Στιχουργός: Νίκος Ρούτσος

ΝΙΚΟΣ ΡΟΥΤΣΟΣ: Η ζωή και το έργο του

Γεννήθηκε στην Αθήνα(:wink: το 1904 και πέθανε στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1981.

  • Ο Νίκος Ρούτσος υπήρξε περίφημος ποιητής, στιχουργός ρεμπέτικων τραγουδιών και συγγραφέας-δημιουργός του παιδικού (και όχι μόνον!) περιοδικού “ΤΑΡΖΑΝ - ΓΚΑΟΥΡ”, που κυκλοφόρησε τις δεκαετές '40 και '50 και ψυχαγώγησε μικρούς και μεγάλους (και τον γράφοντα). Από προσωπική μαρτυρία καταθέτω πως το εν λόγω περιοδικό, σε μέγεθος του άλλου γνωστού “Μικρού Ήρωα”, πέρασε από τα χέρια μας και μέχρι και την δεκαετία του '60, γιατί ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές.

Ο Ν. Ρούτσος ήταν λοιπόν πασίγνωστος στη χώρα ως ποιητής και συγγραφέας, κυρίως παιδικών μυθοστορημάτων και διηγημάτων. Για το λόγο αυτό ντρεπόταν να εμφανίζεται ως στιχουργός ρεμπέτικων τραγουδιών, σε εποχές που το ρεμπέτικο ήταν περιφρονημένο, περιθωροποιημένο και …“έχαιρε” της γενικότερης κοινωνικής κατακραυγής!
Έτσι, μένοντας στην αφάνεια σαν στιχουργός ρεμπέτικων ασμάτων, απέφευγε την (κατά τη γνώμη του) προσωπική του δυσφήμιση.

Λέγεται ότι έπαιζε και καλή κιθάρα (στοιχείο ανεπιβεβαίωτο) και αν αυτό αληθεύει πιθανώς να έχει γράψει και δικά του τραγούδια (ως συνθέτης).
(Αυτό πάντως το καταθέτω με πάσαν επιφύλαξη).
Πάντως (πιθανώς) συνεργάστηκε με τον Β. Τσιτσάνη για το περίφημο “Η μάνα μου με δέρνει”, που έγινε παγκόσμια επιτυχία και κυκλοφόρησε παντού (Ευρώπη, Αμερική, Αφρική και Αυστραλία). Στην ετικέτα του 78άρη δίσκου της HMV με αριθμό ΑΟ-2856, εμφανίζεται ως αποκλειστικός δημιουργός (στίχοι και σύνθεση).

Με ποιούς συνθέτες συνεργάστηκε:
Ο Ν.Ρ. συνεργάστηκε ιδιαίτερα με τους Β. Τσιτσάνη, Μ. Χιώτη, Γ. Τατασόπουλο-Ντίλλιγκερ και Σταύρο Τζουανάκο.
Με τον Βλάχο έγιναν “μπίλλιες” για την πατρότητα των στίχων για διάφορα τραγούδια.
Από το 1947 ο Ν.Ρ. διεκδικούσε ποσοστά σε 18 τραγούδια του Τσιτσάνη για τη στιχουργική τους. Κατέφυγαν σε πολύχρονους δικαστικούς αγώνες, με συμμετοχή της Columbia σαν μάρτυρας και έφθασαν μέχρι τον Αρειο Πάγο.

Η απάντηση της εταιρείας Columbia, σε μορφή επιστολής προς τον δικηγόρο του Ρούτσου, ήταν: από τα 18 διεκδικούμενα τραγούδια στα 9 εμφανιζόταν σαν αποκλειστικός δημιουργός (στίχοι και μουσική) ο Τσιτσάνης, στα 7 δεν υπήρχε τίτλος στιχουργού στην Columbia (άρα του …Τσιτσάνη!!). Τα άλλα δύο ήταν: το “Απόψε κάνεις μπαμ” και η “Συννεφιασμένη Κυριακή”. Για το πρώτο δικαιούχοι (κατά την εταιρεία, της οποίας σημειωτέον καλλιτεχνικός Διευθυντής ήταν ο Τσιτσάνης) ο Βλάχος με ποσοστό 75% και Ρούτσος 25%. Για το δεύτερο δικαιούχοι ο Τσιτσάνης με 80% και ο ταλαίπωρος και φτωχός Αλέκος Γκούβερης με 20%.

