Πνευματική ιδιοκτησία (2001)

Το παραθέτω αυτούσιο όπως δημοσιεύτηκε στην “Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία” (απο την le monde)και για σχολιασμό.

ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Πνευματική ιδιοκτησία σημαίνει κλοπή!

Του JOOST SMIERS*

Είναι νόμιμο οι καλλιτέχνες να λαμβάνουν μια δίκαιη αμοιβή για την εργασία τους. Τα συγγραφικά δικαιώματα φαίνεται ότι αποτελούν μία από τις πιο σημαντικές πηγές εσόδων τους. Ωστόσο, αυτά τα δικαιώματα έχουν αρχίσει να γίνονται ένα από τα πιο εμπορικά προϊόντα του 21ου αιώνα.

Το σύστημα δεν φαίνεται πια ικανό να προστατεύσει τα συμφέροντα της πλειονότητας των μουσικών, ηθοποιών, χορευτών, συγγραφέων, σχεδιαστών, ζωγράφων ή σκηνοθετών…

Είναι μια διαπίστωση που προτρέπει να ανοίξουμε τη συζήτηση για τους δρόμους τους οποίους πρέπει να ανακαλύψουμε για να εξασφαλίσουν οι καλλιτέχνες τα μέσα να ζουν από την εργασία τους και οι δημιουργίες τους τον απαιτούμενο σεβασμό.

Οι μεγάλοι πολιτιστικοί όμιλοι και οι όμιλοι πληροφόρησης καλύπτουν ολόκληρο τον πλανήτη με τους δορυφόρους και τα καλωδιακά συστήματα. Ομως, να διαθέτει κανείς όλους τους αγωγούς πληροφόρησης του κόσμου δεν έχει νόημα παρά μόνο αν κατέχει το κύριο μέρος του περιεχομένου, του οποίου το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας (copyright) συνιστά τη νόμιμη μορφή ιδιοκτησίας.

Σήμερα παρακολουθούμε μια πληθώρα από συγχωνεύσεις στον τομέα του πολιτισμού, όπως η συγχώνευση της America Online (AOL) και της Time Warner. Σ’ αυτό υπάρχει ο κίνδυνος να οδηγηθούμε, στο εγγύς μέλλον, σε μια χούφτα μόνο από εταιρείες, οι οποίες θα διαθέτουν δικαιώματα ιδιοκτησίας σ’ ολόκληρη σχεδόν την καλλιτεχνική δημιουργία, του παρελθόντος και του παρόντος.

Οπως ο Μπιλ Γκέιτς και η εταιρεία του Corbis, που είναι κάτοχοι των δικαιωμάτων 65 εκατομμυρίων εικόνων σ’ όλο τον κόσμο, από τις οποίες τα 2,1 εκατομμύρια είναι διαθέσιμες άμεσα (1).

Η έννοια των συγγραφικών δικαιωμάτων, που ήταν ευνοϊκή άλλοτε, γίνεται έτσι ένα μέσο ελέγχου του πνευματικού και δημιουργικού κοινού αγαθού από ένα μικρό αριθμό βιομηχανιών.

Δεν πρόκεται μόνο για κατάχρηση η οποία θα ήταν εύκολο να επισημανθεί. Η καναδέζα ανθρωπολόγος, ειδική στα συγγραφικά δικαιώματα, Ρόζμαρι Κουμπ, παρατηρεί ότι «στην κουλτούρα της κατανάλωσης, οι περισσότερες εικόνες, τα κείμενα, τα θέματα στις ετικέτες, τα εμπορικά σήματα, τα λογότυπα, τα σχέδια, οι μουσικοί ρυθμοί, ακόμη και τα χρώματα καθορίζονται, αν δεν ελέγχονται, από το καθεστώς της πνευματικής ιδιοκτησίας (2)».

Οι συνέπειες από αυτό το μονοπωλιακό έλεγχο είναι τρομακτικές. Οι λίγοι όμιλοι που κυριαρχούν στην πολιτιστική βιομηχανία δεν διανέμουν παρά τα καλλιτεχνικά ή ψυχαγωγικά έργα των οποίων κατέχουν τα δικαιώματα. Επικεντρώνονται στην προώθηση μερικών αστέρων, επενδύουν μαζικά σ’ αυτούς και κερδίζουν χρήματα από τα παράγωγα προϊόντα.

