Μάγκες/Κουτσαβάκια σε άλλες πόλεις της Ελλάδας

Πολυ καλα τα αρθρα,ιδιως το δευτερο “κουτσαβακισμος εν αθηναις”.
Επικοινωνησα με ατομα που ασχολουνται με την ιστορια του νησιου μπας και μπορουν να μου παρεχουν καποια παραπανω πληροφορια.

Ωστοσο,μιλησα με ενα γεροντα που διατηρουσε καφενειο καποτε.Αυτος μου μιλησε για εναν τσιγγανο-μαγκα.Ειπε οτι ηταν ενας τυπος γεροδεμενος,στη μεση ειχε φαρδυ ζωναρι μαλλινο,ποτε ασπρο,ποτε χρωματιστο, τυλιγμενο αρκετες φορες και εσερνε πισω του κανα δυο μετρα απο αυτο.Αφορμη εψαχνε λεει για να του το πατησουν.Σε οποιον σκονταφτε πανω του,τον αρπαζε λεγοντας του “εισαι μαγκας;” η “κανεις το μαγκα;”,πολλες φορες μεσα στο ζωναρι εβαζε τα φαγητα που του εδιναν,το εκανε σαν θηκη.Παπουτσι μου ειπε οτι φορουσε κατι μποτακια με μεγαλα τακουνια, ειτε περπατουσε ξυπολυτος.Το σακακι ποτε το ειχε ριγμενο στην πλατη,ποτε φοραγε μονο το ενα μανικι και το υπολοιπο σερνοταν.Τα μπατζακια του παντελονιου του ηταν λιγο γυρισμενα συνηθως,κοντα στο υψος του αστραγαλλου.Καπελο δε φορουσε,ειχε μαλλια απεριποιητα και σχετικα μακρυα,αρκετα γενια αλλα οχι γενειαδα ουτε μακρυ μουστακι.Ειχε και…σκουλαρικι!!!..Φορουσε λεει ενα χαλκα στο αυτι.Καποιο στοιχειο ακομη ηταν οτι μερικες φορες εβγαινε βολτα εχοντας μαζι του και μια μαγκουρα,ενα παλιοξυλο αγριο(οπως ειπε χαρακτηριστικα ο γερος).
Αυτος ο τυπος λοιπον πηγαινε και την επεφτε στα μαγαζακια της γειτονιας για να παρει φαγητο τσαμπα,περισσοτερο φωνακλας παρα επικινδυνος ηταν.Οπως μου ειπε χαρακτηριστικα ο γερος,“εκανε οτι εκανε για τη μοστρα”.Συνηθως εμπαινε λεει στα μαγαζια και μιλωντας βαρια ελεγε π.χ. “μαγκα,δωσε κατι να φαω να μη στα σπασω ολα κλπ”.Απ’οτι μου ειπε που και που εσκαγε και στο καφενειο λεγοντας τα κλασσικα του,ο καφετζης(ο γερος που μου τα ειπε) υποδυοταν συνηθως τον φοβισμενο και τον κερνουσε.Καθοταν λεει,μονος σε ενα τραπεζακι επινε τον καφε του,αντε να κοροιδευε και καναν περαστικο,οι περισσοτεροι δεν του εδιναν σημασια.Απο μουσικα οργανα δεν τον ειχε δει ποτε να παιζει κατι,ουτε να τραγουδαει.Εμενε λεει σε μια συνοικια “στα λατινα”,τα οποια ηταν καποια τολ που ειχαν στηθει προκειμενου να στεγασουν απορους,φτωχους κλπ μετα τον πολεμο.Πιθανοτατα εμενε με την οικογενεια του,δεν υπηρξε αναφορα αυτου του μαγκα να κυκλοφορει με αλλους παρεα.

Θα με ρωτησετε για ποιο λογο αναφερω ολη την ιστορια;…
Λοιπον οταν ζητησα απο το γερο να μου πει ποια χρονια ηταν αυτο,την τοποθετησε στο 1970-73!!!..Ρωτησα και ξαναρωτησα για την ημερομηνια και την ανεφερε με απολυτη σιγουρια!!!..Ωστοσο ο ανθρωπος αυτος δε γνωριζε να μου πει για την παλιοτερη Κερκυρα,καθως ειναι Ηπειρωτης και ηρθε το '60 στο νησι.

70-73?..περιεργο δεν ειναι;…

Κατ’αρχήν το θέμα το βρίσκω πολύ καλό, με ενδιαφέρει η όποια “ρεμπέτικη” ιστορία του νησιού.

Το 70-73 μου ακούγεται εντελώς εκτός εποχής. Μήπως ο γέροντας λέει φαντασίες;
Πού είχε το εν λόγω καφενείο;

Επίσης, όταν ρωτάς (κάτι που άλλωστε θα το ξέρεις πολύ καλύτερα από εμένα αφού είσαι απο εκεί) είναι οι κοινωνικές συνθήκες που επικατρατούσαν στην Κέρκυρα.

Ήδη από το '50 ξεκινάει ο ργανωμένος τουριμός. Το Βασιλικό ζεύγος είχε διοργανώσει το πρώτο “βασιλικό πάρτυ” εκεί με καλεσμένους διάφορους άλλου γαλαζοαίματους, έκπτωτους και μη.

Επίσης, ως νησί δεν δέχθηκε (σε γενικές γραμμες) σχεδόν κανένα κύμα προσφύγων όπως π.χ. η Σύμη ή ακόμα και οι Κυκλάδες.

