Ολλανδέζα παίζει Τσιτσάνη με το βιολί της

Στην κλασική μουσική, όπου το πώς παίζεις το καθετί είναι λεπτομερώς προαποφασισμένο, η διασκευή θεωρείται ξεχωριστό έργο. Αν πάρεις π.χ. ένα έργο για ορχήστρα και να το μεταγράψεις για πιάνο, ή έναν λαϊκό σκοπό και να τον επεξεργαστείς σε λόγϊα μορφή, μπαίνουν στην εργογρφία σου.
Εδώ η διασκευή είναι καποιανού ή της ίδιας της βιολονίστριας, ξέρει άραγε κανείς;

Σε μια από τις πολλές αναρτήσεις του video το yt υπάρχει ένα ενδιαφέρον σχόλιο στο οποίο η ίδια η κοπέλα φέρεται να απαντά κάπως στο ερώτημα πώς έμαθε το κομμάτι.

Μπράβο στη κοπελα!!!
Η απάντηση της αποδεικνύει έναν άνθρωπο ώριμο, ευαιςθητο, και βαθειά σκεπτόμενο ,αφού γνωρίζει πέρα πολύ καλά τη μεγάλη σημασια που παίζει η παραδοσιακή μουσική για την ταυτότητα μιας χώρας και ενός έθνους !

Το σχόλιο είναι πράγματι ενδιαφέρον. Η κοπέλα είναι και μουσικά και άλλως ευαισθητοποιημένη.

Βέβαια την απορία μου δεν τη λύνει, ευθέως τουλάχιστον (φυσικά, αφού δεν τη ρώτησα!). Εμμέσως, υποθέτω ότι αν η μεταγραφή ανήκε στην επίσημη εργογραφία καποιανού, θα το ανέφερε. Άρα μάλλον το πέρασε ο Έλληνας βιολονίστας, ο οποίος το ήξερε επειδή ακούει ελληνικά.


Λέει η Έμυ Στορμς: «… it is really important that people should keep playing this music. For Holland there’s no hope any more: our instrumental folk music disappeared long ago. But for Greece it’s not too late!» Και το λέει αυτό με αφορμή ένα κομμάτι καμιά 60ριά-70ριά χρόνων (σωστά;), που στον καιρό του ανήκε σε μια παράδοση που τότε ίσα ίσα άνθιζε. Τι θα έλεγε αν άκουγε πραγματικά παλιά, ζωντανή, παραδοσιακή ελληνική μουσική; Έχουμε πράγματα πολλών αιώνων που τα δουλεύουμε ακόμα. Όχι πως είμαστε βέβαια οι μόνοι στον κόσμο, αλλά για την κεντρική και δυτική και βόρεια Ευρώπη φαίνεται ότι αυτό είναι αδιανόητο.

Φαντάσου Πέπε, να έβλεπε και όλο το φάσμα της αιωνόβιας παραδοσιακής μουσικής των ελλήνων…Ποντιακά, ηπερώτικα, μακεδονίτικα, θρακιώτικα, νησιώτικα, μικρασιάτικα, τη διαφορά ιωνίου-αιγαίου και τόσα άλλα… Είναι ,εδώ που τα λέμε, μερικώς τύχη να γεννιέται κανείς ελλάδα, γιατί ο πολιτισμός τόσο ό νεώτερος όσο ο παλαιώτερος, για όσου ασχοληθούν, είναι συντριπτικός! Πάντα έχεις κάτι καινούργιο!