Λόγω των υψηλών κινδύνων και των απαιτήσεων για την απόδοση της επένδυσης, το μάρκετινγκ, το οποίο απευθύνεται στον κάθε πολίτη του κόσμου είναι τόσο επιθετικό που όλες οι άλλες πολιτιστικές δημιουργίες αποκλείονται από το διανοητικό τοπίο πολλών λαών, σε βάρος της πολυμορφίας των καλλιτεχνικών εκφράσεων, την οποία σε μια δημοκρατική προοπτική έχουμε απεγνωσμένα ανάγκη.

Παρατηρούμε επίσης να μετατρέπεται σε νομικό ζήτημα οτιδήποτε περιβάλλει τη δημιουργία. Οι εταιρείες που αγοράζουν το σύνολο των δικαιωμάτων τα προστατεύουν με εξαιρετικά λεπτομερείς κανόνες και υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους με δικηγόρους με υψηλή ειδίκευση.

Μεμιάς, κάθε καλλιτέχνης πρέπει να προσέχει μήπως κλέψουν το έργο του αυτές οι εταιρείες. Αισθάνεται αναγκασμένος να προσλάβει και αυτός δικηγόρους για να υπερασπιστεί την υπόθεσή του, τη στιγμή που τα μέσα του είναι πολύ πιο περιορισμένα.

Με το σύστημα των συγγραφικών δικαιωμάτων, οι μεγάλες εταιρείες πλουτίζουν. Ομως, η πειρατεία που «εκδημοκρατίζει» τη χρήση, στο σπίτι, της μουσικής και άλλων καλλιτεχνικών προϊόντων, τις απειλεί.

Με έναν ετήσιο κύκλο εργασιών 200 δισεκατομμύρια δολάρια, εμποδίζει τη συσσώρευση κεφαλαίου (3).

Ωστόσο, ο αγώνας ενάντια στην πειρατεία μοιάζει μάταιος με την εφεύρεση του ΜΡ3, του Napster, του Warapster κ.λπ. Με αυτά τα λογισμικά μπορεί να «φορτώσει» κανείς από έναν υπολογιστή, σε λίγα λεπτά, τεράστιες ποσότητες από μουσικές, εικόνες, ταινίες ή λογισμικά από το εικονικό απόθεμα δεδομένων, τα οποία είναι διαθέσιμα σ’ όλο τον κόσμο. Είναι ένα φαινόμενο που η βιομηχανία δίσκων και η ένωσή της, η Ενωση Δισκογραφικής Βιομηχανίας της Αμερικής (Recording Industry Association of America, RIAA), δεν εκτιμούν καθόλου.

Ο Φίλιπ Κένικοτ, ένας αυστραλός ερευνητής, πιστεύει ότι το Napster επιτρέπει να παρακαμφθεί πλήρως η εμπορική διαδικασία κατασκευής της μουσικής. «Οι Αμερικανοί», γράφει, «κάνουν το λάθος να συγκρίνουν ένα ορισμένο ύφος λαϊκής κουλτούρας -όπως οι μεγάλες μηχανές που παρήγαγε η αμερικανική βιομηχανία- με την αμερικανική κουλτούρα, λες και οι φαντασμαγορικές ταινίες και οι δίσκοι που πουλιούνται σε εκατομμύρια αντίτυπα είναι, από μόνα τους, αντιπροσωπευτικά δείγματα της δημιουργίας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι δελεαστικό να πιστέψει κανείς ότι τα ψυχαγωγικά προϊόντα είναι το πολιτισμικό σκυρόδεμα που ενώνει τους λαούς. Ομως, αυτό το είδος λαϊκής κουλτούρας, που είναι ιδιοκτησία πολιτιστικών εταιρειών, είναι πολύ διαφορετικό από την κουλτούρα του λαού, που δεν ανήκει σε κανένα (4)».

Επιπλέον, ο υπολογιστής και το Διαδίκτυο δίνουν μια μοναδική ευκαιρία στους καλλιτέχνες να δημιουργήσουν χρησιμοποιώντας υλικά που προέρχονται από καλλιτεχνικά ρεύματα από ολόκληρο τον κόσμο, του παρελθόντος και του παρόντος.