Τέλος, η απόφαση του Αρείου Πάγου στις 5 Φεβρουαρίου 1987 (μετά το θάνατο του Ρούτσου!!), στο οποίο κατέφυγε το 1975 με αγωγή ο Ν. Ρούτσος εναντίον του Β. Τσιτσάνη, ήταν απορριπτική και επέβαλε στις εγκαλούσες σύζυγο και θυγατέρα του άμοιρου Ρούτσου (που συνέχιζαν τη δίκη στο όνομα του ενάγοντα) την δικαστική δαπάνη 45.000 δρχ, όχι ευκαταφρόνητη για την εποχή εκείνη).

Σημείωση:

  1. Η περίπτωση του άτυχου Ν.Ρ. αποτελεί κραυγαλέα περίπτωση ριγμένων του χώρου του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Και απαιτεί στήριξη και μεταθανάτια αναγνώριση (έστω σε μικρό βαθμό).
    Όποιος λοιπόν διαθέτει περισσότερα στοιχεία, για μεγαλύτερη διαφώτιση, επιβάλλεται να τα στήλει αμέσως από κάτω. (Αυτό έτσι κι αλλιώς πρέπει να γίνεται για ΟΛΟΥΣ τους δημιουργούς).

  2. Δεν υπάρχει καμία πρόθεση αμφισβήτησης και σπίλωσης του ονόματος, της τιμής και του κολοσσιαίου και ασύγκριτου έργου του ΠΡΩΤΟΥ Έλληνα δημιουργού του χώρου του ρεμπέτικου/λαϊκού τραγουδιού ΒΑΣΙΛΗ ΤΣΙΤΣΑΝΗ (κατά τη γνώμη και προτίμησή μας).
    Εμείς απλώς καταγράφουμε γεγονότα…

  3. Πηγή των παραπάνω, το προσωπικό μου αρχείο.

Μερικά από τα τραγούδια του Νίκου Ρούτσου.:

Α. Του Βασίλη Τσιτσάνη:

  • “Απόψε κάνεις μπαμ” (1950)

Β. Δικά του:

  • “Η μάνα μου με δέρνει” (15/11/1949)

Γ. Του Μανώλη Χιώτη:

  • “Θέλω άντρα ν’ αγαπάει (Οι ντιντήδες)” (1949;)
  • “Καφεδάκι” (1949;)
  • “Τα πεταλάκια (Η σούστα)” (1949)
  • "Του πόνου το ποτήρι (Σύρτε και φέρτε τον παπά) (1949)

Δ. Του Γιάννη Τατασόπουλου-Ντίλλιγκερ:

  • “Γλυκοχαράζει ο Αυγερινός” (1953-54)
  • "Είναι βαρύς ο πόνος μου (;;;:wink:
  • “Μάγισσες φέρτε βότανα” (29/10/1953)
  • “Ο κατάδικος” (;;;:wink:
  • “Πολλές μανάδες κλάψανε” (;;;:wink:
  • “Σπάστα, γκρέμιστα κυρά μου” (1953)
  • “Το αρζάν” (~ 1955)

Ε. Του Σταύρου Τζουανάκου:

  • “Γεννήθηκα στα βάσανα” (1953)
  • "Μια γυναίκα μ’ έχει κάψει) (1954;)
  • “Χίλιες γυναίκες γνώρισα” (;;;:wink:

Σ.Π.

Σάκη, μια μικρή ερώτηση; Το “χίλιες γυναίκες γνώρισα” είναι του Τζουανάκου; Το ρωτάω γιατί απ’ όσο ξέρω είναι καταγεγραμμένο ως σύνθεση του Παγιουμτζή και από το ύφος τόσο των στίχων όσο και της μουσικής του θα 'λεγα ότι είναι του Τσιτσάνη.

