Ναπολέων Λαπαθιώτης στην Κατιούσα

Μια σύντομη παρουσίαση του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη στην Κατιούσα.

Λίγες μόνο μέρες μετά την αυτοκτονία του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, στην ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ και συγκεκριμένα στο διπλό τεύχος 398-399 της 1ης και 15ης Ιανουαρίου, δημοσιεύεται μεγάλο αφιέρωμα για τον άνθρωπο και ποιητή Ναπολέοντα Λαπαθιώτη.

Το αφιέρωμα υπογράφουν φίλοι του ποιητή που τον γνώρισαν εκ του σύννεγυς. Αυτοί είναι οι Κλέοντας Παράσχος, Τάκης.Κ. Παπατζώνης, Τέλος Άγρας, Πέτρος Χάρης. Επίσης ο Αντώνης Σαμαράκης αφιερώνει ένα ποίημα για τον Ν.Λαπαθιώτη.

Όλα αυτά μπορείτε να τα διαβάσετε στην σελίδα της Ψηφιακής Βιβλιοθήκης της Βουλής εδώ http://srv-web1.parliament.gr/displa…tem=48017&seg=

Συγκεκριμένα:

Κλέων Παράσχος: Ναπολέων Λαπαθιώτης (σελίδα 42 εως 44 πάνω δεξιά)
Αντώνης Σαμαράκης: Ελεγείο - ποίημα γραμμένο στις 10/1/1944 τρεις μέρες μετά την αυτοκτονία του (σελίδα 44)
Τάκης Κ. Παπατζώνης: Ο Λαπαθιώτης μετέωρο και σκιά - με φωτογραφία του από το 1942 και γράμματα του (σελίδες 45 εως 49)
Τέλος Άγρας: Έργον τέχνης (σελίδες 50-51)
Πέτρος Χάρης: Ένα χρέος - Επιστολή του Ν.Λαπαθιώτη προς τον Π.Χάρη για να φροντίσει να σωθεί το έργο του, με αυτόγραφο του (σελίδα 52).

Τέλος για τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη έγραψε και ο bill1961 στο sealabs πριν δέκα χρόνια.
http://rebetiko.sealabs.net/viewtopi…97%CE%A3#p9096

— Νέο μήνυμα προστέθηκε στις 10:03 ::: Το προηγούμενο μήνυμα δημοσιεύθηκε στις 09:42 —

Ξέχασα να γράψω ότι στην σελίδα 2-3 της Νέας Εστίας υπάρχουν ανέκδοτοι στίχοι του Ν.Λαπαθιώτη με τον τίτλο “Αποχαιρετισμοί στην Μουσική” που έγραψε στο τέλος του 1943 και λίγες μέρες πριν αυτοκτονήσει.

Καλή συνέχεια σε όλους

Σελίδα 3-4 και όχι 2-3 :112:

Φώτη, το ήξερα το παλιό το θέμα αλλά επειδή μεσολάβησε μεγάλο χρονικό διάστημα, προτίμησα να ανοίξω καινούριο. Αν οι διαχειριστές νομίζουν ότι είναι καλύτερο να προστεθεί και αυτό το νήμα στο παλιό, ας το κάνουν.http://www.rembetiko.gr/forums/archive/index.php/t-17988.html

Νομίζω, είναι καλύτερο να τα αφήσουμε ασύνδετα, τα δύο θέματα. Δεν θα κερδίσουμε ούτε χώρο, ούτε πληροφορίες και απʼ την άλλη, όποιος ψάξει για τον Λαπαθιώτη θα τα βρεί και τα δύο θέματα εύκολα. (Ν. Π.)

Λουκά εγώ αναφέρθηκα σε θέμα του sealabs και όχι της σελίδας μας που δεν ήξερα ότι είχε συζητηθεί παλαιότερα. Καλά έκανες που μας το θύμησες.

Επιπλέον των πρώτων αναρτήσεων μου από την ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ ανεβάζω και την είδηση του θανάτου του Ν.Λαπαθιώτη από τις εφημερίδες “Η ΠΡΩΪΑ” και “ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ”.