Εξάλλου, δεν κάνουν κάτι διαφορετικό από αυτό το οποίο έκαναν πριν από αυτούς οι προγενέστεροί τους, ο Μπαχ, ο Σέξπιρ και χιλιάδες άλλοι. Ηταν πάντοτε φυσιολογικό να χρησιμοποιούνται οι ιδέες και ένα μέρος του έργου προδρόμων καλλιτεχνών. Η αντιγραφή είναι άλλο πράγμα.

Γι’ αυτό το φαινόμενο, ο φιλόσοφος Ζακ Σουλιγιού αναπτύσσει ένα ενδιαφέρον θεωρητικό σχόλιο: «Ο λόγος για τον οποίο είναι δύσκολο να προσκομίσουμε την απόδειξη της αντιγραφής στον τομέα της τέχνης και της λογοτεχνίας οφείλεται στο γεγονός ότι δεν αρκεί μόνο να δείξουμε ότι ο Β εμπνεύστηκε από τον Α, χωρίς να αναφέρει ενδεχομένως τις πηγές του, αλλά να αποδείξουμε επίσης ότι ο Α δεν εμπνεύστηκε από κανένα. Η αντιγραφή προϋποθέτει στην πραγματικότητα ότι η αναγωγή του Β στον Α εξαντλείται σ’ αυτόν, γιατί αν αποδεικνύαμε ότι ο Α εμπνέεται και άρα αντιγράφει έναν Χ, που βρίσκεται σε προγενέστερη χρονολογική θέση, η καταγγελία του Α θα αποδυναμωνόταν (5)».

Η ανάλυσή του υπενθυμίζει ότι όχι μόνο το σύστημα των συγγραφικών δικαιωμάτων γίνεται ολοένα και λιγότερο ανεκτό, αλλά επίσης ότι έχει βασιστεί σε μια έννοια λιγότερο προφανή από όσο φαίνεται. Αραγε, μπορούμε να φανταστούμε ένα ποιήμα να δημιουργείται χωρίς προγενέστερα ποιήματα; Ετσι, η Ρόζμαρι Κουμπ αναρωτιέται σε ποιο βαθμό η εικόνα ενός «αστέρα» και η αξία του οφείλονται στις δικές του προσωπικές προσπάθειες.

«Οι εικόνες της διασημότητας πρέπει να κατασκευαστούν… Οι εικόνες των “αστέρων” είναι το αποτέλεσμα των στούντιο, των μέσων ενημέρωσης, των πρακτορείων δημοσίων σχέσεων, των λεσχών με τους οπαδούς, των συντακτών με τις “κοινωνικές” στήλες, των φωτογράφων, των κομμωτών, των γυμναστών, των καθηγητών, των σεναριογράφων, των βοηθών γνωστών συγγραφέων, των διευθυντών, των δικηγόρων και των γιατρών (6)». Ας μην ξεχνάμε επίσης το ρόλο του κοινού, σχετικά με το οποίο η ίδια η Μέριλιν Μονρόε δηλώνει:

«Αν είμαι μια σταρ, είναι επειδή με έφτιαξε το κοινό, όχι τα στούντιο ούτε κανείς άλλος, αλλά το κοινό (7)».

Αραγε, έχουμε ανάγκη από ένα σύστημα πνευματικής ιδιοκτησίας για να προωθήσουμε τη δημιουργία; Οχι βέβαια. Ολοένα και περισσότεροι οικονομολόγοι, με τεκμηριωμένες εργασίες, υπογραμμίζουν ότι η εξάπλωση των συγγραφικών δικαιωμάτων ευνοεί περισσότερο τους επενδυτές παρά τους δημιουργούς και τους ερμηνευτές. Στην πραγματικότητα, το 90% των εσόδων που συγκεντρώνονται γι’ αυτό το λόγο πηγαίνουν στο 10% των καλλιτεχνών. Ο βρετανός οικονομολόγος Μάρτιν Κρέτσμερς συμπεραίνει ότι «η ρητορική για τα συγγραφικά δικαιώματα έχει προέλθει σε μεγάλο βαθμό από έναν τρίτο εταίρο: τους εκδότες και τις εταιρείες δίσκων, δηλαδή από τους επενδυτές στη δημιουργικότητα (παρά από τους δημιουργούς), οι οποίοι έχουν γίνει οι πρώτοι επωφελούμενοι από αυτή την εκτεταμένη προστασία (8).