Λευτέρη, το “ΧΙΛΙΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΓΝΩΡΙΣΑ” δεν έχει καμιά σχέση με το Στράτο (ούτε και ερμηνευτικά) και ούτε με το Βλάχο. Είναι σίγουρα του Σταύρου Τζουανάκου, ο οποίος έγραψε και ερμήνευσε πολύ ωραία τραγούδια (θα του κάνουμε το βιογραφικό λίγο αργότερα).

Σ.Π.

Ούτε και ερμηνευτικά; Μα εγώ είμαι σίγουρος ότι το έχω ακούσει από το Στράτο. Εκτός κι αν μιλάμε για διαφορετικά τραγούδια με τον ίδιο τίτλο. Αυτο που έχω εγώ υπόψη μου ξεκινάει ως εξής: “Χίλιες γυναίκες γνώρισα μα σένα σε φοβάμαι…” και είναι χασάπικο παιγμένο με μπαγλαμά.

«Πολλές γυναίκες γνώρισα μα εσένα σε φοβάμαι
Να μην σε ξεμυαλίσουνε γι’ αυτό και δεν κοιμάμαι»

Μήπως εννοείς αυτό;

Να το ξεχωρίσουμε: είναι άλλο το τραγούδι του Τζουανάκου “Χιλιες γυναίκες ΕΓΛΕΝΤΗΣΑ/ μα μια γυναίκα μόνο/… κλπ” για το οποίο ισχύουν όσα είπε ο Σάκης και άλλο το “Χίλιες γυναίκες ΓΝΩΡΙΣΑ/μα σένα σε φοβάμαι…” του Τσιτσάνη με τον Στράτο.

…και άλλο το ζεϊμπέκικο του Παπαϊωάννου “Πως θα περάσει η βραδυα” που περιέχει τον στίχο “Πολλές γυναίκες γνώρισα/μα εσένα σε φοβάμαι/να μην σε ξεμυαλίσουνε/γι’ αυτό και δεν κοιμάμαι” …

Έχει απόλυτο δίκιο ο Φραγκίσκος και συμφωνώ απόλυτα μαζί του.

Σ.Π.

Παιδιά, από λάθος μπέρδεψα τα δυο τραγούδια. Αυτό που λέω εγώ είναι ως εξής: “Χίλιες γυναίκες γνώρισα μα άλλη καμιά δεν είδα, που να’χει το καμάρι σου, Ζωίτσα μου, και τη δική σου γλύκα.” Η αναφορά του ονόματος Ζωίτσα συνηγορεί υπέρ Τσιτσάνη/Στράτου, μια και αυτό ήταν το όνομα των γυναικών και των δύο.

  • Λευτέρη, αυτό ναι. Είναι ωραίο τραγούδι που τραγούδησε ο Στράτος και μάλιστα είναι και στ’ όνομά του. Όμως κατά πάσα πιθανότητα είναι τραγούδι (τουλάχιστον η μουσική) του Τσιτσάνη και ίσως οι στίχοι να είναι του Παγιουμτζή (ή και των δύο). Είναι γραμμένο για μια από τις δυό τους γυναίκες (το όνομα των γυναικών και των δυο -Τσιτσάνη και Στράτου- είναι Ζωή!).

Σ.Π.