Από την εποχή της επανάστασης (και πιο πριν) τα επτάνησα λόγω της Ενετοκρατίας παρουσιάζουν πολλές διαφορές στην ισοτρία, την νοοτροπία, στην κουλτούρα και ακόμα και στο κοινωνικό επίπεδο (μην ξεχνάμε ότι ήταν και κεχωριστά από την υπόλοιπη Ελλάδα).

Συνεπώς, μάλλον καλά το λές στο πρώτο σου μύνημα ότι αν υποθέσουμε ότι υπήρχαν, τότε θα ήταν λίγοι στον αριθμό και ή θα “εκδιώχθηκαν” από την κοινωνία είτε θα την εγκατέλειψαν αυτοβούλως.

Παραταύτα, αν βρεις κανένα άλλο στοιχείο παρακαλώ παρουσίασέ το μας.

Υ.Γ.: Θα χαρώ πολύ ννα διορθώσουν τυχόν ιστορικές μου ανακρίβειες οι γνώστες ιστορίας διότι πάντα ανήκα στις θετικές επιστήμες.

Κι ομως!!!
Η Κερκυρα διεθετε τα χαρακτηριστικα ενος μεγαλου αστικου κεντρου τα χρονια του μεσοπολεμου.Ηταν ενα απο τα πιο ανεπτυγμενα βιομηχανικα κεντρα της Ελλαδος,αν και την περιοδο εκεινη(μεσοπολεμο) ειχε αρχισει η παρακμη της.Οποτε εφοσον ειχε εργοστασια θα μπορουσε καλλιστα να εχει και “μεταναστες” απο αλλα μερη της Ελλαδας,λογικα κυριως απο Ηπειρο.
Ειχε λιμανι,οποτε μπορουμε να μιλαμε για εισαγωγες και εξαγωγες-εμποριο,οποτε προσθετες θεσεις εργασιας στο λιμανι.προσθετες επιρροες συν την κουλτουρα ενος λιμανιου-ο,τι ειδος ανθρωπων φιλοξενει.
Ειχε επισης εναν καλο αριθμο απο μικρασιατες και Ποντιους μεταναστες.Σαφως δε συγκρινεται με τον αριθμο που μπορει να φιλοξενησε η Αθηνα μα αναλογικα κατι εχει να λεει.

Κι εμενα το '70 μου ακουστηκε οχι απλα τραβηγμενο…ξεχειλωμενο!!!:019:
Μα ο τυπος επεμενε,κι αν κοιταξετε τα οσα εγραψα παραπανω,αρκετα ισχυουν για την εμφανιση τουλαχιστον ενος μαγκα.Θα μου πειτε οτι καλλιστα μπορει να τα εχει δει στον καραγκιοζη:).Τελος παντων,ειχε το καφενειο του στην περιοχη της Πλατυτερας.Πλησιον του κεντρου της Κερκυρας και του λιμανιου επισης.

Τα στοιχεια ευνοουν την υπαρξη τετοιων ατομων,το θεμα ειναι γιατι δεν εμεινε κατι…
Ενα ακομα ζητημα ειναι το θεμα των διαφορων/ομοιοτητων με τους μαγκες του Πειραια…

Σαφως η κουλτουρα της Κερκυρας δεν εχει καμια σχεση με τετοια,εχει να κανει περισσοτερο με τους Βενετους,Αγγλους κλπ

Ο Νέαρχος Γεωργιάδης στο βιβλίο του “Το φαινόμενο Τσιτσάνης” περιγράφει τους Μπαντίδους από τα Γιάννενα. Συγκεκριμένα λέει στην σελίδα 101:
" Τα Γιάννινα ήταν πολιτεία που γεννούσε νταηλίκια και τραγούδια. Πρωταγωνιστές και στα δύο ήταν οι λεγόμενοι “μπαντίδοι”, λέξη ιταλική-βενετσιάνικη που σημαίνει ληστές, και κατ’επέκτασιν, παράνομοι, άτακτοι, ανυπάκουοι, παληκαράδες. Δεν είναι παράξενο που μια ιταλική λέξη χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει αυτό το είδος της λεβέντικης παρανομίας, που αλλού λεγόταν νταηλίκι, μαγκιά, κουτσαβακισμός, παλλικαριά, αφού τα Γιάννινα είχαν μεγάλες εμπορικές και πολιτιστικές σχέσεις με τη Βενετία και άλλες πόλεις της Ιταλίας και της Ευρώπης, γενικά".
Ο λόγος που το αναφέρει είναι γιατί τον ενδιαφέρει εάν ο Τσιτσάνης είχε υπόψη του μέσω του πατέρα του την “κουλτούρα και την παράδοση των μπαντίδων όπως την είχαν υπόψη όλοι οι Γιαννιώτες της πριν από το 1900 εποχής” όπως λέει χαρακτηριστικα.
BLEKOS, τα Γιάννενα με την Κέρκυρα δεν είναι πολύ μακρυά μεταξύ τους, ίσως οι μάγκες της Κέρκυρας να σχετίζονται με τους μπαντίδους, αν και δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι άλλο Γιάννενα άλλο Κέρκυρα.

Οσον αφορα τους μπαντιδους,εχω απλα ακουστα κι εγω οτι ηταν παρανομοι,γνωριζω οτι αυτος ο χαρακτηρισμος χρησιμοποιουταν και στην Κρητη,καθως γνωριζω οτι υπαρχει και επωνυμο που προερχεται απο αυτο το χαρακτηρισμο…Παντιδος.Γνωριζω οτι το σοι αυτο εχει σαν ιδιαιτερη πατριδα τη Λαμια.Δε γνωριζα οτι επαιζε κατι τετοιο στα Ιωαννινα.

