Για το λήμμα τεκές

Μπα!! Λες λοιπόν η ελληνική αργκοτική έννοια να είναι κατευθείαν δάνειο από τα τουρκικά και όχι κάτι που σχηματίστηκε στα ελληνικά;

Μέχρι τώρα σκεφτόμουν το κλασικό φαινόμενο της δείνωσης που υφίστανται πολύ συχνά στα ελληνικά οι λέξεις τούρκικης προέλευσης (ότι ντουμάνι δεν είναι απλά ο καπνός αλλά μια έκφραση αγανάκτησης για υπερβολικά πυκνό καπνό, ντουβάρι δεν είναι απλά ο τοίχος, χαμπέρι δεν είναι απλά η είδηση κλπ.), αλλά τώρα προκύπτει ότι ίσως να μην έχουμε αυτή την περίπτωση.

Χωρίς βεβαιότητα όμως. Κανείς δεν αποκλείει και το αντίστροφο, να συνέβη στην ελληνική αργκό η δείνωση και να πέρασε από κει ως (αντι)δάνειο στα τούρκικα. Ή ακόμη και να συνέβη ανεξάρτητα στις δύο γλώσσες.

Φαντάζομαι ότι η πρώτη είναι μοναστήρι δερβίσηδων. Οι υπόλοιπες; Για αθλητικό χώρο φαντάζομαι ότι δε θα λέει τίποτε, αλλιώς θα το ανέφερες.

Για το derviş λέει τίποτε πέρα από την κλασική κυριολεξία, τον μοναχό;

Η πρώτη σημασία είναι «μοναστήρι δερβίσηδων»

Η δεύτερη σημασία είναι «içsiz güçsüz kimselerin buluçup siğιndιklarι yer»= «ένα μέρος όπου οι άστεγοι/άεργοι συναντιούνται και βρίσκουν καταφύγιο»

(μεταφ.)
Alçak gönüllü ve her şeyi hoş gören kimse: άνθρωπος ταπεινός (σεμνός/μετριόφρων) και ανεκτικός

1 «Μου αρέσει»

Είναι λογικό να υποβαθμίζεται ο ρόλος του τεκέ στην Τουρκία από το επίσημο κράτος. Στο άρθρο για τους τεκέδες της Κωνσταντινούπολης αναφέρεται ότι μετά το 1925 επήλθε σταδιακά η ερήμωση και διάλυσή τους με πρωτοβουλία του κράτους.
Σχετικά με το γλωσσάρι θα συμφωνήσω με τον Περικλή με την έννοια ότι στα ελληνικά ο τεκές σημαίνει χασισοποτείο και τίποτα άλλο.
Όπως είπα στο #3 εφόσον μπούμε σε λεπτομέρειες για τον ρόλο του τεκέ στην Τουρκία, τότε μπορούν να αναφερθούν οι λειτουργίες που αυτός είχε.

Μια πρόταση για διόρθωση του λήμματος:

τεκές

  1. χασισιποτείο
  2. χώρος γεμάτος με καπνούς από τσιγάρα
  3. καταγώγι όπου σύχναζαν οι χασισοπότες

Ακούγεται σε αρκετά τραγούδια, π.χ. : « Μες του Ζαμπίκου τον τεκέ», 1932,
σε στ. και μουσ.: Κ. Τζόβενου
και ερμην.: Εσκενάζυ

«…μες στου Ζαμπίκου τον τεκέ, βρ’ αμάν αμάν,
θα πα’ να πιω ένα ναργελέ…»

[ΕΤΥΜ. Τούρκ. tekke <αραβ. =μουσουλμανικό μοναστήρι]

1 «Μου αρέσει»

Προσωπικά θα πρότεινα να μην συμπεριληφθεί το 3. Τα 1 και 2 προσδιορίζουν επαρκώς τα του λήμματος. Το πολύ πολύ, στο 2 να προταχθεί ένα “(κατ’ επέκτασιν)”.

Αυτό το λέμε σήμερα. Το λέγαν και στα ρεμπέτικα;

i am finding always Χασισοποτείο
not 1. χασισιποτείο

:disguised_face:

1 «Μου αρέσει»

Σωστά Simon, χασισοποτείο είναι η λέξη. Προφανώς, στο #26 παρεισέφρησε ένα λάθος πληκτρολόγησης.

2 «Μου αρέσει»

Σωστά, λάθος στην πληκτρολόγηση.
χασισοποτείο, είναι φυσικά.

Περικλή, πρότεινε και εσύ μια διόρθωση στο λήμμα, για να προχωρήσουμε.

1 «Μου αρέσει»

Προσωπικά είμαι καλυμμένος με το σκέτο “χασισοποτείο”
Στην δε ετυμολόγηση φαίνεται και η πρώτη σημασία, οπότε εγώ είμαι κομπλέ

Όπως κι εδώ, αντί “παρεισέφρησε”

1 «Μου αρέσει»

do you know this, is it serious?

