papazi".

Επίσης:
νταραβέρι ή νταλαβέρι:οποιαδήποτε συναλλαγή, εμπορική σχέση, δοσοληψία.
Επίσης, κοινωνική σχέση, σχέση οικειότητας.
Ακόμα: θόρυβος, αναστάτωση, διαπληκτισμός.
[ιταλ. dare – avere = δούναι – λαβείν ]

μοβόρος < αιμοβόρος: πολύ σκληρός, απάνθρωπος, τύραννος.

Βέβαια, δούναι και λαβείν, δεν το είχα σκεφτεί. Κάτι ανάλογο και από τα τουρκικά:

Αλισιβερίσι: αγοραπωλησία. Και πράγματι, αν δεί κανείς τον πίνακα τιμών συναλλάγματος σε κάποια τράπεζα, οι δύο στήλες (αγορά και πώληση) έχουν τις επικεφαλίδες Alis και Yver (για την ορθογραφία δεν είμαι σίγουρος).

ντουμπλές (ο) [γαλλ.]’ μέταλλον επενδεδυμένον δια χρυσού ή κράματος χρυσού||πράγμα δις επαναλαμβανόμενον, ή εκ δύο ομοίων συναποτελούμενον.”
ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ
ΕΚΔΟΣΙΣ “ΠΡΩΪΑΣ”
ΑΘΗΝΑΙ 1933

Κατά την πρώτη ερμηνεία μπορεί επίσης να σημαίνει και πολυτελείς, αρχοντικούς…

και μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία της λέξης “παξιμαδοκλέφτρα” από το προαναφερθέν λεξικό:
παξιμαδοκλέφτρα, ή άλλ. παξιμάδα, κοκκοκοτίτσα :256:

σέρτικος, -η,-ο’ επί καπνών, βαρύς , δριμύς, (αντιθ. γιαβάσικος)’ ||(μετφ.), επί ανθρώπων, σέρτης.”
“[b]σέρτης /b, θηλ. -ισσα [τουρκ.]’ άνθρωπος οξύθυμος, ευόργητος και εκδικητικός.”:092:
(πηγή ως άνω)

Επίσης
“[b]γιαγκίνι /b [τουρκ.]’ πυρκαϊά ’ || (μεταφ.) <<έχω γιαγκίνι στην καρδιά>>, φλέγομαι εξ έρωτος”

Προφανώς το ελλείπον ρο είναι θέμα πληκτρολόγησης. Πραγματικά ενδιαφέρον, άρα μάλλον η λέξη ήταν σε χρήση στην ευρύτερη κοινωνία με τη συγκεκριμένη έννοια και έτσι βρήκε τη θέση της στους στίχους.

Για το προηγούμενο, εκεί είναι ακριβώς το θέμα: ποιά από τις δύο ερμηνείες να διαλέξουμε; (δεν έχω εισήγηση).

Σέρτικο, σέρτης: απαντάει και ως σερέτης.

Γιαγκίνι: Βεβαίως όχι μόνο μεταφορικά: Μάθατε τι έχει γίνει, ένα φοβερό γιαγκίνι.

Ευχαριστώ για την παρατήρηση, διορθώθηκε ήδη.

Νίκο, θα μου επιτρέψεις να διαφωνήσω!:083:Πρόκειται για εντελώς διαφορετική λέξη.
Σερέτης είναι ο στρεψόδικος.

Στρεψόδικος: Θοδωρή, στοιχεία! Εγώ δεν έχω ακούσει αυτή την εκδοχή.

[b]σερέτης /b, θηλ. -ισσα ’ στρεψόδικος. Ουσ. σερετιά (η), στρεψοδικία.
Νίκο, από την ίδια πηγή: (ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ
ΕΚΔΟΣΙΣ “ΠΡΩΪΑΣ”
ΑΘΗΝΑΙ 1933)

Κατ΄επέκταση η λέξη χρησιμοποιείται επιτιμητικά για αυτόν που χάρις στην εξυπνάδα του καταφέρνει να ξεγλιστρά από τα νύχια του νόμου, τον φυγόδικο.

Νομίζω πως “σερέτης” [ < τουρκ. sirret ]= δύστροπος, ευέξαπτος, βαρύς
είναι εντελώς διαφορετική λέξη και εντελώς διαφορετικής προέλευσης και ετυμολογίας από το
“στρεψόδικος” [<στρέφω + δίκη ]= αυτός που σκόπιμα διαστρέφει την αλήθεια.

Πρέπει να προστεθεί και το “σέρτικος” [<τουρκ. sert = σκληρός < περσ. sard = ψυχρός, δυσάρεστος].