Μιλωντας καποτε με εναν Παντιδο παλιοτερα μου ειπε οτι το επιθετο σημαινει παρανομος,ληστης,απειθαρχος κι οτι πιθανοτατα προηλθε απο καποιον προγονο που ειχε τα προαναφερθεντα χαρακτηριστικα.Ωστοσο ο Παντιδος που ανεφερα ζει στην Κερκυρα.Με μια γρηγορη ματια στο whitepages του ΟΤΕ καταφερα να βρω Παντιδους στο νομο Φθιωτιδας αλλα ουτε στην Κρητη ουτε στα Ιωαννινα.

Αποψε εμαθα περισσοτερα για το πρωτοπαληκαρο που αναφερω στο πρωτο ποστ αυτου του θεματος,εμαθα που ζουν τα παιδια του που πρεπει να ειναι τουλαχιστον 60 ετων πια.Κι αναρωτιεμαι δε θα ειναι βλακεια να παω να τους βρω/τηλεφωνησω για να μαθω?

Η επαφη μου με ατομα που ασχολουνται με την ιστορια της Κερκυρας,δεν απεδωσε δυστυχως.Απο τους δυο που ηρθα σε επαφη κανεις δε γνωριζε κατι.Ο ενας βρηκε το θεμα ενδιαφερον και προθυμοποιηθηκε αν βρει κατι να με ειδοποιησει.

Η κέρκυρα είναι πατρίδα μου και την αγαπώ αλλα απο την άλλη, οι βρεττανοί και οι Iταλοί άφησαν άλλη στάμπα στο νησί απο ότι στην υπόλοιπη Ελλάδα. Σίγουρα μπορεί να υπάρχουν μαρτυρίες για “χαρακτήρες” του παρελθόντος, άλλωστε η Κέρκυρα είναι γεμάτη απο “βουρλισμένους” ακόμα και σήμερα το νησί συζητάει για κόσμο όπως …η Λουτσίντα, τα μοντελάκια, ο Κουτόγιαννος…κλπ…

Δεν νομίζω όμως οτι μπορούμε να μπερδεύουμε κάποιους, είτε εκκεντρικούς είτε όντως υπερηφανους είτε οτιδήποτε μονονωμένους χαρακτήρες με αυτό που γινόταν στον πειραιά.
Μουσικά μιλώντας, εφόσων στην Κέρκρα Τούρκος δεν πάτησε το πόδι του ούτε για…παραθερισμό, Η μουσική παράδοση του νησιού, περιλαμβάνει “κλασσικούς” συνθέτες όπως Μάντζαρος, Σαμάρας, Ξύνδας κλπ που απλά αντέγραψαν μάλλον άσχημα την ιταλική οπερατική παράδοση, και παραδοσιακή μουσική που ιταλοφέρνει μέχρι αηδίας με μαντολίνα, μαντόλες (που είναι ο Καραγιώργος :019:) και μόνο ματζόρε συγχορδίες. Είμαστε λοιπόν ενα ματζόρε νησί που, καλώς η κακώς δεν έχουμε μεγάλη σχέση με δρόμους ανατολικής μεσογείου η ακόμα και…βυζαντινούς τολμώ να πώ. Ακόμα και στην ψαλτική στο νησί χρησιμοποιούν μια μάλλον δυτική προσέγγιση με πολυφωνίες και …γκαρίσματα…
Φίλε Μπλέκο, έχουν ενδιαφέρον αυτά που λές αλλα εφόσων γενονότα όπως το 22 δεν έφτασαν μέχρι το νησί μας στον ίδιο βαθμό όπως στην τότε Ελλάδα, δεν νομίζω οτι μπορούμε να μιλάμε για μαγκες, κουτσαβάκηδες, πόσο μάλλον ρεμπέτικο στην Κέρκυρα…
Αυτό όμως θα το αλλάξεις εσύ, που θα δείξεις στους άμουσους συμπατριώτες μας τι εστί δρόμος και τριμητόνιο…:088:

Μα αυτο ειναι που ψαχνω να δω,αν ηταν τιποτε βουρλισμενοι η οχι.:019:…
Δεν παει ο νους σου…καθημερινα αναθεματιζω τα Αγγλοφερτα και Ιταλοφερτα στυλ που εχουν υιοθετηθει απο τους Κερκυραιους.Γνωριζω οτι ποτε δεν υπηρξε ρεμπετικο στην Κερκυρα,γι αυτο και στην αρχη αναρωτιεμαι αν αυτοι οι τυποι ηταν ρεμπετες;!!!..
Ακομα και να ηταν ρεμπετες θα μπορουσε να συσχετιστει με το φαινομενο του Πειραια…σε καμια περιπτωση!!!

Οι αναφορες που εχω βρει ως τωρα για τους Μικρασιατες που ηρθαν στο νησι μιλουν για περιπου 5000.Ειναι ενας αρκετα καλος αριθμος για τον τοτε πληθυσμο της πολης του νησιου.Σαφως ομως οι αριστοκρατες του νησιου μας δεν ειναι μαθημενοι σε τετοιου ειδους επιρροες,κατι που κραταει ακομα και σημερα.Οποτε θα κατεπνιξαν οποιοδηποτε ανατολιτικο στοιχειο εφεραν μαζι τους.