Γειά σας

Εντελώς τυχαία έπεσα πάνω στο πολύ ενδιαφέρον κείμενο του κ. Σάκη Πάπιστα πάνω στον Νίκο Ρούτσο . Είμαι ανηψιός του Νίκου Ρούτσου, δηλαδή εγγονός της Αθηνάς, αδελφής της Αστέρως Ρούτσου (συζύγου του Ν. Ρούτσου) κι είχα την τύχη να γνωρίσω πολύ καλά τον στιχουργό, καθώς οι δεσμοί ανάμεσα στην οικογένεια του και την δική μου υπήρξαν εξαιρετικά στενοί . Επιπροσθέτως, ο παππούς μου (σύζυγος της Αθηνάς) Γρηγόρης Ντεροχωνεσιάν υπήρξε “κολλητός” φίλος του Ρούτσου απο την εποχή που ήταν φαντάροι μαζί , κατόπιν γνώρισαν και παντρεύτηκαν τις δύο αδελφές (τό γένος Λιώνη, απο τα Κάψαλα Ευβοίας) και , κατά παράξενη συγκυρία , γεννήθηκαν με ακριβώς έξι μήνες διαφορά και πέθαναν ακριβώς με έξι μήνες διαφορά, το 1981 .
Προσωπικά, έζησα τον Νίκο Ρούτσο από τις συχνές ανταλλαγές οικογενειακών επισκέψεων, αλλά πολύ περισσότερο, απο τα καλοκαίρια που παραθερίζαμε στα Νέα Στύρα Ευβοίας (λίγα χιλιόμετρα απο τα Κάψαλα) όπου τα σπίτια μας ήταν απέναντι και για σχεδόν τρείς μήνες κάθε χρόνο, το ζεύγος Ρούτσου με αντιμετώπιζε περίπου ως το εγγόνι που ποτέ δέν είχε (η μοναδική τους κόρη είναι άτεκνη) .

Σε ό,τι πιθανώς σας αφορά, ο Ρούτσος έπαιζε αρκετά όργανα , όχι ως βιρτουόζος αλλά οπωσδήποτε επαρκώς. Επαιζε καλή κιθάρα, επίσης αρκετά καλό μπάντζο , ικανοποιητικά το μαντολίνο και, αν δεν απατώμαι, υποφερτά το βιολί . Στις διακοπές έπαιρνε πάντα μαζί του κιθάρα, μαντολίνο και μερικές φορές το μπάντζο και του άρεσε να παίζει , συνήθως ντουέτο με τον παππού μου που ήταν ερασιτέχνης κιθαρίστας και αρκετά καλός τραγουδιστής . Ο Ρούτσος ήταν άφθαστος στο να αυτοσχεδιάζει επί τόπου σατιρικά στιχάκια με στόχο τους (συγγενείς και φίλους) παριστάμενους, ενώ στα παλιότερα χρόνια (μιλάμε για τις δεκαετίες του 30 και του 40) προετοίμαζε επιμελώς ολόκληρα ρεπερτόρια απο τραγούδια και ξεκαρδιστικές παρλάτες που χρησιμοποιούσε στα ετήσια μεγάλα οικογενειακά γλέντια . Αρκετά απο αυτά σώζονται σε παλιά τετράδια που έγραφε υπομονετικά ο καλλιγράφος παππούς μου και σήμερα είναι στην κατοχή των θείων μου (νομίζω πώς έχω ένα κι εγώ) . Ηταν ένας εξαιρετικά καλός άνθρωπος, ήπιων τόνων, με θαυμάσιο χιούμορ κι αχαλίνωτη φαντασία (όπως δείχνουν και τα περιοδικά που έγραφε) αλλά συγχρόνως, εντελώς ανίκανος να διαχειριστεί επιχειρηματικά το σημαντικό ταλέντο του . Ηταν αφ΄ενός πολύ ντροπαλός, αφ΄ετέρου πάρα πολύ εύπιστος (και κάπως αδιάφορος για τα υλικά αγαθά), εξ ού και τα (πολλά) χρήματα που έβγαλε απο την επιτυχία του “Γκαούρ Ταρζάν” είτε τού τα έφαγαν διάφοροι επιτήδειοι, είτε τα ξόδεψε σε επενδύσεις εκτός πραγματικότητας , είτε δέν έφτασαν ποτέ στα χέρια του γιατί έκανε παιδαριώδη λάθη σε συμβόλαια και πάσης φύσεως “χαρτιά” . Ο Νίκος Ρούτσος πέθανε στην Κυψέλη , που έζησε σχεδόν όλη του την ζωή κι όσο τον γνώρισα εγώ, κυρίως στην δεκαετία του 70 , ζούσε φτωχικά και χωρίς καμμία οικονομική άνεση .