Επειδή όλο και κάποιοι θα απορούν τι ενδιαφέρει ένα ρεμπέτικο φόρουμ το αφιέρωμα σ’ έναν τέτοιο ποιητή, ας αντιγράψουμε από το Σίλαμπς ένα ποίημά του που κάνει λίγο προφανέστερη τη σύνδεση:

Άτιτλο (Ντουμανότρυπες)

Κάτω στον Μήτσου το ντεκέ κάναν οι μπάτσοι μπλόκο
και βρήκαν μάτσο τουμπεκί, πέντ’-έξη-οχτώ λουλάδες,
πενηνταδυό διμούτσουνες, και δεκαοχτώ μαρκούτσια
βρήκαν και ντερβισόπαιδα φουμάραν αργελέδες
το Μήτσουλα, το Στριμινέα, το Γιάννη τον Τσαρμπάρα,
το Γκελεμέ, το Μεντρεσέ, κι άλλους εφτά νομάτοι
ήντουστε κ’ έξη βλάμηδες και παίζανε μπαρμπούτι.
Βρήκαν το Μίκια το Ντουρντή, τον Κλη τον Νταλαβέρη,
το Βιέκα το μανιταρτζή, το Θια τον Αλεκάκια,
το Μπάμπουρα, το Μπούρμπουλα, και το Μπαλή το Μήτσο
βρήκανε και το ντερτιλή το Ντάνα, το θερίο,
που ‘κάνε πέντε στην Παλιά και τρεις στο Παλαμήδι,
κι όντας μιλάει τσακίζεται και λέει «ιφ, τ’ αδρεφάκι!..»
βρήκαν και το καλόπαιδο, το Γιαγλαντή το Μάνθο,
μαστουρωμένονε, ναν τους βαράει μπαγλαμαδάκι…
Με ζούλα μας τη φέρανε, μια Κυριακή, μια μέρα:
σουρτά, κλεφτά, με μπαμπεσά, μας πέσαν από πλάι,
τσίμπησαν πρώτα το Μπαλήν, οπού φυλούσε τσίλιες,
και μπήκαν στο τσαρδάκι μας και μας τα κάναν λίμπα!
πήρανε μάτσο τουμπεκί, πέντ’-έξη-οχτώ λουλάδες,
πενηνταδυό διμούτσουνες και δεκαοχτώ μαρκούτσια
πήραν και τους ντερβίσηδες και στο πλεχτό τους πάνε
πήραν το Μίκια το Ντουρντή, τον Κλη τον Νταλαβέρη,
το Μπάμπουρα, το Μπσύρμπουλα, και το Μπαλή το Μήτσο
πήρανε και το ντερτιλή το Ντάνα, το θερίο,
που ‘κάνε πέντε στην Παλιά και τρεις στο Παλαμήδι,
κι όντας μιλάει τσακίζεται και λέει «ιφ, τ’ αδρεφάκι!..».
Πήραν και το Σκουντή το Λια με τα σμιχτά τα φρύδια…
Κι ο Λιάκος αναστέναζε κι ο Λιάκος βλαστημούσε.
Λιάκο μ’ τι έχεις και θλίβεσαι, τ’ έχεις κι αναστενάζεις;
Δε σκάζω κι αν με πιάσανε και στο πλεχτό με πάνε,
μόνο που με τσιμπήσανε - κι ακόμα είμαι χαρμάνι…

(Ναπ. Λαπαθιώτης : Το τάμα της Ανθούλας, Εκδ. Λιβάνη)

[Καλά, απίστευτος μάστορας όμως, ε; Πώς ξεσηκώνει όλο το λεξιλόγιο και τη θεματολογία από τον ρεμπετοϋπόκοσμο χωρίς αλλοιώσεις και δηθενιές, τους φοράει τη φόρμα του δημοτικού τραγουδιού που κι αυτήν την έχει κατακτήσει γερά και όχι επιφανειακά, και βγάζει ένα αποτέλεσμα που μόνο από λόγιο και μάλιστα καλοδιαβασμένο ποιητή θα μπορούσε να βγει…]


Ο σύνδεσμος είναι νεκρός λόγω μετακομίσεως, αλλά πρέπει να εννοούσαν αυτό:

(Όπου βλέπω ότι είχα ξανασχολιάσει περίπου το ίδιο…)