Εγω να τους διδαξω!!!..(μακαρι να ηξερα)…Δεν παιρνουν μπροστα με τιποτα αυτοι:019::019::019:…δωσε τους οπρετες και φιλαρμονικες και παρ’τους την ψυχη!!!

Εάν λες αυτήν με την φυσαρμόνικα, πέθανε πριν κάνα δυο χρόνια.
Ο Κουτόγιαννος ζει και βασιλεύει… ,ε ρε τρέλα αυτό το νησί!!!

Η πιο σίγουρη πηγή για άντληση πληροφοριών και για τη μουσική μιας περιοχής είναι οι αναφορές στον παλιότερο Τύπο (σε εφημερίδες και περιοδικά) ή στη Λογοτεχνία :
αν υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες οι οποίες να συγκλίνουν ως προς τις μουσικές προτιμήσεις, τα ακούσματα, τα μουσικά ρεύματα κ.λπ., τότε μπορούμε με σιγουριά να εξάγουμε κάποια συμπεράσματα .

Μια και αναφέρθηκε σε προηγούμενο post, ναι, μερικοί από τους νταήδες και αντάμηδες της Αθήνας … φορούσαν σκουλαρίκι, κρίκο, από τον οποίο κρεμόταν μικρός σταυρός και ονομάζονταν γι’ αυτό το λόγο “σκουλαρικάτοι”.

Στα Γιάννενα συναντάται παράλληλα με το δημοτικό τραγούδι και ένας τύπος αστικής μουσικής, τα στιχοπλάκια, τα οποία όμως μουσικά είναι ίδια με το δημοτικά τραγούδια, έχουν αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε “ηπειρώτικο” ύφος.

Συνθέτες και εκτελεστές τους ήταν - ανάμεσα στους άλλους - και οι μπαντίδοι που αναφέρθηκαν.
Με το πέρασμα των χρόνων, μπαντίδοι ονομάζονταν (εκτός από τους ανυπότακτους κ.λπ.)
και οι φτωχοί μεροκαματιάρηδες, αρχικά οι Εβραίοι Σεφαραδίτες, όσοι γλύτωσαν από την Ιερή Εξέταση της Δύσης και είχαν καταφύγει στα Γιάννενα και αργότερα κατ’ επέκταση και οι λοιποί φτωχοί ντόπιοι κάτοικοι.
Οι μπαντίδοι αναφέρονται ως τύποι μποέμ και φοβεροί γλεντζέδες που πρωτοστατούσαν στα γλέντια της περιοχής, κυρίως στις Απόκριες.

Ναι αλλα τη δεκαετια του ΄70 δεν ειναι πολυ ακυρο να υπαρχει ενας τετοιος τυπος ξεχασμενος?

Ρωτησα κανα δυο ακομα γεροντακια δεν ηξεραν κατι για τετοιους τυπους:106:
Ευχαριστω για τη βοηθεια οσον αφορα το “που” πρεπει να αναζητησω αναφορες!!!

Στο παρακατω site βρηκα μια ωραια και περιεκτικη αναφορα για μαγκες,κουτσαβακηδες κ.α.

http://www.koutouzis.gr/mortes-magkes.htm

Σύμφωνα με τις γνώσεις μου κουτσαβάκια λέγανε εκείνο τον καίρο όσους δεν γνωρίζανε την πατρική τους καταγγωγή

Δεν θα συμφωνήσω.
Η άγνοια της πατρικής καταγωγής μπορεί να οφείλεται είτε σε αδιαφορία είτε σε ελλιπή στοιχεία και συγκεχυμένες πηγές κ.λπ.

Δεν μπορεί να χαρακτηριστεί “κουτσαβάκης” , δηλαδή ψευτοπαληκαράς, αυτός που αγνοεί την καταγωγή του είτε ηθελημένα είτε αθέλητα.

Μιλαγα με εναν γνωστο ,γυρω στα 70 στην ηλικια,πριν απο μερες,και μου ειπε κατι που πρωτη φορα το ακουσα,και ειπα να το μεταφερω στο φορουμ.
Υπηρχε παλια η εκφραση,για τους μαγκες και κουτσαβακηδες```ρε συ,αυτος εχει αδειασει και 5 καφενεια``.
Δηλαδη οταν εμπαινε μεσα σε ενα καφενειο,πηγαινε να κατσει στην καλυτερη θεση,και ας ηταν πιασμενη.Λοιπον,η,την κοπαναγε αυτος που καθοταν εκει,η γινοταν φασαρια.Και με τον καιρο,το καθε κουτσαβακι,ειχε και την φημη του.Ο ενας π.χ.5 καφενεια,ο αλλος 10 .

Και με την ευκαιρια να ρωτησω κατι.
Η λεξη κουτσαβακι,μηπως βγηκε και απο τον τροπο του βαδισματος που ειχαν αυτοι οι τυποι?
Θυμαμαι παλια οταν βλεπαμε κανεναν να βαδιζει ,εξεπιτηδες σαν να κουτσαινει,τον πειραζαμε και του λεγαμε σιγα ρε ,θα πεσεις απο την πολλη μαγκια

όσον αφορά την αρχική ερώτηση του μπλέκου, υπάρχει ένα βιβλίο για τον λάκκο ηρακλείου κρήτης. ηλίας ζαϊμάκης, “καταγώγια ακμάζοντα -παρέκκλιση και πολιτισμική δημιουργία στον λάκκο ηρακλείου 1900-1940”, εκδ. πλέθρον 1999. καλό διάβασμα!