Το “ντουμπλάρω” κατά λέξη σημαίνει “διπλασιάζω”, [από το γαλ. double = διπλός] αλλά και “αντικαθιστώ”.
Η διαταγή στο τραγούδι και ειδικά με τη σειρά που υπάρχουν οι λέξεις: “τις λουλαδιές ντουμπλάδες” έχω την εντύπωση πως ταιριάζει περισσότερο να ήταν:
" κάνε διπλούς τους λουλάδες" ή “φέρε δυο λουλάδες” παρά: “τους λουλάδες αντικατάστησε”.
Πάντως, μπορούμε στον πίνακα να έχουμε και τις δυο αυτές εκδοχές.

Και άλλη μια λεξούλα που μου εντόπισε φίλος και τον ευχαριστώ.
“…Του Αγιωργιού ξεφτέρια …” λέει ο Μάρκος.
Εννοεί, εδώ, τα εξαπτέρυγα.

Ελένη, η λέξη σερέτης στο τραγούδι “Ο Μανώλης ο χασικλής” έχει τη σημασία που αναφέρεις::093:…αν είσαι και σερέτης πουν’ τα μαχαίρια σου".
Ομως στο τραγούδι του Μοντανάρη “Ο Σερέτης” η ερμηνεία της λέξης νομίζω είναι πιο κοντά στην εκδοχή του λεξικού της “ΠΡΩΪΑΣ” 1934, σερέτης = στρεψόδικος = εκείνος μου με διάφορα σοφίσματα παραπλανά το δικαστήριο και αποφεύγει τις συνέπειες του νόμου.
Σερέτης είμαι χασικλής κοτσάνι την περνάω
και σαν πουλάκι νταβατζής στροφή την αμολάω.
Μα σαν μου λάχει σταυρωτής ευθύς την αμολάω
την πάπια και την παλαβή κάνω και δεν μιλάω…
Μαστούρης πάντα την περνώ και με σερετηλίκι
τις γκόμενες τις εξηγώ με το τσιγαριλίκι…”

Εδώ λοιπόν η ερμηνεία δύστροπος, ευέξαπτος, βαρύς από τη μια και από την άλλη “…την πάπια και την παλαβή κάνω και δεν μιλάω…” δεν συμφωνούν καθόλου.
Επομένως η λέξη είχε διττή σημασία!:088:

Θοδωρή μου,
έχω την εντύπωση πως και στο συγκεκριμένο τραγούδι την ίδια έννοια του " βαρύ", “δύστροπου” έχει η λέξη “σερέτης”.
Απλά, το νόημα είναι πως όταν του τύχει σταυρωτής: ( περιφρονητικά ο αστυνομικός, επίσης ο βασανιστής, ο τύραννος ) παύει να είναι βαρύς, συμμαζεύεται γιατί δεν τον παίρνει και κάνει το κορόιδο.

Και πρέπει να προστεθεί η λέξη “σταυρωτής” στο λεξιλόγιο.

Νομίζω πως στο τραγούδι ο σερέτης εννοείται ο μάγκας που καταφέρνει να διαφεύγει από τη δικαιοσύνη και τους μηχανισμούς της… (όπως να το δεις ο ήρωας του τραγουδιού είναι ημιτασιόν σκληρός…) :slight_smile:
“… Μαστούρης πάντα την περνώ και με σερετηλίκι
τις γκόμενες τις εξηγώ με το τσιγαριλίκι…”

Επίσης εδώ η λέξη σερετηλίκι έχω την εντύπωση δεν εννοεί την αγριάδα, αλλά την αποπλάνηση με διάφορα σοφίσματα, το παραμύθιασμα δηλαδή… δεν ξέρω έτσι υποθέτω…

Προσθέτω κι άλλες ερμηνείες της λέξης “σερέτης” όπως προκύπτουν από λογοτεχνικά κείμενα: " ζόρικος", “πανούργος”, “δολερός”.
Πού θα μας πάει, θα τη βρούμε την άκρη… :slight_smile:

Πιστευω πως και οι δυο εχετε δικιο, καθενας με τα επιχειρηματα του και τα στοιχεια του, γιατι
μη ξεχναμε οτι οι λεξεις αναλογα με τη χρηση τους και αυτο που χαρακτηριζανε, δεχονταν και
μια πιο “συμβατη” ερμηνεια θα λεγαμε… Παντως σας ευχαριστω για τις χρησιμες πληροφοριες.

