Κωδικοποίηση της πράξης στην ελληνική αστική λαϊκή μουσική

Είσαι σίγουρος γι’ αυτό; Γιατί η δική μου εμπειρία είναι άλλη. Εγώ βλέπω ότι στη δεκαετία του '30 και στις αρχές της δεκαετίας του '40, που είναι και οι πιο σημαντικές περίοδοι γιατί τότε εδραιώνεται η αστική λαϊκή μουσική, οι μελωδικές και αρμονικές συμπεριφορές είναι πεπερασμένες. Πιστεύω ότι η διαχείριση της κωδικοποίησής τους θα ήταν σε φυσιολογικά πλαίσια. Αναλογιστείτε ότι η θεωρία της δυτικής μουσικής εμπεριέχει μουσικές που απλώνονται σε εκατοντάδες χρόνια με διαφορετικά στυλ. Σίγουρα 30 χρόνια ελληνικής μουσικής δεν θα ήταν πρόβλημα.

Κατά τη γνώμη μου, η όποια μελλοντική κωδικοποίηση θα έπρεπε να επιλέξει αρχικά ως εύρος τα μέσα του '20 μέχρι τα τέλη του '50 και να εστιάσει σχεδόν αποκλειστικά στο ηχογραφημένο ρεπερτόριο. Πιο μετά το πράγμα ανοίγει πολύ, υφολογικά και παιχτικά. Όχι πως δεν θα μπορούσαν να ενταχθούν και οι μετέπειτα περίοδοι σε μια συνολική θεώρηση αλλά για αρχή θα μπέρδευαν. Μην ξεχνάμε ότι τα πρώτα σημαντικά χρόνια, οι κιθαρίστες της δισκογραφίας είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. Ο δε Σκαρβέλης έχει παίξει στις μισές ηχογραφήσεις και είναι πάντα αναγνωρίσιμος. Αν και προσαρμόζει το παίξιμό του ανάλογα με το αν συνοδεύει Μάρκο, Τούντα, τις προσωπικές τους συνθέσεις ή άλλους, δεν παύει να έχει συγκεκριμένη μουσική συμπεριφορά που μπορεί να κωδικοποιηθεί πιο εύκολα.

Για τις παρτιτούρες που λέτε και για το πώς θα μπορούσε να καταγραφεί αυτή η μουσική, γνώμη μου είναι ότι πρέπει να ξέρει ο καθένας τι είναι αυτό που θέλει να καταγράψει και όχι αν μπορεί ο άλλος να το διαβάσει, γιατί τότε δεν έχει συγκεκριμένο κριτήριο για να παίρνει τις απαραίτητες αποφάσεις κατά την καταγραφή. Για τη μουσική που μας ενδιαφέρει, δύο είναι οι πιο πιθανές προσεγγίσεις: είτε καταγράφει κανείς τη σύνθεση, οπότε πρέπει να αφαιρέσει οτιδήποτε κρίνει ως ερμηνευτικό στολίδι, είτε καταγράφει την εκτέλεση/ηχογράφηση. Στην πρώτη περίπτωση προκύπτει μια απλή παρτιτούρα (συνήθως) ενώ στη δεύτερη περίπτωση δεν έχει τόσο σημασία αν είναι απλή ή σύνθετη. Μεγαλύτερη σημασία έχει η ακρίβεια, αν και φυσικά μέχρι ενός λογικού ορίου.