“Εγω να τους διδαξω!!!..(μακαρι να ηξερα)…Δεν παιρνουν μπροστα με τιποτα αυτοι:019::019::019:…δωσε τους οπρετες και φιλαρμονικες και παρ’τους την ψυχη!!!”

Κάποτε, μου έλεγε ένα φίλος, είχε πάει στην Κέρκυρα και έψαλε σε μία εκκλησία. Όταν τελείωσε, τον πλησίασε μία γιαγιά και του είπε: μπράβο παιδάκι μου! Έχεις πολυ ωραία φωνή. Αλλά γιατί τα λες τούρκικα; Πες τα κανονικά…

Μολις βρήκα ακόμα μια αναφορά της λέξης: βιβλίο Όσοι ζωντανοί του Ίωνα Δραγούμη (1911), κεφάλαιο Άλλο πολίτευμα, προς το τέλος κατα λέξη παράθεση σημειώματος του Σουλιώτη-Νικολαίδη:

Μου φαίνεται πως είμαι άλογο ζεμένο μαζί σου, αν θέλης, σ’ένα παλιάμαξο, που κάθονται μέσα πολλοί Ρωμιοί ρωμαίικα και τραβάμε τον ανήφορο[…] Τραβάμε με μιαν ελπίδα πως θα βγούμε κάποτε στο ίσιωμα, με ένα φόβο μην τύχη και το παλιάμαξο γίνει κομμάτια σε καμιά γούβα, σε καμιά κοτρόνα, σε κανένα γκρεμό ή από κανένα κουτσαβακισμό των επιβατών του

Μια και βρισκομαι στην Κρητη αυτες τις μερες και ψαχνωντας τι ειδους “σχεσεις” υπαρχουν μεταξυ Ρεμπετικου και Κρητικης Μουσικης, βρηκα ενα
αποσπασμα απο το βιβλιο του Γιαννη Ζαϊμάκη-"ΚΑΤΑΓΩΓΙΑ ΑΚΜΑΖΟΝΤΑ -παρέκκλιση και πολιτισμική δημιουργία στον Λάκκο(συνοικια του) Ηρακλείου 1900-1940" που αναφερει σε προηγουμενο ποστ ο φιλος Νικολας και δειχνει την υπαρξη του Ρεμπετικου στην Κρητικη γη…

Ζαϊμάκης, Γιάννης: “Το Ρεμπέτικο Στον Λάκκο Ηρακλείου”, Παράδοση και Τέχνη 034, σελ. 7-10, Αθήνα, Δ.Ο.Λ.Τ., Ιούλιος-Αύγουστος 1997.

Το Ρεμπέτικο Στον Λάκκο Ηρακλείου

Στο κείμενο αυτό παρουσιάζονται ορισμένες παρατηρήσεις που προέκυψαν από την εμπειρία μιας έρευνας πεδίου η οποία πραγματοποιήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης στο χρονικό διάστημα 1993-1995 και αφορούσε τον Λάκκο, ένα σημαντικό θύλακα αναψυχής και πρακτικών αγοραίου έρωτα στην περίοδο 1900-1960. Η εμπειρία μιας έρευνας που συνδύασε την επιτόπια ανθρωπολογική παρατήρηση με την ιστοριογραφική διερεύνηση, μας δίνει την δυνατότητα για την διατύπωση κάποιων θέσεων, οι οποίες αφορούν στην τοπική εκδοχή του ρεμπέτικου, ενδεχομένως, όμως να έχουν ευρύτερο ενδιαφέρον σε μια συγκριτική προοπτική.

Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι η “πρωτογενής φάση” του ρεμπέτικου συνδέεται με τον κόσμο της πορνείας και τη συγκρότηση στην ελληνική πόλη στο χώρο όπου στεγάζονται τα μπουρδέλα, μιας διαφορετικής κοινωνικής οργάνωσης, γύρω από μια οικονομία προσοδοφόρων, συχνά παρανόμων και παρασιτικών δραστηριοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό διαμορφώνονται παρεκκλίνοντα, σε σχέση με τα συμβατικά, πρότυπα και πρακτικές.

Η διαμόρφωση αυτού του χώρου συνδέεται με τις εκάστοτε ιστορικοκοινωνικές συνθήκες. Στο εθνογραφικό μας παράδειγμα, ο Λάκκος συγκροτείται στην περίοδο της Κρητικής πολιτείας οπότε συντελούνται σημαντικές μεταβολές στην Κρήτη (αιματηρά γεγο*νότα του 1898, διοικητικές μεταβολές, πληθυσμιακές μετακινήσεις κλπ.) και διογκώνεται η πορνεία με την παρουσία στα λιμάνια της Κρήτης στρατιωτικών των προστάτιδων δυνάμεων. Το Διάταγμα Περί Χαμαιτυπείων (1) αποτέλεσε μια προσπάθεια του αρτισύστατου καθεστώτος να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με νομοθετική ρύθμιση και συγκεκριμενοποιήθηκε με την περιχαράκωση των πορνείων των πόλεων του νησιού σε οριοθετημένους χώρους απρόσιτους εις “κεντρικούς τόπους περιπάτου και δημόσια εντευκτήρια”.

