Άκουσα στο ραδιόφωνο αυτό:
Έρικ Κλάπτον, «Malted Milk», λάιβ 1992 (ο δίσκος - η συναυλία δεν ξέρω). Ένα ακουστικό μπλουζ, παιγμένο εντελώς αλά παλαιά, από έναν άνθρωπο μόνο του που τραγουδάει και παίζει κιθάρα (με μικρή επιφύλαξη: αν υπάρχει και δεύτερος κιθαρίστας, αφενός είναι εξαιρετικά διακριτικός και αφετέρου είναι πάρα πολύ καλά συντονισμένοι μεταξύ τους).
Έμοιαζε να είναι επανεκτέλεση από κάποια παλιά ηχογράφηση, μάλλον της εποχής που στα καθ’ ημάς ήταν Μεσοπόλεμος, κατά την οποία υπήρχαν αρκετοί one-man-band μπλουζίστες τρουβαδούροι αυτού του στιλ. και πράγματι, βρίσκω ότι το τραγούδι είναι του Ρόμπερτ Τζόνσον, t.a.q. 1938 (τότε πέθανε), ο οποίος Τζόνσον ήταν τυπικό παράδειγμα αυτού του στιλ:
Ο Κλάπτον υιοθετεί το ύφος και τις τεχνικές του «προγόνου του», αλλά δεν αντιγράφει νότα προς νότα. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο, που το έχουν και οι δύο, είναι ότι ενώ το τραγούδι είναι 12μετρο, δηλαδή κάθε στροφή με λόγια ή οργανική πατάει στην ίδια σειρά συγχορδιών με τις ίδιες αλλαγές και την ίδια διάρκεια, ωστόσο σε κάποια σημεία μοιάζει να σε πετάει έξω από τον χρόνο, έξω από την αυστηρότατη προδιαγραφή του 12μετρου.
Έχω ακούσει χιλιάδες δωδεκάμετρα τραγούδια, γιατί υπάρχουν χιλιάδες, από την εφεύρεση του φωνογράφου μέχρι και σήμερα. Παραλλαγές του βασικού μοτίβου υπάρχουν άπειρες, αλλά η προσήλωση στη χρονική δομή (ότι τα μέτρα είναι δώδεκα) είναι κανόνας απαράβατος. Έτσι, σε κάποια παλιά κομμάτια σαν αυτό του Ρ. Τζόνσον, έσπαγα το κεφάλι μου να καταλάβω ποιος αντιχρονισμός είναι που με κάνει να νομίζω ότι ξεφύγαμε από τον χρόνο. Μετά από χρόνια προσπάθειας, αναγκάστηκα να παραδεχτώ το προφανές: δεν νομίζω εγώ, όντως ξεφύγαμε!
Ο Ρόμπερτ Τζόνσον δεν είναι ο τύπος για τον οποίο θα λέγαμε «δεν ξέρει θεωρία, είναι ένας απλός άνθρωπος, δεν κρατάει χάρακα, μην κρατάς κι εσύ τον χάρακα όταν τον ακούς» και λοιπούς ευφημισμούς για να μην πούμε ότι έκανε λάθος. Δεν αμφιβάλλω μεν ότι ούτε θεωρία ήξερε ούτε χάρακα κράταγε, αλλά αυτό δεν τον διαφοροποιεί από χιλιάδες άλλους μουσικούς που έπαιξαν δωεκάμετρα χωρίς μεν να κρατάνε χάρακα αλλά ωστόσο απολύτως σωστά αν πιάσουμε εμείς τον χάρακα ως ακροατές. Ο Ρόμπερτ Τζόνσον έπαιζε λάθος το δωδεκάμετρο.
Βέβαια ο Ρόμπερτ Τζόνσον λογικά αποκλείεται να έπαιζε λάθος το δωδεκάμετρο. Τι διάβολο, αν δεν υπήρχε ο Ρόμπερτ Τζόνσον σχεδόν δε θα υπήρχε ούτε το δωδεκάμετρο, που λέει ο λόγος. Κανείς, και πόσο μάλλον εγώ, δεν μπορεί να τον βγάλει λάθος. Εξάλλου δεν είναι και κανένα δύσκολο κατόρθωμα να παίξεις δώδεκα μέτρα στη σειρά χωρίς να χάσεις το μέτρημα, πρέπει να 'σαι πολύ καλαμπόρτζης. Αλλά έλα που τα μέτρα δε βγαίνουν;
Κι ύστερα, τι μας λέει η μαρτυρία του Έρικ Κλάπτον; Άλλος καλαμπόρτζης από κει, κι αυτός λάθος δωδεκάμετρο. Ε, ντάξει, ο Κλάπτον είναι ένας απλός άνθρωπος, προσπάθησε πάντως… Ναι, αλλά σ’ ένα σωρό άλλα εξίσου δωδεκάμετρα κομμάτια (και από το ίδιο λάιβ!) δεν του ξεφεύγει τρίχα, πώς γίνεται αυτό;
Καταλήγω λοιπόν ότι, ως φαίνεται, υπήρχε μία εποχή κατά την οποία οι σόλο τρουβαδούροι μπλουζίστες είχαν πιο χαλαρή αντίληψη του ρυθμικά-μετρικά σωστού. Δεν το έκριναν με γνώμωνα έναν ορισμένο αριθμό μέτρων που στο καθένα πρέπει να συμβεί κάτι συγκεκριμένο. Είχαν έναν τέτοιο σκελετό στο μυαλό τους, αλλά επέτρεπαν στον εαυτό τους να τον στριμώξει λίγο από δω ή να τον ξεχειλώσει λίγο από κει ως κάτι που είναι μες στο παιχνίδι, και όχι ως λάθος. Θεωρώ δε ότι ο Κλάπτον με επιβεβαιώνει, όταν παρεισάγει το συγκεκριμένο στοιχείο σε επανεκτελέσεις κομματιών εκείνης της σχολής ενώ δεν το έχει καθόλου σ’ όλη την υπόλοιπη μουσική του.
Και πρόκειται για μουσικούς οι οποίοι ήταν σύγχρονοι του Κατσαρού και έπαιζαν σε πολύ συγκρίσιμο ύφος με το δικό του - για να μην πούμε ότι ενδεχομένως αυτοί ήταν τα πρότυπά του.