Το σύστημα δεν λειτουργεί ούτε υπέρ του τρίτου κόσμου. Οπως εξηγεί ο πανεπιστημιακός Τζέιμς Μπόιλ, για να αποκτήσει ένας καλλιτέχνης το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, πρέπει να δείξει τις ικανότητές του. «Αυτή η απαίτηση ευνοεί με άνισο τρόπο τις ανεπτυγμένες χώρες. Ετσι, το κουράριο (φυτικό δηλητήριο), το μπατίκ, οι μύθοι και ο χορός λαμπάντα υφαρπάζονται από τις αναπτυσσόμενες χώρες χωρίς καμία προστασία, ενώ το Προζάκ, τα παντελόνια Λιβάις, τα μυθιστορήματα του Τζον Γκρίσαμ και η ταινία “Λαμπάντα”, επανεισάγονται σ’ αυτές τις χώρες προστατευμένα από ένα σύνολο νόμων για την πνευματική ιδιοκτησία (9)».

Θα ήταν λογικό να σκεφτούμε ένα άλλο σύστημα το οποίο θα ευνοεί περισσότερο την πολυμορφία της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Η Ρόζμαρι Κουμπ περιγράφει την αντίφαση που θα έπρεπε να λυθεί: «Η κουλτούρα δεν είναι προσκολλημένη σε αφηρημένες έννοιες τις οποίες εσωτερικεύουμε, αλλά στην υλικότητα σημείων και κειμένων πάνω στα οποία αγωνιζόμαστε και στην αποτύπωση αυτή των αγώνων στη συνείδησή μας. Αυτή η διαπραγμάτευση και αυτός ο αγώνας για το νόημα βρίσκονται στην καρδιά του διαλόγου. Πολλές ερμηνείες των νόμων για την πνευματική ιδιοκτησία πνίγουν το διάλογο επιβεβαιώνοντας τη δύναμη της συντεχνίας των δημιουργών να ελέγχουν το νόημα, επικαλούμενοι την αφηρημένη έννοια της ιδιοκτησίας. Οι νόμοι της πνευματικής ιδιοκτησίας ευνοούν το μονόλογο παρά το διάλογο και δημιουργούν σημαντικούς διαφορισμούς εξουσίας ανάμεσα σε κοινωνικούς δημιουργούς που μετέχουν σ’ έναν αγώνα για την ηγεμονία (10)». Η κεντρική έννοια είναι κατά συνέπεια ο διάλογος.

Ο δεύτερος στόχος ενός νέου συστήματος θα ήταν να ζουν αξιοπρεπώς από τη δημιουργική δουλειά τους πολλοί καλλιτέχνες, από φτωχές ή πλούσιες χώρες.

Για όλους αυτούς τους λόγους, η διατήρηση του συστήματος των συγγραφικών δικαιωμάτων, όπως είναι τώρα, δεν αποδεικνύεται ούτε επιθυμητή ούτε εφικτή. Η άμεση σχέση με τον καλλιτέχνη, όπως αρχικά την εννοούσε η φιλοσοφία των συγγραφικών δικαιωμάτων, στην πράξη δεν υπάρχει πια. Αραγε, γιατί να μην προχωρήσουμε ακόμη ένα βήμα και να καταργήσουμε αυτό το σύστημα;

Γιατί να μην το αντικαταστήσουμε μ’ ένα άλλο το οποίο θα προσφέρει καλύτερη αμοιβή στους καλλιτέχνες του τρίτου κόσμου, καθώς και στους καλλιτέχνες των αναπτυγμένων χωρών, θα σέβεται περισσότερο τη δουλειά τους και θα επαναφέρει το δημόσιο χώρο στο κέντρο της προσοχής μας;