1 «Μου αρέσει»

Ε, ναι, πάρα πολύ καλό είναι. Όχι όμως και απίστευτο, έ; Πάρα πολλά έχει πιάσει, καλή τεχνική έχει. Όμως:

*το Μήτσουλα, το Στριμινέα, το Γιάννη τον Τσαρμπάρα,

Βρες καν’΄να άλλο όνομα, ο Στριμινέας έχει ένα χτύπο παραπάνω…

  • μαστουρωμένονε, ναν τους βαράει μπαγλαμαδάκι…

Παρατονισμός

  • Με ζούλα μας τη φέρανε,*

Θα προτιμούσα "Ζούλα μας την εφέρανε

*πήρανε μάτσο τουμπεκί, πέντ’-έξη-οχτώ λουλάδες, πενηνταδυό διμούτσουνες και δεκαοχτώ μαρκούτσια

Επαναλήψεις, ακολουθούν αρκετές ακόμα.

Πάντως εδώ

  • τσίμπησαν πρώτα το Μπαλήν, οπού φυλούσε τσίλιες,

Αριστοτεχνική αποφυγή της χασμωδίας στο Μπαλή – οπού.

Κι όμως Νίκο!

Ποιητική συνίζηση (το «εα» σε μια συλλαβή). Στον κανονικό προφορικό λόγο δεν υπάρχει, αλλά στην ποίηση και ιδίως εκείνης της εποχής ήταν κάτι στάνταρ.

Δεν είναι τόσο ο παρατονισμός, είναι κυρίως ο διασκελισμός: μαστουρωμένονε ναν τους // βαράει μπαγλαμαδάκι. Όπως πέφτουνε τα θερι-
σμένα στάχυα στους αγρούς, που λέει κι ο Ποιητής.

Αυτή η τεχνική υπάρχει ακριβώς για να νομίσεις ότι σε πέταξε έξω και, πριν καλοκαταλάβεις τι έγινε, να ξαναβρεθείς ανεξήγητα μέσα και σωστά. Το αντίστοιχο του αντιχρονισμού στη μουσική.

Χμ… Θα συμφωνήσω μόνο για τα δύο τελειώματα, οχτώ λουλάδες και δεκαοχτώ μαρκούτσια. Στα υπόλοιπα σημεία, ναι μεν επαναλαμβάνεται η ίδια δομή «αριθμητικό/ποσοτικό + ουσιαστικό», αλλά με μετρικά διαφορετικό τρόπο.

Κατά τη γνώμη μου μία μόνο:

Βρήκαν το Μίκια το Ντουρντή, τον Κλη τον Νταλαβέρη,
το Βιέκα το μανιταρτζή, το Θια τον Αλεκάκια

Ό,τι έχει πριν το κόμμα στον ένα στίχο, έχει και στον άλλο, και αντίστοιχα μετά το κόμμα. Μόνη διαφορά το ρήμα. Κατά τα άλλα «τον - όνομα - τον - παρατσούκλι/χαρακτηρισμός» τέσσερις φορές, στα ίδια μετρικώς σημεία, και μάλιστα με τα δύο δεύτερα ημιστίχια (μετά από το κάθε κόμμα) να επαναλαμβάνουν ακριβώς και τις συλλαβές, μονοσύλλαβο όνομα (Κλης - Θιας), τρισύλλαβο παρατσούκλι.

Αυτό είναι το μόνο τεχνικώς αδύναμο σημείο του ποιήματος. Πραγματικά, ο Βιέκας και ο Θιας δεν προσθέτουν τίποτε. Μόνο αυτοί όμως!