Ωστόσο η επιθυμητή γκετοποίηση των πορνείων είχε οριακό χαρακτήρα. Εκφράστηκε με ιδιαίτερα αυστηρό τρόπο για τις ιερόδουλες των οποίων η ελεύθερη διακίνηση εκτός της συνοικίας, άνευ αστυνομικής αδείας ήταν απαγορευμένη και η παρουσία “αξιοσέβαστων” γυναικών στον σκληρό πυρήνα της συνοικίας με τα μπουρδέλα ήταν αδιανόητη. Από την άλλη ο Λάκκος ήταν χώρος συνάθροισης και αναψυχής για άνδρες που αναζητούσαν ευκαίριες απασχόλησης, συμμετοχή σε δράση και κυρίως συνανα*στροφή με τις “γιαβουκλούδες” γυναίκες της συνοικίας.

Στο σημείο αυτό μπορούμε να περάσουμε σε μια δεύτερη παρατήρηση. Ο Λάκκος παρά τον στιγματισμένο του χαρακτήρα που εκφράζεται και στην ονομασία της συνοικίας δεν είναι κλειστός και απομωνομένος χώρος. Τουναντίον, η συνάντηση στο πλαίσιο της συνοικίας, κατοίκων ετερόκλητης κοινωνικής και πολιτισμικής προέλευσης από το περιβάλλον της πόλης, νησιωτικών και επισκεπτών της εμπορικής πόλης η οποία ευρισκόταν στην καρδιά της μεσογειακής λεκάνης συνέβαλε στην αναπαραγωγή των λειτουργιών του χώρου, και προσέδιδε μια πολιτισμική δυναμική σε αυτόν. Τα τραγούδια που κατέγραψα στη διάρκεια της επιτόπιας έρευνας, τα στυλιστικά χαρακτηριστικά των καλντιριμιτζήδων (2) της πόλης με τα “φράγκικα ρούχα, τα μπιμπικωτά παπούτσια, τη ρεπούμπλικα και τη λαδωμένη χωρίστρα”, (3) οι χοροί που οι Λακκουδιανοί αναφέρουν, μαρτυρούν το συγκερασμό ετερόκλητων πολιτισμικών παραδόσεων, οι οποίες φιλτράρονται στο τοπικό επίπεδο και συμβά*λουν στην παραγωγή μιας δυναμικής, ρευστής κουλτούρας.

Αυτό είναι άλλο ένα σημείο που παρουσιάζει ενδιαφέρον. Εννοώ ότι ο Λάκκος είναι ένας χώρος πολιτισμικής διαφοροποίησης στο πλαίσιο του οποίου διαμορφώνονται ιδιαίτεροι εκφραστικοί τρόποι συμπεριφοράς και συμβολικά πρότυπα μέσα από τα οποία οι άνθρωποι φτιάχνουν σημασίες και επικοινωνούν μεταξύ τους. Ακόμη και σήμερα οι Λακκουδιανοί προσπαθούν να συντηρήσουν, μέσα από μια ευρηματική ρητορική, μια εξαδενικευμένη εικόνα της πολιτισμικής ταυτότητας του χώρου τους. Η ιδιαιτερότητα του χώρου αναγνωρίζεται όχι μόνο από τους Λακκουδιανούς αλλά και από ευυπόληπτους ηλικιωμένους Καστρινούς, (4) που πάντα έχουν μια μικρή ιστορία να αναφέρουν για την αξιοπερίεργη συνοικία με τους ιδιότυπους ανθρώπους του, το εκκεντρικό τους ντύσιμο, τα τραγούδια και τους χορούς τους. Η παρατήρηση αυτή έχει και ένα μεθοδολογικό ενδιαφέρον. Οι εργασίες του ρεμπέτικου έχουν πολλά να κερδίσουν διευρύνοντας το αντικείμενο μελέτης στο επίπεδο της κουλτούρας αυτού του χώρου σε διάφορα επίπεδα, όχι μόνο στο τραγούδι, που συνήθως υπερτονίζει, αλλά και στο χορό, στα στυλιστικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων του χώρου, στη ρητορική που χρησιμοποιούν, κλπ… Παράλ*ληλα αυτό το πεδίο μελέτης είναι απαραίτητο να διερευνηθεί ως προς τα κοινωνικοιστορικά του συμφραζόμενα.

Αν η κουλτούρα του Λάκκου διαμορφώνεται σε ένα κοσμοπολίτικο περιβάλλον, σε μια πόλη όπου κατοικούν ετερόκλητες εθνοτικές και θρησκευτικές ομαδοποιήσεις και ευνοείται από τη τακτική ατμοπλοϊκή συγκοινωνία με τον Αιγιακό χώρο και τα παράλια της Μικρός Ασίας, η διάσπαση αυτού του επικοινωνιακού πλαισίου ήταν φυσικό να συμβάλει στο ξεθώριασμά της. Το τέλος του κοσμοπολιτισμού της πόλης συντελείται στην δεκαετία του 1930, όταν συρρικνώνονται οι ατμοπλοϊκές γραμμές προς τα Αιγιακά λιμάνια και τα μικρασιατικά ακρογιάλια και γίνεται κεντρική γραμμή επικοινωνίας προς το λιμάνι του Πειραιά. Είχε προηγηθεί η αποχώρηση των Αγγλικών στρατευμάτων (1907-1908) και των μουσουλμάνων της πόλης (1923). Το Ηράκλειο περνούσε μια φάση αναζήτησης μιας κρητικής ταυτότητας και εξοβελισμού των καταλοίπων του Οθωμανικού παρελθόντος, έτσι όπως πρόσταζαν τα εντόπια λόγια και αστικά στρώματα. Στη δεκαετία του 1930 αναδείχθηκε το αίτημα της κάθαρσης της πόλης από την κοινωνική σήψη και παρακμή και εκφράστηκε με τον πόλεμο ενάντια στα διαφθορεία και τα χασισοποτεία, τους μάγκες, τα ανήθικα άσματα και τους αμανέδες, που έλαβε χαρακτήρα εκστρατείας ηθικής αρετής στην περίοδο Μεταξά.

