Μες στον πράσινο το μύλο

Νομίζω στα υπόλοιπα όργανα εκτός από το δικό του είχε αρκετά από αυτά, όχι;

Όχι, δεν είχε. Αλλά μην περιμένεις πενιά Μάρκου ή Γιοβάν Τσαούς… Πάντως ο ντράμμερ (αλλά και ο ηχολήπτης) είχε επίγνωση, άρα δεν ακροβατούσε, γιαυτό και δεν τον θυμόμουνα.

Κοίτα Νίκο, για να είμαι ειλικρινής, τον Μύλο από τον οποίο ξεκινήσαμε δεν τον άκουσα. Τον έχω ακούσει βέβαια παλιότερα και θυμάμαι ότι δε μου άρεσε, για τον λόγο άκρες μέσες που περιγράφεις. Δε με παρότρυνε ιδιαίτερα και η δικιά σου περιγραφή να τον φρεσκάρω!

Οπότε, μπορεί να είναι χειρότερη η ενορχήστρωση από του Μουφλουζέλη. Πάντως και τον Μουφλουζέλη, για να τον ακούσω, πρέπει να κάτσω να πείσω τον εαυτό μου «Μουφλουζέλης είναι αυτός, έχει πολλά να πει, άμα θες να τον ακούσεις κάνε μια αβαρία να ακούσεις και την ορχήστρα από πίσω». Σαν σκέτο ακρόαμα, δεν.

Λοιπόν, σήμερα, σχεδόν το ίδιο θα ΄λεγα κι εγώ. Όμως τότε, που τον ανακάλυψε ο Πατσιφάς* (κανένας μας δεν είχε ιδέαν για την ύπαρξή του, πριν βγεί ο δίσκος στην αγορά), όλοι μας ανακαλύψαμε ξαφνικά έναν τριτοκλασάτο βέβαια, αυτό το τονίζαμε, αλλά γνήσιο εκπρόσωπο του ρεμπέτικου. Γρήγορα «εγκαταστάθηκε» σε ένα μαγαζί (Αθηναίων εφήβων) και όποτε πηγαίναμε, ήταν χαμός από νεαρόκοσμο όπως (τότε) εμείς.

Σχετικά με τη διαφορά μεταξύ τότε (αρχές δεκαετίας ΄70, προ Ρεμπέτικης Κομπανίας) και τώρα, νομίζω ότι η λύση του προβλήματος βρίσκεται στο ότι ουδείς, μα ουδείς, την εποχή εκείνη, διεννοείτο να χτυπήσει δίσκο χωρίς ντράμς και μοντέρνους μπουζουκοπαίκτες. Το θεωρούσαμε φυσιολογικό και δεν μας πείραξε που έτσι πλασαρίστηκε και ο Μουφλουζέλης.

( * ) ή ο Μ. τον Π., δεν το ξέρω

(τα έντονα, δικά μου)

Το τονισμένο όμως, τότε δεν ίσχυε βεβαίως. Τον ακούσαμε αγόγγυστα όπως μας τον παρουσίασε η τότε μουσική βιομηχανία και απλά, μας εντυπωσίασε η γνησιότητά του.