Πιστεύω ότι αυτές τις αδιόρατες λεπτομέρειες σχετικα΄με τη διαχείριση του μέτρου οι τότε τακτικοί αναγνώστες ποίησης τις άρπαζαν αμέσως, χωρίς να κάτσουν να μετρήσουν συλλαβές. Πολύ βασικό στοιχείο στην ποίηση είναι το παιχνίδι ανάμεσα στο όμοιο και στο ανόμοιο. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ομοιοκαταληξία (άλλο που εδώ ο ποιητής δεν τη χρησιμοποιεί): λέξεις νοηματικά και γραμματικά άσχετες, αλλά ομόηχες. Και όσο πιο άσχετες και πιο ομόηχες, τόσο πιο πετυχημένη η ομοιοκαταληξία: άλλο να ριμάρεις το χεράκι με το νεράκι, που είναι προφανές, δύο υποκοριστικά σχηματισμένα με τον ίδιο τρόπο, κι άλλο «από πούθε κατεβαίνει Βαγγελιώ μου παινεμένη» ή «μετεβλήθη εντός μου και ο ρυθμός του κόσμου», πόσο μάλλον «αι ωραίαι δεσποσύναι, δες πώς- δες πώς- δες πώς είναι».

Έτσι και σ’ αυτές τις επαναλήψεις: νοηματική και συντακτική ομοιότητα, μετρική ανομοιότητα. Δεν είναι πληκτικό, είναι όλο συναρπαστικές εκπλήξεις. Εκτός από το δίστιχο που παρέθεσα, που είναι όντως πληκτικό επειδή ακριβώς δεν υπάρχει αυτή η αντίθεση.

Τέλος, κάτι λεξιλογικό:

Κι εγώ το ίδιο. Να σου πω όμως κάτι; Όταν αυτή η αργκό ήταν ζωντανή, εγώ δεν ήμουν εκεί να την ακούσω. Ξέρω μόνο όσα πρόλαβαν να αποτυπωθούν σε τραγούδια. Ο Λαπαθιώτης εκεί ήταν. Μπορεί να ξέρει καλύτερα. Μπορεί να άκουσε κάτι που ο Μπάτης κι οι υπόλοιποι το έλεγαν όλη την ώρα, αλλά δεν έτυχε να το βάλουν στα στιχάκια που σώθηκαν ως τις μέρες μας.

2 «Μου αρέσει»

Χμ… Σ’ αυτή τη σελίδα, που δεν καταλαβαίνω τι ακριβώς είναι αλλά ανήκει στο σάιτ του Πανεπιστημίου Αθηνών (βλ. το uoa.gr μέσα στην ηλ. δ/νση: University of Athens), το ποίημα εμφανίζεται με αρκετές διαφορές, και με μετρικά λάθη:

Κάτω στοῦ Μήτσου τὸ τεκὲ
Κάναν οἱ μπάτσοι μπλόκο,
Καὶ βρῆκαν ντουμανότρυπες
Κι ἕνα γιαπὶ λουλάδες,
Πενηνταδυὸ διμούτσουνες
Καὶ δεκαοχτὼ μαρκούτσια.
Σουρτά, σουρτὰ μὲ μπαμπεσιὰ
Ζυγῶσαν οἱ ρουφιάνοι
Μὲ ζούλα ἦρθαν οἱ πούστηδες
Καὶ μᾶς ἐβάναν μπροστά:
Τσιμπῆσαν πρῶτα τὸ Μπαλῆν
Ὅπου φυλοῦσε τσίλλιες
Καὶ μπῆκαν στὸ τσαρδάκι μας
Καὶ μᾶς τὰ κάναν λίμπα!
Πῆραν τὶς ντουμανότρυπες
Πῆραν καὶ τοὺς λουλάδες,
Πῆραν καὶ τὶς διμούτσουνες
Τὰ δεκαοχτὼ μαρκούτσια
Πῆραν καὶ τοὺς ντερβίσηδες
Καὶ στὸ πλεκτὸ τοὺς πᾶνε,
Πῆραν τὸ Μίκα τὸ Ντουρντῆ
Τὸ τζὲ τοῦ Νταλαβέρη
Τὸ Μπάρμπουλα, τὸ Μπόρμπουλα
Καὶ τὸ Μπαλῆ τὸ Μῆτσο
Πήρανε καὶ τὸ Ντερτιλῆ
Τὸ Ντάτα τὸ θηρίο
Πούκαντε πέντε στὴ Παλιὰ
Καὶ δώδεκα στ᾿ Ἀνάπλι
Κι ὄντας τσακίζεται
Λέει: Ὄφ, τ᾿ ἀδερφάκι!