Ο Ρούτσος ήταν παθιασμένος με την μουσική, αν και στο τέλος της ζωής του που τον γνώρισα, έκλινε περισσότερο προς το “κανταδόρικο” τραγούδι παρά προς το ρεμπέτικο . Παρά ταύτα, απο τις διηγήσεις της θείας μου, της κόρης του Μάγιας, της μητέρας μου, των θείων μου και της γιαγιάς μου, προκύπτει ότι στην δεκαετία του 40 έκανε στενή παρέα με τον Τσιτσάνη και μάλιστα, ο Τσιτσάνης συχνά πήγαινε για δουλειά και φαγητό στο σπίτι του ζεύγους Ρούτσου στην Κυψέλη . Ο Ρούτσος πάντοτε έλεγε (και η οικογένεια μου επιβεβαίωνε) πώς οι στίχοι των τραγουδιών του Τσιτσάνη “Σερσέ Λα Φαμ” και “Ντερμπεντέρισα” ήταν δικοί του, ενώ είναι γνωστή η ιστορία με την “Συννεφιασμένη Κυριακή”, στην στιχουργική σύνθεση της οποίας΄(στο σπίτι του Ρούτσου, απο τον ίδιο και τον Τσιτσάνη) η γιαγιά μου και η Αστέρω ορκίζονταν πώς ήταν παρούσες .
Φυσικά, δέν μπορώ να επιβεβαιώσω προσωπικα κάτι τέτοιο κι απλώς μεταφέρω τις οικογενειακές κουβέντες , που ωστόσο , δεδομένου του ότι τα εν λόγω άτομα ήταν απλοί και εξαιρετικά τίμιοι άνθρωποι, εγώ τείνω να πιστεύω. Ο ίδιος ο Ρούτσος θυμάμαι, πάντως, πώς έφερνε βαρέως το ότι, καθώς το ρεμπέτικο τραγούδι άρχισε να απο - περιθωριοποιείται και να αποκτά σημαντική ιστορική διάσταση , το όνομα του και, κυρίως, το έργο του παρέμεναν εν πολλοίς άγνωστα . Ομως, λόγω χαρακτήρα , του ήταν δύσκολο να κάνει οτιδήποτε και η όψιμη δικαστική διεκδίκηση του απέναντι στον Τσιτσάνη οφειλόταν κυρίως στην επιμονή της γυναίκας του, Αστέρως, που υποπτεύομαι πώς το κίνητρο της ήταν περισσότερο αυτό της οικονομικής επιβίωσης της οικογένειας παρά εκείνο της όποιας υστεροφημίας .
Στην οικογένεια μου μιλούσαν με πολύ άσχημα λόγια για τον Τσιτσάνη (οι περισσότεροι τον είχαν γνωρίσει προσωπικά στην Κατοχή ή λίγο μετά), αν και δέν θυμάμαι τον ίδιο τον Ρούτσο να μιλάει για αυτόν .

Αν σας ενδιαφέρει η προσωπική μου γνώμη, με βάση τα οικογενειακά βιώματα και την γνώση του χαρακτήρα αφ΄ενός του θείου μου, Νίκου Ρούτσου, αφ΄ετέρου του Τσιτσάνη (απ΄όσα, βεβαίως, έχω ακούσει και διαβάσει), μου φαίνεται πολύ πιο λογικό όντως ο Τσιτσάνης , ως ισχυρότατος παράγων της εποχής, να του “έκλεψε” τους στίχους των τραγουδιών (ή, τέλως πάντων, να εκμεταλλεύθηκε , ίσως νομότυπα, την πασιφανή ανικανότητα του Ρούτσου να αντιληφθεί τα επιχειρηματικά – οικονομικά τερτίπια) παρά ο θείος μου, ένας καλότατος και αγαθός άνθρωπος, να εφηύρε όλη αυτή την ιστορία και μάλιστα, να ενεπλάκη σε τέτοια δικαστική διαμάχη χωρίς καμμία αληθινή βάση .
Πιστεύω απλά πώς ο Ρούτσος ήταν ένα “αρνί” (απο τα πολλά…) στον λάκκο των λεόντων της ελληνικής δισκογραφίας της εποχής του . Απο προσωπική πείρα, μπορώ να βεβαιώσω πώς τελείωσε τον βίο του βαθειά πικραμένος απο την τύχη των τραγουδιών του και πώς, ως το τέλος, υποστήριζε σθεναρά την πατρότητα τους, ακόμα κι όταν συζητούσε μ΄ένα παιδί όπως εγώ (όταν πέθανε ήμουν 15 χρονών) .

