Ρεμπέτικη Ζωή - Κείμενο του 1940

Ιδιαίτερα ενδιαφέρον κείμενο για την «Ρεμπέτικη ζωή», όπως την αντιλαμβανόταν ο λογοτέχνης Αρίστος Παπαμιχαήλ, αφιερωμένο στον φίλο του Αργύρη Γκολομπία.

Το δημοσίευμα προέρχεται από την εφημερίδα «Μακεδονικόν Βήμα» της Κοζάνης η οποία κυκλοφόρησε στις 16/6/1940.

Δεν έχω βρει την παραμικρή πληροφορία για τους δύο φίλους.

Προς ευκολία των αναγνωστών της σελίδας μας, αντέγραψα το δημοσίευμα της τοπικής εφημερίδας της Κοζάνης.

ΡΕΜΠΕΤΙΚΗ ΖΩΗ

Σας έτυχε ποτέ αγαπητοί μου αναγνώσται να γνωρίσετε την ρεμπέτικη ζωή; Όχι πιστεύω! Αν την γνωρίζατε, αν αισθανόσασταν την γλύκα της, σας δίνω τον λόγο της τιμής μου ( και όταν ένας ρεμπέτης δίνει τον λόγο του… τον δίνει!) ότι δεν θα σας συγκινούσαν τα μέγαρα σας, τα πλούτη σας, αλλά θα ερχόσασταν μαζί μας για να νοιώσατε και σεις την ωμορφιά και την χαρά της ζωής.

Είναι η ρεμπέτικη ζωή μας τέτοια, που ποτέ δεν μας κάνει να στενοχωριόμαστε. Ποτέ, μα ποτέ δεν μας βλέπετε λυπημένους, παρά με το χαμόγελο στα χείλη και τη χαρά στη καρδιά. Κι αυτό γιατί κάθε πραγματικός ρεμπέτης ξέρει καλά όλα τα μονοπάτια κι όλες τις απόκρυφες γωνίες της ζωής. Σε κάθε λοιπόν ρεμπέτικη ψυχή βρίσκονται βαθειά χαραγμένες οι τρεις αυτές αισιόδοξες λέξεις: ΖΩΗ ΔΕΝ ΣΕ ΦΟΒΑΜΑΙ ΚΤΥΠΑ!!

Κάποιος άλλος στα ρόδα δεν θα΄βλεπε παρά τ΄αγκάθια πουναι το φαρμάκι, η θλίψη της ζωής μας, ενώ ο ρεμπέτης θα προσπαθούσε να απολαύση την μεθυστική τους μυρωδιά, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά η χαρά μας, η ευτυχία μας. Τι κι αν η σκληρή και βάναυση ζωή με το σπαρακτικό της έργο, πολεμά να δη μπρος στα πόδια της συντρίμια τους ευγενικούς πόθους, και τα ιδανικά του ρεμπέτη, για να γελάση τότε σαρκαστικά, ειρωνικά με την κατάντια του; Τι κι αν τον κάνει τα φτερούγια του χάρου να τον αγκαλιάζουν κάθε μέρα σιγά…σιγά; Τι κι αν τον κατάντησε ερείπιο; Αυτός βαδίζει πάντα με κουράγιο στο σκληρό αγώνα της ζωής και ποτέ του δεν καταθέτει τα όπλα για ν΄αφήση έτσι την απαισιοδοξία να θρονιαστή μέσα του.

Έχει το κουράγιο να γυρίζει με σχισμένο πανταλόνι, σχεδόν ερείπιο σωστό που μόλις κρατιέται επάνω του, και με καλοκαιρινό σακάκι τις χειμωνιάτικες εκείνες νύχτες του τρελλοβορρηά χωρίς καρφί να του καίεται.

Πόσο όμως λυπάμε για μερικούς (τους κατά φαντασίαν έξυπνους) που οπλίζονται σαν αστακοί με την ψευτοσοβαρότητα τους, την ψευτοευγένεια, και που φορούν την νερομπογιατισμένη μάσκα της υποκρισίας, γενόμενοι έτσι πραγματικά ρομπότ, έχουν την εντύπωση πως αυτοί είναι στην κοινωνία κι όχι άλλοι.

Είναι αυτοί αγαπητοί μου αναγνώσται, που συναντάτε πολλές φορές, να φλυαρούν με τουπέ Ρωμαίου μπροστά σε δεσποινίδες και να προσπαθούν με χίλια δυο καυτά ερωτόλογα, και με λεπτεπίλεπτα κομπλεμέντα να κατακτήσουν την γυναικεία καρδιά. Είναι αυτοί οι ίδιοι πάλι, που αδιάντροπα βάζουν την χυλόπητα στην τσέπη τους, κατεβάζουν την ρεμπούμπλικα τους ως τ΄αυτιά, και στο πρώτο τυχών στενοσόκακο γίνονται Λούϊδες. Αυτοί λοιπόν είναι οι τύποι εκείνοι που δεν θεωρούν εμάς τους ρεμπέτες για ανθρώπους…

Πρέπει όμως να ξέρουν πως ο εσωτερικός κόσμος του κάθε ρεμπέτη, είναι γιομάτος από ευγενικά αισθήματα, από ανώτερα ιδανικά, από ευγενικούς και απώτερους πόθους. Πρέπει να ξέρουν πως ο ρεμπέτης βαστά στα μπράτσα του και οδηγά με τέχνη και μαεστρία το τιμόνι της ζωής.

Και τέλος πρέπει να ξέρουν, πως ο ρεμπέτης μηλά σταράτα, νέτα, σκέτα, χωρίς υποκρισίες και υπεκφυγές, χωρίς μάσκες και νερομπουγιές.

Κι αν θέτε και το πνεύμα του, είναι ικανός φίλοι μου να πιάση και πουλιά ακόμα στον αέρα. Ρεμπέτικη και πάλι ρεμπέτικη ζωή, ΠΟΤΕ δεν θα σ΄αφίσω σένα που μ΄έκανες να μη πονώ, και να ζω ευτυχισμένα.

Πόσο μακαρίζω την ώρα που σε ακολούθησα ευτυχισμένη ρεμπέτικη ζωή. Θα είμαι πάντα δικός σου μέχρι την στερνή μου πνοή! Αλήθεια ρεμπέτες, τι ώμορφη ζωή που περνάμε!!!

ΑΡΙΣΤΟΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ

ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΝ ΒΗΜΑ 16-6-1940

8 «Μου αρέσει»

Βγαλμένο από τη ζωή!