Υ.Γ. θα’θελα να δώ αντίδραση έμμυ στόρμς, όταν το άκουγε χτυπημένο από τον τσιτσάνη τη δεκαετία του 40’…

… και σήμερα, δεκαετία αργότερα, ας παρατηρήσω ότι αυτή η μουσική που έπαιξε η κοπέλα (υποδειγματικά, δεν το συζητώ αυτό…) κάθε άλλο παρά «Ελληνική λαϊκή μουσική» θα μπορούσε να χαρακτηριστεί: Ένας από τους μεγαλύτερους επώνυμους (άρα όχι ανώνυμους), συνθέτες της Ελλάδας ηχογραφεί μία μελωδία που είναι καθαρή αντιγραφή των μελωδιών της Μαύρης Θάλασσας που φτάνουν από την βορειοδυτική ακτή της στην Κων/λη και γίνονται δημοφιλείς στο τότε ελληνόφωνο τμήμα της. Πόση σχέση θα μπορούσε η μελωδία αυτή να έχει με την ελληνική λαϊκή μουσική;

Όση έχουν ο Ντόκτορ, το Σάλα σάλα, ο Καντιφές, νομίζω και η Μισιρλού, και κλασικά βέβαια το Από ξένο τόπο…

1 «Μου αρέσει»

Οι μουσικές (όπως και οι άνθρωποι) ταξιδεύουν και πολιτογραφούνται πέρα από τον τόπο γέννησης τους. Για καιρό θεωρούσα ότι ο καλαματιανός ήταν κάτι ξένο στην Κύπρο, εισαγωγή μέσω του σχολείου, που χορεύεται με συνοδεία πιάνου ή κασετόφωνου κλπ. Μετά άκουσα κάποιες ηχογραφήσεις του Νοτόπουλου όπου το «μαντήλι καλαματιανό» δεν είναι απλά ερμηνευμένο αλλά «χωνεμένο» στο στυλ της κυπριακής χορευτικής μουσικής.

Δε ξέρω τη γλώσσα αλλά στα αγγλικά Folk (όπως και στα ελληνικά «λαϊκό») δε σημαίνει κατ’ανάγκην ανώνυμη δημιουργία, και ο πρώιμος Dylan ήταν folk.

2 «Μου αρέσει»

Νομίζω ότι πρόκειται για δύο διακριτές χρήσεις του Folk. Το φολκ του Ντίλαν και της Μπαέζ είναι υποπερίπτωση της ποπ, με στοιχεία από λαϊκές παραδόσεις (υποθέτω, τις μητρικές λαϊκές παραδόσεις των μουσικών, όχι ξένες), ενώ υπάρχει και το folk που, έστω και χωρίς 100% ταύτιση, γενικά αντιστοιχεί στο «δημοτικό».

Ο ντόκτορ, το σάλα σάλα, ο καντιφές, η Μισιρλού, το Από ξένο τόπο, τραγουδήθηκαν και αγαπήθηκαν πολύ. Το συγκεκριμένο ωραίο του Τσιτσάνη, πόσο συχνά παίζεται σε κέντρα ή ακούγεται σε ταβέρνες;

Δεν έχω ιδέα γι’ αυτό. Αλλά ακόμη κι αν ένα τραγούδι περάσει απαρατήρητο, αυτό δεν του αλλάζει είδος, από λαϊκό ελληνικό σε κάτι άλλο!

Αυτό που εγώ θέλω να τονίσω είναι ότι, κάποια μελωδία ξενικής προέλευσης που ένας καταξιωμένος συνθέτης αναπαρήγαγε σε ηχογράφησή του και απ’ εκεί και πέρα, τίποτα, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ελληνική λαϊκή μελωδία. Αν βέβαια ένα τραγούδι αρέσει και κάνει πάταγο, μπορεί να βάλει υποψηφιότητα για λαϊκό ελληνικό. Για την συγκεκριμένη μελωδία όμως δεν ισχύει κάτι τέτοιο.

Το ξένης προέλευσης όμως είναι μια εξειδικευμένη πληροφορία που θα την ξέρουν λίγοι. Δε θα επηρεάσει τον μέσο ακροατή, που ξέρει μόνο αν του αρέσει ή δεν του αρέσει. Εκτός βέβαια αν ακούγεται καραμπινάτα ξένο και ανοίκειο, αλλά δε μιλάμε γι’ αυτή την περίπτωση.


Μα μισό λεφτό!