Θα έλεγα επίσης ότι αν θέλουμε για βοήθεια να βρούμε αντίστοιχες πρακτικές καταγραφής σε άλλες μουσικές, θα πρέπει να στραφούμε σε είδη όπως τα μπλουζ, η ποπ, το ροκ, κ.ά., και πώς είναι οι παρτιτούρες σε αυτά τα είδη. Οι παρτιτούρες της κλασικής μουσικής δεν είναι καλό αντίστοιχο διότι εκεί ο συνθέτης γράφει την παρτιτούρα και περιμένει τον εκτελεστή να την ερμηνεύσει μεν, να την αναπαράγει δε χωρίς (ουσιαστικές) αλλαγές. Στο ρεμπέτικο, όσοι συνθέτες γράφουν σε παρτιτούρα το κάνουν κατά κύριο λόγο για να μην ξεχάσουν τη σύνθεσή τους, ή για να τις δώσουν στους ελάχιστους σπουδαγμένους εκτελεστές για πιο γρήγορη εκμάθηση, ή για να πάνε στις εταιρείες για έγκριση, ή μετέπειτα για να περάσουν από τη λογοκρισία. Σε κάθε περίπτωση όμως, περιμένουν από τον ερμηνευτή να δώσει πνοή στη μουσική τους και δεν θέλουν επ’ ουδενί ξερή αναπαραγωγή. Γι’ αυτό λοιπόν, αν σκεφτείτε τις παρτιτούρες στο ροκ για παράδειγμα, εκεί καταγράφεται η εκτέλεση. Ας πούμε, οι παρτιτούρες που καταγράφουν τις ερμηνείες του Χέντριξ έχουν μεγάλη λεπτομέρεια, όλα τα ποικίλματα, κ.λπ. Προσωπικά ωστόσο, σε μια εργασία που ετοιμάζω, καταγράφω τα τραγούδια τόσο σε απλοποιημένη μορφή (σύνθεση) όσο και σε πλήρως λεπτομερειακή (ηχογράφηση) για να εξυπηρετηθούν όλοι.

2 «Μου αρέσει»

Ο κύριος λόγος καταγραφής μουσικής ή ανάπλασης χαμένης παρτιτουρας πιστεύω είναι η εκπαίδευση.Ότι έχω γράψει παραπάνω αναφέρεται στην καταγραφή ως μέσο και εργαλείο διδασκαλίας, το οποίο με οργανωμένη χρήση ίσως προσφέρει σφαιρική γνώση και κατανόηση αλλά και συμβατότητα. Έχοντας ξεκαθαρίσει αυτό, θεωρω πως είναι σημαντικό να ξέρουμε τι μπορεί να διαβάσει ο καθένας και οι καταγραφές μας να αφορούν και να απευθύνονται σε όσο περισσότερο κόσμο γίνεται.
Πες οτι κάνω την καλύτερη καταγραφή της Ζωντοχήρας σε…πχ βυζαντινή σημειογραφία γιατί το χω μεράκι και έτσι φτιάχνομαι.Έχω σοβαρές ελπίδες να το διαβάσει αρκετός κόσμος έτσι ώστε να καθιερωθεί ως σύστημα;
Οχι, γιατί κανείς δεν ασχολείται εκτος απο ψάλτες.

Το να καταγράψεις με έγκυρο τρόπο ίσως δεν είναι αρκετό αν δεν μπορεί κανείς να διαβάσει τι γράφεις.
Το ίδιο και με τις αναπλάσεις μικροσκόπιου Χέντριξ κλπ.Οι μόνοι που συστηματικά διαβάζουν έτσι είναι οι κλασικοί ή αυτοί που έχουν περάσει απο τέτοιες σχολές.
Θα έλεγα λοιπόν, θα πρέπει ο καθενας να ξέρει για ποιόν γράφει.

Εγώ πάλι αναφερόμουν σε παρτιτούρες που θα διατίθεντο στο ευρύ κοινό. Δηλαδή, όπως βρίσκει κανείς βιβλία παρτιτούρας ενός άλμπουμ ή ενός καλλιτέχνη σε μαγαζιά με μουσικά είδη. Εκεί, επειδή ο αναγνώστης μπορεί να είναι από εντελώς αρχάριος έως πιο προχωρημένος από τον ίδιο τον συγγραφέα, δεν μπορείς να εξειδικεύσεις. Δεν μπορείς να πεις ότι αυτός που θα διαβάσει την παρτιτούρα δεν μπορεί να κατανοήσει το ένα ή το άλλο και να τα αποκλείσεις εκ προοιμίου γιατί απλά το εύρος μουσικής παιδείας των πιθανών αναγνωστών είναι τεράστιο. Αυτό εννοούσα όταν έλεγα ότι ο συγγραφέας πρέπει να μείνει πιστός σε αυτό που θέλει να προσφέρει στο κοινό. Αν εγώ πήγαινα να αγοράσω παρτιτούρες με τραγούδια, π.χ. του Leadbelly, θα απογοητευόμουν πολύ και θα θεωρούσα κοροϊδία να δω απλοποιημένες εκδοχές. Εξάλλου, τα ρεμπέτικα δεν είναι και υπέρ του δέοντος πολύπλοκα. Τον Χέντριξ τον έφερα ως παράδειγμα ενός άκρου όπου ναι, πράγματι, υπάρχουν εξαντλητικές καταγραφές. Αλλά κι έτσι ακόμα, βλέπουμε ότι ο κόσμος που αγοράζει αυτά τα βιβλία, αυτό απαιτεί. Και στο κάτω κάτω, δεν είναι κακό να υπάρχει και αυτή η επιλογή. Άλλωστε, οι απλές εκδοχές υπάρχουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Αυτό που δεν έχουμε δει είναι πιο σοβαρές καταγραφές, με βάθος, που επισημαίνουν ύφος, ποικίλματα, δεύτερες, κ.ά.

Φυσικά, αν μιλάς για εκπαιδευτικό περιβάλλον (π.χ. ωδεία, ιδιαίτερα, σεμινάρια, ή ακόμα και εγχειρίδια ή εκπαιδευτικά βιβλία), τότε ναι, μπορείς να εξειδικεύσεις με βάση το κοινό σου και ναι, πρέπει να λάβεις υπόψη τι και σε ποιον διδάσκεις και πώς θα το μεταδώσεις καλύτερα. Και σε αυτήν την περίπτωση ωστόσο, μπορεί να κληθείς να καταγράψεις εξοντωτικά μια ηχογράφηση. Αν για παράδειγμα διδάσκεις βιολί, ίσως κάποια στιγμή να ήθελες να διδάξεις στους μαθητές σου τη διαποίκιλση του βιολιού στα ρεμπέτικα ως κρίσιμο υφολογικό στοιχείο. Εκεί θα έγραφες με μεγάλη ακρίβεια τα κομμάτια και ιδανικά θα τα διαβάθμιζες ώστε κατόπιν να τα δίδασκες στους μαθητές σου ανάλογα με το βαθμό δυσκολίας τους.

Για μένα, ο κύριος λόγος καταγραφής παρτιτούρας είναι η μετάδοση της μουσικής πληροφορίας με αξιόπιστο τρόπο σε όποιον θέλει να την αποκτήσει. Μικρή διαφοροποίηση από αυτό που λες, το οποίο είναι σεβαστό, αλλά νομίζω όχι το μόνο πιθανό. Ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας ενυπάρχει εξ ορισμού σε οτιδήποτε μαθαίνεται αλλά δεν είναι απαραίτητα αυτοσκοπός γιατί κάτι τέτοιο νιώθω ότι πρέπει να είναι αμοιβαίο. Και ο τυχαίος αναγνώστης, εφόσον μιλάμε για εμπορικές παρτιτούρες, έχει την ελευθερία να το προσεγγίσει όπως θέλει. Άλλος παίρνει το βιβλίο για να το μελετήσει, άλλος για να του λυθεί μια απορία και μετά να το ξεχάσει, άλλος για να βρει πού αίκαναισ λάθωσ, άλλος για να κάνει συγκρίσεις με αυτά που ξέρει ήδη, και πάει λέγοντας…

4 «Μου αρέσει»

Τις δύσκολες παρτιτούρες του Χέντριξ δεν ξέρω ποιοι τις μελετούν (κλασικοί ή ροκάδες, μουσικοί ή μουσικολόγοι…;). Για μουσικές λίγο πιο κοντινές μας όμως, έχω να καταθέσω το εξής:

Έχω μερικά βιβλία (δεν πρέπει να 'ναι πάνω από καμιά δεκαριά) με καταγραφές, σε 5γραμμο, παραδοσιακών μελωδιών από διάφορες μουσικολαοογραφικές αποστολές. Οι αποστολές και οι καταγραφές έγιναν ως επί το πλείστον σχετικά παλιά, ας πούμε μέχρι το '60. Αν γίνονταν σήμερα είναι πιθανόν η καταγραφή της ίδιας μουσικής να ήταν διαφορετική.

Τα βιβλία αυτά δεν είναι σπάνια και άγνωστα. Σίγουρα τα έχουν κι άλλοι εκτός από μένα! Όμως, μέσα σε μερικές δεκαετίες δεν έχει υποπέσει στην αντίληψή μου ούτε μία περίπτωση όπου κάποιος μουικός να έμαθε τραγούδι από αυτές τις παρτιτούρες, τραγούδι που να μην το είχε ακούσει.

Εγώ έχω προσπαθήσει μερικές φορές να το κάνω. Συνήθως όμως δεν μπορώ να τις διαβάσω: δεν είμαι καλός με την παρτιτούρα, μετά βίας έχω φτάσει στο επίπεδο να διαβάζω τροπικές μελωδίες γραμμένες με μία συγκεκριμένη λογική κωδικοποίησης, αυτήν που ξέρω. Αν δεν μου τα δείξεις στη γλώσσα που ξέρω, δεν καταλαβαίνω. Αλλά η γλώσσα που ξέρω δε χρησιμοποιόταν τότε. Οι τότε καταγραφείς, προκειμένου να καταγράψουν τις μελωδίες, επιστράτευαν όλη τη δική τους γνώση της κλασικής εκπαίδευσης, η οποία μου είναι απρόσιτη. Η μόνη μου ελπίδα είναι (δεν το 'χω κάνει μέχρι στιγμής) να πιάσω κανέναν πιανίστα ή κάτι τέτοιο και να του πω «παίξε μου αυτό, μη σε νοιάζει αν δε βγάζει νόημα, αν το ακούσω θα βγάλω εγώ το νόημα».

Συμπεραίνω λοιπόν ότι τέτοιες καταγραφές, ενώ μπορεί να διασώζουν σπανιότατα πράγματα, ενώ έχουν μετά βεβαιότητος προκύψει από εργώδεις και δύσκολες προσπάθειες, ωστόσο πέφτουν στο κενό. Δεν έχει βρεθεί άνθρωπος να ενδιαφερθεί γι’ αυτές, εκτός από τον αγράμματο που δεν μπορεί να τις αξιοποιήσει!


(Για την ακρίβεια, ξέρω μία περίπτωση όπου πήγαν άνθρωποι να μάθουν μια μελωδία από τέτοια καταγραφή, κι αυτή την πέτυχα τυχαία στο ΥΤ πριν λίγες μέρες. Προσέξτε ιστορία:

Το 1928 εκδίδεται η «Κασιακή λύρα», με ένα εντυπωσιακό πλήθος -73 νομίζω- σκοπούς της Κάσου σε παρτιτούρα. Μέχρι σήμερα, το βιβλίο αυτό είναι πολύ γνωστό σε όσους ασχολούνται με τα 12νησιακά. Συχνότατα το βλέπεις να αναφέρεται, με το στερεότυπο σχόλιο «πόσους σκοπούς είχαμε τότε, κρίμα που σήμερα δεν παίζονται ούτε οι μισοί από αυτούς».

Ένας (αριθμός 1) μουσικός κλασικής παιδείας φαίνεται πως προσπάθησε κάποια στιγμή να βγάλει νόημα από αυτές τις καταγραφές. Αυτός ο άνθρωπος πέθανε το 1989. Είχε γράψει μια κασέτα, φαντάζομαι με πολλούς σκοπούς, και κάποιος ανέβασε έναν από αυτούς στο ΥΤ. Είναι εμφανές ότι ο πιανίστας δε βγάζει νόημα από αυτό που διαβάζει, το καταθέτει ωστόσο για όποιον μπορέσει να βγάλει νόημα. Και στη σύγχρονη εποχή εμφανίζεται ένας (αριθμός 1 πάλι) άνθρωπος που είναι σε θέση να βγάλει νόημα, και παίζει με το λαούτο του και τραγουδάει αυτό. Δεν ξέρω αν ο λαουτιέρης στηρίχτηκε στην κασέτα του πιανίστα ή διάβασε μόνος του την παρτιτούρα ή τι άλλο έγινε, πάντως απέδωσε τον σκοπό με τρόπο που πείθει ότι κάπως έτσι πρέπει να ήταν, και όποιος τον ακούσει μπορεί να τον περάσει στη λύρα και τελικά ο σκοπός να ξαναζωντανέψει.

Πόσο περίπλοκη διαδικασία, και πόσο σπάνια έχει συμβεί! Ξαναλέω, είναι η μοναδική τέτοια περίπτωση που ξέρω.)

2 «Μου αρέσει»

Πεσ’τα Χρυσόστομε! (μαλλον γραψ’ τα)
Και άλλα και άλλα πολλά τέτοια γράψε!,
Και ας στενοχωριθούν οι λόγιοι.

Μάγκες, οι ακριβείς καταγραφές των πρώτων εκτελέσεων, μόνο πλούτο θα φέρουν:
και καλά όλοι τα παίζουμε με το αυτί, αλλά ξέρετε κανέναν που να μπορεί να τα παίζει ίδια;
εγώ όχι, ή μόνο 2-3 μουσικούς.
Και σας φέρνω και το παράδειγμα των ντουζενιών:
μέχρι κάποιος να πει ποιό ήταν το κούρδισμα των ηχογραφήσεων, να το αποκωδικοποιήσει, όλοι νόμιζαν ότι έπαιζαν τον Μπάτη και τον Μάρκο “όπως είναι”.
Λοιπόν, μην απαξιώνετε την έρευνα και την μελέτη.
Και θα σας πω το εξής: εάν σε αυτή την κωλοχώρα που ζούμε μπορούσε κάποιος να πληρωθεί από τον κόπο του, θα είχε γίνει δουλειά με παρτιτούρες και θα ήταν χρήσιμη σε όλους.

Αναφορικά με το ζήτημα των δρόμων, έχω πει τη γνώμη μου παλαιότερα και ισχύει ότι ο δρόμος είναι το μέσον, το αποτέλεσμα είναι η μουσική.

5 «Μου αρέσει»

Εδώ που τα λέμε, στην πορεία θυμήθηκα καναδυό ακόμα. Έχει βγει ένας δίσκος με σαμοθρακίτικα από παλαιές καταγραφές του Νικολάου Φαρδύ, και μια μεγάλη έκδοση με κρητικά με τον Δ. Σγουρό παρόμοια φάση. Αλλά με ελάχιστη απήχηση, και -αναμφίβολα- με τεράστια επένδυση κόπου και γνώσηςπίσω από αυτό το μη ανταποδοτικό αποτέλεσμα.

1 «Μου αρέσει»

Γιατί να στενοχωρηθούν οι λόγιοι; Οι λόγιοι μια χαρά κάναν τη δουλειά τους. Θέλει δύο όμως. Ο λόγιος θα κάνει τα δικά του, και μετά…;

Δεν περιμένεις από τον αρχιτέκτονα που σου σχεδιάζει το σπίτι να ζαλωθεί το πηλοφόρι για να το χτίσει κιόλας.

2 «Μου αρέσει»

Καταγραφή σύνθεσης ή εκτέλεσης; Πρώτη ηχογράφηση ή πιο χαρακτηριστική; Απλά για εκπαιδευτικούς σκοπούς ή για πιο επίσημη συγκεντρωτική οργάνωση; Κ.ο.κ.
Μπορούμε να σκεφτούμε συν και πλην για όλα αυτά και να τα συζητάμε μέχρι του χρόνου, αν δεν υπάρχει καθαρή εικόνα του ποιος είναι ο στόχος κάθε φορά.

Θέλουμε ένα ελληνικό “Real book” ας πούμε;
Θέλουμε ένα pool υλικού για μελλοντικές εξετάσεις/πιστοποιήσεις;
Θέλουμε απλώς να μάθουμε στον νέο ή νέα πως να παίζει τις βεργούλες; Και πάει λέγοντας

2 «Μου αρέσει»

ωραία .γίναν όλα αυτά τα “ζωγραφίζουμε” και ποιος τα θέλει ? ποιος θα τα παίξει?
να τα παίζουν όπως της κλασικής ? ακούσατε κάποιον μουσικό της κλασικές να εκφραστεί αναλογία με το πως νιώθει την στιγμή της εκτέλεσης? η λαϊκή μουσική είναι δια ζώσης (παράδοση ,έλαβα παράδοση δηνω ).
στο επόμενο συνέδριο να κάνουμε αυτό π.χ (και χιλιάδες άλλα παραδείγματα )
γράφει καποιο αυτό .(μονον που δεν την έβαλε κάτω …την κιθάρα)

το δίνουμε να το παίξουν καποιο που δεν το έχουν ξανακούσει .
θα γένουμε ολοι ρεζίλι των σκυλιών ,μόνο και μόνο που το σκεφτήκαμε :rofl:

Κι αν δεν την έλαβα;

Από τους 73 σκοπούς της Κασιακής λύρας του 1928, η ζωντανή παράδοση δεν τους διέσωσε όλους μέχρι σήμερα.

Το ίδιο και μ’ εκείνο το ανέκδοτο του Παπάζογλου: το έγραψε, δεν το δισκογράφησε ποτέ, εντοπίστηκε τα τελευταία χρόνια η παρτιτούρα, και το κομμάτι αναστήθηκε.

Άλλωστε, γενκά για τα ρεμπέτικα ας μην ξεχνάμε ότι η διά ζώσης παράδοση-παραλαβή ελάχιστα πράγματα διέσωσε: όσα ήξερε ένας Βραχνάς, ένας Στέλιος Βαμβακάρης, ένας Γιώργης Παπάζογλου. Βασικά η δισκογραφία διέσωσε ό,τι ξέρουμε.

Αλλά έστω και με δισκογραφημένα κομμάτια: το ακούω, καταλαβαίνω τη μουσική, αλλά πώς διάβολο παίζει το τάδε σημείο ο δείνα οργανοπαίχτης και βγαίνει αυτό το χρώμα; Εγώ δεν μπορώ να το κάνω, μου βγαίνει σωστή μελωδία αλλά άχρωμη. Εσύ μπορείς, αλλά δεν είσαι εδώ κοντά να μου το δείξεις. Εδώ, η παρτιτούρα είναι μία λύση!

6 «Μου αρέσει»

Συμφωνώ απόλυτα. Να προσθέσω ότι είναι και ένας από τους βασικούς λόγους (ίσως μαζί με την “σκληρότητα” κάποιων στίχων) που αυτή η μουσική δεν διδάσκεται όπως και όσο θα μπορούσε. Είναι βασικό το ότι δεν υπάρχει ένα κοινώς αποδεκτό εγχειρίδιο θεωρίας της Ελληνικής λαικής αστικής μουσικής και ακολούθως δεν υπάρχει κοινώς αποκετό εγχειρίδιο πρακτικής στα βασικά όργανα (μπουζούκι, κιθάρα, μπαγλαμά) και ένα κοινώς αποδεκτό ρεπερτόριο στο οποίο θα πρέπει κάποιος να εξετάζεται για να πάρει πτυχίο. Και αυτό είναι σημαντικό, όχι για να το παίζουν έξυπνοι οι πτυχιούχοι στους εμπειροτέχνες, αλλά γιατί αυτό πραγματικά θα προωθήσει την διατήρηση της μουσικής και θα βοηθήσει περισσότερο κόσμο να την προσεγγίσει και να την μάθει καλύτερα. Προσωπικά από θεωρήρικα, εκτός από το βιλίου των Βούλγαρη-Βανταράκη και μια δουλειά του Ορδουλίδη που νομίζω είναι κομμάτι της εργασίας του για τον Τσιτσάνη δεν έχω δει κάτι άλλο. Να αποφύγεις το μακάμ, δεν γίνεται. Γνώμη μου είναι ότι πρέπει να γίνει πιο σωστή αντιστοίχιση των όρων γιατί υπάρχει απίθανη σύγχηση ανάμεσα σε κιουρντί δρόμο και κιουρντί μακαμ πχ. Και ξανα λέω, όχι για να πούμε ότι οι εμπειροτέχνες κάνουν λάθος. Αλλά για να προτείνουμε έναν τρόπο αν διδάσκεται αυτή η μουσική σε περίπτωση που κάποιος δεν μπόρεσε να πάει να κάτσει δίπλα σε δάσκαλο για να αντιγράψει την μέθοδο και την τεχνική του.

5 «Μου αρέσει»

Και για να διδάσκεται “ομοιόμορφα” η μουσική και να μην έχουμε φαινόμενα “…εμενα το ουσακ ο δάσκαλος έτσι μου το έδειξε…”.

5 «Μου αρέσει»

Μισό λεπτό γιατί γίνονται παρανοήσεις. Κατ’ αρχήν, το ρεμπέτικο ή λαϊκό τραγούδι δεν είναι παραδοσιακή μουσική, δηλαδή ανώνυμων δημιουργών. Ούτε διασώθηκε (μόνο) προφορικά. Αποτελείται κατά κύριο λόγο από επώνυμες συνθέσεις που ευτυχώς δισκογραφήθηκαν. Και για να μην παρεξηγηθώ: φυσικά και η παράδοση έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση του ρεμπέτικου και φυσικά υπάρχουν ανώνυμες ή ψευδώνυμες ρεμπέτικες δημιουργίες. Εδώ όμως δεν συζητάμε την προέλευση αλλά τα βασικά χαρακτηριστικά του είδους αφού έχει διαμορφωθεί.

Έπειτα, κανείς δεν είπε ότι πρέπει να υποκαταστήσουμε τη μουσική πράξη με αποστειρωμένη μίμηση μέσω παρτιτούρας. Το 'χω γράψει εμμέσως εδώ και στο σήλαμπς και είναι κάτι που το λέω σε φίλους, μαθητές και συναδέλφους. Το ρεμπέτικο δεν μαθαίνεται από τον καναπέ και το youtube. Βγες έξω, μίλα με ανθρώπους του χώρου, παίξε μαζί τους, πήγαινε στους χώρους όπου επιτελείται, κ.ο.κ. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα σνομπάρουμε τα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας για να βοηθήσουμε και να βοηθηθούμε όσον αφορά την εκμάθηση του είδους. Εδώ οι ίδιοι οι ρεμπέτες δεν είχαν τέτοια κόμπλεξ. Ο Σέμσης για παράδειγμα θαύμαζε τους κλασικούς βιολιστές (υπάρχει μαρτυρία περί αυτού) που πάει να πει πως αντιλαμβανόταν ότι αυτοί οι άνθρωποι ακολούθησαν σπουδές με θεωρίες, παρτιτούρες, κ.λπ. Ο Μπαγιαντέρας είχε γράψει μια σύντομη μέθοδο για μπουζούκι και δεν είπε ποτέ «άμα θέλετε να μάθετε μπουζούκι, ελάτε μόνο από το μαγαζί να σας δείξω». Ο Παπάζογλου έμαθε από τον Περιστέρη σημειογραφία και υπάρχει μαρτυρία ότι σε επαγγελματικές συνθήκες ηχογράφησης τον είχαν βάλει να τρανσπορτάρει τις παρτιτούρες των υπό ηχογράφηση τραγουδιών γιατί η τραγουδίστρια ήθελε να τα πει μισό τόνο κάτω (γεμίζοντας με υφέσεις τη νέα πάρτα, κάτι που ωστόσο δεν πτόησε τον Παπάζογλου). Ο Τούντας έγραφε σχεδόν όλα του τα κομμάτια σε παρτιτούρα και πολλές φορές έγραφε ξεχωριστές πάρτες για κάθε όργανο. Ορισμένοι ρεμπέτες αργότερα είχαν και μαθητές και τους έδειχναν, ο καθένας όπως μπορούσε. Κανείς δεν είπε «πήγαινε μόνο στην ταβέρνα αν θες να μάθεις», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι απαραίτητη η αμεσότητα. Ο Σταύρος Παντελίδης ήταν περιζήτητος με τις γνώσεις του στη σημειογραφία και τον αποζητούσαν πολλοί συνθέτες, είτε να τους γράψει τα τραγούδια σε παρτιτούρα είτε να τους βοηθήσει συνθετικά/ενορχηστρωτικά επειδή ήταν σπουδαγμένος κι ήξερε θεωρία. Και είναι και άλλες περιπτώσεις, όπως ο Σκαρβέλης, ο Ροβερτάκης, και και…

Με όλα αυτά θέλω να πω ότι και μεις σήμερα μπορούμε να αξιοποιήσουμε κάθε εργαλείο που μας προσφέρεται. Αλλιώς να απορρίψουμε και το youtube και το φόρουμ και την τεράστια βάση του σήλαμπς, τα πολύ χρήσιμα βιβλία των Βούλγαρη-Βανταράκη, του Μυστακίδη, του Μαυροειδή, να μην ακούμε ψηφιακά τη μουσική αλλά όλοι να βρούμε γραμμόφωνα και πλάκες (αδύνατο) και τέλος να μην έχουμε παρτιτούρες και θεωρίες ούτε καν για τα ματζόρε και τα μινόρε. Αστεία πράγματα.

Για μένα, μια καλή παρτιτούρα είναι ένα εργαλείο μελέτης. Θα με διαφωτίσει εκεί που δεν μπορούσα να καταλάβω τι συμβαίνει, θα μου δώσει κίνητρο να ασχοληθώ πιο εντατικά με σημεία που αλλιώς θα τα προσπερνούσα, θα με βάλει σε διαδικασία να μελετήσω πιο σχολαστικά εκείνον το ρυθμό που δεν μπορώ να αποδώσω, θα μου δείξει ότι εδώ έχει μια δεύτερη που αγνοώ, αλλού θα υποδείξει μια ενορχήστρωση που δεν είχα πάρει χαμπάρι, και άλλα πολλά. Στο τέλος όμως, όταν θα παίξω το κομμάτι, θα το κάνω βίωμα. Θα το ευχαριστηθώ και θα αφήσω τον εαυτό μου ελεύθερο κι άμα γουστάρω θα αλλάξω όλα όσα έμαθα και θα τα παίξω όπως θέλω.

Καλά λέει ο Μπάμπης λοιπόν, ας μην απαξιώνουμε την έρευνα και τη μελέτη. Βέβαια, το ζητούμενο δεν είναι να τα παίξουμε ακριβώς. Για την ακρίβεια, ο τρόπος αξιοποίησης της παρτιτούρας είναι στην ευχέρεια του αναγνώστη. Ας κάνει ο καθένας ό,τι νομίζει. Δεν είμαστε χωροφύλακες της ερμηνείας. Δεν καταλαβαίνω την κουβέντα «και ας στενοχωριθούν οι λόγιοι». Ποιοι είναι οι λόγιοι; Ο Βούλγαρης, ο Μυστακίδης, ή εμείς που γράφουμε εδώ, εγώ ή o alk για παράδειγμα;

7 «Μου αρέσει»

Κάπως έτσι δουλεύουν οι μουσικοί της αναγεννησιακής και μπαρόκ, π.χ. το παράδειγμα που έχω υπόψη μου Greysteil - Wikipedia . Το ποίημα ήταν σε μια συλλογή, η διασκευή της μουσικής σε ταμπλατούρα λαούτου σε άλλο χειρόγραφο, κάποιοι τα έβαλαν μαζί και ξανασυναρμολόγησαν το τραγούδι :slight_smile:

1 «Μου αρέσει»

Σημειωτέον ότι οι άνθρωποι του χώρου, σήμερα που μιλάμε, είναι μουσικοί. Μπορεί μουσικά εγγράμματοι ή όχι, μπορεί θεωρητικοί ή πρακτικοί, αλλά πάντως δεν είναι κάτι άλλο, είναι μουσικοί. Δεν έχουν κάποιο άλλο εξωμουσικό χαρακτηριστικό που να είναι κοινό και να τους ενώνει: ούτε Μικρασιάτες ή Περαιώτες, ούτε υποκοσμικοί ή χασικλήδες, ούτε φτωχαδάκια πλην τίμιοι, ούτε πρόσφυγες ή μετανάστες. Είναι απλά άνθρωποι που γνωρίζουν και υπηρετούν το συγκεκριμένο μουσικό είδος. Ως προς κάθε άλλο χαρακτηριστικό τους, κοινωνικό, επαγγελματικό κλπ., είναι παντοσύναχτοι.

Άρα το βίωμα είναι μουσικό βίωμα.

2 «Μου αρέσει»

Όχι μόνο, είναι και πολύ πρακτικό εργαλείο!
Με τον καιρό έχω μαζέψει χιλιάδες παρτιτούρες, άλλες που έφτιαχνα μόνος μου κατά καιρούς για διάφορες χρήσεις και τις κρατάω συνήθως, άλλες που έχω από άλλους κλπ.
Όλες είναι στο ipad.
Πολλές φορές με έχουν βγάλει ασπροπρόσωπο σε κάποιο παίξιμο που ζητιέται ένα κομμάτι παραγγελία που μπορεί να έχω να το παίξω χρόνια. Υπάρχει δηλαδή η παλιότερη γνώση αλλά δε το καλοθυμάμαι με ακρίβεια πρόσφατα. Σε 5 δεύτερα με ένα search έχω ανοίξει την πάρτα στο tablet, ξεκινάω prima vista (όχι ακριβώς δηλαδή, γιατί φυσικά το έχω ξαναπερασμένο) και η ξεχασμένη ανταπόκριση ή το θολό σημείο της εισαγωγής ή το ακόρντο του ρεφραίν ξανάρχεται στο μυαλό σε χρόνο dt.

3 «Μου αρέσει»