Από μια πρώτη ματιά, μπορεί να μοιάζει αντιφατικό ο καλλιτέχνης μιας αναπτυγμένης ή μιας τριτοκοσμικής χώρας να μπορεί να βρίσκεται σε μια πιο άνετη θέση χωρίς συγγραφικά δικαιώματα. Ωστόσο, αυτή η επιλογή πρέπει να εξεταστεί σοβαρά. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η πιο ριζοσπαστική πλευρά αυτής της πρότασης έγκειται στο γεγονός ότι θα μειωθεί ο ενθουσιασμός που προκαλείται από τις πολιτιστικές βιομηχανίες για τους αστέρες τους. Δεν θα έχουν πλέον συμφέρον να επενδύσουν μαζικά σ’ αυτά τα «φαινόμενα» που προσελκύουν το μεγάλο κοινό αν δεν μπορούν πια να τα εκμεταλλευτούν με αποκλειστικό τρόπο. Πράγμα που είναι, σε τελική ανάλυση, η βασική αρχή των συγγραφικών δικαιωμάτων.

Στην περίπτωση που αυτά τα δικαιώματα δεν υφίστανται πλέον, δεν θα υπήρχαν πια μονοπωλιακές πολιτιστικές βιομηχανίες, οι οποίες να καθορίζουν την κοινή προτίμηση με την προώθηση των αστέρων τους. Για το μέσο καλλιτέχνη, η κατάσταση θα ξαναγινόταν «φυσιολογική»: Θα μπορούσε πάλι να βρει αγορές και διαφορετικό κοινό, στον περίγυρό του και σε παγκόσμια κλίμακα μέσα από το Ιντερνετ. Θα μπορούσε έτσι να κερδίσει φυσιολογικά τη ζωή του και κάτι παραπάνω.

Οι επιχειρήσεις και οι άλλοι χρήστες καλλιτεχνικών υλικών θα απαλλάσσονταν από την πληρωμή συγγραφικών δικαιωμάτων και το γραφειοκρατικό χαρτομάνι με το οποίο συνδέονται αναπόφευκτα.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αμείβεται η χρησιμοποίηση ενός καλλιτεχνικού έργου. Οι επιχειρήσεις και οι άλλοι εμπορικοί χρήστες καλλιτεχνικών δημιουργιών και θεαμάτων έχουν καταφύγει στη μουσική, στις εικόνες, στα σχέδια, στα κείμενα, σε ταινίες, σε χορογραφίες, στη ζωγραφική, στα πολυμέσα… με στόχο να δημιουργήσουν επιθυμίες και να βελτιώσουν τα οφέλη τους.

Θα έπρεπε τότε να υπάρχει ένας προκαταβληθείς φόρος για τα κέρδη των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν καλλιτεχνικό υλικό με το ένα ή το άλλο μέσο. Αυτό αφορά το σύνολο σχεδόν των επιχειρήσεων.

Τα χρήματα που θα προκαταβάλλονταν με αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να τοποθετηθούν σ’ ένα ειδικό ταμείο, σύμφωνα με διαδικασίες οι οποίες θα καθορίζονται από το νόμο, με τρεις κατηγορίες δικαιούχων: τις ομάδες καλλιτεχνών, τους μεμονωμένους καλλιτέχνες και τους καλλιτέχνες του τρίτου κόσμου. Κατά συνέπεια, δεν θα υπήρχε πια άμεση σύνδεση -η οποία υπολογίζεται ποσοτικά, σε λεπτά ή κάτι άλλο- ανάμεσα στη σημερινή χρησιμοποίηση του έργου ενός καλλιτέχνη και την αμοιβή του.

Οσον αφορά τα ηθικά δικαιώματα τα οποία θα έπρεπε να προστατεύουν την ακεραιότητα του καλλιτεχνικού και επιστημονικού έργου από την παραποίηση, αναγνωρίζουμε ότι αυτά παγώνουν την καλλιτεχνική δημιουργία.

Το λογικό συμπέρασμα θα έπρεπε να είναι να απαλλαγούμε και από αυτά.

Στη δυτική κοινωνία, έχουμε δημιουργήσει μια περίεργη κατάσταση κατά την οποία προσφεύγουμε στα δικαστήρια μόλις θεωρήσουμε ότι ένα συγγραφικό δικαίωμα έχει παραβιαστεί… Ομως, αν δεν υπάρχει ιδιοκτησία με την απόλυτη έννοια του όρου, τότε δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να παραβιαστεί και να παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη.

