Όλοι ανεξαίρετα οι πρακτικοί λαϊκοί οργανοπαίκτες πάντα τονίζουν ότι όταν παίζουν σε πανυγήρια κλπ. (δηλαδή όχι μπροστά σε παθητικούς θεατές) εστιάζουν πάντα στον πρώτο χορευτή. Μάλιστα προχωρούν παραπέρα, λέγοντας ότι σε περιοχές που τις γνωρίζουν καλά, ξέρουν τα χούγια πολλών χορευτών και προσπαθούν να τους παρακολουθήσουν. Η τακτική αυτή συχνά οδηγεί σε μικρούς χρονικούς αποσυντονισμούς, που όμως τους ανέχονται όλοι. Πιο χαρακτηριστικό είναι αυτό, βέβαια, στα “παραγγελμένα” τσάμικα.
Ο Μάρκος είναι γνωστό ότι όταν τελείωνε τη σύνθεση ενός (συνήθως εννεάσημου) τραγουδιού, το έπαιζε κάποιο βράδυ σε μία ταβέρνα να χορέψει κάποιος που ο ίδιος εκτιμούσε ως καλό χορευτή, για να το “προβάρει” στην πράξη. Αυτό το υιοθέτησαν και άλλοι του ρεμπέτικου. Όμως, εδώ, η σκοπιμότητα είναι αντίστροφη: ελέγχεται αν το κομμάτι ακολουθεί χωρίς λάθη το ρυθμό, γιατί αν πράγματι υπάρχουν λάθη, αυτά θα “πετάξουν έξω” τον καλό χορευτή, κάτι που μπορεί να γίνει συχνά π.χ. και στην Κρήτη, το έχουμε ξανασυζητήσει αυτό.
Αν πας σε περιοχές της Τουρκίας όπου το ζεϊμπέκικο ήταν από παλιά χορός γνωστός, που δεν χρειάστηκε να τον μάθουν στο σχολείο ως υποχρεωτικό “πανεθνικό” τουρκικό χορό, μπορεί ο πρώτος ζουρνατζής (πάνω στον οποίο συγχρονίζονται οι υπόλοιποι, αλλά και οι νταουλιέρηδες), να κρατήσει μία νότα επί δεκάδες δευτερόλεπτα, παρακολουθώντας τον χορευτή που στέκεται ισορροπία στο ένα πόδι, ακίνητος, κι ας τρέχει αδυσώπητα ο χρόνος στο μεταξύ. Και ο χορευτής αλλά, συντονιζόμενοι, και οι μουσικοί αδιαφορούν πλήρως για το ότι έχουν βγεί εκτός χρόνου.