Δε θυμόμουν ποιο είναι το κομμάτι μ’ αυτό τον τίτλο. Τώρα που το ξανάκουσα και το αναγνώρισα, καθόλου απαρατήρητο δεν είναι. Απεναντίας, πολύ γνωστό και με Τσιτσάνη αλλά και με ένα σωρό επανεκτελέσεις, όπως μπορεί κανείς να τσεκάρει στο ΥΤ. Για ευνόητους λόγους, είναι προσφιλές στους μπουζουξήδες.

Όλος ο υπόλοιπος κόσμος, όσοι δεν παίζουν οι ίδιοι και ιδίως δεν παίζουν το συγκεκριμένο κομμάτι, μπορεί να μην το έχουν ξεκαθαρισμένο στο μυαλό τους, ποιο είναι και πόσο πολύ/λίγο τους αρέσει, για τον απλό λόγο ότι είναι οργανικό. Τουλάχιστον αυτή ήταν η προσωπική μου περίπτωση. Λίγα οργανικά μπορεί κανείς να ξέρει και να αναγνωρίζει αν δεν τα έχει παίξει, αλλά αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι το κομμάτι έπεσε στη γενική λήθη και αδιαφορία.

Φυσικά και δεν έχει πέσει στη γενική λήθη και αδιαφορία, δεν λέω αυτό. Το κυνηγάνε πολλοί «ανερχόμενοι» μπουζουξήδες γιατί είναι κλασικό και το θέλουν στο βιογραφικό τους. Αλλά πώς να το κάνουμε, σε ταβέρνες, παιγμένο από γκρουπάκια, δεν είναι σουξέ. Και ναι, ένας σημαντικός λόγος που δεν προτιμάται είναι ότι δεν έχει τραγούδι, είναι σκέτο οργανικό. Άντε λοιπόν, το πολύ πολύ, να το παίξουν τα γκρουπάκια ως εισαγωγικό κομμάτι, στο ξεκίνημα της βραδυάς.

Ναι, με όλα τα οργανικά αυτό γίνεται συνήθως. Και μάλιστα τα δίσημα, είτε αργά είτε γρήγορα. (Παράλογη συνήθεια κατά τη γνώμη μου, αφού ένα απαιτητικό οργανικό θα το παίξει καλύτερα η κομπανία αφού ζεσταθεί καλά καλά, αντί να το βάλει για ζέσταμα, αλλά κι ο ακροατής θα το νιώσει καλύτερα αφού ζεσταθεί κι αυτός. Αλλά πάντως έτσι έχει επικρατήσει να γίνεται.)

Σημαίνει αυτό ότι τα οργανικά, και ιδίως τα δίσημα, δεν είναι ελληνική λαϊκή μουσική;

Μα, φυσικά και δεν υπεννόησα ότι ο,τιδήποτε οργανικό, πολύ περισσότερο και δίσημο, δεν είναι ελληνική λαϊκή μουσική. Αλίμονο, τί άλλο να είναι, παιγμένο από Έλληνες στην Ελλάδα;

Προσωπικά πάντως, κάποιαν εποχή που έπαιζα (ημι-επαγγελματικά) δημοσίως, το «εισαγωγικό» οργανικό με το οποίο έπρεπε να ξεκινήσω, δεν επέλεγα να είναι δίσημο, επέλεγα εννιάρι και σαμπά και συγκεκριμένα, το Αϊβαλίκ ζεϋμπεγί.

Και η Σιφνέικη Ακρίδα, από άρια του Βέρντι προέρχεται η μελωδία της αλλά ελληνικό παραδοσιακό θεωρείται.

6 «Μου αρέσει»

Αλήθεια; Υπάρχει πρόχειρο κάποιο ηχητικό της άριας σε ΥΤ κλπ;.
(Επομένως, αν είναι έτσι, η σειρά είναι: άρια → πολιτικό εμβατήριο → σιφνέικο παραδοσιακό).

1 «Μου αρέσει»