Το κεντρικό θέμα στις συζητήσεις μας θα έπρεπε να είναι να μάθουμε αν η χρησιμοποίηση (ενός τμήματος) των έργων άλλων καλλιτεχνών έγινε με σεβασμό και με τη συμβολή μιας νέας δημιουργικότητας. Ή αν, αντίθετα, ήταν βιαστική ή ανιαρή ή αντικειμενικά οκνηρή. Ενας δημιουργός που δανείζεται με υπερβολική ευκολία από τους προγενέστερούς του ή από ένα σύγχρονό του θα στιγματιστεί ως ασήμαντος καλλιτέχνης.

Ας φανταστούμε ωστόσο ότι ένα άτομο αντιγράφει το έργο ενός άλλου καλλιτέχνη, ισχυρίζεται ότι πρόκειται για δικό του και το υπογράφει με το όνομά του. Αν δεν υπάρχει ούτε προσαρμογή, ούτε πολιτιστικό σχόλιο, ούτε προσθήκη, ούτε κανένα σημάδι δημιουργικότητας, πρόκειται προφανώς για μια χαρακτηριστική κλοπή, η οποία αξίζει να τιμωθηθεί.

Στο εξής, ο στόχος θα έπρεπε να είναι να δημιουργηθεί ένα νέο σύστημα που θα εγγυάται στους καλλιτέχνες των δυτικών χωρών και στους καλλιτέχνες του τρίτου κόσμου μεγαλύτερα εισοδήματα, θα δίνει μια ευκαιρία στη δημόσια συζήτηση για την αξία της καλλιτεχνικής δημιουγίας, θα ενδιαφέρεται για τη διατήρηση του δημόσιου πολιτιστικού χώρου, θα σπάει το μονοπώλιο των βιομηχανιών του πολιτισμού, το οποία ζει από το σύστημα των συγγραφικών δικαιωμάτων.

*Διευθυντής του Κέντρου Ερευνών και επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τεχνών, στην Ουτρέχτη (Ολλανδία). Συγγραφέας κυρίως του Etat des lieux de la creation en Europe. Le tissu culturel dechire, L’ Harmattan, Παρίσι, 1999.

(1) C. Alberdingk Thijm, Websufren? Treck je creditcard, Het Parool, Αμστερνταμ, 7 Μαρτίου 2000.

(2) Rosemary J. Coombe, The Cultural Life of Intellectual Properties, Authorship, Appropriation and the Law, Durhamand, Λονδίνο, 1998.

(3) Christian de Brie, «Κράτη, μαφίες και υπερεθνικές εταιρείες σε αγαστη συνεργασία» Le Monde diplomatique»-«K.E.», 5-7-2000.

(4) Phillip Kennicot, «Napster gives musicians a chance to be heard», International Herald Tribune, 1η Αυγούστου 2000.

(5) Jacques Soulilou, L’ Auteur, mode d’ emploi, L’ Harmattan, Παρίσι, 1999.

(6) Rosemary Coombe, όπ.π.

(7) Rosemary Coombe, όπ.π.

(8) Martin Kretschmer, Intellectual Property in Music. An Historical Analysis of Rhetoric and Institutional Practices, Paper, City University Business School, Λονδίνο, 1999.

(9) James Boyle, Shamans, Software and Spleens. Law and the Construction of Information Society, Harvard University Press, Cambridge ΜΑ, 1996.

(10) Rosemary Coombe, όπ.π.

<FONT FACE=“Courier New”>
Ακου εκεί:
“Στη δυτική κοινωνία, έχουμε δημιουργήσει μια περίεργη κατάσταση κατά την οποία προσφεύγουμε στα δικαστήρια μόλις θεωρήσουμε ότι ένα συγγραφικό δικαίωμα έχει παραβιαστεί… Ομως, αν δεν υπάρχει ιδιοκτησία με την απόλυτη έννοια του όρου, τότε δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να παραβιαστεί και να παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη.

Τσκ τσκ… Οποίες κομμουνιστικές ιδέες!

Το άρθρο θέτει πολλά ζητήματα, αλλά ακολουθώντας τον αμερικάνικο πολιτικώς ορθό τρόπο δημοσιογραφικής γραφής, θέτει όποια ερωτήματα γουστάρει να απαντήσει και… απαντάει σ’ αυτά.