Για τη σταδιακή υποχώρηση της παραγωγής αυτόχθονης λαϊκής δημιουργίας στον Λάκκο συνέβαλε και η διάδοση στη συνοικία αυτή του ετοιμοπαράδοτου ρεμπέτικου από τα γραμμόφωνα, τα οποία σε κάποιο βαθμό αντικατέστησαν μουσικά όργανα σε πρακτικές συλλογικής αναψυχής. Αυτή η ενσωμάτωση ενός τεχνολογικού μέσου σε παραδοσιακές συνήθειες των Λακκουδια-νών μαρτυρά την ρευστότητα του χώρου και τη διάβρωση των χαρακτηριστικών του από τις επιδράσεις του αστικού περιβάλλοντος. Κι αν το γραμμόφωνο σε μεγάλο βαθμό δεν αλλοίωσε ριζικά τον χαρακτήρα της “παρεΐστικής” αναψυχής και συχνά συνδυάστηκε και με “ζωντανή” μουσική, το ίδιο δε συνέβηκε με τη μεταπολεμική διάδοση στο Ηράκλειο της εμπορευματοποιημένης αναψυχής σε λαϊκό κέντρο και την παράλληλη μαζική πια διάδοση του ρεμπέτικου. Από ότι φαίνεται, ενώ στην περίπτωση του Πειραιά οι δισκογραφικές εταιρίες και η ανακάλυψη του ρεμπέτικου από κύκλους διανοούμενων οδήγησε σε μια διαφερετική φάση την ανάπτυξη του ρεμπέτικου, σε άλλες πόλεις οι εντόπιοι μουσικοί και τραγουδιστές δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν τις νέες δυνατότητες και να μεταφέρουν τις δημιουργίες τους στους νεώτερους. Ισως αυτό ήταν δύσκολο να γίνει στις μικρές επαρχιακές πόλεις, όπου οι τεχνολογικές δυνατότητες ήταν περιορισμένες και η κοι*νωνική κατακραυγή ήταν ισχυρή - ίσως και οι ίδιοι να μην το επιθυμούσαν.

Προς την κατεύθυνση της διερεύνησης αυτού του ζητήματος έχει ενδιαφέρον η αναφορά στην περίπτωση του Ηρακλείου όπου οι εντόπιοι λόγιοι και αστοί δεν έπαψαν ακόμη και στα χρόνια κατά τα οποία στην Αθήνα το ρεμπέτικο ήταν της μόδας να εκφράζουν την απαξία τους για τα προϊόντα ενός "κατώτερου πολιτισμού" των κουτσαβάκηδων και των "μερακλήδων του απεριόριστου αμάν". Η διαδικασία συγκρότησης ενός τοπικού φολκλόρ που θα εκφράζε με μοναδικό τρόπο τη “μια και μοναδική”, αυθεντική παράδοση του τόπου, συνδυάστηκε με τον πολιτισμικό αποκλεισμό των ξενόφερτων και μη αυθεντικών παραδόσεων. Από την άλλη και οι Λακκουδιανοί δημιουργοί δεν αντιστάθηκαν στις νέες συνθήκες ούτε προσπάθησαν να ηχογραφήσουν δίσκους, αλλά ούτε εντάχθηκαν στο νέο τύπο εμπορευματοποιημένης αναψυχής (“μπουζουξίδικο”).

Ολες αυτές οι πρακτικές δεν έγιναν χωρίς συγκρούσεις, άφησαν ανεξίτηλα τα ίχνη τους στο πέρασμα του χρόνου. Σήμερα οι άνθρωποι διαμέσου της μνήμης οικτίρουν την κοινωνική εξέλιξη και την πολιτισμική αλλαγή και καταφεύγουν διαρκώς στην μνημόνευση της “παλιάς καλής εποχής”. Η στάση του Προκοπή του Κουλούρα ενός ηλικιωμένου παραδοσιακού τραγουδιστή απέναντι στο ρεμπέτικο τραγούδι είναι ένα δείγμα του τρόπου, με τον οποίο άτομα από το χώρο της μαγκιάς βίωσαν τις πολιτισμικές αλλαγές. Αυτός τραγουδά “γνήσιες” όπως τις χαρακτηρίζει παλιές μελωδίες και μάγκικα τραγούδια και φροντίζει στις αναφορές του σε αυτά να συνδέει τα τραγούδια με διάφορες ιστορίες στις οποί*ες εξυμνείται το χθες.

Ακόμη τραγουδά με το δικό του τρόπο πει-ραιώτικα ρεμπέτικα, ενώ στο ρεπερτόριο του απουσιάζουν τραγούδια της σχολής του νεώτερου ρεμπέτικου (Μητσάκης, Χιώτης, Τσιτσάνης κλπ.). Από ότι φαίνεται η εξιδανίκευση του περελθό-ντος και των τραγουδιών του, λειτουργεί σαν μια γέφυρα με το χθες και σαν μέσο συντήρησης της πολιτισμικής ταυτότητας της ομάδας. Οι αφηγήσεις μετατρέπονται σε μια συμβολική διαμαρτυρία για το σύγχρονο πολιτισμό και την κατάσταση ανομίας και αλλοτρίωσης που επέφερε και οι κοινωνικές αναπαραστάσεις του παρελθόντος μας παρέχουν ένα γνωστικό πεδίο δεκτικό για διε*ρεύνηση και προβληματισμό.