Επειδή δέν έχω ιδιαίτερη σχέση με το ρεμπέτικο τραγούδι, αλλά πρόλαβα να ρίξω μια ματιά σε μερικές έντονες αντιπαραθέσεις στο forum σας, σπεύδω να διευκρινίσω πώς δέν έχω κανένα προσωπικό ενδιαφέρον στο να μειώσω τον Τσιτσάνη καθ΄οιονδήποτε τρόπο, τον οποίο θεωρώ σπουδαιότατο δημιουργό και, φυσικά, πολύ σημαντικότερη καλλιτεχνική προσωπικότητα απο τον θείο μου . Παρά ταύτα, νομίζω πώς η μνήμη του Νίκου Ρούτσου αξίζει να περισωθεί , τουλάχιστον στον βαθμό που της αξίζει .

Ελπίζω όλα τα παραπάνω να φανούν σε κάποιους ενδιαφέροντα. Ευχαριστώ.

Βασίλης Σταματίου
δημοσιογράφος - ραδιοφωνικός παραγωγός

Γεια σου Βασιλη,
πολυ χρησιμα και ενδιαφεροντα ολα αυτα που γραφεις για εμας εδω που ασχολουμαστε με το ρεμπετικο.
Ενα πραγμα μπορω να πω με σιγουρια βλεποντας και
ακουγοντας πραγματα και θαματα της δισκογραφιας οχι μονο σε ελληνικο αλλα και παγκοσμιο επιπεδο :
οταν γεννιεται ενα τραγουδι κανείς, μα κανείς δεν ξερει την τυχη και την καταληξη του
και ολα ειναι καλα και αγια !
Αν κανει ομως επιτυχια και δη τεραστια (βλ. Συννεφιασμενη Κυριακη, Ζορμπας κλπ) τοτε για τους πραγματικους δικαιουχους εφοσον υπαρχουν βεβαια, ισχυει το “μετα την απομακρυνσιν εκ του ταμειου, ουδεν λαθος αναγνωριζεται” …
Παντως με αφορμη το δικο σου ποστ και προσθετοντας στοιχεια που εχουν καποιοι φιλοι του φορουμ
θα μπορουσε να γινει μια εμπεριστατωμενη προσεγγιση στην προσωπογραφια του θειου σου με ολα αυτα τα βιωματα που εχεις και μπορεις να συμπληρωσεις βεβαια και παραλληλα να γινει καταγραφη του εργου του, επισημου και ανεπισημου.
Για τους δε δυσπιστους καλο ειναι να υπαρξουν χειρογραφα που να αποδεικνυουν του λογου το
αληθες … Λιγο δικαστικο μπορει να ακουγεται αυτο αλλα οπως το τοποθετεις και αναγνωριζεις κι εσυ τα συμφεροντα ειναι δυστυχως μεγαλα …
Και παλι καλως ηρθες στο φορουμ !!
υγ
Που αρθογραφεις και παιζεις μουσικη αν επιτρεπεται ;