Ο Smiers – στο καθ’ όλα αξιοπρεπέστατο άρθρο του –μας επισημαίνει το γεγονός ότι «πνευματική» και «ιδιοκτησία» είναι λάδι και νερό. Δεν ανακατεύονται παρά μόνο προσωρινά και μάλιστα με τρόπο που απλά ξεγελά το μάτι.

Του διαφεύγει όμως μια βασική παράμετρος για να λύσει το μυστήριο της πνευματικής ιδιοκτησίας.

Το ότι εμπορευματοποιήθηκε το προϊόν της πνευματικής διεργασίας είναι διαπιστωμένο. Επιπλέον, όλοι ήμαστε ενήμεροι του πόσο… παράλογο είναι κάτι τέτοιο μετρώντας και κρίνοντας εκ του αποτελέσματος.

Το θλιβερό είναι να πιστεύουμε πως κάτι τέτοιο αποτελεί απλά μια στρέβλωση του κατά τα άλλα θαυμάσιου καπιταλισμού.

Η εμπορευματοποίηση δεν έχει όρια φίλε Smiers.

Η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ νομιμοποιεί και τον ιδιοκτήτη του παραγόμενου (από τα μέσα αυτά) αποτελέσματος.

Είτε μιλάμε για το TIDE-Z-K, είτε για το εμβόλιο της ευλογιάς είτε για τη Φραγκοσυριανή, τα επιχειρήματα δεν αλλάζουν. Ούτε το νομικό καθεστώς.

Και δεν πρέπει να λέμε πως πρέπει να αλλάξει γιατί έτσι θα το γυρίσουμε σε πολύ κομμουνιστικές ιδέες και έχουμε πει πως είναι πολύ ντεμοντέ τελευταία… Κούνια που τους κούναγε.

Ο καπιταλισμός έτσι είναι και πολύ καλά κάνει τη δουλειά του εμπορευματοποιώντας κάθε ανθρώπινη ανάγκη.

Αλλο αν δεν μας αρέσει η εμπορευματοποίηση!

Μπαγλαμάνος</FONT>

<FONT FACE=“Courier New”>Ξαναδιαβάζοντας το… κομπόδεμα των λέξεων που σας έστειλα, κατάλαβα πως ξέχασα να τονίσω πως:
η “ΣΥΝΗΓΟΡΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ”
ισοδυναμεί με
Συνηγορία για την κατάργηση της ιδιοκτησίας εν τω συνόλω

Κατα τα άλλα, ο Smiers με καλύπτει ως προς τα επιχειρήματα, τις επισημάνσεις και τις παρατηρήσεις του. Οχι όμως με τα συμπεράσματά του αφού, ούτε λίγο ούτε πολύ, το μόνο που ζητάει είναι η ορθολογικώτερη παγκόσμια κατανομή των δικαιωμάτων:

“Στο εξής, ο στόχος θα έπρεπε να είναι να δημιουργηθεί ένα νέο σύστημα που θα εγγυάται στους καλλιτέχνες των δυτικών χωρών και στους καλλιτέχνες του τρίτου κόσμου μεγαλύτερα εισοδήματα”.

“Ασπιρίνες για τον καρκίνο” δηλαδή, όπως θα έλεγε και ο καπτά-Γιώτης (για όσους ξέρουν σε ποιόν αναφέρομαι).</FONT>

Πριν από 15-18 χρόνια, μου ζητήσαν να κάνω τη βασική εισήγηση γιά τα Πνευματικά Δικαιώματα, στο μεγάλο αμφιθέατρο του Σπιτιού του Λαού!
Η εισήγησή μου άρχιζε με την εξής φράση:
"Η κατάργηση της υλικής ιδιοκτησίας, δε μπορεί παρά να ξεκινήσει με την κατάργηση της λεγόμενης “πνευματικής ιδιοκτησίας”.
Οι πιτσιρικάδες στα πίσω καθίσματα, πέταγαν τη σκούφια τους χειροκροτώντας. Στην πρώτη σειρά όμως, ο αείμνηστος Γιάννης Ρίτσος, αποχωρούσε επιδεικτικά λέγοντας πως πρέπει να μ’ εκτελέσουν στα δέκα μέτρα!!!
Ζω ακόμη…

Κ.Κ θα συμφωνήσω μαζί σου στην ουσία αυτών που γράφεις αλλά θα ήθελα να προσθέσω τα εξής.