Θα κλείσω αυτή τη συνοπτική αναφορά στον κόσμο του ρεμπέτικου επισημαίνοντας τη σχέση που έχει με την αστικοποίηση και την κοινωνική διαστρωμάτωση της νεολληνικής πόλης. Θα καταφύγω και πάλι στο παράδειγμα του Ηρακλείου, όπου οι κοινωνικές ανισότητες και η αστική μεγένθυση εκφράστηκαν στο πεδίο της κουλτούρας με μια αντίστοιχη πολιτισμική διαστρωμάτωση. Στην πόλη μέχρι και τα χρόνια του μεσοπολέμου λειτουργούν τρεις πολιτισμικές παραδόσεις. Η αστική παράδοση που διαπνεόταν από μια κοσμοπολίτικη και συνάμα εκσυγχρονιστική διάθεση και οι φορείς της είχαν στραμμένο το ενδιαφέρον τους στα επιτεύγματα του δυτικού πολιτισμού. Οι αναφερόμενοι ως “παραλήδες” αστοί είχαν τα δικά τους κοσμικά κέντρα, παρακο*λουθούσαν τις εξελίξεις στο χώρο του πολιτισμού και της τέχνης και θεωρούσαν υποδεέστερες τις προτιμήσεις του “απλού λαού”.

Στον αντίποδα η λαϊκή κουλτούρα δεχόταν τις επιδράσεις πολιτισμικών παραδόσεων λαών της ανατολικής Μεσογείου, φορείς των οποίων επισκεπτόταν την πόλη και μετέφεραν σε στέκια αναψυχής, μουσικές και χορούς από τον κόσμο της Ανατολής, Στο πλαίσιο αυτής της παράδοσης συγκροτείται και η κουλτούρα του Λάκκου με τις ιδιαιτερότητες της. Τέλος, υπήρχε η αγροτική κουλτούρα, η οποία αντίθετα από τις προηγούμενες έχει περισσότερο κλειστό χαρακτήρα. Μεταφέρεται στον αστικό χώρο από κατοίκους της ενδοχώρας, επισκέπτες ή μετοίκους στην πόλη και έχει διακριτά χαρακτηριστικά στην ομιλία, στο ντύσιμο, στις συ*νήθειες, στο χορό, στη μουσική και στο τραγούδι.

Στην προφορική ιστορία, οι φορείς αυτών των παραδόσεων προσδιορίζουν με συμβολικές αναφορές τα αναμεταξύ τους όρια. Οι διακριτές αποστάσεις ανάμεσα στην “υψηλή τάξη”, στον “απλό λαό” και τους “χωριάτες”, δεν σήμαινε και την έλλειψη δικτύων επικοινωνίας ανάμεσα τους. Ο Λάκκος είναι ένα παράδειγμα χώρου συνάντησης και αλληλοδόμησης αυτών των παραδόσεων και η δράση ορισμένων “μποέμηδων” (5) και χωρικών στην συμβολική επικράτεια της μαγκιάς οι οποίες συντηρούνται στα αφηγηματικά μοτίβα στις αναπαραστάσεις του παρελθόντος και μας παραπέμπουν στο ρευστό πολιτισμικό πλαίσιο της εποχής. Οι συγκλίσεις και οι απωθήσεις ετερόκλητων κοινωνικών ομάδων και τα αποτελέσματα του συγχρωτισμού τους στο πλαίσιο μιας μικρής επαρχιακής πόλης προσλαμβάνουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, η αναζή*τηση των οποίων έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον στην προσπάθεια ιστορικής διερεύνησης της φυσιογνωμίας του ελλαδικού αστικού χώρου. Αλλά μια πιο συστηματική αναφορά σε αυτό το ζήτημα υπερβαίνει κατά πολύ τους στόχους αυτού του σημειώματος.

Γιάννης Ζαϊμάκης

Από τον “Νεολόγο Κωνσταντινουπόλεως” που εκδίδονταν στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 1898

%CE%9D%CE%95%CE%9F%CE%9B%CE%9F%CE%93%CE%9F%CE%A3-%CE%9A%CE%A9%CE%9D%CE%A3%CE%A4%CE%91%CE%9D%CE%A4%CE%99%CE%9D%CE%9F%CE%A5%CE%A0%CE%9F%CE%9B%CE%95%CE%A9%CE%A3%206-1-1898

%CE%9D%CE%95%CE%9F%CE%9B%CE%9F%CE%93%CE%9F%CE%A3-%CE%9A%CE%A9%CE%9D%CE%A3%CE%A4%CE%91%CE%9D%CE%A4%CE%99%CE%9D%CE%9F%CE%A5%CE%A0%CE%9F%CE%9B%CE%95%CE%A9%CE%A3-6-1-1898

Από τα “Ημερολόγια Σκόκου” το 1887.

3 «Μου αρέσει»

Αγαπητέ Φώτη, είσαι μια ανεξάντλητη πηγή πολύτιμων πληροφοριών. Σε ευχαριστούμε πολύ!!

1 «Μου αρέσει»