1 «Μου αρέσει»

Yes, I know that.
Some kind of superficial report from a famous writer of that time

Η διαφορά είναι δυσδιάκριτη

Εδώ που τα λέμε, τι σημαίνει χασισοποτείο;

Το ονλάιν λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη λέει:

χασισοποτείο το [xasisopotío] [Ο39] : κακόφημο κέντρο όπου συγκεντρώνονται χασισοπότες και άλλοι ναρκομανείς.

Δεν ξέρω πώς τους ξέφυγε, πάντως το θεωρώ σύλλαθο:

  1. Τι θα πει κακόφημο; Αν ρωτήσουμε π.χ. τη γνώμη του Τζοβενου για τον τεκέ του Περδικάκη νομίζω ότι θα έλεγε τα καλύτερα λόγια.

  2. Συγκεντρώνονται χασικλήδες; Χασικλήδες μπορεί να συγκεντρωθούν και σε ταβέρνες και σε κάθε είδους κέντρα. Το θέμα είναι ότι στο χασισοποτείο συγκεντρώνονται για να καπνίσουν χασίς, και μάλιστα το χασίς που προσφέρεται εκεί (όχι δικό τους).

  3. Επιπλέον, δε συγκεντρώνονται υποχρεωτικά.Σύμφωνα με τα τραγούδια, και μόνοι τους πάνε. Και όχι κατ’ ανάγκην για να βρουν εκεί παρέα.

  4. Και άλλοι ναρκομανείς;;

Το ονλάιν Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας αγνοεί πλήρως τη λέξη.

Ο Μπαμπινιώτης (πρώτη έκδοση, δεν ξέρω τι γράφει στις τελευταίες) είναι πιο κοντά:

Ο χώρος στον οποίον καπνίζουν χασίς. Συνών. χασικλήδικο, τεκές.

Αλλά νομίζω ότι ούτε αυτός το καλύπτει πλήρως. Διορθώστε με αν κάνω λάθος, αλλά νομίζω ότι όταν μαζεύεται μια παρέα σ’ ένα σπίτι να την πιούνε, το σπίτι δεν μπορεί να χαρακτηριστεί χασισοποτείο (τουλάχιστον όχι κυριολεκτικά). Ακόμη κι αν το κάνουν συνέχεια στο ίδιο σπίτι. Ούτε τεκές, με την έννοια που είχε στα ρεμπέτικα και στην εποχή τους.

Ο τεκές (και το χασισοποτείο) είναι μαγαζιά που παρέχουν χασίς, καθώς και ναργιλέδες και ό,τι άλλο χρειάζεται, για κατανάλωση επιτόπου. Μαγαζιά παράνομα (ή μήπως όχι ανέκαθεν;) και, απ’ ό,τι έχω καταλάβει, συνήθως υποτυπώδη. Αλλά πάντως μαγαζιά. Όχι π.χ. μια σπηλιά ή οποιοδήποτε άλλο στέκι όπου πάνε να πιούνε το δικό τους σταφ.

Ακριβώς όπως το τεϊοποτείο δεν είναι κάθε χώρος όπου πίνεις τσάι, αλλά το καφενείο που σερβίρει τσάι.

Ίσως είναι μια προβολή από το σήμερα στο τότε;
και μια υποτίμηση από τη σκοπιά των ανθρώπων που δεν ανήκουν στην υποκουλτούρα

μαγαζιά !!!

Σημαίνει γενικά το χώρο όπου γίνεται χρήση χασίς, όποιος κι αν είναι αυτός, οργανωμένος και επίσημος ή μη.
Κάτι στο οποίο μπορούμε να επεκταθούμε γενικά, αλλά ουδόλως αφορά το ρεμπέτικο τραγούδι όπου οι αντίστοιχοι όροι χρησιμοποιούνται μόνο κυριολεκτικά.

Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί με τη μεταφορική σημασία της λέξης.

Εν πάση περιπτώσει, στα ρεμπέτικα τραγούδια που μάς ενδιαφέρουν, όπου ο όρος «τεκές» χρησιμοποιείται όμως μόνο κυριολεκτικά, δεν υπάρχει καταλληλότερος τρόπος για να αποδοθεί η έννοια του τεκέ, παρά μόνο με τη λ. «χασισοποτείο».

2 «Μου αρέσει»

Έστω ότι χασισοποτείο είναι ο κάθε χώρος όπου πίνουν χασίσι. Ακόμα κι ένα σπίτι, ή ένα μέρος χωρίς αφεντικό. Ο τεκές όμως -που αυτός μάς ενδιαφέρει- δεν είναι ο κάθε χώρος, είναι ο χώρος όπου σερβίρουν χασίσι. Υπάρχει μαγαζάτορας και παροχές, και πληρώνεις γιατί είσαι πελάτης-καταναλωτής.

Επομένως δε μας καλύπτει το «τεκές = χασισοποτείο». Θέλουμε έναν περιγραφικό ορισμό, σύντομο βέβαια και χωρίς λεπτομέρειες που μπορεί να μην είναι σταθερές, αλλά πάνως όχι ένα συνώνυμο που δεν είμαστε βέβαιοι αν είναι ακριβές.

Να ρωτήσω: ήταν ποτέ νόμιμοι οι τεκέδες;