Σε σχέση με την άλλη εκδοχή εδώ λείπουν πολλά, διαφέρουν μερικά (τον Κλη τον Νταλαβέρη - τον τζε του Νταλαβέρη κ.ά.), και προστίθενται και μερικά. Σίγουρα έχει κάποια λάθη πληκτρολόγησης (πούκαντε = που 'κανε κ.ά.), αλλά να οφείλονται όλες οι διαφορές σε λάθη; Κάποια θα ήταν πολύ χοντρά, άλλα πολύ ευφάνταστα, και όλα μαζί υπερβολικά πολλά.

Περιλαμβάνεται στις προσωπικές ιστοσελίδες που μπορούν να αναρτούν μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας. Η συγκεκριμένη ανήκει στον Νεκτάριο Μαμαλούγκο

και, πράγματι, του υπέροχου αυτού τραγουδοποιήματος του Λαπαθιώτη έχει αλλάξει τα φώτα…

Εδώ ανάρτηση της πρωτότυπης δημοσίευσης του Τάματος της Ανθούλας από το Μπουκέτο, όπου και συναντάμε τις “ντουμανότρυπες”:

Μια χαρά το λέει ο Λαπαθιώτης.
Όπως και ο Κυριακός βέβαια, την ίδια ακριβώς εποχή (“Παλιά Στρατώνα”, των Ζάττα-Καραβία, 1929):

Όποιος δεν έχει κοπελιά
μες στον τεκέ κορφολογήσει

και στο μεθύσι του φιλιά
με ζούλα δεν έχει τρυγήσει

1 «Μου αρέσει»

Τι μέρος του λόγου είναι η λέξη τελικά; Ουσιαστικό, επίρρημα, και τα δύο, κάτι άλλο;

Α μπράβο! Λοιπόν, άκυρη η δεύτερη καταγραφή. Ισχύει η πρώτη (προχείρως η μόνη αλλοίωση που εντόπισα, μάλλον αναγκαστική λόγω Σίλαμπς, ήταν πολλές άνω τελείες που έγιναν κόμματα). Του Μαμαλούγκου δεν ξέρω πούθε προέκυψε, αλλά πράγματι της έχει αλλάξει τα φώτα.

Βλέπω δε ότι το ποίημα ανήκει σε ευρύτερο πεζογράφημα (δηλαδή λέει: «…κι έτσι βγήκε κι ένα τραγούδι, σαν μοιρολόι, που λέει: Κάτω στου Μήτσου…»), γι’ αυτό και έχει παραμείνει άτιτλο. Αξιοπερίεργο δε ότι το πεζογράφημα, που φαίνεται να αναφέρεται στους τεκέδες και τους θαμώνες τους, περιλαμβάνει και μερικά αποσπάσματα τραγουδιών, ψαλμωδιών ή ακόμη και οργανικών κομματιών, με παρτιτούρα μες στο κείμενο! Κάποια από αυτά -ίσως ένα μόνο- φαίνεται να το τραγουδούσαν οι μάγκες στον τεκέ.

Αυτά από μια ούτε καν διαγώνια ματιά, καθώς έψαχνα να βρω το ποίημα. (Στο τέλος είναι, όποοιος άλλος ενδιαφερεται.)

Όταν μπαίνεις σε βάρκα ή την φέρνεις ούτως είναι επίρρημα, όταν θα 'θελες να έβρισκες μέρος που να 'χει ή την φέρνεις με δαύτην, ουσιαστικό.

1 «Μου αρέσει»

Θα έλεγα ότι είναι όπως σήμερα η καβάντζα: κατ’ αρχήν ουσιαστικό, π.χ. η καβάντζα του ελεύθερου κατασκηνωτή, ή «σήκωσες πράμα απ’ την καβάντζα του Κωστή», αλλά και με επιρρηματική χρήση, «έχω [κάτι] καβάντζα», αντί «στην καβάντζα».

Και το «καπάκι» χρησιμοποιείται επιρρηματικά αντί «στο καπάκι». Και το «ατάκα», χωρίς να αντικαθιστά συγκεκριμένη άλλη σύνταξη («…και ατάκα τού λέω» = και αμέσως του λέω…), και άλλα.

1 «Μου αρέσει»