  • Δεν νομίζω ότι το άρθρο βάζει μόνο τα ερωτήματα στα οποία μπορεί να απαντήσει, αλλά αντίθετα θέτει ερωτήματα στα οποία δεν μπορεί να απαντήσει ο «μικροαστός – διανοούμενος» συγγραφέας του. Για αυτό και οι ταλαντεύσεις του στο θέμα της ιδιοκτησίας ( τι κακά τα μονοπώλια ας κάνουμε το ζήτημα της πνευματικής τουλάχιστον ιδιοκτησίας πιο ορθολογιστικό)
  • Το θέμα είναι γιατί φτάνει ένας διανοούμενος σ΄αυτές τις ανησυχητικές διαπιστώσεις και γίνεται έστω και επιδερμικά ανατρεπτικός.
    Νομίζω ότι ,όπως και στα κεφαλαιώδη για την ύπαρξη της ανθρωπότητας ζητήματα, έτσι και στον πολιτισμό, ο καπιταλισμός, με τον ανορθολογισμό που τον διέπει, έχει φτάσει να αμφισβητεί την ανθρώπινη ύπαρξη έστω και με τα ελάχιστα χαρακτηριστικά της. Δεν ξέρω πόσο ρομαντικές έχουν γίνει οι κομμουνιστικές ιδέες αλλά το «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα « είναι στις μέρες περισσότερο επίκαιρο από ποτέ και αυτό το καταλαβαίνουν ακόμα και φιλελεύθεροι αστοί σαν τον Smiers άσχετα που πιστεύουν ότι μπορούν να λογικέψουν το θηρίο.(Τα ίδια λένε και κάποιοι οικονομολόγοι που είναι κατά της παγκοσμιοποίησης)
  • Εκείνο που εγώ δεν μπορώ να χωνέψω είναι ότι αυτή η λαίλαπα μπορεί να σαρώνει τα πάντα χωρίς αντίδραση. Και καλά όσον αφορά το πολιτικό επίπεδο είναι συζήτηση για κάποιο άλλο forum, αλλά στον πολιτισμό εγώ προσωπικά δεν βλέπω να κουνιέται τίποτα. Και το πρόβλημα δεν είναι οι «καλοί» π.χ. συνθέτες, να είναι πλειοψηφία αλλά έστω να υπάρχει ένα ψεγάδι λαϊκού πολιτισμού. Δεν ξέρω αν το βλέπω απαισιόδοξα αλλά εγώ τα ακούω όλα, ακόμα και τα λεγόμενα ποιοτικά, εκπορνευόμενα. Σ΄ αυτό ακριβώς στηριζόταν και η διαφωνία μου για την εμμονή μας μερικές φορές στους καλούς οργανοπαίχτες. Γιατί πιστεύω οτι δεν επιτελούν έργο με τις επανεκτελέσεις παλιών τραγουδιών και δεν κάθονται να γράψουν καινούργια τραγούδια, να δώσουν μια διέξοδο στο τέλμα και νομίζω ότι έχουν αυτήν την δυνατότητα.
  • Δεν θα συμφωνήσω με τον Smiers οτι οι νέες δυνατότητες (mp3,napster
    ) κάνουν ουσιαστική ζημιά στα μονοπώλια του πολιτισμού παρά μόνο αν το δεί κανείς πολύ στενά οικονομικά και κοντοπρόθεσμα. Γιατί επι της ουσίας άστε τα. Νομίζω ξέρετε όλοι τι κατεβάζουν οι έλληνες από τα διάφορα napster.
  • Για τον ferri: το "Η κατάργηση της υλικής ιδιοκτησίας, δε μπορεί παρά να ξεκινήσει με την κατάργηση της λεγόμενης “πνευματικής ιδιοκτησίας” εγώ δεν το κατάλαβα καλά ή θέλεις να πεις ότι το πνεύμα προηγείται της ύλης;

Ολη την ουσία την ανέφερε ο ΚΚ. Την ξεχωρίζω, παραθέτοντάς άλλη μια φορά, χωρίς να προσθέσω τίποτα και νιώθοντας καλυμμένος:
“Η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ νομιμοποιεί και τον ιδιοκτήτη του παραγόμενου (από τα μέσα αυτά) αποτελέσματος”.
ΑΝ