Έχουμε ήδη μπει στην έβδομη κατοστάρα! Γειά σου Γεράσιμε, που δεν σε ξέρω αλλά, αν ήξερες τι συζήτηση άνοιξες…

γιαβρής(ο) και γιαβρί (το) [τουρκ.]’ κυρίως νεογνόν ζώου ή πτηνού || (μεταφ.) επί ανθρώπων, τρυφερός, αγαπητός: “αμάν κουζούμ, αμάν γιαβρούμ, κάνε χανούμ νισάφι” (ορφανίδ.) [γιαβρούμ = γιαβρί μου]
[b]νισάφι /b και ινσινάφι [τούρκικ.]’ διάκρισις, χάρις, έλεος: “κάναμε νισάφι”, φείσθητι, ευσπλαγχνίσου", “νισάφι πιά” ας δοθή τέλος, εξηντλήθη η υπομονή ή η αντοχή μου.
[b]σεβντάς /b [τουρκ.]’ ο έρως. Παράγωγα: [b]σεβνταλής /b, ο εις τον έρωτα επιρρεπής, ερωτόληπτος
αγάλι και [b]αγάλια /b’ βραδέως, σιγά, ήρεμα’ συνηθέστ. αγάλι(α) - αγάλι(α): “αγάλια-αγιάλια γίνεται η αγουρίδα μέλι”
πηγή: (ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ, ΕΚΔΟΣΙΣ “ΠΡΩΪΑΣ”, ΑΘΗΝΑΙ 1933): απλά καταπληκτικό! :039:

Θοδωρή, αν υπάρχουν οι λέξεις “νισάφι” και “αγάλι” σε λαϊκά τραγούδια, πρέπει να προστεθούν στον κατάλογο.
Πες μας αν τις έχεις εντοπίσει.

Για τα λεξικά της νεοελληνικής γλώσσας.
Το Λεξικό “Πρωίας” είναι του 1933.
Εξαίρετο, για την εποχή του, όμως.
Για τη σύγχρονη εποχή υστερεί - και φυσικό είναι - και στη μεθοδολογία και κυρίως στο ότι έχει περιορισμένο αριθμό λημμάτων και με αρκετά λάθη.
Καλό είναι να υπάρχει σε μια βιβλιοθήκη, μόνο όμως για να χρησιμοποιηθεί για τους μελετητές της λεξικογραφίας και των μεθόδων της στο πέρασμα των χρόνων.
Για τη σύγχρονη εποχή, το καλύτερο είναι του Μπαμπινιώτη.
Ο γλωσσολόγος επωφελήθηκε από προγενέστερα λεξικά, όπως του Τριανταφυλλίδη, διόρθωσε πολλές αβλεψίες, όπου υπήρχαν, και ειδικά η νεότερη έκδοση καλύπτει πλήρως σχεδόν τις ανάγκες.
Έχει πληρότητα ως προς το λημματολόγιο, σημασιολογική ανάλυση, καταγραφή της νεοελληνικής φρασεολογίας, ειδικά της σύγχρονης, ετυμολογία που φτάνει μέχρι την ινδοευρωπαϊκή ρίζα, απάντηση έγκυρη σε ορθογραφικά προβλήματα, αρκτικόλεξα κλπ.

Το πρόβλημα με εμάς που καταπιανόμαστε με τη μελέτη της αργκό, είναι πως δεν μας καλύπτει σε πολλές περιπτώσεις ούτε το λεξικό αυτό, μια και η σημασιολογία πολλών λέξεων που απαντούν στο ρεμπέτικο, είναι αυτή της καθεστηκυίας τάξης…
Αλλά αυτά τα έχουμε ξανασυζητήσει, ας μην επανέλθω.

Νισάφι: αναφέρεται στο τραγούδι του Δημήτρη Σέμση «τα βάσανα της πλύστρας» με τη Ρόζα Εσκενάζυ.
Αγάλι-αγάλι: αναφέρεται στο τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη «Το Πασαλιμάνι», με τον Στράτο Παγιουμτζή.

Ω Ελένη! αλάνθαστη ως συνήθως. :109:Ναι έχεις δίκιο είναι όντως του 1933!:088:
Το πιο ενδιαφέρον με τα παλιά λεξικά είναι ότι αποδίδουν την αρχική σημασία των λέξεων στο συγκεκριμένο χωροχρονικό πλαίσιο της εποχής που εκδόθηκαν, και πριν αυτές οι λέξεις νοηματοδοτηθούν διαφορετικά από τις νεώτερες κοινωνικές αναπαραστάσεις που έχουν συνδεθεί τυχαία ή σκόπιμα… :241: