Η Μανταλένα

Ισχύει ότι το τραγούδι αυτό είναι σύνθεσης του Τζεμίλ Μπέι;Γιατί το είχα δει σε βίντεο με το όνομα ραστ ζειμπεκ

Έχει ξανασυζητηθεί το θέμα σε περισσότερες από μία θέσεις. Δες εδώκαι θα βρείς την άκρη. Είναι παραδοσιακό κομμάτι και το έχει ηχογραφήσει και ο Τζεμίλ Μπέυ.

ηχογράφηση ναι, σύνθεση αγνοώ

Συνεχώς ανεβαίνουν νέα πράματα που μας κάνουν να αναθεωρούμε ότι ξέρουμε

2 «Μου αρέσει»

Ναι. Κι εγώ το έμαθα πρόσφατα: είδα να το αναφέρει είτε ο Ανδρίκος είτε ο Λυγκ στα άρθρα τους για το Τσετσέν Κιζί / Τα ξύλα / Πλεύνα, όπου και πάλι εμπέκεται ο Τζεμίλμπεης, και που τα συζητήσαμε εδώ (και αλλού) και το αναζήτησα στο ΥΤ (αυτό που πόσταρες, Αλέξανδρε, ανέβηκε πριν 9 ώρες, αλλά το είχα βρει και πριν κανένα μήνα χωρίς να κοιτάξω πόσο παλιά ανάρτηση ήταν). Περίεργο που, ενώ τα άρθρα τα είχα ξαναδιαβάσει και παλιότερα, όχι μία φορά, ωστόσο δεν ξαναείχα μπει στη διαδικασία να ψάξω αυτό το τραγούδι.

Από τα δύο άρθρα μαζί συνάγει κανείς μερικά πράγματα για τη μουσική και συνόλη προσωπικότητα του Τζεμίλμπεη και τη σχέση του με την ανώνυμη λαϊκή παραδοσιακή μουσική. Όχι ότι δίνεται απάντηση για την πατρότητα του ζεϊμπέκικου (ούτε καν του Τσετσέν Κιζί, που είναι το θέμα και των δύο), ούτε και πιστεύω να δοθεί οριστική απάντηση ποτέ, όμως κατανοεί κανείς καλύτερα το πλαίσιο.

Τώρα, αυτό με τη Μαχμουρέ Χαντάμ Χανούμ είναι ενδιαφέρον στο πλαίσιο της σύγκρισης όλων των εκδοχών που κυκλοφορούν, αλλά από μόνο του όχι και τόσο. Πολύ πιο πλούσιες είναι οι οργανικές εκδοχές του Τζμίλμπεη και του Χαλικιά. Και την ίδια τη Μανταλένα, παρ’ ότι η κλασική ηχογράφηση της Παπαγκίκα είναι εξαιρετικά παιγμένη (όπως όλα της Παπαγκίκα και της ορχήστρας του άντρα της), το βρίσκω σαν μια μάλλον αδέξια προσπάθεια να προσαρμοστούν στίχοι σ’ έναν οργανικό σκοπό με δομή οργανικού που δεν προσφέρεται για λόγια.

Και να σημειώσουμε ότι, ενώ σε επανεκτελέσεις της εκδοχής Τζεμίλμπεη βρίσκουμε συχνά τον τίτλο «Ραστ ζεϊμπέκικο», ο ίδιος ο Τζεμίλμπεης, σοφότερα, αποφεύγει να το χαρακτηρίσει ραστ. Η εναρκτήρια και εμβληματική φράση είναι ραστ, αλλά άλλο ραστ δεν έχει, ενώ οι φράσεις είναι πολλές.

Μου δημιουργούνται επίσης ερωτήματα για τις πρακτικές διασκευών για στουντιακή χρηση.
Μέχρι τώρα είχα την εντύπωση πως η Ελληνόφωνη πρώιμη ηχογραφημένη παράδοση γενικότερα εφάρμοζε την πρακτικη της διασκευής αδέσποτων μελωδιών, πράγμα που υπέθετα πως ειχε ως σκοπό να χαίρονται οι ξενιτεμένοι ακούγοντας οικείες μελωδίες αλλα με φρεσκαρισμένο τρόπο που δικαιολογεί κατοχύρωση νέων συνθέσεων. Ο Πέναννεν λέει (παραφράζω κάπως) πως στο σύνολο τους οι πρώιμες ρεμπέτικες ηχογραφησεις δεν περιέχουν καμία νέα σύνθεση παρα μόνο Οθωμανικές μελωδίες.
Βλέπουμε ομως τις ίδιες πρακτικές και σε Τουρκόφωνο ρεπερτόριο;

δηλαδή όποιος εμπαινε στο στουντιο φρεσκάριζε και αλλαζε κάτι γνωστό; ή ο Πούλος εδω τραγουδάει μια εκδοχη που όντως υπηρχε;

edit" να και η ροζα

Δηλαδή με μια κάπως ρομαντικη διάθεση μπορεί να υποθέτουμε πως έτσι τους τα μαθε κάποιος να τα λένε απο παιδιά, αλλα η αληθεια δείχνει να ειναι πως αυτές οι διαφοροποιήσεις πιθανών να επινοήθηκαν σε στουντιακές συνθήκες για λόγους επαγγελματικούς.

εννοειται… εχει γραφτει οτι και η δημητρουλα του τουντα, ειναι παλια μικρασιατικη μελωδια. δεν μενει παρα να βγουν τιποτα ηχογραφησεις παλιες και να το ακουσουμε και αυτο με τουρκικα λογια η σαν οργανικο.
ο δισκος ηταν εμποριο, χρημα, λογικο δεν ειναι? επαγγελματιες μουσικοι ηταν… :slightly_smiling_face:
εδω αργοτερα κλεβοταν και μεταξυ τους και καταληγαν στα δικαστηρια. αντε να αποδειξεις σε αμουσους εισαγγελεις και δικηγορους αν, και πως ειναι κλεμενη μια μελωδια. αλλα, μες την δουλεια ειναι και αυτα. μεχρι που ηρθε το διαδυκτιο, και παπαλα η δισκογραφια.
γενικα μελωδιες και φρασεις ταξιδευουν απο μουσικο σε μουσικο, ολα τα χρονια, ειτε ως κλεψιμο-δανεισμο, ειτε ως εμεση-αμεση επιρροη, υπαρχει και η αντιγραφη… και το αποτελεσμα? πολλα απο αυτα τα παιζουμε πλεον ως αυτουσια τραγουδια.

εμ…? παρε παραδειγμα τον κατσαρο, ποσα τραγουδια εφτιαξε για τους δισκους, και τα εχουμε παρει τωρα εμεις οπως τα επαιζε αυτος.
αμαλια βακα, το ιδιο, γνωστες παλιες μελωδιες με αλλα λογια…
το ιδιο και στα μπλουζ στην αμερικη, εκει να δεις… φανταζομαι θα ειναι συνηθες παγκοσμιο φαινομενο…

1 «Μου αρέσει»

Στο «Λαϊκό κλαρίνο» η Μαζαράκη παραθέτει κάπου τη μαρτυρία ενός κλαριντζή:

«Το τάδε κομμάτι, που το παίζουν τώρα όλοι, είναι δικό μου. Εγώ το έβγαλα. Εγώ ήμουν ο πρώτος που το άκουσα από μια γριά που το τραγουδούσε και το…» κι εκεί προσθέτει μια έκφραση που, στη γλώσσα του σημερινού τρόπου σκέψης, σημαίνει «…και το διασκεύασα για κλαρίνο». Στη δική του όμως γλώσσα δε λέει διασκεύασα, λέει δημιούργησα.

Μέσα στην ίδια φράση δηλώνει και δημιουργός, αλλά και ότι το πήρε από τους παλιότερους. Ποια είναι η αλήθεια;

Η αλήθεια είναι και ότι…

…, η αλήθεια όμως έγκειται και στο να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε τη σκέψη παλιότερων ανθρώπων.

Όλοι μας γεννηθήκαμε ανάμεσα σε δίσκους, σιντί, κασέτες, ραδιόφωνα, άντε 78άρια ίσως οι αρχαιότεροι, ΥΤ και μπ3 ίσως οι νεότεροι. Κανείς μας δεν έχει εμπειρία πώς είναι να πρωτοεμφανίζονται αυτά τα πράγματα εκ του μη όντος.

Ο πληροφορητής της Μαζαράκη όμως πρόλαβε να εμφανίζεται ακόμη και το ίδιο το κλαρίνο (=ο εξατομικευμένος επαγγελματίας οργανοπαίχτης), σ’ έναν κόσμο που ο ίδιος τον είχε πρωτογνωρίσει μόνο με φλογέρες και ατομικό ή ομαδιό τραγούδι (=μόνο με συλλογική προφορική παράδοση).

Σκέφτονταν αλλιώς!

Στην εποχή της ανώνυμης δημιουργίας που δεν υπήρχαν ηχητικές καταγραφές, κάποιος οργανοπάιχτης μπορεί πολύ εύκολα να μάζευε μελωδικές φράσεις από δω κι από εκεί και να τις συνέδεε χωρίς καν να σκεφτεί ότι αυτά προϋπήρχαν. Το τελικό αποτέλεσμα που δίνει υπάρχει σημαντική πιθανότητα να πιστεύει ακράδαντα ότι είναι δικό του και όχι πονηρά να πάει να το καταχραστεί. Θα αναφέρω δυο δικά μου παραδείγματα. Ο μεγάλος μου γιος παίζει κιθάρα ηλεκτρική κατά κύριο λόγο και ακουστική. Του αρέσουν τα μπλουζ, ειδικά ΄να παίζει με ένα parlor γερμανικό κιθαρόνι το 1930 που έχω επισκευάσει και κάθεται συχνά και τζαμάρει με αυτό. Καθώς τζαμάρει πιάνει το αυτί μου φράσεις από heavy metal , ροκ, ρεμπετικα, παραδοσιακά ακόμη και Θεοδωράκη και Χατζιδάκη να εντάσσονται σε αυτά που παίζει. Του λέω ρε παίζεις το τάδε και μου απαντά ''δεν ξέρω. Παίζω ότι μου βγαίνει΄΄.
Ένα άλλο παράδειγμα από τα φοιτητικά μου χρόνια όταν παίζαμε σε ένα κουτουκάκι. Μια μέρα ΄που πήγαμε για να πάιξουμε, ο ιδιοκτήτης που γρατσούναγε ένα μπουζουκάκι μας λέει: ‘‘ακούστε ένα τραγούδι που έγραψα χτες βράδυ. Μου ήρθε με την μία.’’ Πιάνει λοιπόν το μπουζούκι και μας παίζει την βασική μελωδία από ''Τα παιδιά κάτω στον κάμπο΄΄ του Χατζιδάκη. Δεν πιστεύω πως το έκανε εσκεμμένα και πονηρά. Δεν του είπα τίποτα. Είπα να τον αφήσω με την χαρά ότι κάποιο τραγούδι έγραψε και αυτός. Άλλωστε τι, θα το έβγαζε σε δίσκο για να τον πάει στα δικαστήρια ο Χατζιδάκης (ζούσε ακόμα τότε);

αυτο εχει συμβει σε πολλους, το εχω δει κι εγω να συμβαινει μπροστα μου. θα ελεγα οτι ειναι η εμμεση επιρροη. το παραδειγμα του ‘‘αντιλαλουν οι φυλακες’’ του μαρκου, τι ειναι ας πουμε? κλεψιμο δανεισμος η επιρροη? υπογραφει ως δημιουργος με το ονομα του ετσι?

Δεν απαντιέται το ερώτημα αν τεθεί με τέτοιους, σημερινούς όρους. Έχετε πάει από κει να δείτε τι γίνεται; Δώδεκα εντελώς διακριτά κομμάτια αποτελούμενα από αναδιάταξη και παραλλαγή δύο βασικών φράσεων και μερικών ακόμη, λιγότερο βασικών.

Η παρακάτω πληροφορία δεν απαντάει άμεσα σε κάτι, αλλά έχει νομίζω μια σχέση με το θέμα:
Αναφερόμενη λοιπόν η Αγγέλα Παπάζογλου στην μουσική σκηνή της Σμύρνης πριν την καταστροφή, και στις σμυρναίικες μελωδίες που σήμερα θεωρούμε “αδέσποτες”, λέει ότι όλες αυτές οι μελωδίες παίζονταν ελεύθερα από όλους τους μουσικούς σε όλα τα κέντρα της Σμύρνης (κάτι σαν “κοινό κτήμα” δηλαδή), αλλά ταυτόχρονα όλοι στο σινάφι των μουσικών γνώριζαν ποιος ανάμεσά τους είναι ο δημιουργός της κάθε μιάς.

(Πράγμα που επίσης γεννά σκέψεις για τους αληθινούς όρους της “ανώνυμης” προφορικής δημιουργίας και παράδοσης, από τη μια, και για την εισαγωγή της επώνυμης δημιουργίας και των πνευματικών δικαιωμάτων με τη διοσκογραφία και το εμπορικό προϊόν της, από την άλλη).

ακριβώς αυτό το σημείο προσπάθησα πρόσφατα να διαλευκανω σε μια εργασία μου στη σχολή, αν και δεν προχώρησε όλο ηλπιζα:
Σχετικά με τις συνθηκες ηχογράφησης, πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες έχει συλλέξει ο Γκέκας, ο οποίος δηλώνει πως, σε μεγαλο βαθμό η μουσικη δημιουργία για την οποία μιλάμε είναι αποτέλεσμα συνεργασίας, επεξεργασίας παλαιότερου υλικού αλλά και ανταλλαγής ακατέργαστων τραγουδιών, τα οποία επρεπε να ενορχηστρωθούν και να περάσουν απο το χέρι του καλλιτεχνικού διευθυντή προκειμένου να ηχογραφηθούν.
Το να εντοπίσουμε νέο/επώνυμο υλικό σε αυτό το χώρο είναι βαθειά προβληματική διαδικασία αν και, παρότι ο Πέννανεν απορρίπτει την ύπαρξη νέων συνθέσεων, δε νομίζω ότι έχει απόλυτα δικιο
Ασχολήθηκα με 8-9 τραγούδια του Τούντα και ανέλυσα με τρόπο που έδειχνε πως η μελωδία (η τροπικότητα ουσιαστικά) ακολουθεί τα λόγια.Το επιχείρημα μου είναι πως θα ήταν δύσκολο να γράψει κάποιος λόγια για μια παλαιότερη αδέσποτη μελωδία και το αποτέλεσμα να περιέχει μελωδική ευαισθησία προς τον στίχο. Η υπόθεση μου είναι πως η μουσική γράφτηκε για τον στίχο.

Γι’ αυτό η Μανταλένα με λόγια είναι μάπα.

Με το ίδιο σκεπτικό, εκτός ρεμπέτικου τώρα, θεωρώ ότι και ο «Μεγάλος Καλαματιανός» (=Μαντήλι καλαματιανό) είναι οργανικό και τα λόγια απλώς τα κοτσάρανε. Ακόμη πιο μακριά από το ρεμπέτικο, το ίδιο ισχύει για την Καραγκούνα, όπου μάλιστα νομίζω ότι δεν είναι και μυστικό ότι αρχικά παιζόταν οργανικά.

Επιστρέφοντας όμως στο ρεμπέτικο, και δη στο «χαμηλό» ρεμπέτικο, όχι του Τούντα αλλά το μουρμούρικο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχουν πάμπολλοι σκοποί που προορίζονται μεν για λόγια αλλά όχι για συγκεκριμένα λόγια. Εκεί, όπως και στους αντίστοιχους σκοπούς ελεύθερων διστίχων της δημοτικής παράδοσης, η μουσική δεν ερμηνεύει βέβαια τα λόγια.

1 «Μου αρέσει»