Καλώς τον Βασίλη.
Όταν το 2000 αποφάσισα να γράψω για τον θείο σου, ασφαλώς δεν φανταζόμουνα ότι κάποτε θα “έπεφτα” πάνω σ’ ένα συγγενικό του πρόσωπο!
Τα όσα πολύ ενδιαφέροντα μας παραθέτεις, προστιθέμενα στη δική μου πρωτόλεια προσπάθεια, συνηγορούν στο να γίνει μια πολύ σοβαρότερη προσπάθεια -στα βήματα που προτείνει παραπάνω ο φίλος Γιώργος- για μια πιο εμπεριστατωμένη δουλειά (με ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΑ στοιχεία) για τον δημιουργό Νίκο Ρούτσο (που τώρα -με τα λεγόμενά σου- ενισχύεται η άποψή μου πως είναι ένας από τους πολλούς ριγμένους και πιθανώς αδικημένους).
Όμως, αγαπητέ Βασίλη, στο σημείο αυτό, έγκειται και η μεγάλη (έως ανυπέρβλητη, θα έλεγα) δυσκολία! Δηλαδή, στην εξεύρεση ικανών στοιχείων που θα τεκμηριώνουν…

Θέλω να μάθω την άποψή σου.

Σ.Π.

Γειά σας παιδιά κι ευχαριστώ για το καλοσώρισμα.

Συμφωνώ, κατ΄αρχήν, με την κοινή σας διαπίστωση πώς τα στοιχεία είναι απαραίτητα για την πλήρη καταγραφή της ιστορίας (και της Ιστορίας εν γένει), όμως εγώ, ως μή ρεμπετολόγος, θεώρησα πώς ίσως έχει ενδιαφέρον να καταθέσω ορισμένα προσωπικά βιώματα που αφορούν το πρόσωπο του Νίκου Ρούτσου και λιγότερο να προσπαθήσω να διαλευκάνω ένα, ούτως ή άλλως ακανθώδες, ζήτημα ως μελετητής . Συμφωνώ επίσης απόλυτα με το “μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου…” κι ως προς αυτό, πράγματι ο θείος μου έπρεπε να είχε μεριμνήσει όταν έπρεπε , αλλά αν τον γνωρίζατε, θα καταλαβαίνατε πώς με δεδομένο τον χαρακτήρα του, δύσκολα θα είχαν άλλη τροπή τα πράγματα .
Ακόμα : Ο Νίκος Ρούτσος, αν κι έγραψε μέχρι και χασικλίδικα τραγούδια, ούτε μάγκας ήταν, ούτε είχε πολλά πάρε - δώσε με το ρεμπέτικο περιβάλλον της εποχής (όπως είχαν, ας πούμε, ο Βασιλειάδης ή η Παπαγιαννοπούλου) . Ηταν ένας ήσυχος οικογενειάρχης με την πετριά του καλλιτέχνη και πάντως, ταπεινές ρίζες . Εξ όσων γνωρίζω, οι παρέες του αποτελούνταν απο οικογενειάρχες του μεροκάματου, όπως ο παππούς μου κι ο ίδιος, και τα όσα χρήματα έβγαλε (κι έχασε) τού ήρθαν σε σχετικά μεγάλη ηλικία (μετά τα 50 του) . Ηταν, πάντως , εύχαρις άνθρωπος, φαινομενικά σοβαρός κι αγέλαστος, αλλά με αιχμηρότατο χιούμορ και παιγνιώδη (καμμιά φορά και λίγο παιδική) ιδιοσυγκρασία : Ενα νόστιμο ανέκδοτο της ιστορίας του είναι πώς αμέσως μετά την Κατοχή, άνοιξε με τον παππού μου μια ταβέρνα , νομίζω στην Κυψέλη, με το όνομα “Ο Διάολος” και μοναδικό ζητούμενο οι επίδοξοι πελάτες να έλεγαν μεταξύ τους “δεν πάμε στο Διάολο απόψε ;”. Φυσικά, με τα επιχειρηματικά μυαλά του Ρούτσου (και του παππού μου), η ταβέρνα έκλεισε μετά απο λίγους μήνες, αφού οι μόνοι πελάτες ήταν οι φίλοι τους, οι οποίοι δέν πλήρωναν ποτέ , και μερικοί άσχετοι, τους οποίους κερνούσαν ούτως ή άλλως .

Αν βρώ το τετράδιο με τις παρλάτες και τα τραγούδια του Ρούτσου απ΄τα προπολεμικά γλέντια, ίσως παραθέσω στο φόρουμ μερικά σκαμπρόζικα.
Αυτά τα συμπληρωματικά και να΄στε καλά .

Υ.Γ. : Γιώργο, ξεκίνησα ως ελεύθερος και , μετά , καλλιτεχνικός συντάκτης στα ΝΕΑ (1988 - 90), μετά δούλεψα σε διάφορα περιοδικά κι απο το 1998 γράφω μόνο περιστασιακά, τα τελευταία δύο χρόνια στο Status . Ημουν, πάντως, συνεργάτης του “Διφώνου” για αρκετά χρόνια , αν και όχι επί της ελληνικής μουσικής θεματολογίας . Απο το 2002 ως σήμερα, έχω εκπομπή στον Kosmos 93,6 της ΕΡΑ με αντικείμενο την πραγματική ειδίκευση μου, που είναι η μουσική της Λατινικής Αμερικής . Φτιάχνω κι ένα site πάνω στο εν λόγω θέμα ( www.latinmusic.gr ) το οποίο θα είναι έτοιμο προς χρήση ως τον Δεκέμβριο . Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον.

Α, ναί! Μετά τον θάνατο του Ρούτσου, η χήρα του Αστέρω θυμάμαι πώς διατηρούσε ένα ολόκληρο δωμάτιο τους σπιτιού τους ως αρχείο, στο οποίο υπήρχαν πάρα πολλά χαρτιά, φωτογραφίες, δίσκοι, όργανα κ.λ.π., καθώς και σχεδόν όλα τα τεύχη των περιοδικών και των βιβλίων που έγραψε ο θείος μου. Φυσιολογικά, αυτό το αρχείο πρέπει να βρίσκεται τώρα στην κυριότητα της κόρης τους, Μάγιας Ρούτσου, που ζεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια ανάμεσα στην Ολλανδία και την Ελλάδα (είναι παντρεμένη με έναν Ολλανδό επιστήμονα). Φαντάζομαι πώς αυτό το αρχείο πρέπει να έχει μεγάλο ενδιαφέρον για τον ιστοριοδίφη του ρεμπέτικου και όχι μόνον…

Πριν από λίγο καιρό ψάχνοντας σε βιβλιοθήκη Δικηγορικού Συλλόγου βρήκα βιβλίο του κου Σταμούλη, δικηγόρου του Ν.Ρούτσου σχετικά με την δικαστική του διαμάχη με τον Τσιτσάνη.Περιέχει κυρίως δικόγραφα και δικαστικές αποφάσεις, αλλά και κάποια κείμενα του Ν.Ρούτσου

Αλίκη, σε παρακαλώ, επικοινώνησε μαζί μου με mail. Η πληροφορία αυτή μπορεί να φανεί χρήσιμη για το θέμα.

Σ.Π.

Πραγματικά ενδιαφέρον Αλίκη , ποιός είναι ο τίτλος του βιβλίου και πώς μπορεί κανείς να το προμηθευτεί ?
Οι δικαστικές διαμάχες γύρω απο τραγούδια είναι ελάχιστες στν Ελλάδα και πολύ ενδιαφέρουσες.

Παίδες συγγνώμη για την καθυστέρηση. Ημουν εκτός γραφείου. Λοιπόν, το βιβλίο “Ο φάκελος Ν.Ρούτσου-Β.Τσιτσάνη” έχει εκδοθεί σε δύο τόμους (ο Α’ το 87 και ο Β’ το 93) από τον ίδιο τον δικηγόρο του Δημήτρη Σταμούλη (Σουλίου 2, τηλ. 3641847,5222839)

Παίδες συγγνώμη για την καθυστέρηση. Ημουν εκτός γραφείου. Λοιπόν, το βιβλίο “Ο φάκελος Ν.Ρούτσου-Β.Τσιτσάνη” έχει εκδοθεί σε δύο τόμους (ο Α’ το 87 και ο Β’ το 93) από τον ίδιο τον δικηγόρο του Ν.Ρούτσου κο Δημήτρη Σταμούλη (Σουλίου 2, τηλ. 3641847,5222839)